Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΥ ΦΟΝΙΑ...

ΤΟ ΦΡΟΣΙ...ΤΟΥ ΓΚΆΤΣΟΥ





Καλοκαίρι του '74 φτάνω
στην Αθήνα. Ψάχνω για δουλειά.

Ανεβαίνοντας την Πανεπιστημίου
έπεσε το μάτι μου σε μια ταμπέλα.

Εστιατόριο - Ζαχαροπλαστείο Φλόκα.

Από το επόμενο πρωί, βρέθηκα να
δουλεύω εκεί, βοηθός σερβιτόρου.

Επειδή ήμουν ''γραμματιζούμενος'',
ο κύριος Λεόντιος, ο μετρ, μου είπε:

''Εσύ θα έχεις το τραπέζι του ποιητή.''

Στάθηκα λοιπόν
στη μεγάλη ροτόντα του εστιατορίου
και περίμενα τον ποιητή.

Κατά τις δώδεκα, μπήκε ένα μετέωρο
κι έκατσε στο τραπέζι,

Ήταν ο Νίκος Γκάτσος.

Παράγγειλε καφέ
και αφού έχει ρωτήσει τ' όνομά μου,
με ρώτησε:

''Γιώργο εκτός από αυτό,
τι άλλο κάνεις στη ζωή σου;''

''Σπουδάζω Νομική'' του απάντησα.
''Και από πού είσαι;''

''Η μάνα μου είναι από την Αρκαδία
και ο πατέρας μου από την Ηλεία.''

''Εμείς θα γίνουμε φίλοι'', μου είπε
και την άλλη μέρα μου χάρισε

το βιβλίο του Ανδρέα Εμπειρίκου
''Υψικάμινος''.

Καθώς σερβίριζα τον καφέ του,
συχνά με ρωτούσε για τον τόπο μου

κι εγώ του αράδιαζα ιστορίες
θρυλούμενες αλλά και πραγματικές.

Μια μέρα
του αφηγήθηκα
μια σύγχρονη τραγωδία

ένα έγκλημα τιμής
που συνέβη στο χωριό μου,

και ήμουν αυτήκοος και αυτόπτης
μάρτυρας για λίγα δευτερόλεπτα,

μέχρι η μητέρα μου
να μου κλείσει με το χέρι της τα μάτια
και να με κλειδώσει στο σπίτι.

Δεν τον έλεγαν Γιάννη,
αλλά θα ακολουθήσω

την ονοματοδοσία του ποιητή
στους πρωταγωνιστές του δράματος.

Ο Γιάννης, λοιπόν, και το Φροσί.

Ο Γιάννης είχε κλέψει από έρωτα
τη γυναίκα του και είχαν 7 παιδιά,
έξι αγόρια και μία κόρη, το Φροσί.

1960, Καλοκαίρι, κι ο Γιάννης σ' ένα
γλέντι στο καφενείο του χωριού
και μέσω μιας άτυχης στιγμής,

ανακαλύπτει πως ο κολλητός του
διατηρεί σχέση με τη γυναίκα του.

Το κακό δεν άργησε να συμβεί,
ο Γιάννης πάνω στη ροδαυγή,

σκότωσε τη γυναίκα του
και πήγε φυλακή, όμως αθωώθηκε
με το ''εν βρασμώ ψυχής'',

κι όταν η είδηση έφτασε στο χωριό,
το χωριό πανηγύρισε.

Οι ίδιοι άνθρωποι
που στην αντίθετη περίπτωση
θα τον καθιστούσαν αποσυνάγωγο,

αυτή η κοινωνία της σκυθικής
επαρχίας, του όπλισε το χέρι -
αυτό επέβαλλε η κοινωνική νόρμα.

Ήταν αδερφός του παππού μου
και μετά την αθώωσή του,

τον υποδέχτηκαν
στη σάλα του πατρικού μου μαζί
με τα παιδιά του, όλοι οι συγγενείς.

Λίγους μήνες μετά, το κακό δίπλωσε.

Το Φροσί, μην αντέχοντας
το χαμό της μάνας της,
αυτοκτόνησε στα δεκαοχτώ της.

Έκτοτε ο παππούς Γιάννης,
καθόταν στην αυλή
με βλέμμα απλανές προς το δάσος.

Η κατά Γκάτσον ιστορία
του Γιάννη του φονιά,

δεν είναι άλλη
από αυτή τη σύγχρονη τραγωδία,

που οι λεπτομέρειές της είχαν
εξάψει το ενδιαφέρον του ποιητή.

Λίγους μήνες μετά την αφήγησή μου,
εμφανίστηκε ο Μάνος Χατζιδάκις

(έλειπε στην Αμερική) και άρχισαν
να δουλεύουν το δίσκο ''Αθανασία'',

στον οποίο συμπεριλαμβάνεται
το τραγούδι ''Ο Γιάννης ο φονιάς''.

Γιώργος Μητρόπουλος


...............................................................


Ο Γιάννης ο φονιάς
παιδί μιας Πατρινιάς
κι ενός Μεσσολογγίτη,

προχθές την Κυριακή
μετά τη φυλακή
επέρασ' απ' το σπίτι.

Του βγάλαμε γλυκό,
του βγάλαμε και μέντα,
μα για το φονικό
δεν είπαμε κουβέντα.

Μονάχα το Φροσί,
με δάκρυ θαλασσί
στα μάτια τα μεγάλα,

του φίλησε βουβά
τα χέρια τ' ακριβά
και βγήκε από τη σάλα.

Δε μπόρεσε κανείς
τον πόνο της ν' αντέξει,

κι ούτ' ένας συγγενής
να πει δε βρήκε λέξη.

Κι ο Γιάννης ο φονιάς
στην άκρη της γωνιάς
με του καημού τ' αγκάθι,

θυμήθηκε ξανά
φεγγάρια μακρινά
και τ' όνειρο που εχάθη.


Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Στη φωτογραφία ο ποιητής.


ΜΑΣ ΤΟ ΕΣΤΕΙΛΕ Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΑΠΟΣΚΙΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου