Σύμφωνο Συμβίωσης και η ιδεολογία της Παγκοσμιοποίησης
Ο πρόσφατος «διάλογος» – ή καλύτερα προπαγάνδα – με αφορμή το νομοθέτημα που εισήγαγε στη βουλή η δωσίλογη «αριστερή» κυβέρνηση για το «Σύμφωνο Συμβίωσης», αντανακλά στο μέγιστο βαθμό τις επιδιώξεις της Υπερεθνικής Ελίτ (Υ/Ε), αλλά και τις επιπτώσεις σε κοινωνικό/πολιτιστικό επίπεδο για τους λαούς που εντάσσονται ή είναι σε διαδικασία ένταξης στη Νέα Διεθνή Τάξη που διαχειρίζεται τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Όπως έχουμε επανειλημμένα αναλύσει, η παγκοσμιοποίηση δεν αφορά μόνο την οικονομική και κατ’ επέκταση πολιτική εξάρτηση των λαών, δηλαδή την κατάλυση της οικονομικής/εθνικής τους κυριαρχίας, αλλά ταυτόχρονα την πολιτιστική ομογενοποίηση, δηλ. την κατάλυση της πολιτιστικής κυριαρχίας. Έτσι, στην Ελλάδα όπου η «αριστερή» κυβέρνηση ξεπουλάει όποιο πλουτοπαραγωγικό πόρο και δημόσια έκταση βρει μπροστά της, ξηλώνει κάθε εργασιακό και κοινωνικό δικαίωμα και παραχωρεί τη φύλαξη των συνόρων σε εξωτερικές δυνάμεις μετατρέποντας και τυπικά την χώρα σε προτεκτοράτο, ταυτόχρονα εξαντλεί την «προοδευτικότητά» της στην… υπεράσπιση της «ιδεολογίας της παγκοσμιοποίησης». Δηλαδή, της ιδεολογίας των «δικαιωμάτων» που όχι μόνο δεν θίγουν το ίδιο το σύστημα της οικονομίας της αγοράς που καθιστά όλο το ανθρώπινο είδος προϊόν προς προσφορά και πώληση, αλλά και χρησιμοποιεί κινήματα ταυτότητας ώστε να επιβάλλει την ιδεολογία αυτή, με τη βοήθεια εκφυλισμένων μεγάλο-αστών της πολιτιστικής/μιντιακής ελίτ εν προκειμένω και όχι μόνο.
Η θεσμοποίηση της ιδεολογίας της παγκοσμιοποίησης χρησιμοποιείται εργαλειακά ώστε να αντικαταστήσει την ίδια την πολιτιστική ταυτότητα των λαών. Και αυτή αφορά από το λαϊκό θρησκευτικό αίσθημα και τη γλώσσα, ως τις ιστορικές και αγωνιστικές του αναφορές, τη μουσική και ποιητική παράδοση, εθιμοτυπικά στοιχεία κ.λπ… Η φτηνή δικαιολογία που χρησιμοποιείται είναι άλλη μια διαστρέβλωση: ο δήθεν πόλεμος μεταξύ «προοδευτικότητας και συντηρητισμού», όπου ‘προοδευτικό’ είναι ό,τι είναι συμβατό με την ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης για τα δικαιώματα και «αντιδραστικό», αν όχι και «φασιστικό» η «ρατσιστικό», ό,τι αντίκειται σε αυτή!
Όμως – ιδιαίτερα στην Ελλάδα – όταν αναφερόμαστε στο λαϊκό θρησκευτικό αίσθημα δεν αναφερόμαστε βέβαια στην ίδια τη θρησκεία, για την οποία έχουμε εκφράσει αναλυτικά τις θέσεις μας σε σχέση με τον δημοκρατικό ορθολογισμό που πρεσβεύουμε, ο οποίος είναι αντίθετος προς κάθε θρησκευτική πίστη ή ανορθολογική δοξασία. Οι θέσεις μας άλλωστε αυτές ήδη επιβεβαιώθηκαν πανηγυρικά με την άνοδο νέων τύπων ολοκληρωτισμού βασισμένων στη θρησκεία. (ISIS κλπ).[1] Αναφερόμαστε στο λαϊκό θρησκευτικό αίσθημα, το οποίο – είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι – έχει διαμορφώσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του λαού, ανάλογα με τις από τα κάτω αντιστάσεις σε βάθος χρόνου,[2] και παίζει συνεκτικό ρόλο με την πολιτιστική δύναμη που πηγάζει από αυτόν, που κάποτε ακόμη και από τις τάξεις της «ιεροσύνης» έχει δώσει αγωνιστές που πολέμησαν σε κρίσιμες για τον τόπο στιγμές, όπως στον αγώνα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αναφερόμαστε δηλαδή στο θρησκευτικό αίσθημα σαν στοιχείο της κουλτούρας μας, όπως αντίστοιχα στοιχεία είναι η γλώσσα μας, η λαϊκή μας μουσική, κλπ. Και είναι αυτή η ίδια η κουλτούρα μας που είναι άμεσος στόχος της Υ/Ε με στόχο την ισοπέδωση μας σαν λαού για να καταλήξουμε ένα είδος «Ευρωπαϊκού» χυλού, με εύκολη διαχείριση από αυτή. Σήμερα ο μόνος «αγώνας» στον οποίο μπορούν να επιδοθούν οι απολογητές των δικαιωμάτων είναι ο αγώνας της ίδιας της Υ/Ε για πολιτισμική ομογενοποίηση και για αλλοτριωμένη ιστορική μνήμη. Έτσι όταν ένας λαός έχει αλλοτριωμένη την ιστορία του, ξαναγραμμένη από τους διάφορους «Φίληδες», Φλαμπουράρηδες, «Ρεπούσηδες» κ.α. και αλλοτριωμένη την πολιτιστική του ταυτότητα είναι έτοιμος για την πλήρη ενσωμάτωσή του στην Νέα Διεθνή Τάξη της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Όλη η προπαγάνδα που συνόδεψε την «προοδευτική» κίνηση του ΣΥΡΙΖΑ–η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την εφαρμογή αντίστοιχης νομοθεσίας που επιβάλει η Υ/Ε στα κράτη/μέλη της– συνοδεύτηκε από μια σειρά ιστορικών ανακριβειών και αντίστοιχων μυθευμάτων στηριζόμενα σε ψευτο-επιστημονικά συμπεράσματα και ηλίθιες θεωρίες που υποτίθεται υπερασπίζονται πληθυσμιακές μειονότητες, αλλά επί της ουσίας τοποθετούν το δικαίωμα στην σεξουαλική επιλογή ομοφυλοφιλικών κ.λπ. μειονοτήτων απέναντι στο υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Δυστυχώς παρόμοιες δήθεν προοδευτικές αντιλήψεις φαίνεται σήμερα να είναι αποδεκτές από το πλειοψηφικό κομμάτι των ομοφυλοφιλικών κοινοτήτων, οι οποίες σήμερα παίζουν σαφώς συστημικό ρόλο, ενώ πριν ακόμα δυο – τρεις δεκαετίες αποτελούσαν κοιτίδες ριζοσπαστικότητας σε πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο.
Κάποια από τα πιο ευρέως διαδεδομένα μυθεύματα ήταν αυτά που αφορούσαν την γνωστή αναμασόμενη καραμέλα του βαθμού ανεκτικότητας της κοινωνίας της αρχαίας Ελλάδας στην ομοφυλοφιλία, σε βαθμό που υποτίθεται ετεροφυλοφιλία και ομοφυλοφιλία να παρουσιάζονται σε ισότιμη βάση. Το «επιχείρημα» αυτό πήρε και έδωσε ειδικά τις προηγούμενες μέρες. Όμως, παρά το γεγονός ότι οι σεξουαλικές σχέσεις ήταν βέβαια πολύ πιο ελεύθερες στην προ-Χριστιανικη Ελλάδα, (δηλαδή πριν εισάγουμε τον Ιουδαιο-Χριστιανικο «πολιτισμό» και την «ηθική» του,) η ομοφυλοφιλία υπέκειτο σε περιορισμούς στην αρχαία Ελλάδα –βλ. ενδεικτικά τους νόμους του Σόλωνα – και δεν τοποθετούνταν ποτέ σε ισότιμη βάση με την ετεροφυλοφιλία, ενώ ήταν κυρίως διαδεδομένη στα πιο εύπορα στρώματα.
Η ΘΗΛΥΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΡΣΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΑ»
Ακόμη χειρότερη είναι η «επιχειρηματολογία» που επιδιώκει να βασιστεί σε βιολογικά και κοινωνικά παραδείγματα ώστε να στηριχθεί -ρητά ή υπόρρητα – η θέση της «διπλής φύσης» του ανθρώπου όπου η φυσική αναπαραγωγή φαίνεται να μην παίζει σχεδόν κανένα ρόλο ή ότι αποτελεί κάποια ευτελή διαδικασία ορμώμενη από «ζωώδη ένστικτα», ξεχνώντας ότι με αφορμή την αναπαραγωγή του είδους έχουν αναπτυχθεί τα ομορφότερα αισθήματα και συναισθήματα του ανθρώπου όπως η μητρότητα και γενικότερα συναισθηματικοί και αλληλέγγυοι δεσμοί που έχουν γίνει αφετηρία και έμπνευση για σημαντικούς κοινωνικούς αγώνες. Και φυσικά όλα σχεδόν τα αριστουργήματα της τέχνης και της λογοτεχνίας ετεροφυλοφιλικές σχέσεις αφορούν και είναι μόνο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που ανθεί και μια αντίθετη κουλτούρα (βασισμένη στην κατ’ εξοχή παγκόσμια υποκουλτούρα του Χόλυγουντ). Πάνω σε αυτό γίνεται προσπάθεια να υποστηριχθεί ως κάτι το εξίσου φυσιολογικό με το μεγάλωμα των παιδιών από ετεροφυλόφιλες οικογένειες η υιοθεσία παιδιών από ομοφυλόφιλα ζευγάρια και το καίριο θέμα της παιδείας πάνω στην σεξουαλική αγωγή. Γιατί προφανώς αν υποθέσει κανείς ότι η ομοφυλοφιλική διάθεση αποτελεί κάποια «φυσική επιλογή», η υιοθεσία παιδιών από ομόφυλοφιλα ζευγάρια δεν ενέχει κάποιο κίνδυνο παραβίασης του σεξουαλικού αυτοκαθορισμού των παιδιών.
Έτσι κάποιοι ισχυρισμοί αναφέρουν παραδείγματα ομοφυλοφιλικής συμπεριφοράς στο ζωικό κόσμο υπονοώντας την ομοφυλοφιλία ως «φυσική επιλογή» ή «φυσικό νόμο», υποστηρίζοντας παράλληλα ότι το αντρικό και γυναικείο πρότυπο είναι «κατασκευάσματα» της εκάστοτε πατριαρχικής και εμπορευματικής κοινωνίας.
Έτσι κάποιοι αναφέρονται στο ζωικό κόσμο, π.χ. στο παγώνι που επιδεικνύει το πολύχρωμο πτέρωμά του, μπερδεύοντας το νόημα αυτής της απεικόνισης, η οποία έχει να κάνει όχι γιατί το αρσενικό παγώνι θέλει να βρει… αρσενικό ταίρι αλλά για λόγους φυσικούς – το πλούσιο και πολύχρωμο πτέρωμα των αρσενικών υποδηλώνει δυνατό και υγιές σύντροφο με τελικό σκοπό την αναπαραγωγή. Και φυσικά με βάση τον νόμο της βιολογικής εξέλιξης επεκράτησε αυτός ο τύπος αρσενικού παγωνιού. Ανάλογα παραδείγματα κατακλύζουν ειδικά το διαδίκτυο επικαλούμενα μάλιστα και την ανάλογη ψευτο-επιστημονική σάλτσα.
Αντίστοιχα στον τρόπο ένδυσης φέρνονται παραδείγματα που επιχειρούν να ισχυριστούν ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι ξεκομμένος από τον φυσικό του στόχο, αυτόν της αναπαραγωγής του είδους, και άρα οι ετεροφυλόφιλες σχέσεις αιτιολογούνται βασικά με κοινωνικούς παρά με φυσικούς όρους. Η συλλογιστική αυτή παίρνει ως δεδομένο τελικά ότι η θηλυκότητα της γυναίκας και το ανάλογο στόλισμα του κορμιού της, η ενδυμασία κλπ… και η αρσενικότητα του άντρα αποτελούν «κατασκευάσματα» του εκάστοτε κοινωνικού στάτους ή απόρροια των πατριαρχικών σχέσεων…, αρνούμενη να αντιληφθεί ότι τα «κατασκευασμένα πρότυπα» πράγματι υπάρχουν αλλά έχουν να κάνουν σήμερα με την εμπορευματοποίηση των φύλων μέσα στην καπιταλιστική οικονομία της αγοράς (όπως υποστήριζαν και οι παλιές γνήσιες (αντισυστημικές) φεμινίστριες σε αντίθεση με τις σημερινές καριερίστες της μεσαίας τάξης που το όνειρό τους είναι θηλυκά καθάρματα τύπου Θάτσερ, Χίλαρυ Κλίντον, Γκόλντα Μέγιερ) και όχι βέβαια με τον ίδιο τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Και η μόνη κατασκευασμένη σεξουαλικότητα είναι αυτή που επιβάλει η βιομηχανία του θεάματος και των ΜΜΕ και όχι η ίδια η βιολογική διαδικασία της αναπαραγωγής.
Έχουμε συναντήσει ακόμα και αναφορές στο βάψιμο των αντρών που συναντιέται σε κάποιες φυλές, λες και τα μέλη της εκάστοτε φυλής βάφονται για τον ίδιο λόγο που καλλωπίζει μια γυναίκα τον εαυτό της, και όχι για λόγους εντυπωσιασμού των αντρών απέναντι στις γυναίκες που ψάχνουν για ταίρι στη φυλή τους, που δεν έχει να κάνει με ομοφυλοφιλικές σχέσεις.
Συναντήσαμε ακόμη και «επιχειρήματα» που θεωρούν ακόμη και παραδοσιακές ενδυμασίες σαν τη φουστανέλα ως ένδειξη …θηλυκότητας. Λες και η φουστανέλα για κάποιους οικονομικά βολεμένους που ασχολούνται με τα «δικαιώματα» της προσωπικής τους βόλεψης, δεν ήταν καταρχήν ρούχο εργασίας για τους άντρες και όχι «σήμανση» προς σύναψη ομοφυλοφιλικών σχέσεων.
Προφανώς τα παραπάνω γελοία «επιχειρήματα» αν δεν είχαν μια βαθιά αντιδραστική πλευρά στις αναφορές τους θα ήταν απλά γελοιότητες κάποιων βολεμένων.
Όμως η φύση της παραφιλολογίας για αυτά τα ζητήματα σήμερα, αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του νέο-ανορθολογισμού της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης , ο οποίος προορίζεται να παίξει έναν ακόμη πιο αντιδραστικό ρόλο από τους παραδοσιακούς ανορθολογισμούς των θρησκειών.
Ο ΣΤΙΓΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΩΣ «ΣΕΞΙΣΜΟΣ» ΚΑΙ «ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ»
Εδώ θα πρέπει να ορίσουμε ξεκάθαρα ως τι ορίζουμε «φυσικό» ή «φυσικό νόμο» για να ξεκαθαρίσουμε για τι ζητήματα μιλάμε. Φυσικό και φυσικό νόμο εννοούμε καταρχήν μια καθαρά βιολογική διαδικασία η οποία είναι κοινή τόσο στο υπόλοιπο ζωικό κομμάτι του κόσμου όσο και στον άνθρωπο. Δεν ορίζεται ούτε από κάποιον «νομοθέτη εξουσιαστή» ούτε έπεσε ξαφνικά από τον ουρανό κάποιου θεού… Αφορά μια διαδικασία η οποία με απώτερο στόχο την αναπαραγωγή του είδους έχει σφυρηλατηθεί αντικειμενικά κάποιες χιλιάδες χρόνια. Η ανάγκη της πλειονότητας των ομοφυλόφιλων να προσδώσουν φυσικά αίτια στην κατά τα άλλα θεμιτή επιλογή τους για σεξουαλικό σύντροφο δεν προσδίδει κανένα είδους αντικειμενισμό ή φυσιολογικότητας ώστε να «νομιμοποιήσουν» τις προτιμήσεις τους. Εδώ ακριβώς έγκειται και το σφάλμα τους, διότι οι ομόφυλοφιλες σημερινές κοινότητες παίρνοντας ως δεδομένο το σύστημα της οικονομίας της αγοράς και την διεθνοποιημένη του μορφή σήμερα, την παγκοσμιοποίηση, αναγκαστικά υιοθετούν τον λόγο μεγαλο- αστών, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη βέβαια να οριοθετήσουν τον αυτοκαθορισμό των επιλογών τους ως μειοψηφία – όπως πραγματικά είναι –, αλλά διαστρεβλώνοντας ακόμα και την ίδια την φυσική διαδικασία ψάχνουν το ισότιμο της επιλογής τους όχι στο σεβασμό της υπόλοιπης κοινωνίας προς τις προτιμήσεις τους αλλά αντίθετα στην επιβολή αντιεπιστημονικών θέσεων πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία, μέσω της εξουσίας που απορρέει από την ταξική τους θέση. Έτσι θεωρείται εύκολο για κάποιους να στιγματίζεται η αναφορά σε φυσικούς νόμους ως «ρατσισμός», και «σεξισμός» όταν αμφισβητείται η «φυσιολογικότητα» των ομοφυλοφιλικών σχέσεων. Προφανώς θεωρούν ότι το να πολεμάς το στιγματισμό με στιγματισμό αποτελεί τη μόνη επιλογή–όμως αυτό αποτελεί καθαρά εξουσιαστική λογική και όχι ελεύθερη βούληση αυτοκαθοριζόμενων όντων.
Αλλά όπως είπαμε το να είναι θεμιτή και σεβαστή η επιλογή σεξουαλικού συντρόφου δεν είναι προϋπόθεση για αυτό να διαστρεβλώνεται ολόκληρη η βιολογική διαδικασία και να δημιουργούνται «ιστορικά προηγούμενα» για να βρεθούν «ισοδύναμα». Ο αυτοκαθορισμός κάθε μειονότητας, είτε αυτή αναφέρεται στο φύλο, στη φυλή, στο χρώμα, στην εθνικότητα κλπ… είναι ζήτημα που επί της ουσίας του λύνεται μόνο μέσα σε μια απελευθερωτική κοινωνία και όχι σε μια ετεροκαθοριζόμενη κοινωνία μέσα στην οποία θα υπάρχουν πάντα ανορθολογισμοί κάθε είδους, με τους οποίους κοινωνικές ομάδες και μειονότητες θα είναι πάντα υποχρεωμένες να «υπερασπίσουν» τις επιλογές τους να συμπορευθούν με τον εκάστοτε εξουσιαστικό λόγο και να χρησιμοποιηθούν από αυτόν. Αυτό το είχε καταλάβει στη πλειοψηφία της η ριζοσπαστική σκέψη των παλαιότερων γενεών ομοφυλόφιλων κλπ.., γι’ αυτό και υιοθετούσαν εν πολλοίς αντισυστημικό λόγο οραματιζόμενοι την απελευθερωτική κοινωνία όπου μόνο μέσα σε αυτήν μπορεί να εκλείψει ο στιγματισμός από όπου κι αν προέρχεται.
Σε μια αντιστροφή των παραπάνω «επιχειρημάτων», με στοχο να υποστηριχθεί η ομοφυλοφιλία με αντικειμενική βάση στη φύση, διατυπώνεται πολλές φορές η θέση ότι η «φυσιολογικότητά» της δεν πρέπει να ταυτίζεται με τα «ζωώδη ένστικτα» και το «νόμο της ζούγκλας», αλλά με βάση κοινωνικούς και συναισθηματικούς όρους. Ο «νόμος της ζούγκλας» όμως έχει να κάνει με την κοινωνική οργάνωση και όχι με την φύση ανθρώπων και ζώων η οποία είναι παρόμοια. Ο ορισμός αυτός όμως του «φυσιολογικού» είναι τόσο αόριστος και άνευ νοήματος που καθιστά το ίδιο το δικαίωμα στην επιλογή σεξουαλικού συντρόφου χωρίς τη σωστή του βάση, η οποία είναι το θεμιτό της επιλογής και όχι το «φυσικό» της επιλογής, όπου το τελευταίο έχει να κάνει με την ίδια τη φυσική αναπαραγωγή και το πρώτο με το σεβαστό δικαίωμα του ενήλικου να επιλέγει όποιο ερωτικό σύντροφο προτιμάει, χωρίς να επιβάλει τις προσωπικές του απόψεις στους υπόλοιπους. Με άλλα λόγια, οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ετεροφυλόφιλων τόσο στο ανθρώπινο όσο και το ζωικό κόσμο πηγάζουν από τη σχέση αναπαραγωγής, η οποία είναι δυνατή μόνο μεταξύ ετεροφυλόφιλων, έστω και αν σήμερα για οικονομικούς η άλλους κοινωνικούς η συναισθηματικούς λόγους οι ανθρώπινες σεξουαλικές σχέσεις δεν έχουν πάντα στόχο μόνο την αναπαραγωγή. Εξ’ ου και το γελοίο αίτημα των ομοφυλόφιλων για το «δικαίωμα» υιοθεσίας, ώστε να μπορούν ν αντικαταστήσουν τεχνητά την Φύση!
Σχετικά με τα παραπάνω, η σεξουαλική αγωγή θα μπορεί να ενημερώνει για τα είδη των σεξουαλικών σχέσεων ενώ θα εξηγεί πώς αναπτύχθηκε η ανατομία των γεννητικών οργάνων με σκοπό την αναπαραγωγή του είδους, αλλά και πως σήμερα (ειδικά στις αναπτυγμένες χώρες) η σεξουαλική επαφή δεν γίνεται μόνο για αναπαραγωγικούς λόγους.
Η ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΠΑΙΔΙΩΝ ΑΠΟ ΟΜΟΦΥΛΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ
Επειδή λοιπόν η ομοφυλοφιλική σχέση δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας επιλογής αναφερόμενη σε «φυσικά αίτια» ή «φυσικούς νόμους», αλλά μια σεβαστή σεξουαλική προτίμηση μεταξύ ενηλίκων, το θέμα της υιοθεσίας αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα και αυτό γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με την απαράβατη αρχή του αυτοκαθορισμού των παιδιών. Ο αντίλογος που μπορεί να τεθεί εδώ είναι ότι και τα ετερόφυλα ζευγάρια πολλές φορές είναι εμπόδιο στη διαδικασία αυτή. Πράγματι ο αυτοκαθορισμός ενός παιδιού μπορεί να αλλοιωθεί από κάθε οικογένεια, ομοφυλοφιλική η όχι. Η υιοθέτηση παιδιών όμως από ομόφυλα ζευγάρια ουσιαστικά προκαθορίζει όχι μόνο την ταξική τους ταυτότητα σε μια ταξική κοινωνία αλλά ακόμη και την σεξουαλική τους ταυτότητα για όλους τους παραπάνω λόγους που είπαμε. Για ποιον αυτοκαθορισμό των παιδιών λοιπόν μιλάμε όταν ακόμα και η σεξουαλική του ταυτότητα προκαθορίζεται από το σπίτι του; Και για ποια «αγάπη» απέναντι στα παιδιά μιλάμε που υποτίθεται είναι πάνω από τις προσωπικές επιλογές του καθενός όταν τού επιβάλλεται έμμεσα η ομοφυλοφιλία ως «φυσική επιλογή» και «φυσικό» ισότιμο των ετερόφυλων σχέσεων;
Για τους ίδιους λόγους είναι απαράδεκτο στη σεξουαλική αγωγή να τοποθετείται ως δήθεν φυσικό ισότιμο και «φυσική επιλογή» η σύναψη ομοφυλοφιλικών σχέσεων, αλλά να δικαιολογείται ως μια θεμιτή επιλογή από ενήλικες και σεβαστή από την υπόλοιπη κοινωνία.
Είναι φανερό λοιπον ότι το θέμα έχει πολλές και σημαντικές παραμέτρους. Ο αυτοκαθορισμός μειονοτήτων και ο σεβασμός των επιλογών τους όταν δεν μπαίνουν στη σωστή βάση καταλήγουν σε αντιδραστικές απόψεις, οι οποίες είναι εύκολο για το σημερινό διεθνοποιημένο καπιταλιστικό σύστημα να τις χρησιμοποιεί για ίδιον όφελος. Η άτακτη υποχώρηση της ριζοσπαστικής/ αντισυστημικής σκέψης από τις κοινότητες ομόφυλοφιλων έχει οδηγήσει καταρχήν στην υιοθέτηση απόψεων που συναντώνται στα ανώτερα στρώματα των ελίτ και αυτό αποτελεί τη λογική συνέπεια της υποχώρησης αυτής. Το θέμα όμως δε σταματάει μόνο εκεί έχει να κάνει επίσης με το δικαίωμα στον αυτοκαθορισμό των παιδιών με την σεξουαλική έννοια αυτή τη φορά το οποίο είναι σημαντικότατο και είναι θέμα που αφορά το σύνολο της κοινωνίας και όχι του κάθε βολεμένου αστού. Ο κάθε «Έλτον Τζον» είναι αναμενόμενο να υπερασπίζει τις επιλογές του μέσα από εξουσιαστικές λογικές, μη δίνοντας δεκάρα για το αν βιάζει τη συνείδηση και τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός παιδιού που θέλει να υιοθετήσει μαζί με τον σύντροφό του. Το θέμα όμως είναι τι κάνουν οι από τα κάτω ομοφυλοφιλικές κοινότητες και αν έχουν πια αφομοιωθεί εξ ολοκλήρου από την ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης, η οποία ήδη επιτελεί τον αντιδραστικότερο ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο θρησκευτικό ανορθολογισμό.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο λοιπόν ότι επικαλούνται τα «ανθρώπινα δικαιώματα» – και όχι τον ατομικό και συλλογικό αυτοκαθορισμό, ο οποίος είναι δυνατός μόνο μέσα σε μια απελευθερωτική κοινωνία –για να στιγματίζουν ολόκληρους λαούς, ώστε να δικαιολογείται με την ανάλογη ψευτο-προοδευτικότητα το μακέλευμά τους. Απώτερος στόχος: η υποταγή λαών οι οποίοι δεν είναι ενταγμένοι στις ανοιχτές και απελευθερωμένες αγορές διατηρώντας την πολιτιστική τους κυριαρχία μαζί με την οικονομική και εθνική τους κυριαρχία.
Ο «πόλεμος» που διεξάγεται σήμερα από την Ουκρανία μέχρι τη Συρία και από το Ιράν μέχρι την Παλαιστίνη και τη Βενεζουέλα – στον ένα ή στον άλλο βαθμό – είναι κατά βάση εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας με την έννοια της αντίστασης κατά της Νέας Διεθνούς Τάξης και της Υ/Ε που διαχειρίζεται την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Ακόμα και σε χώρες όπου είναι ενταγμένες στη παγκοσμιοποίηση ο στιγματισμός αυτός χρησιμοποιείται για να στραγγαλισθούν όποιες ριζοσπαστικές φωνές αμφισβητούν την διαδικασία αυτή. Αυτό αποτελεί τη σημερινή μορφή ελέγχου του «εσωτερικού εχθρού» και στοχεύει να διεισδύει πρώτιστα σε κύκλους της νεολαίας με το προκάλυμμα της «φιλανθρωπίας» και της «προοδευτικότητας». Έτσι το να αγωνίζεται ειδικά η νεολαία για τα διάφορα «δικαιώματα» αποπροσανατολισμένη από ζητήματα εθνικής και πολιτισμικής κυριαρχίας ενός λαού είναι η ενδεδειγμένη πρακτική που προωθούν τα think tanks και οι μηχανισμοί της παγκοσμιοποίησης. Και γιατί όταν εκλείψει η ανάγκη για εθνική κυριαρχία ενός λαού χάνεται και η προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης και κατ’ επέκταση οι προϋποθέσεις για την κατάργηση όλων των ανορθολογισμών μέσα σε μια ετεροκαθοριζόμενη κοινωνία.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΕ ΜΙΑ ΑΥΤΟΚΑΘΟΡΙΖΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Συμπερασματικά, η ομοφυλοφιλία είναι μια θεμιτή ΕΠΙΛΟΓΗ και σε μια ελεύθερη κοινωνία θα μπορεί ο καθένας να κάνει όποιες επιλογές θέλει με την βασική προϋπόθεση όμως ότι δεν θα θίγεται ο αυτοκαθορισμός άλλων ατόμων (όπως συμβαίνει κατ’ εξοχήν σε μια καπιταλιστική κοινωνία) και ιδιαίτερα ανήλικων.
Η παιδεία δεν πρέπει ποτέ να παίζει τον νεροκουβαλητή της ιδεολογίας της παγκοσμιοποίησης. Η ομοφυλοφιλική σχέση δεν πρέπει όμως να αποτελεί στίγμα, εφόσον αναγνωρίζεται ως θεμιτή επιλογή, χωρίς αυτό βέβαια να μπορεί να καθιερώσει σχέση ισοτιμίας μεταξύ της ομοφυλοφιλικής και της ετεροφυλοφιλικής σχέσης.
Για εμάς η πρώτη είναι απλά μια θεμιτή επιλογή που για τους λόγους που αναφέραμε δεν τη θεωρούμε συμβατή με τους νόμους της φύσης. Είναι όμως δικαίωμα του κάθε πολίτη να κάνει οποιαδήποτε σχετικά επιλογή χωρίς βέβαια να επιβάλλει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο τη σεξουαλικότητα του ιδιαίτερα σε ανηλίκους, πράγμα που σημαίνει ότι η προπαγάνδιση της ομοφυλοφιλίας από τα σχολικά βιβλία ή από τα μέσα στα οποία έχουν πρόσβαση οι ανήλικοι (TV, Internet κ.λπ.) είναι ανεπίτρεπτη σε μια αυτοκαθοριζόμενη κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου