Η ΣΤΥΓΝΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Αυτό που οφείλει να μας απασχολεί σήμερα είναι ένα και μοναδικό: το πώς και με ποιό κόστος θα ανακτήσουμε την εθνική μας κυριαρχία, προτού χαθούν όλα όσα έχουμε και δεν έχουμε – αφού η διαδικασία αλλαγής ιδιοκτησίας της πατρίδας μας βρίσκεται σε εξέλιξη και εμείς πρέπει να τη σταματήσουμε πάση θυσία.
«2011: Αναθεωρημένη προς τα επάνω είναι η ύφεση στην ελληνική οικονομία για το 2011, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) – η οποία την επαναπροσδιόρισε στο 7,1%. Όσον αφορά το ΑΕΠ της χώρας μας στο 2011, σε σταθερές τιμές προηγούμενου έτους, ανήλθε σε 206,4 δις €. Σημείωσε δηλαδή πτώση 15,8 δις € από τα 222,2 δις € που ήταν το 2010.
2012: Ύφεση της τάξης του 7,1% υπέστη η ελληνική οικονομία κατά το 2012, συγκριτικά με το 2011, σύμφωνα με μία πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ. To ΑΕΠ σε τιμές αγοράς του 2012 ανήλθε σε 193,7 δις €, έναντι 208,5 δις € το 2011.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας οφείλεται, μεταξύ άλλων, στη συρρίκνωση της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών κατά 8,2% και της γενικής κυβέρνησης κατά 5,1%.
Παράλληλα, αύξηση της τάξης του 8,4% σημειώθηκε στους φόρους επί των προϊόντων, ενώ μείωση 12,7% καταγράφηκε στις αμοιβές από εξαρτημένη εργασία. Για το τρέχον έτος (2013) το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ύφεση της τάξης του 4,5%».
Ανάλυση
Απλά και μόνο από την ανάγνωση των παραπάνω ειδήσεων καταλαβαίνει κανείς πως τα μέτρα που εφαρμόσθηκαν στην Ελλάδα ήταν θηριώδη, μοναδικά στην Ευρωζώνη και στην παγκόσμια ιστορία – στραγγαλίζοντας κυριολεκτικά την οικονομία της.
Με δεδομένο δε το ότι θα συνεχιστούν, κρίνοντας από τη δέσμευση για τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα έως το 2060, δεν είναι καθόλου δύσκολο να προβλέψει κανείς το μέλλον – χωρίς καμία διάθεση πεσιμισμού.
Περαιτέρω, η μείωση του δημοσίου χρέους μίας χώρας επιτυγχάνεται ουσιαστικά με δύο τρόπους (χωρίς να υπολογίζουμε τη χρηματοπιστωτική καταστολή, όπου τα επιτόκια διατηρούνται πολύ χαμηλά, για να μην αυξάνεται το χρέος): ο ένας είναι η ονομαστική διαγραφή και ο άλλος ο πληθωρισμός, όταν η χώρα έχει το δικό της νόμισμα και χρέη σε αυτό (σε καμία περίπτωση με την έντοκη επιμήκυνση του χρέους, όπως συμφώνησε η κυβέρνηση για τα 96 δις €).
Στα πλαίσια αυτά η Ελλάδα, μετά την πρώτη αποικιοκρατική δανειακή σύμβαση του 2010, όπου
(α) παραιτήθηκε αμετάκλητα και άνευ όρων από κάθε ασυλία που της παρέχει η εθνική της κυριαρχία,
(β) της απαγορεύθηκε η δυνατότητα να ζητήσει δανειακή βοήθεια από άλλες πηγές εκτός της Τρόικας,
(γ) δέσμευσε ολοκληρωτικά τη δημόσια περιουσία της
(δ) παραιτήθηκε από το δικαίωμα συμψηφισμού των χρεών της με οφειλές των δανειστών προς την ίδια (=κατοχικό δάνειο) και
(ε) έδωσε εξουσιοδότηση στον υπουργό οικονομικών να υπογράφει για την ίδια χωρίς κύρωση των συμβάσεων από τη Βουλή, οδηγήθηκε ένα χρόνο αργότερα στην υπογραφή του PSI – όπου επιλέχθηκε η ονομαστική διαγραφή ενός χρέους που ήταν αδύνατον ποτέ να εξυπηρετηθεί.
Ειδικότερα, στα τέλη του 2011 το χρέος της προς την Τρόικα ήταν το 26% του συνολικού ύψους περί τα 356 δις €, ενώ προς τους υπόλοιπους επενδυτές, κυρίως στους ξένους, στο 74% ή στα 263,5 δις € (γράφημα, πηγή ΟΔΔΗΧ).
Τότε ήταν σε θέση να επιλέξει την υιοθέτηση ενός εθνικού νομίσματος, με την απλή απόφαση της Βουλής – μετατρέποντας το δημόσιο χρέος της που ήταν κατά 90% σε εθνικό δίκαιο (τα 263,5 δις € δηλαδή αφού τα υπόλοιπα είχαν αναληφθεί από την Τρόικα), στο δικό της νόμισμα.
Επομένως να είναι σε θέση να το πληρώνει χωρίς διαγραφή τυπώνοντας χρήματα και να το μειώνει πληθωριστικά – εις βάρος κυρίως των δανειστών της, αφού θα μπορούσε να διαχειριστεί τους μισθούς, τις συντάξεις κοκ. των Πολιτών της με ανάλογες αυξήσεις.
Σημείωση Οίμου-Αθήνας
Μεσολαβεί ένα μέρος του άρθρου που παραλέιψαμε διότι περιέχει οικονομική ανάλυση η οποία εκτός από βαρετή είναι και μεροληπτική και σε πολλά σημεία της δεν συμφωνούμε, ιδίως με αφορισμούς του τύπου: «η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να επιστρέψει στο εθνικό της νόμισμα».
Αυτό το γράφει ο αρθρογράφος, διότι δεν εξετάζει το ενδεχόμενο της πλήρους αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρώπη, την καταγγελία όλων των δανειακών συμβάσεων ως προδοτικών και με σκοπό τον δόλιο δανεισμό. τον οποίον επέτυχαν οι «εταίροι» με εξαγορασμένους ηγέτες.
(Συνέχεια του άρθρου)
Ουσιαστικά λοιπόν μετά το έγκλημα του PSI και μετά την τρίτη δανειακή σύμβαση που ακολούθησε την προδοσία του δημοψηφίσματος, (μέσω της οποίας επικυρώθηκαν όλες οι υπόλοιπες αφού για πρώτη φορά ψηφίσθηκε από όλα σχεδόν τα κόμματα), η πατρίδα μας έχει χάσει εντελώς την εθνική της κυριαρχία – αποτελώντας πλέον προτεκτοράτο των δανειστών της, ηγέτης των οποίων είναι η πρωσική κυβέρνηση.
Με ακόμη πιο απλά λόγια, δεν δολοφονήθηκε μόνο η τελευταία ελπίδα των Ελλήνων από τη σημερινή κυβέρνηση που είναι έρμαιο της Γερμανίας, αλλά όλοι οι Έλληνες συμπεριλαμβανομένων των μελλοντικών γενιών, στυγνά, από όλες ανεξαιρέτως τις κυβερνήσεις τους – ενώ δεν γνωρίζουμε αν υπάρχει η δυνατότητα αναίρεσης όλων όσων έχουν συμβεί, με την δίωξη των υπευθύνων για εσχάτη προδοσία.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, δεν είναι κανείς ούτε πεσιμιστής, ούτε φύσει απαισιόδοξος όταν περιγράφει την ελληνική τραγωδία, με τα μελανά χρώματα που της ταιριάζουν – αλλά απλά ρεαλιστής, χωρίς καμία διάθεση ωραιοποίησης της ιστορίας και του σημερινού μας καταντήματος.
Αυτό που οφείλει δεν να μας απασχολεί πια είναι ένα και μοναδικό: το πώς και με ποιό κόστος θα ανακτήσουμε την εθνική μας κυριαρχία, προτού χαθούν όλα όσα έχουμε και δεν έχουμε – αφού η διαδικασία αλλαγής ιδιοκτησίας της πατρίδας μας βρίσκεται σε εξέλιξη και εμείς πρέπει να τη σταματήσουμε, μη επιτρέποντας στις δυνάμεις οικονομικής κατοχής να μας διώξουν από τη χώρα μας.
Κάθε ένας Έλληνας πάντως που εγκαταλείπει την Ελλάδα, ασφαλώς δικαιολογημένα, βάζει ένα καρφί στο φέρετρο της – ενώ μέχρι στιγμής έχουμε χάσει 500.000 πληθυσμό (με τα παιδιά τους θα είναι πάνω από 1,5 εκ. μελλοντικά), περί τα 100 δις € που μας κόστισε η ενηλικίωση και εκπαίδευση τους, καθώς επίσης 25 δις € ετήσιο ΑΕΠ.
Εάν δε δεχθεί κανείς πως το μεγαλύτερο μέρος τους ανήκει στα σωματίδια Χ που θα βοηθήσουν τις άλλες χώρες να εξελιχθούν εις βάρος μας, τότε θα καταλάβει καλύτερα πού οδηγούμαστε – παρά το ότι έχουμε ευτυχώς ακόμη τη δυνατότητα να τα καταφέρουμε, αλλά δεν θα συμβαίνει για πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου