Τρίτη 9 Απριλίου 2019

ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΠΗΡΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΤΟΥ ΠΟΝΗΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ «ΑΚΕΦΑΛΗ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ»


ΜΙΑ ΠΑΛΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΛΕΠΙ



Γράφει ο Κωνσταντινος Καλιμαυκιδης

Ένα γεροντάκι ζούσε στην αρχή  της ερήμου, ασκητικά με νηστεία και προσευχή. Όποιος γύριζε ή πήγαινε στην έρημο ζητούσε την ευχή και βοήθεια του.

Σε μια του προσευχή το γεροντάκι, ζήτησε από τον Κύριο ,να τον πάρει κοντά Του αν έκρινε ότι τελείωσε ο αγώνας του στη Γη.
Πράγματι, εισακούσθηκε η προσευχή του και ένα βράδυ
 παρουσιάσθηκε ο άγγελος λέγοντάς του:

«Με έστειλε ο Κύριος να σου πω ότι πολύ σύντομα θα γίνει ότι
 ζήτησες,θα έρθω να σε πάρω μόλις δω ότι τελείωσες την 
τελευταία  σου καλή πράξη». Και αμέσως μετά ο άγγελος έφυγε.

Με χαρά το γεροντάκι, αύξησε τις νηστείες, τις προσευχές τις καλοσύνες.

Ένα απόγεμα χτυπά την πόρτα του ένας περαστικός  καβάλα στο άλογο.«Έρχομαι από μακριά και πρέπει να περάσω την έρημο, μπορώ να ξεκουραστώ εδώ;» του λέει. Το γεροντάκι, τον βάζει
 μέσα τον ταΐζει, τον ποτίζει, «ξεκουράσου» του λέει «και φεύγεις
 το πρωί.»

Ο άλλος , το πρωί αφού έφαγε και ήπιε, αρπάζει από δω σπάζει από
 κει ρημάζει το σπίτι όλο. Κάνει να μιλήσει το γεροντάκι, τον πλακώνει στο ξύλο τον αφήνει αναίσθητο και φεύγει.

Όταν συνήλθε αναρωτήθηκε γιατί και βαρυγκώμησε, αμέσως
 ζήτησε συγνώμη στο Θεό, γιατί πήρε πίσω ότι καλό έκανε και
αύξησε πιο πολύ τις προσευχές και τις μετάνοιες.

Περνάει κανένας μήνας έτσι, πάλι χτυπά η πόρτα του, ανοίγει και  βλέπει τον καβαλάρη που γύριζε από την έρημο να του ζητάει
τα ίδια!

Δέχθηκε το γεροντάκι, και ζήτησε συγνώμη γιατί τον έβρισε από
 πίσω του. Ο άλλος το πρωί χορτάτος καθαρός και άνετος πάλι τα ίδια, ξύλο, μπουνιές, σπασίματα.

Όπως το χτυπούσε,το γεροντάκι πέφτει σε ένα τοίχο όπου υπήρχε
 κρεμασμένο ένα σπαθί σε δυο καρφιά για διακόσμηση.

Το σπαθί με το τράνταγμα  έπεσε στα χεριά του, έρχεται ο άλλος να τον ξαναδείρει, ασυναίσθητα το γεροντάκι του παίρνει το
κεφάλι.

Μόλις το αντιλήφθηκε, κλάμα και οδυρμός, πρώτα τον έβρισα, τώρα έκανα φόνο έλεγε,

Ενώ έκλαιγε, παρουσιάζεται ο άγγελος, «τι θέλεις;» ρώτησε ο γέροντας, «γνωρίζεις!» του λέει ο άγγελος.

«Τώρα», ρωτάει το γεροντάκι «που έκανα φόνο,
άσε  με να μετανοιώσω και με καλές πράξεις να λάβω συγχώρεση.
Άσε  με λίγο» έλεγε «μια καλή πράξη να κάνω, την τελευταία δεν είπες και μετά με παίρνεις».

«Την έκανες!»  του λέει ο άγγελος και τον πήρε μαζί του ψηλά
 στον ουρανό.

Το νόημα  ας το δώσει ο καθένας μας αφορά όλους, μέρες που διανύουμε.

 Κωνσταντινος Καλιμαυκιδης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου