Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ «ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ»


ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΚΟΡΩΝΑΪΟΣ 




Γράφει η Φωτεινή Μαστρογιάννη


Η θεωρία διαχείρισης του τρόμου δημιουργήθηκε από τους κοινωνικούς ψυχολόγους Jeff Greenberg, Sheldon Solomon και Tom Pyszczynski και έχει ως βάση το έργο του ανθρωπολόγου Ernest Becker ο οποίος έγραψε το 1973 το βιβλίο «The Denial of Death» (Η άρνηση του θανάτου). 

Υποστήριξαν ότι οι περισσότερες ενέργειες των ανθρώπων γίνονται με στόχο την αποφυγή του θανάτου. 

Οι άνθρωποι είναι παγιδευμένοι σε ένα υπαρξιακό δίλημμα – από τη μία, υπάρχει η εσωτερική τους επιθυμία για διαρκή ζωή και από την άλλη βρίσκεται η συνειδητοποίηση ότι η ζωή κάποτε τελειώνει. 

Σε αυτό το δίλημμα βρίσκεται ο παραλυτικός τρόμος και οι άνθρωποι για να τον αντιμετωπίσουν δημιουργούν μία διαδικασία παρεμπόδισης του διπλού άγχους, τόσο στο συνειδητό όσο και στο ασυνείδητο, που προκαλούν οι σκέψεις που σχετίζονται με τον θάνατο. 

Η διαχείριση του τρόμου του θανάτου έχει πολλές συνέπειες. Όταν οι άνθρωποι πρέπει να χειριστούν μία καταστροφή που προκαλεί θάνατο τότε θυμούνται την θνητότητά τους, η συμπεριφορά τους σκληραίνει και εκφράζουν κακία και θυμό απέναντι στον Άλλο. 

Το παρατηρήσαμε αυτό και στη χώρα μας με τις έντονες αντιδράσεις που διακρίνονταν από φανατισμό και θυμό απέναντι σε οποιονδήποτε υποστήριζε κάτι αντίθετο από την επικρατούσα άποψη για το θέμα του κορωνοϊού. 

Συνήθως παρατηρείται ότι μετά από τέτοια γεγονότα τα οποία μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ζωή του ανθρώπου οι κοινωνίες στρατιωτικοποιούνται, επιτηρούνται μαζικά και αναζητούν εκδίκηση (εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ μετά την 11η Σεπτεμβρίου). 

Σύμφωνα με τη θεωρία διαχείρισης του τρόμου, οι άνθρωποι, υπό το πρίσμα του φόβου για τον θάνατο, ενώνονται με αυτούς που έχουν τις ίδιες πολιτικές απόψεις, την ίδια εθνική ταυτότητα και εναντιώνονται σφόδρα σε όποιον είναι ενάντια. 

Οι άνθρωποι αντιδρούν επίσης και για ότι αφορά την αυτοεκτίμησή τους. Για παράδειγμα, αυτοί που βασίζουν την αυτοεκτίμησή τους στις ικανότητες οδήγησης που έχουν θα τείνουν να οδηγούν γρηγορότερα κτλ. 

Όταν ο τρόμος του θανάτου είναι πολύ έντονος, αυξάνεται το άγχος και μειώνεται η ευημερία αλλά και η υγεία του ανθρώπου ειδικά όταν δεν έχει τις κατάλληλες ψυχικές αντιστάσεις. Οι αντιστάσεις αυτές μπορεί να είναι πολιτισμικές , κοινωνικές, πολιτικές αλλά και θρησκευτικές. 

Η θρησκεία, ειδικότερα, λειτουργεί ως ένας εξαιρετικός μηχανισμός άμυνας στον τρόμο του θανάτου όπως έχει αποδειχθεί από διάφορες έρευνες. Η θρησκεία δίνει το στοιχείο της αθανασίας της ψυχής και ως εκ τούτου, προσφερει διέξοδο στο άγχος του θανάτου. 

Το ολικό κλείσιμο των εκκλησιών λοιπόν, εν μέσω κορωνοϊού, δεν ήταν η καλύτερη απόφαση για το άγχος θανάτου των ανθρώπων ενώ, όπως έχει ήδη συζητηθεί, θα ήταν καλύτερα να άφηναν τις εκκλησίες ανοικτές με έλεγχο της ροής των πιστών ή να άφηναν τις λειτουργίες να εκτελούνται και να ακούγονται με μεγάφωνα στους πιστούς, μέτρο που σίγουρα δεν θα μετέδιδε κορωνοϊό. 

Ένα άλλο σημαντικό εύρημα των ερευνών για τη διαχείριση του τρόμου του θανάτου είναι η αυτοεκτίμηση η οποία αποδείχτηκε ότι μειώνει το αντίστοιχο άγχος. 

Τα άτομα που έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση φοβούνται περισσότερο τον θάνατο από αυτά που έχουν υψηλότερη αυτοεκτίμηση. Ανεξάρτητα από το επίπεδο αυτοεκτίμησης και ερευνώντας το φύλο, οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο φόβο θανάτου από τους άντρες. 

Για να επανέρθω στην αυτοεκτίμηση όμως, ενδιαφέρον είναι να δούμε τις αιτίες πρόκλησης της χαμηλής αυτοεκτίμησης. Οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι η χαμηλή αυτοεκτίμηση δημιουργείται από την παιδική ηλικία και οφείλεται στα εξής: 


· Συχνή τιμωρία 

· Συχνή παραμέληση του παιδιού από τους γονείς 

· Χρόνια κακοποίηση 

· Σκληρά γονεϊκά πρότυπα 

· Παρενόχληση/Μποϋκοτάρισμα 

· Όταν το παιδί γίνεται δέκτης του άγχους ή της απελπισίας κάποιου άλλου 

· Ελλειψη ζεστασιάς, τρυφερότητας και επαίνων. 

· Παραμονή σε μία οικογένεια όπου τα μέλη προδικάζουν. 

Στις γυναίκες η χαμηλή αυτοεκτίμηση εκτός από τα παραπάνω ενισχύεται και από τις επιταγές της μόδας για αιώνια νεότητα και χαμηλό βάρος.

Συνεπώς από όλα τα παραπάνω διαμορφώνεται ένα προφίλ ανθρώπου που δεν διέπεται ή έχει μειωμένο τρόμο για τον θάνατο. 

Είναι ένας άνθρωπος που έχει υψηλή αυτοεκτίμηση, ενσυνειδητότητα,έχει πνευματικότητα υπό την έννοια της θρησκευτικότητας και βλέπει τον θάνατο ως μετάβαση και όχι ως εκμηδένιση. 

Το γεγονός ότι πολλοί συνάνθρωποί μας πανικοβλήθηκαν και επηρεάστηκαν από τα τρομολαγνικά ΜΜΕ δείχνει ότι ως κοινωνία έχουμε χαμηλή αυτοεκτίμηση (πιθανόν και λόγω του συνεχούς λεκτικού βομβαρδισμού υποτίμησης των ικανοτήτων μας από τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς που είναι και αυτό μία μορφή συνεχούς βίας με σκοπό τη χειραγώγηση), απάθεια που είναι ένδειξη μίας πιθανής μαζικής κατάθλιψης και έλλειψης ουσιαστικής πνευματικότητας – θρησκευτικότητας που θα μας βοηθούσε να καταλάβουμε, χωρίς τρόμο, ότι η ζωή έχει ένα τέλος και γιατί όχι, ότι συνεχίζεται αλλά σε ένα άλλο επίπεδο. 

Οσο όμως δεν αποδεχόμαστε τη θνητότητά μας και την πνευματική διάσταση της ύπαρξής μας τόσο θα είμαστε δέσμιοι ενός συνεχούς καλλιεργούμενου τρόμου θανάτου που τελικά θα υποβαθμίσει κι άλλο την ποιότητα της θνητής ζωής μας. 


Πηγές










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου