Δευτέρα 22 Αυγούστου 2022

ΤΟ ΑΔΕΙΑΛΕΙΠΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΑΘΗΚΟΝ

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 

ΜΕΡΟΣ 1ο


1. Ὁ 9ος Ἀποστολικός Κανόνας λέγει τά ἀκόλουθα: «Πάντας τούς εἰσιόντας πιστούς καί τῶν Γραφῶν ἀκούοντας, μή παραμένοντας δέ τῇ προσευχῇ καί τῇ Ἁγίᾳ Μεταλήψει, ὡς ἀταξίαν ἐμποιοῦντας τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἀφορίζεσθαι χρή». Ἱερόν Πηδάλιον, ἔκδοσις 12η ὑπό τῶν Ἐκδόσεων Παπαδημητρίου, σελ. 15·. 

O Αγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης παρατηρεῖ: «Συνέχειαν τῆς Θείας Μεταλήψεως διδάσκει ὁ παρόν Κανών… Πῶς γάρ οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι ἤθελαν νά νομοθετήσουν πρᾶγμα ἀδύνατον; Ἔπειτα ὁ Κανών δέν λέγει «καθ’ ἑκάστην», ἀλλά « τούς μή μετέχοντας τῇ Θείᾳ Μεταλήψει », ὅταν δηλαδή τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία» 

2. Ὁ 2ος Κανόνας τῆς Συνόδου τῆς Ἀντιοχείας ἀναφερόμενος στήν λόγῳ μιᾶς κακῶς νοουμένης εὐλαβείας ἀποχή ἀπό τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γράφει: «Πάντας τούς εἰσιόντας εἰς τήν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καί τῶν Ἱερῶν Γραφῶν ἀκούοντας, μή κοινωνοῦντας δέ εὐχῆς ἅμα τῷ λαῷ ἤ ἀποστρεφομένους τήν μετάληψιν τῆς Εὐχαριστίας κατά τινα ἀταξίαν, τούτους ἀποβλήτους γίνεσθαι τῆς Ἐκκλησίας ἕως ἄν ἐξομολογησάμενοι καί δείξαντες καρπούς μετανοίας καί παρακαλέσαντες, τυχεῖν δυνηθῶσι συγγνώμης ... ». 

Σχολιάζοντας τόν προηγούμενο Κανόνα ὁ Ἱερός Νικόδημος γράφει: «Συμφώνως μέ τόν θ’ Ἀποστολικόν Κανόνα καί ὁ παρών Κανών διορίζεται.

 Λέγει γάρ, ὅτι πρέπει νά ἀφορίζωνται ἀπό τήν Ἐκκλησίαν οἱ Χριστιανοί ἐκεῖνοι, ὅπου πηγαίνουν μέν εἰς τήν ἐκκλησίαν ἐν τῇ Θείᾳ Λειτουργίᾳ καί ἀκούουσι τάς Γραφάς, δέν συμπροσεύχονται δέ μέ τούς πιστούς (όσοι δεν κοινωνούσαν αναχωρούσαν από την Θείᾳ Λειτουργίᾳ μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου, μαζί με τους κατηχούμενους) ἤ ἀποστρέφονται τήν Θείαν Μετάληψιν, ἤτοι δέν μεταλαμβάνουν, ὄχι διά καμμίαν εὔλογον αἰτίαν, ἀλλά διά ἀταξίαν τινά. 

Ὄχι ὡς μισοῦντες καί συγχαινόμενοι τήν Θείαν Κοινωνίαν, ἄπαγε! (διότι, ἄν οὕτως αὐτήν ἀποστρέφοντο, ὄχι μόνον εἰς ἀφορισμόν, ἀλλά καί εἰς ἀνάθεμα τέλειον ἤθελον καταδικασθοῦν), ἀλλά διά ταπείνωσιν καί εὐλάβειαν τάχα, ἀποφεύγοντες αὐτήν. 

Τοῦτο γάρ ἀποστροφήν οἱ Πατέρες ὠνόμασαν».(ΥΓ. ο κανόνας αυτός αφορίζει αυτούς που δέν κοινωνούν όχι επειδή έχουν εύλογη αιτία, αλλα δεν κοινωνούν απο ταπείνωση και ευλάβεια τάχα, δ.λ.δ. αφορίζει αυτούς που λένε: δέν είμαστε άξιοι να κοινωνούμε συχνά.) 

Προηγουμένως ὁ Αγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει σχολιάζοντας τόν Κανόνα: «Ἀλλ’ εἴπερ ἐσμέν τῆς αἰωνίου ζωῆς ἐρασταί, εις τόν τῆς ἀθανασίας χορηγόν ἐν αὐτοῖς ἔχειν εὐχόμεθα, μή κατά τινας τῶν ἀμελεστέρων τό εὐλογεῖσθαι παραιτούμεθα, μηδέ παγίδα καί βρόχον ἡμῖν ἐξαρτυέτω τήν ἐπιζήμιον εὐλάβειαν ὁ βαθύς εἰς πανουργίαν διάβολος» (Αγ. Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, «Ἑρμηνεία εἰς τό κατά Ἰωάννην», βιβλ. 4ον, κεφ.2).

 Σχολιάζοντας τό προηγούμενο τοῦ Αγ. Κυρίλλου ὁ Αγ. Νικόδημος γράφει: «Ἄς ἠξεύρουν οἱ Χριστιανοί, ὅσοι ἀμελοῦσι νά πηγαίνουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν νά μεταλαμβάνουν καί πολύν καιρόν χωρίζονται ἀπό τήν Κοινωνίαν, ὅτι προφασίζονται μίαν πλαστήν καί ἐπιζήμιον εὐλάβειαν, ἄς ἠξεύρωσι λέγω, ὅτι ἐπειδή δέν μεταλαμβάνουν, ὑστεροῦνται τήν αἰώνιον ζωήν, μή θέλοντες νά ζωοποιηθοῦν· καί αὐτή ἡ παραίτησις, ἥν νομίζουν ὅτι κάμνουν ἀπό εὐλάβειαν, γίνεται εἰς αὐτούς παγίς ψυχόλεθρος καί ἐπιβλαβές σκάνδαλον». 

Ἐπίσης ὁ Αγ. Μακάριος ἐπ. Κορίνθου, σχολιάζοντας τούς προηγουμένους λόγους τοῦ Αγ. Κυρίλλου, γράφει: «Ἀρκετά ὁ θεῖος Κύριλλος καί Ἰωάννης ὁ Ζωναρᾶς ἤλεγξαν τῶν ἀμελῶν τήν νομιζομένην εὐλάβειαν, ἡ ὁποία δέν γεννᾶ καρπόν ὠφελείας καί σωτηρίας, ἀλλά θάνατον ψυχικόν καί καί στέρηση παντελῆ της αἰωνίου ζωῆς, ἥτις προξενεῖται ἀπό τήν συχνήν κοινωνίαν τῶν Θείων Μυστηρίων. 

Ἐπειδή ὅσοι εἶναι κατ’ ἀλήθειαν εὐλαβεῖς, ὄχι μόνον δέν καταφρονοῦσι τούς λόγους τοῦ Κυρίου καί τόσους Ἱερούς Κανόνας, Ἀποστολικούς καί Συνοδικούς καί τῶν κατά μέρος Ἁγίων, ἀλλ΄ οὔτε εἰς τήν διάνοιάν των δέχονται τοῦτο, φοβούμενοι τό κρῖμα καί τήν καταδίκην τῆς παρακοῆς». («Περί συνεχοῦς Θείας Κοινωνίας», σελ. 89). 

Ὁμοίως καί ὁ Μέγας Οἰκονόμος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Πρωτ. Κων. Καλλίνικος (1870 – 1930), σχολιάζοντας τόν προηγούμενο Κανόνα γράφει: «Παραμένων τις ἐν τῇ ἱερουργίᾳ, μετέχων τῶν μυστηριακῶν ὕμνων καί εὐχῶν, λαμβάνων μέρος εἰς ὅλας τάς ψυχικάς ἀναβάσεις, ὧν κατάντημα τυγχάνει ἡ ἕνωσις μετά τοῦ Θεοῦ καί εἶτα μή μεταλαμβάνων, εἶναι ὡς νά ἀναστρέφῃ τήν πρώραν χωρίς νά εἰσέλθῃ εἰς τόν ἐνώπιόν του λιμένα πρός ὅν κατευθύνετο, εἶναι ὡς νά φθάσῃ εἰς τήν κορυφήν τοῦ Θαβώρ καί νά μή συλλαλήσῃ μέ τόν Χριστόν·

 εἶναι τό αὐτό, ἔλεγεν ὁ Χρυσόστομος, ὡσάν νά προσκληθῇ τις εἰς ἑστίασιν, νά νίψῃ τάς χεῖρας, νά κατακλιθῇ, νά γείνῃ ἕτοιμος πρός τήν τράπεζαν καί ὕστερον νά μή μετάσχῃ, ὐβρίζων τόν καλέσαντα, ὁπότε θά ἦτο προτιμότερον ἐάν καθόλου δέν προσήρχετο»(Κων Καλλινίκου, «Ὁ Χριστιανικός Ναός καί τά τελούμενα ἐν αὐτῷ», σελ. 392).


Συνεχίζεται...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου