ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΑΠΟ ΤΟΝ Π.Ο.Υ. :ΑΞΙΟΠΙΣΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΤΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑΣ ΡΑΔΙΟΣΥΧΝΟΤΗΤΩΝ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ

Σε μια εξέλιξη που ανατρέπει την έως τώρα επίσημη στάση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), νέα συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε στις 25 Απριλίου 2025 από την ερευνητική ομάδα Mevissen et al. αποκαλύπτει αξιόπιστα στοιχεία ότι η έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία ραδιοσυχνοτήτων (RF-EMF) αυξάνει τη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου σε εργαστηριακά ζώα.
Πρόκειται για μια σημαντική απόκλιση από την επί σειρά ετών πρακτική του ΠΟΥ να υποβαθμίζει ή να απορρίπτει τις ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις των RF-EMF στην ανθρώπινη υγεία.
Η νέα μελέτη έρχεται σε πλήρη αντίθεση με προηγούμενες εκτιμήσεις του ΠΟΥ. Η ανασκόπηση των Karipidis et al. (2024), η οποία είχε ανατεθεί από το ίδιο πρόγραμμα του ΠΟΥ, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η χρήση κινητών τηλεφώνων και η έκθεση σε κεραίες δεν συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του εγκεφάλου ή παιδικού καρκίνου.
Ένας εκ των συγγραφέων, ο Dr. Ken Karipidis, είχε φτάσει στο σημείο να δηλώσει δημόσια ότι “οι ανησυχίες για τη σχέση μεταξύ κινητών τηλεφώνων και καρκίνου θα πρέπει να τελειώσουν”.
Ωστόσο, η ανασκόπηση Mevissen έρχεται να ανατρέψει αυτήν την αφήγηση. Οι ερευνητές διαπίστωσαν υψηλό επίπεδο συσχέτισης μεταξύ της έκθεσης σε RF-EMF και της εμφάνισης συγκεκριμένων κακοήθων όγκων, όπως καρδιακά σβαννώματα και γλοιώματα εγκεφάλου.
Επιπλέον, καταγράφηκαν μέτριου επιπέδου ενδείξεις για την εμφάνιση σπάνιων όγκων στα επινεφρίδια και το ήπαρ.
Συγκλίνουσες ενδείξεις και από τον ανθρώπινο πληθυσμό
Η Διεθνής Επιτροπή για τις Βιολογικές Επιπτώσεις των Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων (ICBE-EMF) – μια ανεξάρτητη κοινοπραξία επιστημόνων και ιατρών – υπογραμμίζει ότι οι ίδιοι τύποι όγκων έχουν καταγραφεί και σε επιδημιολογικές μελέτες σε ανθρώπους. Αυτό, όπως σημειώνεται, ενισχύει περαιτέρω την αξιοπιστία της σύνδεσης μεταξύ RF-EMF και καρκίνου.
Η νέα αυτή στάση είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς τα πορίσματα του ΠΟΥ συχνά υιοθετούνται από τις εθνικές κυβερνήσεις για τη χάραξη πολιτικής και τον καθορισμό ορίων ασφαλείας.
Η στροφή αυτή φέρνει στο φως τις βαθύτερες δομικές αδυναμίες και τις πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων που χαρακτηρίζουν το Πρόγραμμα Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων του ΠΟΥ. Ο καθηγητής Lennart Hardell είχε ήδη από το 2017 καταγγείλει ότι το εν λόγω πρόγραμμα βρισκόταν υπό την επιρροή λόμπι από τη βιομηχανία των τηλεπικοινωνιών, της ηλεκτρικής ενέργειας και των στρατιωτικών εφαρμογών.
Η χρηματοδότηση από ενώσεις όπως η GSM Association και το Mobile Manufacturers Forum, σε συνδυασμό με την παρουσία μελών του προγράμματος σε οργανισμούς όπως το IEEE (που ασκεί πίεση για χαλαρότερα όρια ασφαλείας), θέτουν ερωτήματα για την επιστημονική ανεξαρτησία των αξιολογήσεων του ΠΟΥ.
Επιστημονική αντιπαράθεση και παραλείψεις
Έξι από τις πρόσφατες αξιολογήσεις του ΠΟΥ έχουν δεχθεί έντονη κριτική, ενώ σε τρεις περιπτώσεις απαιτήθηκαν διορθώσεις που ανέτρεψαν τα αρχικά συμπεράσματα.
Η ανασκόπηση Karipidis, συγκεκριμένα, έχει χαρακτηριστεί από την ICBE-EMF ως μεθοδολογικά προβληματική, καθώς φέρεται να υποτιμά τον καρκινογόνο κίνδυνο των RF-EMF.
Στον αντίποδα, μετα-αναλύσεις που βασίστηκαν στο ίδιο σύνολο μελετών – όπως εκείνη των Moon et al. (2024) – κατέληξαν στο αντίθετο συμπέρασμα, τεκμηριώνοντας σημαντικά αυξημένο σχετικό κίνδυνο για εγκεφαλικούς όγκους σε ανθρώπους με μεγάλη σωρευτική χρήση κινητού τηλεφώνου.
Η πολιτική υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τις αξιολογήσεις του ΠΟΥ. Η επιτροπή COMARE, επίσημος σύμβουλος του Υπουργείου Υγείας για ζητήματα RF-EMF, όχι μόνο δεν έχει εκπονήσει δική της μελέτη, αλλά δηλώνει ότι αναμένει τα πορίσματα του ΠΟΥ. Η τελευταία αξιολόγηση της χώρας χρονολογείται από το 2012 και έχει καταγγελθεί από ειδικούς όπως ο Dr. Starkey για διαστρέβλωση των επιστημονικών δεδομένων.
Στις 27 Απριλίου 2025, η ICBE-EMF εξέδωσε δελτίο τύπου, στο οποίο ζητά επείγουσα αναθεώρηση των ορίων έκθεσης στην ακτινοβολία RF. Καθιστά σαφές ότι τα σημερινά όρια στηρίζονται σε ξεπερασμένα μοντέλα που λαμβάνουν υπόψη μόνο τη θερμική επίδραση και αγνοούν τις βιολογικές επιδράσεις χαμηλότερων επιπέδων έκθεσης, οι οποίες ωστόσο συνδέονται με καρκίνο και άλλες χρόνιες ασθένειες.
Επισημαίνεται επίσης ότι η παραδοχή της σύνδεσης RF-EMF με μείωση της ανδρικής γονιμότητας σε πρόσφατη διορθωτική παρέμβαση του ΠΟΥ έρχεται να ενισχύσει τη στροφή που καταγράφεται στην ανασκόπηση Mevissen.
Έλλειψη επιλογής και συνεχής έκθεση
Η τεχνολογική διείσδυση των RF-EMF είναι πλέον τέτοια, ώστε οι πολίτες δύσκολα μπορούν να επιλέξουν να μην εκτεθούν. Από το WiFi στα σπίτια και τα σχολεία μέχρι τους έξυπνους μετρητές και τις κεραίες κινητής, η παρουσία των RF-EMF είναι πανταχού παρούσα.
Ακόμα και άτομα με ηλεκτρομαγνητική υπερευαισθησία (EHS), που λαμβάνουν προληπτικά μέτρα προστασίας, πλέον αντιμετωπίζουν κίνδυνο ακόμα και μέσα στην οικία τους, λόγω επιβολής τεχνολογικών υποδομών όπως οι router με σήμα DECT, το οποίο δεν μπορεί να απενεργοποιηθεί.
Η νέα ανασκόπηση του ΠΟΥ οφείλει να σημάνει συναγερμό. Δεν πρόκειται μόνο για επιστημονική αναθεώρηση, αλλά για κρίσιμο ζήτημα δημόσιας υγείας. Η ανάγκη για αξιόπιστη ενημέρωση του κοινού είναι επιτακτική.
Παρά την εδραιωμένη εξάρτηση της καθημερινότητας από τις ασύρματες τεχνολογίες, υπάρχουν πρακτικά μέτρα μείωσης της έκθεσης, όπως η χρήση ενσύρματων συνδέσεων, η αποφυγή μεταφοράς κινητού στο σώμα και η χρήση προστατευτικού εξοπλισμού.
Το πραγματικό ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι: θα δράσουν οι κυβερνήσεις πριν να είναι αργά;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου