Παρασκευή 18 Ιουλίου 2025

ΕΧΟΥΝ ΠΕΣΕΙ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΠΝΙΓΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΒΟΘΥΝΟΝ ΟΝ ΗΡΓΑΣΑΝΤΟ...


ΔΙΑΦΘΟΡΑ, ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΩΡΕΣ ΚΑΛΠΕΣ 



Διαφθορά: Στον πρόσφατο ανασχηματισμό των γενικών γραμματέων της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε τη μετακίνηση του προέδρου της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ), Σπύρου Πρωτοψάλτη, στη θέση του Γενικού Γραμματέα Αγροτικής Ανάπτυξης. 

Η απόφαση αυτή καταγράφεται ως προαγωγή, καθώς μετακινείται σε ανώτερη θέση εντός της διοικητικής ιεραρχίας.

Σύμφωνα με δημοσίευμα που φέρει την υπογραφή του δημοσιογράφου Χρήστου Μέγα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει ξεκινήσει έρευνα στα οικονομικά της ΔΥΠΑ

Η έρευνα αφορά ενδεχόμενες ατασθαλίες κατά την κατανομή των voucher ύψους 750 ευρώ που διανέμονται σε χιλιάδες δικαιούχους μέσω ευρωπαϊκών κονδυλίων του ΕΣΠΑ. 

Το δημοσίευμα κάνει λόγο για πιθανές διακρίσεις στη χορήγηση των επιδοτήσεων, υπέρ συγκεκριμένων πολιτών ή περιφερειών, παραλληλίζοντας την κατάσταση με αντίστοιχες περιπτώσεις αγροτικών επιδοτήσεων.

Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας διαβίβασε καταγγελία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιώς κατά ανώτατης δικαστικής λειτουργού. Η καταγγελία αφορά φερόμενη εμπλοκή της σε υποθέσεις απαλλαγής εμπόρων ναρκωτικών με αντάλλαγμα προμήθεια ναρκωτικών ουσιών για προσωπική χρήση. 

Η υπόθεση, η οποία είχε τεθεί αρχικά στο αρχείο, ανασύρεται πλέον και αρμόδια για τη συνέχεια της διαδικασίας είναι η Εισαγγελία Εφετών Πειραιώς. Η καταγγελλόμενη δικαστής έχει, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Μαίρης Μπενέα στον ιστότοπο ieidiseis.gr, μετατεθεί εκτός Αθηνών.

Δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας για δύο υπουργούς

Η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, Λάουρα Κοβέσι, διαβίβασε στη Βουλή δικογραφία στην οποία γίνεται αναφορά σε ποινικές ευθύνες δύο εν ενεργεία υπουργών για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε απιστία. 

Η κυβερνητική πλειοψηφία, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, αποφάσισε να μην τοποθετηθεί επί του αιτήματος για ενεργοποίηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, το οποίο αφορά στην άσκηση δίωξης σε μέλη της κυβέρνησης, και αντί αυτού αποφασίστηκε η παραπομπή της υπόθεσης σε εξεταστική επιτροπή της Βουλής. 

Η πρόταση υπεγράφη από 60 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και, σύμφωνα με πληροφορίες, η θεματολογία της δεν αφορά άμεσα τις καταγγελίες της δικογραφίας.

Στο πλαίσιο των παραπάνω εξελίξεων, κυβερνητικές πηγές και αναλυτές του πολιτικού χώρου φέρονται να υποστηρίζουν πως η απουσία αναφοράς σε «πολιτικό χρήμα» από τις εισαγγελικές αρχές δεν θεμελιώνει ποινικές ευθύνες για υπουργούς. Η χρήση ευρωπαϊκών πόρων, κατά τις ίδιες εκτιμήσεις, δεν συνιστά πολιτική διαφθορά, εφόσον δεν προκύπτει εμπλοκή σε ροή πολιτικού χρήματος.

Σε ομιλία του από το Καρπενήσι, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προέβη σε δημόσια καταγγελία κατά της διαφθοράς, υψώνοντας ρητορικά τόνους εναντίον των «κλεφτών», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.

Πολιτικοί παρατηρητές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, είτε το φθινόπωρο του 2025 είτε εντός ενός έτους, αναλόγως της εξέλιξης των ερευνών και των κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, ένα νέο κόμμα στον πολιτικό χάρτη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως άλλοθι για ενδεχόμενες εξελίξεις, ωστόσο η τελική απόφαση ανήκει στον ελληνικό λαό.

Παραγραφή υπουργικών αδικημάτων: Η Ελληνική ιδιαιτερότητα

Το νομικό καθεστώς που διέπει την παραγραφή των αδικημάτων υπουργών στην Ελλάδα επανέρχεται στην επικαιρότητα με αφορμή την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και τις σχετικές διαδικασίες στη Βουλή. 

Παρά την πρόσφατη αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, το ισχύον πλαίσιο εξακολουθεί να δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα περί ατιμωρησίας, καθώς η ημερομηνία της 6ης Οκτωβρίου προβάλλει πλέον ως κρίσιμο χρονικό όριο που μπορεί να σημάνει παραγραφή υποθέσεων.

Το άρθρο 86, το οποίο τροποποιήθηκε το 2019, εξακολουθεί να προβλέπει ότι η δίωξη για αδικήματα υπουργών μπορεί να ασκηθεί μόνο από τη Βουλή και εντός αυστηρών χρονικών περιορισμών που διακόπτονται από τη διάλυση της Βουλής, γεγονός που έχει προκαλέσει επανειλημμένα πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις. 

Η πρακτική αυτή έχει χαρακτηριστεί ως ιδιότυπη «ασυλία διαρκείας» για πολιτικά πρόσωπα, καθιστώντας την Ελλάδα μια εξαίρεση στον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό.

Σε αντίθεση με την ελληνική περίπτωση, τα περισσότερα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζουν ενιαίο ποινικό καθεστώς για όλους τους πολίτες, περιλαμβανομένων των πολιτικών προσώπων. 

Παρατίθενται χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Ιταλία: Η παραγραφή ισχύει εξίσου για πολιτικούς και πολίτες, χωρίς ειδικά προνόμια. Από το 2023, η παραγραφή παγώνει μετά την πρωτόδικη απόφαση σε σοβαρές υποθέσεις, ώστε να αποφεύγονται τεχνητές καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη.

Γερμανία: Δεν προβλέπεται ειδικό συνταγματικό καθεστώς για πολιτικά πρόσωπα. Ο χρόνος παραγραφής σε υποθέσεις διαφθοράς και οικονομικών εγκλημάτων αρχίζει από την ανακάλυψη του αδικήματος, όχι από την τέλεσή του. Οι διώξεις διενεργούνται από την ανεξάρτητη εισαγγελική αρχή.

Γαλλία: Οι χρόνοι παραγραφής είναι ίδιοι για όλους. Οι πολιτικοί προστατεύονται μόνο για πράξεις που σχετίζονται με τη νομοθετική τους δραστηριότητα. Δεν υπάρχει καμία εξαίρεση για αδικήματα διαφθοράς ή κατάχρησης εξουσίας.

Βέλγιο: Ο χρόνος παραγραφής για σοβαρά εγκλήματα φτάνει έως και τα 30 έτη. Οι υπουργοί δικάζονται από Εφετείο, ενώ η ασυλία περιορίζεται αυστηρά στα καθήκοντα τους.

Ηνωμένο Βασίλειο: Η αρχή της ισονομίας είναι απόλυτη. Η «κοινοβουλευτική ασυλία» καλύπτει μόνο δηλώσεις εντός της Βουλής. Για οποιαδήποτε άλλη πράξη, ακόμα και για τον Πρωθυπουργό, δεν απαιτείται άρση ασυλίας. Οι διώξεις κινούνται απευθείας από τη Δικαιοσύνη.

Η συγκριτική θεώρηση αναδεικνύει τη σαφή διαφοροποίηση του ελληνικού συστήματος από τον μέσο ευρωπαϊκό κανόνα. Η παραγραφή των υπουργικών αδικημάτων στην Ελλάδα, παρά τη συνταγματική μεταρρύθμιση, παραμένει εργαλείο που μπορεί να οδηγήσει σε ατιμωρησία μέσω σύνθετων διαδικασιών, κοινοβουλευτικών φίλτρων και χρονικών περιορισμών.

Στα ευρωπαϊκά κράτη, η γενική τάση είναι η εναρμόνιση του νομικού πλαισίου των πολιτικών προσώπων με εκείνο των απλών πολιτών, με γνώμονα την ενίσχυση του κράτους δικαίου και την αποτροπή της διαφθοράς. 

Η σύγκριση αυτή θέτει εκ νέου στο επίκεντρο το ερώτημα της ουσιαστικής πολιτικής και θεσμικής βούλησης για λογοδοσία στην Ελλάδα.

Το ζήτημα της παραγραφής των υπουργικών ευθυνών στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ

Αναζωπυρώνεται το τελευταίο διάστημα η συζήτηση γύρω από την ενδεχόμενη παραγραφή των ποινικών ευθυνών υπουργών στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, με επίκεντρο τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, Μάκη Βορίδη. 

Η υπόθεση συνδέεται άμεσα με την αποκάλυψη που είχε δημοσιεύσει στις 29 Ιουνίου η εφημερίδα «κυριακάτικη δημοκρατία», η οποία ανέφερε πως στο διαβιβαστικό της ευρωπαϊκής Εισαγγελίας προς τη Βουλή επισημαίνεται ρητά ο κίνδυνος παραγραφής, αν δεν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη έως τα τέλη Σεπτεμβρίου.

Λίγες ημέρες μετά την αποκάλυψη, ο αντιπρόεδρος της Βουλής, Νικήτας Κακλαμάνης, είχε δηλώσει ότι η Βουλή θα παραμείνει ανοικτή, εάν αυτό καταστεί αναγκαίο, ώστε να μην τεθεί ζήτημα παραγραφής μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου καθώς η ευρωπαϊκή Εισαγγελία είχε χαρακτηρίσει κατεπείγον το αίτημά της, γιατί, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, στις 6 Οκτωβρίου επέρχεται η παραγραφή ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών του κ. Βορίδη.

Η ημερομηνία αυτή δεν είναι τυχαία. Σύμφωνα με το άρθρο 64 του Συντάγματος, η Βουλή συνέρχεται σε τακτική σύνοδο την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου κάθε έτους. Με την έναρξη της νέας συνόδου εκπνέει η προηγούμενη, γεγονός που συνιστά το χρονικό όριο για την παραγραφή, όπως προβλέπεται από το άρθρο 86 του Συντάγματος περί ευθύνης υπουργών.

Το θέμα της παραγραφής επανήλθε στην επικαιρότητα έπειτα από την παρέμβαση της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, Λάουρας Κοβέσι, η οποία επισήμως και για πρώτη φορά έθεσε το ζήτημα στο πλαίσιο της έρευνας που διενεργείται για τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Η τοποθέτησή της υπογράμμισε το θεσμικό βάρος της υπόθεσης και την ανάγκη για έγκαιρη δικαστική κινητοποίηση.

Το Συνταγματικό πλαίσιο που διέπει την ευθύνη υπουργών εξακολουθεί να προκαλεί αμφισβητήσεις και ερμηνευτικές διαφωνίες. Αν και κατά την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση απαλείφθηκε η αποσβεστική προθεσμία, ο απαιτούμενος εφαρμοστικός νόμος δεν εκδόθηκε εγκαίρως, δημιουργώντας νομικό κενό. 

Οι ερμηνείες διίστανται: από τη μία πλευρά προβάλλεται η υπεροχή του Συντάγματος έναντι του κοινού νόμου, ενώ από την άλλη γίνεται λόγος για αναδρομική εφαρμογή ευνοϊκότερης διάταξης υπέρ του κατηγορουμένου. Δεδικασμένο σε αντίστοιχη περίπτωση δεν υπάρχει ακόμη.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ερώτημα πώς θα αντιδράσει η ευρωπαϊκή Εισαγγελία στις εξελίξεις. Πηγές αναφέρουν ότι στο Λουξεμβούργο εξετάζεται το ενδεχόμενο άσκησης απευθείας ποινικών διώξεων, εφόσον διαπιστωθεί ότι η ελληνική Δικαιοσύνη ή η Βουλή δεν κινούνται με την απαιτούμενη ταχύτητα. 

Το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο παρέχεται από την Οδηγία 2017/1939, σύμφωνα με την οποία η ευρωπαϊκή Εισαγγελία μπορεί να ασκήσει διώξεις ανεξαρτήτως ιδιότητας, εφόσον θίγονται τα οικονομικά συμφέροντα της Ε.Ε.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου