ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΝΑ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ ΜΕΣΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ;

Πόσα και πόσα φτερά νέων ανθρώπων, αλλά και μεγαλύτερων, με παιδεία, στοχαστικό βάθος, δημιουργική φαντασία και αληθινή αφοσίωση στο πνεύμα, έχουν μείνει καρφωμένα στο έδαφος, αδύναμα να πετάξουν, όχι από αδυναμία, αλλά επειδή η ίδια η πατρίδα τους αρνήθηκε να τους δώσει χώρο και αναγνώριση.
Αντί να αναδειχθούν και να αξιοποιηθούν, εξοστρακίζονται, αφήνοντας πίσω μια κοινωνία που πολλαπλασιάζει τη μετριοκρατία και περιθωριοποιεί την αριστεία.
Κι όμως, οι ίδιοι εκείνοι που σπαράσσουν με οιμωγές για το «brain drain» και την απώλεια των καλύτερων μυαλών, είναι οι ίδιοι που καθημερινά συντηρούν και αναπαράγουν τους μηχανισμούς που διώχνουν μακριά κάθε αληθινά άξιο.
Η καχυποψία απέναντι στο πνεύμα έχει ιστορικές ρίζες. Η μακρά τουρκοκρατία, με τον σκοταδισμό που την ακολούθησε, γέννησε μια δυσπιστία απέναντι στη γνώση και την εξουσία της.
Στη συνέχεια, η νεότερη ελληνική ιστορία σημαδεύτηκε από την κομματικοποίηση των διανοουμένων. Οι άνθρωποι του πνεύματος συνδέθηκαν με κόμματα και συμφέροντα, χρωματίστηκαν ιδεολογικά και πολιτικά, υποτάχθηκαν σε μηχανισμούς εξουσίας.
Ο Αντόνιο Γκράμσι είχε περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο η εξουσία οικοδομεί συναίνεση μέσα από τον έλεγχο των διανοουμένων. Η ελληνική εκδοχή αυτού του φαινομένου ήταν η κομματικοποίηση: ένα είδος σιωπηλού ελέγχου, μια αλυσίδα που κρατούσε την αριστεία δεμένη.
Σαν να μην έφτανε αυτό, οι συνεχείς αποτυχημένες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις τροφοδότησαν ένα κλίμα απογοήτευσης. Οι γενιές που διαδέχονταν η μία την άλλη μεγάλωναν με το συναίσθημα ότι το σχολείο και το πανεπιστήμιο δεν οδηγούν πουθενά. Στη θέση της φιλοδοξίας για γνώση και δημιουργία ερχόταν η αίσθηση του αδιεξόδου, και στη θέση της αξιοκρατίας, η βεβαιότητα ότι το σύστημα είναι σφραγισμένο και ελεγχόμενο.
Στην κοινωνική διάσταση, επικράτησε η λογική της εξίσωσης προς τα κάτω. Το δόγμα «όλοι είμαστε ίδιοι» έγινε ασπίδα και άλλοθι για την απόρριψη της διαφορετικότητας.
Κάθε απόπειρα διάκρισης, κάθε φωνή που επιχείρησε να σταθεί πάνω από το μέσο όρο, αντιμετωπίστηκε με καχυποψία, ειρωνεία ή και φθόνο.
Οι οικονομικές συνθήκες, μόνιμα δυσμενείς και συγκριτικά υποδεέστερες σε σχέση με τη Δύση, ενίσχυσαν τη νοοτροπία επιβίωσης.
Οι άνθρωποι έγιναν κυνικοί: το να φιλοσοφείς θεωρήθηκε πολυτέλεια, το να στοχάζεσαι έγινε ύποπτο. Στη χώρα που γέννησε τη φιλοσοφία, η φιλοσοφία κατέληξε περιττή.
Όπως εξηγούσε ο Πιερ Μπουρντιέ, οι κοινωνίες απαξιώνουν το πολιτισμικό κεφάλαιο όταν αυτό απειλεί να ανατρέψει την ισορροπία εξουσίας. Έτσι και στην Ελλάδα, η ίδια η κοινωνία αναπαράγει μηχανισμούς αυταρχισμού, βάζοντας στο περιθώριο εκείνους που σκέφτονται διαφορετικά.
Η εποχή των κοινωνικών δικτύων όξυνε το φαινόμενο. Το σύντομο, το επιφανειακό, το εύκολο υποκατέστησε το ουσιαστικό και το βαθύ.
Η ανάδειξη ψευδοειδικών, ανθρώπων που εμφανίστηκαν ως αυθεντίες για να αποδειχθεί αργότερα ότι δεν ήταν παρά επικίνδυνοι ερασιτέχνες, ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την καχυποψία απέναντι στους αληθινούς ειδικούς.
Πάνω απ’ όλα, όμως, βρίσκεται η φύση της πολιτικής εξουσίας. Εκείνη είναι που χρησιμοποιεί την έννοια της αριστείας σαν ρητορικό τρικ, για να ντύσει την κυριαρχία της με ηθικό κύρος.
Παρουσιάζει τον εαυτό της ως άριστο, ως τον μοναδικό θεματοφύλακα της γνώσης και της ικανότητας, ενώ στην πραγματικότητα προωθεί ανθρώπους χωρίς ουσιαστική κατάρτιση και χωρίς πνευματικό βάθος.
Το μήνυμα είναι διπλό: αφενός «εγώ είμαι ο άριστος, εσύ είσαι κατώτερος και πρέπει να με υπακούς», αφετέρου «όσο κι αν προσπαθήσεις να ξεχωρίσεις, η εξουσία θα προωθεί πάντα τους μέτριους».
Αυτό το διπλό παιχνίδι καταστρέφει το πνεύμα, ενθρονίζει τη μετριότητα, νομιμοποιεί τη διαφθορά και την παρουσιάζει ως νέα κανονικότητα.
Παραδείγματα υπάρχουν άφθονα: από στελέχη χωρίς ουσιαστική μόρφωση σε κρίσιμες θέσεις, μέχρι τη διαβόητη περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπου κοινοτικά κονδύλια διαχειρίζονταν άνθρωποι με ανύπαρκτα προσόντα.
Η ίδια λογική φαίνεται και στην απουσία μοριοδότησης διδακτορικών για τη στελέχωση διοικητικών θέσεων στον δημόσιο τομέα. Η μετριότητα όχι μόνο προωθείται, αλλά θεσμοθετείται.
Αυτό που περιγράφαμε ως «καρφωμένα φτερά» του πνεύματος βρίσκει το πολιτικό του ανάλογο στη φαρσοκωμωδία που εξελίσσεται στο προσκήνιο.
Στη δημόσια σκηνή βλέπουμε πολιτικούς να παριστάνουν τους ειλικρινείς επαναστάτες, να μιλούν για ρήξεις και μεγάλες αλήθειες, την ώρα που το ίδιο το σύστημα τους έχει ήδη κατατάξει στο αρχείο των ακίνδυνων.
Άλλοι, παλιοί και φθαρμένοι, επιστρέφουν για λίγο στο φως, μοιράζοντας υποσχέσεις που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Και στο πλάι τους, οι δήθεν ουδέτεροι, οι σύγχρονοι Πόντιοι Πιλάτοι, σηκώνουν το δάχτυλο μιλώντας για αξίες και ηθική, ενώ στην ουσία δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να παρακολουθούν το έργο από ασφαλή απόσταση.
Στο παρασκήνιο, βέβαια, όλα έχουν ήδη αποφασιστεί. Οι λεγόμενοι «5Μ», οι πέντε μεγάλοι παίκτες που ελέγχουν την οικονομία και τα μέσα ενημέρωσης, συναντιούνται μακριά από τα φώτα, σε βεράντες πολυτελών ξενοδοχείων, καπνίζοντας πούρα και σχεδιάζοντας το μέλλον.
Οι ιδεολογίες γι’ αυτούς είναι αδιάφορες: σημασία έχει να εξασφαλίζεται η συνέχεια των συμφερόντων τους. Έτσι, προετοιμάζουν νέο πολιτικό προσωπικό – όχι απαραίτητα νέα πολιτική, απλώς νέα πρόσωπα με το ίδιο περιεχόμενο.
Τα φίλια ΜΜΕ φροντίζουν να διοχετεύσουν τα σενάρια εξουσίας, όχι απλώς για να ενημερώσουν, αλλά για να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη. Οι δίαυλοι επικοινωνίας με την υπάρχουσα εξουσία μένουν ανοιχτοί, γιατί όσο το χρήμα ρέει δεν υπάρχει λόγος για ρήξη.
Η διαπλοκή δεν έχει στρατόπεδα. Έχει μόνο συμφέροντα. Οι «μεγάλοι» δεν συγκρούονται ποτέ πραγματικά· οι διαφορές τους είναι ελεγχόμενες, όσο χρειάζεται για να συντηρείται η ψευδαίσθηση της δημοκρατικής επιλογής.
Το ιδανικό τους σχέδιο είναι μια κυβέρνηση-τουρλού, ένα μωσαϊκό από πρόθυμους κάθε πολιτικού χώρου, που θα διασφαλίσει τη συναίνεση και τη συνέχεια των συμφερόντων τους. Όμως οι Έλληνες ψηφοφόροι είναι μια ασταθής μεταβλητή.
Η ψήφος, ακόμη και απρόβλεπτη και χωρίς συνειδητό στόχο, μπορεί να τινάξει στον αέρα πολυετείς σχεδιασμούς. Γι’ αυτό οι «5Μ» μετρούν αντιδράσεις, περιμένουν να δουν ποιοι «Μεσσίες» θα γίνουν δεκτοί από την κοινωνία. Δεν βιάζονται. Το έργο μπορεί να πλησιάζει στην αυλαία, αλλά το σενάριο παραμένει ανοιχτό.
Κι έτσι, το δράμα της μετριοκρατίας που πνίγει την αριστεία και αφήνει καρφωμένα φτερά συναντά τη φάρσα της πολιτικής που παίζεται για τα μάτια του κοινού. Στην ουσία, πρόκειται για το ίδιο έργο. Το πνεύμα περιθωριοποιείται για να μην απειλήσει το καθεστώς.
Οι πολιτικοί ρόλοι εναλλάσσονται, αλλά οι πρωταγωνιστές είναι πάντα οι ίδιοι: οι πρόθυμοι, οι ακίνδυνοι, οι μέτριοι. Και στο βάθος, οι «5Μ» κρατούν τα νήματα, χειροκροτώντας όποιον βγει στη σκηνή, αρκεί να διατηρεί το payroll ζωντανό και την αγορά ασφαλή.
Το ερώτημα είναι αν θα βρεθεί ποτέ η δύναμη να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος. Ο Κώστας Αξελός έλεγε πως ακόμη και μέσα στη μάζα των πιο φτωχών και απλών ανθρώπων θα βρεθούν πάντα εκείνοι που θα προσπαθήσουν να τρυπήσουν τον κλειστό ορίζοντα.
Αυτό που χρειάζεται είναι συσπείρωση των πνευματικών ανθρώπων, εθελοντική προσφορά ποιοτικής παιδείας, προσπάθεια συλλογική για να ξαναδοθεί φτερούγισμα στα καρφωμένα φτερά.
Γιατί μόνο η αριστεία του πνεύματος μπορεί να χαλάσει το σενάριο των «5Μ», να τινάξει στον αέρα το θέατρο της εξουσίας και να ξαναδώσει πνοή σε μια κοινωνία που, προς το παρόν, ζει μεταξύ φάρσας και τραγωδίας.
Όταν ο λαός αρνείται τον αληθινό Μεσσία και μοναδικό Σωτήρα, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό (τον αρνείται διότι "δεν τον συμφέρει για την επίγεια ζωή του"), θα αναζητήσει οπωσδήποτε και αναπόφευκτα κάποιο άλλο δήθεν "μεσσία" για να τον "σώσει".
ΑπάντησηΔιαγραφή