Η ΔΥΣΗ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ
του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη
“Το δε την πόλιν σοι δούναι ουτ' εμόν εστίν ουτ' άλλου των κατοικούντων εν αυτή, κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών”
(Απάντηση του Κωνσταντίνου ΙΑ' Παλαιολόγου στον Μωάμεθ Β')
Ένα μεσημέρι του 2002, δύο εργάτες κτύπησαν την πόρτα του γραφείου της καθηγήτριας Τζούντιθ Χέριν (Judith Herin) στο King's College, στο Λονδίνο.
Έρχονταν από το εργοτάξιο για την ανακαίνιση του κτιρίου και, περνώντας έξω από το γραφείο της, η επιγραφή “Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας” τους παρακίνησε να ρωτήσουν “Τι είναι η βυζαντινή ιστορία;”, όπως αφηγείται η ίδια η Τζούντιθ Χέριν.
Αφού τους εξήγησε εν συντομία, την ευχαρίστησαν θερμά και της ζήτησαν να γράψει “ένα βιβλίο και γι' αυτούς”, δηλαδή γραμμένο για να ενδιαφέρει το ευρύτερο κοινό.
Αυτά γράφει η Βρετανίδα καθηγήτρια στην εισαγωγή του βιβλίου της “Τι είναι το Βυζάντιο” (Εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα 2008), όπου εξηγεί ότι το ενδιαφέρον και ο θαυμασμός για την περίοδο αυτή της ιστορίας έγκειται στο γεγονός ότι σταδιακά ο σύγχρονος Δυτικός κόσμος συνειδητοποιεί ότι δεν θα υπήρχε χωρίς την θωράκιση και την έμπνευση που του παρείχε ο κόσμος της βυζαντινής Ανατολής.
Καταλαβαίνει, επίσης, ότι το Βυζάντιο σημαίνει πολύ περισσότερα πράγματα από την αυτοκρατορική εξουσία, τον απίστευτο πλούτο και την θαλάσσια ισχύ. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία εξασφάλισε, εξάλλου, τις προϋποθέσεις για τον εκχριστιανισμό ολόκληρης της Ευρώπης.
Αποτέλεσε για την Ευρώπη έναν μεγάλο κυματοθραύστη κατά των ορδών της Ανατολής, που την άφησε ανέγγιχτη από όλα αυτά τα στίφη. Και, τελικά, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία θυσιάστηκε για την Ευρώπη και αυτό δεν πρέπει να το λησμονούν οι Ευρωπαίοι.
Η προσφορά του, επίσης, στον Ελληνισμό ήταν μεγίστη.
Καθώς γεννιέται η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Ελληνικής Ανατολής, στα δυτικοευρωπαϊκά εδάφη εμφανίζεται η βαρβαρική πλημμυρίδα των γερμανικών φύλων -Φράγκων, Οστρογότθων και Βησιγότθων-, των Βανδάλων, των Ούννων, των Άγγλων και Σαξόνων κ.ά.
“Την ίδια εκείνη εποχή ο Ελληνισμός ζει μια από τις πιο γόνιμες και δημιουργικές φανερώσεις της πολιτισμικής του δυναμικής”, λέει ο Χρήστος Γιανναράς στο βιβλίο του “Ορθοδοξία και Δύση στην Νεώτερη Ελλάδα” (Εκδ. Δόμος, 1992).
Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ’ (1198-1216),θεωρείται ο πνευματικός πατέρας της Δ’ Σταυροφορίας, αφού από το πρώτο κιόλας διάστημα που εκλέχτηκε στον αποστολικό θρόνο της Ρώμης, είχε στα σχέδια του την οργάνωση Σταυροφορίας για την απελευθέρωση των Αγίων Tόπων.
Μετά την καταστροφή της Βασιλεύουσας (1204), θα γράψει προς τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη ότι «οι Λατίνοι υπήρξαν όργανο της Θείας Προνοίας, που τιμώρησε τους Έλληνες για την άρνησί τους να δεχθούν την ηγεσία της Ρωμαϊκής Εκκλησίας» [Αρχιεπισκόπου πρ. Θυατείρων και Μ. Βρετανίας Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, “Έλληνες και Λατίνοι”, Α.Δ.Ε.Ε., Αθήνα , σ. 278,]
Σε ολόκληρη την Δύση θα ψάλλουν ύμνους για να πανηγυρίσουν την πτώση της «μεγάλης ανίερης (profana) πόλεως».
Ελληνισμός και Δύση
Είναι γνωστό ότι η Δύση -Προτεσταντική και Παπική- αρνείτο να αναγνωρίσει τον ρόλο του Ελληνισμού, πέραν της κλασσικής περιόδου, στην Ιστορία της Ευρώπης και παρέκαμπτε την καθοριστική προσφορά της ύστερης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στην ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Μέχρι σήμερα, η ευρωπαϊκή Ιστορία ξεκινούσε ουσιαστικά με την στέψη του Καρλομάγνου (βλ. Ντυροζέλ).
Ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός για αιώνες ελέγχεται από την μέθοδο του “διαίρει και βασίλευε”. Αυτός είναι ο μηχανισμός του μίσους που ασκήθηκε από την Ρώμη και επανήλθε εκ νέου ως μακιαβελλικό σχέδιο του “Πολέμου των Πολιτισμών” (Σάμιουελ Χάντινγκτον) στην νεότερη δυτική ιστορία.
Η αρχή πίσω από αυτό είναι η άρνηση της Ανθρωπότητας, η άρνηση της ταυτότητας του ανθρώπινου όντος ως εικόνα της τελειότητος και του αγαθού, όπως πρέσβευε ο βυζαντινός, ελληνορθόδοξος, κόσμος. Στην θέση αυτής της ηθικής επικράτησε η λογική του homo hominis lupus.
Η Δύση ποτέ δεν εκτίμησε το κέρδος που είχε αποκομίσει ως συνεισφορά του Βυζαντίου, παρ' όλο που μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον για την βυζαντινή γνώση και λογιοσύνη.
Ο Flavius Valerius Aurelius Constantinus, ή Κωνσταντίνος ο Α' (272-337), αυτός που η Ιστορία ονόμασε “Μέγα”, επηρέασε καταλυτικά τον ρου της παγκόσμιας Ιστορίας, θέτοντας τα θεμέλια της Ευρώπης όπως την ξέρουμε σήμερα.
Ο Κωνσταντίνος καθιέρωσε την ανεξιθρησκία, πρωτοστάτησε στο να διατυπωθεί το “Πιστεύω” της χριστιανικής πίστης, καθόρισε την Κυριακή ως ημέρα αργίας, εισήγαγε την “μοναρχία ελέω Θεού”, η οποία αποδείχτηκε -ειτε το θέλουμε, είτε όχι- το πιο ανθεκτικό σύστημα διακυβέρνησης στην δυτική Ευρώπη έως τον 20ο αιώνα!
Ο Μέγας Κωνσταντίνος αναβίωσε το ελληνικό έθνος μετά την μεταφορά της έδρας της αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη. Ξαναζωντάνεψε ο ελληνισμός, ο οποίος επί 500 χρόνια υπό την ρωμαϊκή μπότα είχε “γραικυλοποιηθεί” και ξαναβγήκε στο προσκήνιο μέσα σε μία βυζαντινή αυτοκρατορία, που ελληνοποιείται ραγδαία, θριαμβεύει για 1.000 χρόνια και πέφτει στις 29 Μαΐου 1453.
Συμπληρώνονται φέτος 565 χρόνια από την αποφράδα για τους Έλληνες αυτή ημερομηνία, την οριστική δηλαδή Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο τελευταίος Έλληνας Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, κατάκοπος και καταπληγωμένος, περικυκλωμένος από τους Οθωμανούς, κραυγάζει σαν ήρωας:
“Η Πόλη πάρθηκε και εγώ ακόμα ζω; Δεν υπάρχει κανένας Χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;”
Όμως, η Άλωση ήταν το επακόλουθο μιας μακροχρόνιας και βαθιάς κρίσης που είχε αρχίσει αιώνες νωρίτερα, από τότε που η διαφθορά και οι εσωτερικές έριδες της Αυτοκρατορίας επέτρεψαν “στους λύκους να φυλάνε τα πρόβατα”.
Από τον 11ο αιώνα, με την νίκη των Σελτζούκων Τούρκων στο Μαντζικέρτ (1071) επί του βυζαντινού στρατεύματος και την κατάληψη λίγο αργότερα της Ιερουσαλήμ, η ισορροπία δυνάμεων άλλαξε δραματικά στον χάρτη της Μέσης Ανατολής.
Οι Σταυροφορίες που ακολούθησαν με αφορμή την κατοχή των Αγίων Τόπων από τους “απίστους” ήταν η αρχή για την εχθρότητα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που διέτρεξε όλους τους επόμενους αιώνες.
Στην ουσία, μετά το οριστικό σχίσμα το 1054, η Δύση άρχισε να αντιμετωπίζει το Βυζάντιο ως εχθρικό. Ένα μίσος που δεν έπαψε να υφέρπει επί αιώνες στο συλλογικό υποσυνείδητο των Δυτικο-Ευρωπαίων. Μετά τον έλεγχο του παπικού θρόνου από τους Φράγκους, η Ελληνική Ανατολή έγινε ο αντίπαλος πολιτισμός που “έπρεπε να αποδειχθεί πολιτισμός πλάνης”, μας λέει ο Γιανναράς.
Οι Σταυροφορίες σηματοδοτούν την αφύπνιση της Δύσης και την αρχή της σταδιακής εδραίωσης της παγκόσμιας κυριαρχίας της. Αν και το αρχικό σχέδιο των εκκεντρικών Φράγκων φεουδαρχών προέβλεπε την κατάκτηση της Παλαιστίνης, όταν αυτό απέτυχε ...υπήρξαν άλλες “παράπλευρες απώλειες” που πέτυχαν! (όλως τυχαίως;)
Με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης τον Απρίλιο του 1204, με βάση το Ενετικό σχέδιο του Δόγη Δάνδολου, οι Σταυροφόροι έβγαλαν την μάσκα τους, αποκαλύπτοντας το κυνικό τους πρόσωπο, Φράγκοι και Ενετοί συναγωνίστηκαν στην σφαγή, την αρπαγή και την λεηλασία.
Κάηκαν στην φωτιά τόσα σπουδαία κτίρια, όπως ομολόγησε ο ίδιος ο Βιλλαρδουΐνος, όσα είχαν οι 3 μεγαλύτερες πόλεις της Γαλλίας μαζί. Έργα τέχνης ανεκτίμητης αξίας χάθηκαν, τα μαρμάρινα αγάλματα θρυμματίστηκαν, τα μπρούτζινα τα έλιωσαν, οι Άγιες Τράπεζες των εκκλησιών βεβηλώθηκαν, εξαίσια γλυπτά λεηλατήθηκαν και βρέθηκαν να κοσμούν τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις.
Το Βυζάντιο κατακερματίστηκε.
Το 1204 ήταν το τραγικό αποκορύφωμα της σύγκρουσης Δύσης-Ανατολής και μέσα στα βυζαντινά συντρίμμια προετοιμάστηκε τόσο η τελική Άλωση από τους Οθωμανούς, όσο και η ανάδυση της εθνικής συνείδησης του νέου ελληνισμού.
Οι θρήνοι και οι οδυρμοί των Ελλήνων περίμεναν 8 αιώνες την συγγνώμη του Βατικανού για τα δεινά που μας επέφεραν οι Σταυροφορίες. Αυτή ήρθε με την επίσκεψη του πάπα Ιωάννη-Παύλου Β' τον Μάϊο του 2001 στην Αθήνα και την συνάντησή του με τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο.
Το 2006 ακολούθησε ο πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ', όταν σε μια διάλεξή του στο Ρέγκενσμπουργκ παραδέχτηκε τον συγκερασμό της ελληνικής παράδοσης του ορθού λόγου με την χριστιανική διδασκαλία που έγινε στο Βυζάντιο:
“Η εσώτερη σύγκλιση της βιβλικής πίστης με την ελληνική φιλοσοφική αναζήτηση ήταν ένα γεγονός καθοριστικής σημασίας... παραμένει το θεμέλιο αυτού, το οποίο σήμερα ονομάζουμε Ευρώπη”, είπε.
Η ενωτική κωμωδία
Ξαναγυρίζοντας στο “τότε”, θα δούμε ίδια λάθη που γίνονται διαχρονικά στην ελληνική ιστορία να είναι η αιτία όλης αυτής της δραματικής αλυσίδας γεγονότων.
Μια οικογενειακή διαμάχη των διεκδικητών του βυζαντινού θρόνου έδωσε την ευκαιρία στους Σταυροφόρους, με το κάλεσμα του Αλέξιου Άγγελου Δ', να πατήσουν πόδι στο Βυζάντιο.
Ανάλογες εσωτερικές έριδες έκαναν τις αντιμαχόμενες παρατάξεις να φέρνουν Τούρκους στρατιώτες για μισθοφόρους. Όταν οι Παλαιολόγοι προσπάθησαν να ανασυστήσουν την Αυτοκρατορία και να φέρουν βοήθεια από την Δύση, τα πράγματα είχαν πάρει τον δρόμο τους.
Το πάλαι ποτέ κραταιό Βυζάντιο είχε περιοριστεί σε μια Πόλη σκιά της παλιάς της δόξας, φοβισμένη μέσα στα τείχη της και εγκαταλειμμένη από όλες τις Δυτικές χριστιανικές δυνάμεις.
Για το ποια ήταν η κατάσταση παραμονές της Αλώσεως το 1453 μεγάλο ενδιαφέρον έχει η παρουσίαση της ζωής εντός των τειχών της Κωνσταντινούπολης από τον ιππότη Μπερτραντόν ντε λα Μπροκιέρ, έναν από τους πιο οξυδερκείς παρατηρητές του Μεσαίωνα, ο οποίος βρέθηκε εκεί τον Ιανουάριο του 1433:
“Το Πέρα είναι μια μεγάλη πόλη, όπου κατοικούν Έλληνες, Εβραίοι και Γενοβέζοι. Οι τελευταίοι είναι και οι κύριοί του υπό την ηγεσία του Δούκα του Μιλάνου, που αυτοαποκαλείται “Άρχοντας του Πέρα”. Υπάρχει τοποτηρητής (podesta) και άλλοι αξιωματούχοι, που διοικούν την πόλη όπως επιθυμούν.
Το εμπόριο με τους Τούρκους ακμάζει... Το λιμάνι είναι το ωραιότερο που έχω δει και νομίζω ότι μπορώ να πω πως είναι και το ωραιότερο από όσα βρίσκονται σε χέρια Χριστιανών, καθώς εκεί χωράνε ακόμα και τα μεγαλύτερα γενοβέζικα πλοία, το ένα δίπλα στο άλλο”.
Ο Σέρβος πολιτικός, διπλωμάτης και ιστορικός Τσέντομιλ Μιγιάτοβιτς (1842-1932) περιλαμβάνει την παραπάνω μαρτυρία στο βιβλίο του “Κωνσταντίνος Παλαιολόγος: Η τελευταία νύχτα της Πόλης” (Εκδ. Διόπτρα, 2007).
Στο σπάνιο αυτό ντοκουμέντο, αυτόπτες μάρτυρες και ιστοριογράφοι της εποχής περιγράφουν πώς η φιλοδυτική (φιλολατινική) πολιτική όσων πίστευαν ότι μια χριστιανική συμμαχία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τους Τούρκους συναντούσε την καθολική άρνηση και οργή των Ελλήνων της Πόλης, που είχαν βγει στους δρόμους εκτοξεύοντας αναθέματα στους προδότες.
Το μίσος εναντίον των δυτικών Σταυροφόρων ήταν τόσο σφοδρό “ώστε”, όπως λέει ο Δούκας, “ακόμα κι αν κατέβαινε άγγελος από τον ουρανό και διεμήνυε ότι θα έσωζε την πόλη από τους Τούρκους αν ο λαός δεχόταν την Ένωση με την Εκκλησία της Ρώμης, οι Έλληνες θα αρνούνταν!”.
Από το 1204 και μετά, παραδέχονται έγκριτοι ιστορικοί, όπως ο Στήβεν Ράνσιμαν και ο Άρνολντ Τόϋνμπι, οι Χριστιανοί Δυτικοί, όχι οι Μουσουλμάνοι Τούρκοι, υπήρξαν οι κυριότεροι εχθροί των Ελλήνων.
Η αλήθεια που συνήθως αποσιωπάται είναι ότι, την στιγμή της Άλωσης, το Βυζάντιο -από χρόνια πριν- είχε ήδη παραδοθεί στην Δύση. Οι “ενωτικές” ελίτ, με την πολιτική τους να προσφεύγουν για βοήθεια στις χριστιανικές αυλές της Ευρώπης, είχαν παραχωρήσει τέτοια οικονομικά προνόμια στους Δυτικούς ώστε να έχουν πλήρη ασυδοσία και απαλλαγή από την φορολογία.
Τα “Μνημόνια” της εποχής με τα οποία οι Δυτικοί είχαν λεηλατήσει το Βυζάντιο, αφήνοντάς το ανυπεράσπιστο στον Μωάμεθ, οι ιστορικοί τα αποκαλούν παραπλανητικά “Διομολογήσεις” (Capitulations) ενώ στην ουσία ήταν συνθήκες υποταγής, οικονομικής και πνευματικής, των Ελλήνων, όπως και οι σημερινές “μεταρρυθμίσεις” των Τροϊκανών...
Οι Έλληνες του 15ου αιώνα είχαν ήδη υποστεί την Δυτική κατοχή και γνώριζαν πως τα δεινά που έφερε ήταν βαρύτερα από κάθε άλλη. Σήμερα, δυστυχώς, οι μνήμες έχουν εξασθενήσει με τις κατάλληλες μεθοδεύσεις για χρόνια και έτσι συνεχίζεται η αδιέξοδη “ενωτική κωμωδία” με άλλα μέσα.
Δυστυχώς, όμως, η ιδέα ότι κάθε άνθρωπος είναι κατ' εικόναν και καθ' ομοίωσιν του Θεού δεν επικράτησε πολιτικά, καθώς η δυτική κουλτούρα -είτε θρησκευτική, είτε κοσμική-, που κυβερνούσε και κυβερνά τον κόσμο, είναι πάντα μια ολιγαρχική αντίληψη, στην ουσία, βασισμένη στην ταξική αντίθεση των αρπακτικών-κυβερνητών και των ποπολάρων, οι οποίοι σήμερα αποκαλούνται παραπλανητικά η “κοινή γνώμη”.
Αυτή οδηγεί την ανθρωπότητα στα αδιέξοδα και τις σκοτεινές περιόδους, όπως αυτή που μεθοδεύεται και σήμερα στο όνομα μιας “παγκοσμιοποίησης”, που δεν έχει να κάνει τίποτα με τον αληθινό Οικουμενισμό που γνώριζε πρώτος ο κόσμος της Μεσογείου.
Όμως, τα τελευταία χρόνια, το πνευματικό κλίμα στην Ενωμένη Ευρώπη διαφοροποιείται εντυπωσιακά, απομακρυνόμενο σαφώς από την γραμμή Χάντινγκτον και Ντυροζέλ, η οποία περιόριζε τις ρίζες του ευρωπαϊκού πολιτισμού μόνο στον δυτικό Μεσαίωνα και τον Διαφωτισμό.
Η κρίση της παγκοσμιοποίησης και οι πολιτικές αποτυχίες του ευρωατλαντικού μοντέλου, η πρόσφατη ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η αμφισβήτηση του μονοπολικού κόσμου και της Νέας Τάξης από τις ανερχόμενες δυνάμεις εκτός του ΝΑΤΟ και η αυξανόμενη συζήτηση για τον στρατηγικό ρόλο της Ευρασίας, στρέφουν την αναζήτηση για την ταυτότητα του μέλλοντος της Ευρώπης προς την πολιτικοθρησκευτική παράδοση του Βυζαντίου!
\
Επιβεβαιώνεται έτσι το ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον πολλών διανοουμένων για την βυζαντινή παράδοση και για την επαναξιολόγηση του Βυζαντίου, στα πλαίσια της κοινής ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Και ενώ το πνευματικό κλίμα στην Ευρώπη φαίνεται να αλλάζει -συν το γεγονός της επαναφοράς στην ημερήσια διάταξη του ρόλου των εθνικών παραδόσεων-, στην χώρα μας κυριαρχεί η ιστορική σύγχυση, το αυτομαστίγωμα και η εθνο-μηδενιστική άποψη, η οποία προσπαθεί να απαξιώσει την βυζαντινή παράδοση του “μεσαιωνικού” Ελληνισμού.
Την ώρα που όλοι, σε Ανατολή και Δύση, υποκλίνονται μπροστά μας ως τους κύριους και αυθεντικούς κληρονόμους της.
Όπως την εποχή της Άλωσης το ζήτημα της ειρήνης ήταν επίκαιρο, έτσι και σήμερα έχουμε τρομερούς πολέμους που μαίνονται ή υποθάλπονται για να ξεσπάσουν στην Μέση Ανατολή, στα Βαλκάνια, την Κεντρική Ασία, την Ανατολική Ευρώπη, την Αφρική και σε πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη.
Και είναι πιο επιτακτικό από ποτέ να μελετήσουμε τον μηχανισμό της ιστορίας και να βρούμε τα σωστά κλειδιά για το πώς θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτή την απειλή, με τις δυνατότητες μαζικής καταστροφής να είναι τώρα πιο επικίνδυνες από ποτέ στο γνωστό παρελθόν.
Το πού θα καταλήξει πάλι η ιστορία και μέσα από ποιο δρόμο είναι αυτή την ώρα το ζητούμενο. Όμως, η αναγέννηση του ελληνισμού, αν ακόμα μπορούμε να μιλάμε γι' αυτό, δεν γίνεται να καταλήξει πουθενά, αν λησμονήσουμε την Καθ' Ημάς Ανατολή και την Κωνσταντινούπολη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου