Τρίτη 3 Μαΐου 2022

ΛΟΓΟΣ ΚΥΡΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΕΤΕΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ

ΤΑ ΟΥΡΑΝΙΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ





ΜΕΓΑ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ

+++ 

 Γράψε στο γραπτό,
ό,τι ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΣ ειπώ,
 διάδωσε αυτό στο δικό μου λαό.
 Εσύ απλά ως δούλη,
 στο έργο μου χρησιμοποιείσαι,
σε ιερό έργο υπό εμού δωρείσαι.

Γράψε εδώ – ένας αθλητής,
διά να πάρει ένα υλικό βραβείο στη γη,
τρέχει, μοχθεί, κουράζεται πολύ
και τελικά, το βραβείο το υλικό,
 για πόσο θα το χαρεί εδώ;

 Για λίγα χρόνια στη γη, μετά άχρηστο το χαρτί.
 Έχεις σκεφτεί, ψυχή,
πως υπάρχει ένα άλλο βραβείο,
 ΑΙΩΝΙΟ, που θα σου δοθεί,
αν τώρα αθληθείς εσύ,
αν το κατακτήσεις, πνευματικέ μου αγωνιστή;

 ΛΕΓΕΤΑΙ ΑΥΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΡΕΤΗΣ,
κι αν κάνεις δικό σου ένα,
μετά θα ακολουθήσουν,
θα σου δοθούν παιδί μου πολλά
ΕΠΑΘΛΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΙΕΡΑ
που θα γενούν αυτά, πετράδια αμύθητης αξίας.

 Διάδημα για ‘σένα θα γενεί,
και στην κεφαλή σου θα τοποθετηθεί.
 Με αυτό το διάδημα, το κόσμημα των αρετών,
θα εισέλθεις κι εσύ, θα μπεις
 ΣΤΗΝ ΟΥΡΑΝΙΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΜΟΥ ΤΗ ΘΕΪΚΗ.

 Τι λες, δεν αξίζει τώρα να αγωνιστείς,
 να αθληθείς, να κουραστείς
για να ΑΙΩΝΙΑ ΧΑΡΕΙΣ
ΜΕΤΑ ΠΑΤΡΟΣ, ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΙΕΡΟΥ;

 Σκέψου, αναλογίσου,
ΤΗ ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ ΘΥΜΗΣΟΥ.
 Τα ανεκλάλητα αγαθά αν εσύ αποκτήσεις,
εν απείρω ευτυχία, άνθρωπε, θα ζήσεις.

 Όχι 70 ή 80 ή 100
 ΜΑ ΑΙΩΝΙΑ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ.
 ΣΚΕΨΟΥ, ΣΥΓΚΡΙΝΕ, ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΟΥ,
βάλε σε πνευματικό πεδίο την τώρα εδώ ζωή σου.

 Τι εσέ συμφέρει να κάνεις,
μη διόλου αδρανείς,
μη γελάς ίσως ειρωνικά εσύ,
 που τώρα διαβάζεις τα ΙΕΡΑ ΜΟΥ ΡΗΜΑΤΑ ΑΥΤΑ.

 ΕΓΩ ΣΤΑ ΔΙΔΩ, Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ,
 από την ουράνια βρύση επάνω.

 Δεν είναι, όχι, λόγια ανθρωπίνης διανοίας,
είναι ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ ΘΕΙΑ που,
αν εσύ τα ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ,
ΑΙΩΝΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΣΟΥ ΘΑ ΑΝΤΙΚΡΙΣΕΙΣ.

 Κάνε ψυχή επιλογή και αποφάσισε τώρα εσύ,
διάλεξε παιδί μου – ή στη δόξα τη δική μου,
στο άπλετο δικό μου φως
ή στο σκότος της κολάσεως το φρικτό.

 Θέλω ελεύθερος εσύ να αποφασίσεις,
πού θες ΑΙΩΝΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ.
 Δεν παραβιάζω, Ο ΚΥΡΙΟΣ ΠΟΤΕ ΤΗ ΘΕΛΗΣΗ ΣΟΥ,
θέλω να με εκζητήσει η ψυχή σου.

 Ζητώ να νιώσεις ΕΡΩΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ,
ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΜΕ ΕΠΙΓΝΩΣΗ ΤΩΡΑ ΤΟ
 – ΚΥΡΙΕ ΜΟΥ ΜΕΤΑΝΟΩ.


 Τότε, ναι, θα σε δεχτώ,
 όπως δέχτηκα το ληστή, την πόρνη τη γυνή,
 τη Μαρία την Αιγυπτία την τότε εποχή.

 Η αγκάλη μου για ‘σένα είναι ανοιχτή.
 Κοίταξε στο Γολγοθά,
 ΘΑ ΜΕ ΔΕΙΣ, ΕΣΕΝΑ ΚΑΛΩ ,
 ΣΟΥ ΛΕΩ
–ΕΛΑ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΚΟΝΤΑ ΜΟΥ, ΣΕ ΑΓΑΠΩ!


ΑΜΗΝ

 +++


11 σχόλια:

  1. Πες ότι είσαι γυμνός, ξυπόλυτος και άστεγος μέσα στην παγωνιά του χειμώνα και για να βρεις παρηγοριά απευθύνεσαι στους ομοίους σου, αλλά κι αυτοί σε διώχνουν λέγοντας: «φύγε άπ' εδώ σκύλε, εξαφανίσου»! Και σαν τελευταία λύση σκέφτεσαι να πας να αγκαλιάσεις ένα σκυλάκι για να ζεσταθείς, αλλά κι εκείνο απομακρύνεται από σένα. Τι σκέψεις θα κάνεις;

    1) Πόσο χάλασε ο κόσμος! Πάει, χάθηκε η ανθρωπιά για τον πλησίον. Και οι άρχοντες του τόπου δεν έχουν καμία πρόνοια για τους αδύνατους. Αν γίνει καμία πορεία διαμαρτυρίας για τα δικαιώματα των άστεγων θα πάω από τους πρώτους.

    2) Μα, τι Θεός είναι αυτός που δε μπορεί να εξασφαλίσει τα αναγκαία στο πλάσμα Του;

    3) Είδες πόσο αχάριστοι είναι οι άνθρωποι; Πόσους βοήθησα και κανένας δε μου συμπαραστέκεται στη δύσκολη στιγμή. Δεν ξαναβοηθάω κανέναν. Στον όλεθρο να πάνε…

    4) Βλέπεις, ταλαίπωρε, πόσο αμαρτωλός είσαι; Ακόμη και τα σκυλιά σε περιφρονούν και φεύγουν από κοντά σου και δεν σε δέχονται ούτε σαν όμοιο τους. Οί άνθρωποι σε αποστρέφονται σαν πονηρό δαίμονα. Οί όμοιοί σου φτωχοί σε διώχνουν. Τι απομένει λοιπόν; Πέθανε, άσωτε, πέθανε! Δεν υπάρχει για σένα σωτηρία σ' αυτόν τον κόσμο.

    Ποια από τις 4 είναι η απάντηση που μπορεί να σε στείλει για διακοπές στον Παράδεισο (χωρίς εισαγωγικά);
    (Η απάντηση και πολλές άλλες διδαχές δίδονται στο κείμενο που ακολουθεί)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ


      Από την παγωνιά της γης στη θαλπωρή του ουρανού
      Το μαρτύριο τού ψύχους.
      Διηγείται ο όσιος Ανδρέας…………..
      Δεν μπορούσα αγαπητέ μου να υποφέρω Το φοβερό κρύο και τον αέρα, πού κι εσύ θα δοκίμασες, γιατί ήμουν γυμνός, ξυπόλυτος και άστεγος. Κατέφυγα λοιπόν στους φτωχούς, τούς όμοίους μου, άλλά δεν με δέχονταν. Με σιχαίνονταν και μ' έδιωχναν με τά ραβδιά σαν σκύλο. «Φύγε άπ' εδώ σκύλε, μου έλεγαν, εξαφανίσου»!
      Τόπο νά καταφύγω και νά σωθώ δεν εύρισκα. Απελπίστηκα. Φοβήθηκα πώς θα πεθάνω. Ας είναι δοξασμένο, είπα, Το όνομα του Θεού, γιατί κι αν ακόμα πεθάνω θα μου λογισθεί σαν μαρτύριο. Ό Θεός δεν είναι άδικος. Αυτός πού έστειλε την παγωνιά, θα μου δώσει και την υπομονή. Πήγα λοιπόν σε μια γωνιά της στοάς και βρήκα ένα σκυλάκι. Ξάπλωσα δίπλα του με την ελπίδα πώς θα με ζεστάνει λίγο. Εκείνο όμως, όταν με είδε κοντά του, σηκώθηκε και έφυγε.
      Είπα τότε στον εαυτό μου: «Βλέπεις, ταλαίπωρε, πόσο αμαρτωλός είσαι; Ακόμη και τα σκυλιά σε περιφρονούν και φεύγουν από κοντά σου και δεν σε δέχονται ούτε σαν όμοιο τους. Οί άνθρωποι σε αποστρέφονται σαν πονηρό δαίμονα. Οί όμοιοί σου φτωχοί σε διώχνουν. Τι απομένει λοιπόν; Πέθανε, άσωτε, πέθανε! Δεν υπάρχει για σένα σωτηρία σ' αυτόν τον κόσμο».
      Ενώ όμως έλεγα αυτά με πολύ πόνο, ήρθα σε κατάνυξη. Κι επειδή με έσφιγγε το κρύο και ο τρόμος, αναλύθηκα σε δάκρυα, με τα μάτια της ψυχής στραμμένα προς τον Θεό. Τα μέλη μου όλα πάγωσαν. Νόμισα εκείνη τη στιγμή ότι θα ξεψυχήσω...
      Ξαφνικά ένοιωσα ζεστασιά. Ανοίγω τα μάτια και βλέπω ένα νέο πολύ ωραίο ν' αστράφτει πιο πολύ άπ' τον ήλιο. Στο χέρι του κρατούσε χρυσό κλαδί. Ήταν πλεγμένο με δροσερά κρίνα και τριαντάφυλλα πού δεν έμοιαζαν με του κόσμου τούτου, όχι! Είχαν θαυμαστή ποικιλία. Ήσαν αλλιώτικα στη φύση και στη θωριά τους. Κρατώντας αυτό το ωραίο κλαδί με κοίταξε και μου είπε: «Ανδρέα, που ήσουν;». «Εν σκοτεινοίς και εν σκιά θανάτου», αποκρίθηκα. Κι ενώ ακόμη μιλούσα με χτύπησε στο πρόσωπο με το ανθοστόλιστο κλαρί λέγοντας μου. «Ας πάρει δύναμη το σώμα σου και ζωή ακατανίκητη».
      Αμέσως η ευωδιά εκείνων των λουλουδιών μπήκε στην καρδιά μου και αστραπιαία μου έδωσε ζωή. Ακούω τότε μια φωνή να λέει: «Πηγαίνετε τον να τον παρηγορήσετε για δύο εβδομάδες και πάλι να επιστρέψει, γιατί θέλω να αγωνιστή ακόμη». Ενώ κρατούσε ο λόγος, βυθίσθηκα σε βαθύτατο ύπνο και δεν κατάλαβα Τι μου συνέβη. Ζούσα για δύο εβδομάδες εκεί πού διέταξε ή βουλή του θεού, σαν να κοιμήθηκα ευχάριστα όλη τη νύχτα και ξύπνησα το πρωί.
      Στον κήπο του Θεού
      Βλέποντας ότι βρίσκομαι σε πάντερπνο και θαυμαστό παράδεισο σάστισα. Διερωτόμουν Τι να σήμαινε αυτό. Ήξερα ότι έμενα στην Κωνσταντινούπολη. Τι δουλειά όμως είχα εκεί, δεν καταλάβαινα. Θαύμαζα και δεν μπορούσα να δώσω κάποια εξηγήσει. «Για δες, είπα στον εαυτό μου, πραγματικά είμαι παράλογος. Ό Θεός με ευεργέτησε και, ενώ θα έπρεπε να τον δοξάζω και να τον ευχαριστώ, κάθομαι και πολυεξετάζω αυτό το εξαίσιο θαύμα».
      Ένοιωθα σαν άσαρκος. Φορούσα χιτώνα χιονάτο, αστραφτερό, στολισμένο με πολύτιμα πετράδια και με ευχαριστούσε πολύ ή ομορφιά του. Στο κεφάλι φορούσα στεφάνι ολόχρυσο και λαμπρό, στα πόδια σανδάλια, και ήμουν ζωσμένος με κόκκινη αστραφτερή ζώνη. Ό παράδεισος ήταν όλο φως, αλλά φως πρωτόγνωρο και πολύ λαμπρό πού, καθώς ακτινοβολούσαν τα λουλούδια, έπαιρνε ένα απαλό ρόδινο χρώμα. Μια θεϊκή εύωδία με διαδοχικές παραλλαγές πλησίαζε την όσφρηση μου και με μεθούσε. Πίστεψε με, σου λέω αυτά και φρίττω.
      Μέσα στον κήπο του θεού ήμουν σαν βασιλιάς. Χαιρόμουν πολύ να βλέπω τον εαυτό μου να κατοικεί σε τέτοιο παράδεισο. Εκεί ο Θεός έκανε να φυτρώνουν πολλά δένδρα. Δεν έμοιαζαν όμως με του φθαρτού κόσμου. Ήσαν πάντοτε θαλερά, ευωδιαστά και φουντωτά. Ήσαν ψηλά, πολύφυλλα και απολαυστικά. Τα κλαδιά τους έγερναν και, καθώς κυμάτιζαν μεταξύ τους, γέμιζαν εύωδία την ατμόσφαιρα και σχημάτιζαν ουράνιο τόξο. Όλα αυτά τά απολαμβάνουν οι μακάριοι, και ή ψυχή τους αλλοιώνεται από την ηδονή εκείνη, την ευφροσύνη και την αγαλλίαση.

      (συνεχίζεται...)

      Διαγραφή
  2. Παράδοξο επίσης ήταν και τούτο: Αλλά δένδρα είχαν μόνο άνθη, αλλά καρπό, άλλα μόνο άνθη και φύλλα. Πάνω σ' αυτά υπήρχε κάτι πολύ θαυμαστό: Διάφορα ωραία πουλιά, μικρά και μεγάλα, με χρυσά και χιονάτα φτερά. Μερικά κελαηδούσαν χωμένα στα φύλλα, και το κελάηδημα τους, ωραίο και τερπνό, ακουγόταν ως την άκρη τ' ουρανού.
    Προσπαθούσα να καταλάβω πώς ήσαν εκείνα τα πουλιά, και ή παράδοξη θωριά τους με μεθούσε. Ήσαν όμορφα σαν τριαντάφυλλα ή κρίνα ή σαν κάποιο άλλο άνθος πού δεν ξέρω πώς να το ονομάσω. Τόσο ασυνήθιστα και ανάλαφρα ήσαν. Παρατηρούσα με θαυμασμό την ομορφιά ενός πουλιού. Ό χρωματισμός του είχε μια χάρη αλλιώτικη, μια θέα διαφορετική. Ή μελωδία του ήταν ασταμάτητη και απολαυστική.
    Ποιος μπορεί να διηγηθεί τα παράδοξα και θαυμαστά κάλλη πού έβλεπα; Όλα εκείνα τα ωραία δένδρα στέκονταν συμμετρικά σε δύο δενδροστοιχίες, σαν δύο αντιμέτωπες παρατάξεις. Μακάριο το χέρι πού τα φύτεψε! Προχωρούσα στα ενδότερα του τερπνού παραδείσου και νόμιζα πώς δεν θα ξαναδώ το σκοτάδι αυτού του κόσμου. Συγκριτικά μ' εκείνα, τα εδώ είναι σκοτάδι.
    <Καθώς βάδιζα χαρούμενος, να! βλέπω ένα μεγάλο ποτάμι να διασχίζει τον παράδεισο και να ποτίζει όλα εκείνα τα δένδρα περιβρέχοντας αθόρυβα τις ρίζες τους. Εκεί έρχονταν άφοβα να πιουν τα ωραία πουλιά. Δεξιά και αριστερά άπ' το ποτάμι απλωνόταν ένα αμπέλι με χρυσαφένια, φύλλα και περιποιημένα κλήματα. Ήταν γεμάτο με πολύ μεγάλα και ωραία σταφύλια, και απλωνόταν σ' όλο τον παράδεισο, ώστε να στεφανώνονται τα αλλά φυτά και να στολίζονται με την περιπλοκή των κλημάτων του.
    Βλέποντας αυτά χαιρόταν ή καρδιά μου και μεταφερόμουν από φόβο σε θαυμασμό και από θαυμασμό σε έκπληξη. Για πολλή ώρα στεκόμουν έτσι και άκουγα τον ήχο κάποιου άνεμου πού ερχόταν από την ανατολή. Καθώς ράπιζε τα δένδρα, τα έκανε να κυματίζουν και να αποπνέουν ανέκφραστη εύωδία. Απολάμβανα με ευχαρίστηση το άρωμα πού σκόρπιζε εκείνος ο άνεμος. Νόμιζα πώς θύμιαζαν άγγελοι μπροστά στον Υιό του θεού. Ό άνεμος σταμάτησε και μαζί του ή εύωδία. Τότε σαν να άκουσα ιό ελαφρό φύσημα άλλου άνεμου πού ερχόταν άπ' τη δύση. "Έμοιαζε με χιόνι και με γέμιζε γλυκύτητα.
    Εκείνα τα δένδρα ξεπερνούσαν στην ομορφιά και εύωδία τόσο πολύ τα δένδρα της γης, ώστε με έκαναν να λησμονήσω ο,τι είχα απολαύσει ως τότε στον περίπατο μου. Ύστερα, όταν άκουγα εκείνα τα πουλιά να τραγουδούν τα διάπυρα και χαρμόσυνα άσματα τους, γινόμουν εκτός εαυτού.. "Αν ήσαν πουλιά οι άγγελοι, ο θεός γνωρίζει.
    Άρχισε τότε να φυσά από τον βοριά άλλος θαυμαστός άνεμος. Είχε μια πυρόξανθη ακτινοβολία, σαν τους χρωματισμούς πού παίρνει ο ήλιος όταν βασιλεύει. Φυσούσε ήσυχα και τα θαυμάσια εκείνα δένδρα κυμάτιζαν και ευωδίαζαν. Για πολλή ώρα έμεινα έκθαμβος. Με έτερπε υπερβολικά ή γλυκύτης αυτής της ευωδιάς. Πώς άραγε συνέβη σ' έμενα τέτοια ευλογία! σκεπτόμουν με απορία και φρίκη. Σταμάτησε εν τω μεταξύ ο τρίτος άνεμος κι απλώθηκε μεγάλη σιγή. Προχώρησα λίγο για να περάσω το ποτάμι. Βαδίζοντας σ' εκείνη την πεδιάδα, παρατηρούσα με προσοχή τον ανέκφραστο πλούτο του παντοκράτορας θεού, πού ήταν πολλαπλάσια θησαυρισμένος εκεί. Δεν μπορώ, αγαπητέ μου εν Κυρίω, να διηγηθώ με ανθρώπινο στόμα για τον ανεξιχνίαστο πλούτο του Δεσπότου Χριστού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. + ωραίος παραλληλισμός του προηγούμενου σχολιαστή για τον Παράδεισο, και τον Άγιο Ανδρέα
    Εγώ αδερφοι φοβάμαι να.πλησιασω περισσότερο τον Κύριο
    Όμως εύχομαι να μας φυλάξοι να κρατήσουμε τα κεκτημένα
    ΑΜΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ+

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μη φοβάσαι αδερφέ μου, ο Χριστός δε ζητάει παράλογα και υπερβολικά πράγματα. Ληστής ήταν ο πρώτος ένοικος του Παραδείσου!!!

      Διαγραφή
  4. Ας πούμε και κάτι ... ορεκτικό από την ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ του Ιωάννου

    Στο Κεφ. Κα’ της Ιεράς Αποκάλυψης ο Ιωάννης αποκάλυψε τους 12 θεμέλιους λίθους της Άνω Ιερουσαλήμ, οι οποίοι είναι οι εξής:
    Ίασπις, Σάπφειρος, Χαλκηδών, Σμάραγδος, Σαρδόνυξ, Σάρδιος, Χρυσόλιθος, Βήρυλλος, Τοπάζιο, Χρυσόπρασος, Υάκινθος και Αμέθυστος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. «Ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν Ἁγίων σου, πῶς εἰσελεύσομαι ὁ ἀνάξιος; ἐὰν γὰρ τολμήσω συνεισελθεῖν εἰς τὸν νυμφῶνα, ὁ χιτών με ἐλέγχει, ὅτι οὐκ ἔστι τοῦ γάμου, καὶ δέσμιος ἐκβαλοῦμαι ὑπὸ τῶν Ἀγγέλων. Καθάρισον Κύριε, τὸν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου, καὶ σῶσόν με ὡς φιλάνθρωπος».

      Διαγραφή
  5. ΧΡΙΣΤΈ ΜΟΥ ΚΥΡΙΕ ΆΓΙΕ ΤΡΙΑΔΙΚΕ ΘΕΈ ΜΟΥ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΣΕ ΑΓΑΠΆΜΕ.
    ΕΠΙΛΈΓΟΥΜΕ ΜΕΧΡΙΣ ΕΣΧΆΤΩΝ ΝΑ ΕΊΜΑΣΤΕ ΜΑΖΊ ΣΟΥ.
    ΔΏΣΕ ΜΑΣ ΚΎΡΙΕ ΜΟΥ ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΉ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΊΣΤΗ ΤΩΝ ΑΓΊΩΝ. ΖΕΙ ΚΥΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΣ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος. Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις. Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό. Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού. Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.

      ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ

      Διαγραφή
  6. Έρχεται ο ονειροπαρμένος γεωκων με νέες πολύ προφητείες, θα σας φτιάξει, τελείωσαν του Γέροντα δωδεκαθειστη και φέρνει από Πορτογαλία μεριά από αλλά μέρη της Ευρώπης, απο παγανιστες, από παντου

    ΑπάντησηΔιαγραφή