ΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ 2024 – ΛΙΤΟΤΗΤΑ ΜΕ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
Λιτότητα: Ιστορικά, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επικράτησαν σταδιακά σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 με την εφαρμογή, σε συνθήκες μίας παγκοσμιοποιημένης αγοράς, ενός συγκεκριμένου σχεδίου συρρίκνωσης τόσο των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, όσο και περιορισμού του πεδίου άσκησης των δημόσιων πολιτικών.
Μετά την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος, η λιτότητα ήταν με σφραγίδα της ευρωζώνης.
Στο πλαίσιο αυτό το κράτος δεν κατέρρευσε, άλλαξε τον ρόλο και τον χαρακτήρα του και ως εγγυητής κατέστησε τον ανταγωνισμό “θεσμοποιημένη θέσπιση” της Αγοράς, της υπερ-κερδοφορίας και της παραγωγής εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων, με άμεσες συνέπειες, μεταξύ άλλων, την αύξηση των τιμών των ιδιωτικοποιημένων αγαθών και υπηρεσιών, την επιδείνωση της ποιότητας και της κοινωνικής συνοχής.
Στην πορεία αυτή το ανησυχητικό αποτέλεσμα μείωσης των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών ήταν -και είναι- η αύξηση του χάσματος μεταξύ του εισοδήματος και του πλούτου και η αδρανοποίηση του κράτους απέναντι στην επείγουσα αναγκαιότητα σχεδιασμού, χρηματοδότησης και άσκησης των πολιτικών αντιμετώπισης των προκλήσεων του μέλλοντος (δήθεν ανθρωπογενής κλιματική κρίση, ανασύσταση των αναπτυξιακών-κοινωνικών υποδομών και των δημόσιων συστημάτων υγείας, γήρανση του πληθυσμού, κ.λ.π.).
Επιπλέον, στις επικρατούσες επιλογές της χρηματοπιστωτικής απελευθέρωσης σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, ο ανταγωνισμός μεταξύ των χρηματοπιστωτικών παραγόντων ενθάρρυνε την ανάληψη κινδύνων για την αύξηση της κερδοφορίας τους, με την αύξηση του αριθμού των δανειζόμενων χωρών (χαμηλό επίπεδο επιτοκίου) και του δημόσιου χρέους τους (Chr. Chavagneux, Alternatives Economiques, 21/6/2023).
Στις συνθήκες αυτές η ελληνική οικονομία το 2009 είχε ΑΕΠ 239 δισ. ευρώ σε πραγματικές τιμές και δημόσιο χρέος 288 δισ. ευρώ (120% του ΑΕΠ). Στο πλαίσιο αυτό συντελέστηκε από τους δανειστές ( ΔΝΤ, ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή) η επιβολή των Μνημονίων, ενώ «υπήρχε καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής και της ελληνικής κρίσης» (Τζ. Στίγκλιτζ, Βήμα 23/7/2023), επιβεβαιώνοντας την τεκμηριωμένη κριτική των ακαδημαϊκών, ερευνητών και αναλυτών στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Καθίζηση από τα Μνημόνια
Πράγματι, η καθίζηση που επήλθε, μεταξύ άλλων, στην ελληνική οικονομία και κοινωνία από την εφαρμογή των Μνημονίων είναι σημαντική, δεδομένου ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2009 ήταν το 95,3% του μέσου ευρωπαϊκού όρου, ενώ σήμερα είναι το 67,8% και στην ευρωζώνη είναι το 104,4% αυτού του 2009.
Έτσι, η απόσταση της ελληνικής οικονομίας από την ευρωζώνη σήμερα έχει διευρυνθεί κατά 36,6 ποσοστιαίες μονάδες (Βήμα, 23/7/2023).
Οι σωρευτικές απώλειες (ΕΛΣΤΑΤ) του ΑΕΠ της χώρα μας από το 2008 (242 δις ευρώ) ανήλθαν σε 76,6 δισ. ευρώ το 2020 και 34 δισ. ευρώ το 2022, εκτιμώντας (UBS – Ελβετική Τράπεζα) ότι το ΑΕΠ το 2025 θα είναι αντίστοιχο με αυτό του έτους 2009.
Παράλληλα, η νεοφιλελεύθερη προσήλωση της μείωσης των συνταξιοδοτικών δαπανών, οδήγησε τους δανειστές και τις ελληνικές κυβερνήσεις στις περικοπές (2009 -2018) των συντάξεων κατά 67 δισ. ευρώ για να εξισορροπηθεί το 2010 η δημοσιονομική ανισορροπία όταν οι ετήσιες δαπάνες των συντάξεων ήταν 32 δισ. ευρώ και το ΑΕΠ ήταν 239 δισ. ευρώ, ενώ σήμερα που οι ετήσιες δαπάνες συντάξεων είναι 29 δισ. ευρώ και το ΑΕΠ είναι 208 δισ. ευρώ η κοινωνική ασφάλιση εκτιμάται ότι δεν υπονομεύει την δημοσιονομική ισορροπία.
Επίσης η επιβολή των Μνημονίων στην χώρα μας οδήγησε σε μείωση κατά 28% κατά μέσο όρο των εισοδημάτων των εργαζομένων και κατά 40% κατά μέσο όρο των εισοδημάτων των συνταξιούχων.
Το ΑΕΠ του 2009 (239 δισ. ευρώ) μειώθηκε στο επίπεδο των 175 δισ. ευρώ σε πραγματικές τιμές, απώλεια της τάξης του 27%. Η ανεργία αυξήθηκε από το 8,5% τον Δεκέμβριο του 2008, σε 27,9% τον Δεκέμβριο του 2013, οδηγώντας έτσι 400.000 εργαζόμενους στη πρόωρη, κυρίως, συνταξιοδότηση λόγω της ανεργίας και 500.000 νέους και εξειδικευμένους εργαζόμενους στην μετανάστευση για αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό.
Αντίθετα, οι δανειστές υποστήριζαν ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας των Μνημονίων και οι αποκαλούμενες “μεταρρυθμίσεις” θα οδηγούσαν σε λίγα έτη την ελληνική οικονομία στον ορθολογικό, οικονομικό και δημοσιονομικό ενάρετο κύκλο.
Το καίριο ερώτημα
Όμως, το ερώτημα που προκύπτει είναι: ποια είναι τα αποτελέσματα δεκατέσσερα χρόνια μετά από την επιβολή των Μνημονίων; Καταρχήν ο μέσος μισθός των εργαζομένων είναι σήμερα 1.200 ευρώ (μεικτά) της πλήρους απασχόλησης, μειωμένος κατά 15% σε σχέση με το 2009.
Παράλληλα, εάν ληφθεί υπόψη και η αύξηση της μερικής και της ευέλικτης απασχόλησης, η οποία το 2023 είναι 45%, ενώ το 2009 ήταν 15%, τότε ο συνολικός μέσος μισθός βρίσκεται ακόμη στο 30% του μέσου συνολικού μισθού του 2009. Το εργατικό δυναμικό έχει μειωθεί κατά 330.000 άτομα.
Έτσι, το εργατικό δυναμικό μειώθηκε από 5,020 εκατ. άτομα το 2009 σε 4.690 εκατ. άτομα το 2023, δηλαδή κατά 6,6%.
Το πραγματικό ΑΕΠ του 2022 βρίσκεται ακόμη στο 80% του πραγματικού ΑΕΠ του 2009 (το ονομαστικό ΑΕΠ βρίσκεται στο 87%) και το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί από 288 δισ. ευρώ το 2010 στα 401 δισ. ευρώ σύμφωνα με τα στοιχεία του Μαρτίου του 2023 του ΟΔΔΗΧ. Ειδικότερα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε από 342 δις ευρώ το 2019 σε 401 δισ. ευρώ το 2023.
Το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης οφείλεται σε εκδόσεις νέων ομολόγων την περίοδο 2019 – 2023 (70 δισ. ευρώ και άλλα 5,5 δισ. ευρώ από τα δάνεια του μηχανισμού ανάκαμψης και σταθερότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Έτσι, τα τοκοχρεωλύσια που η ελληνική οικονομία θα πληρώσει μέχρι το 2070 θα αυξηθούν από 7 δισ. ευρώ, που ήταν κατά μέσο όρο ετησίως μέχρι το 2070, σε 8,2 δισ. ευρώ το έτος κατά μέσο όρο. Κι’ εάν λάβουμε υπόψη και το κόστος μετάβασης (78 δισ. ευρώ) της κεφαλαιοποίησης της επικουρικής ασφάλισης, τότε τα τοκοχρεωλύσια κατά μέσο όρο θα αυξηθούν στο επίπεδο των 10 δισ. ετησίως.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: με αυτά τα ποσοτικά, δημοσιονομικά και κοινωνικό-οικονομικά δεδομένα πως μπορεί να περιθωριοποιείται η επισήμανση των οικονομικών αβεβαιοτήτων και της κοινωνικής κρίσης, που χαρακτηρίζουν σήμερα την ελληνική οικονομία και κοινωνία εξαιτίας, ιδιαίτερα, της παράτασης των ασκούμενων νεοφιλελεύθερων πολιτικών;
Από την άποψη αυτή το συμπέρασμα που αναδεικνύεται είναι ότι κατά την περίοδο των “μνημονιακών μεταρρυθμίσεων” συντελέστηκε, μεταξύ άλλων, η ταυτόχρονη αύξηση της φορολογίας, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής οι οποίες όχι μόνο δεν έχουν καταπολεμηθεί, αλλά αντίθετα έχουν διεισδύσει και στην σημερινή περίοδο που παρουσιάζεται έντονα στην ελληνική οικονομία το φαινόμενο του πληθωρισμού της απληστίας των κερδών.
Συμπίεση προς τα κάτω
Την κοινωνική αυτή κρίση υφίσταται, κατά βάση, το φτωχοποιημένο τμήμα του πληθυσμού (όριο φτώχειας το 2010 60% του ισοδύναμου εισοδήματος- 6.800 ευρώ ετησίως) και το 2023 είναι 5.700 ευρώ ετησίως.
Βέβαια, η μείωση αυτή του δείκτη φτώχειας το 2023 οφείλεται στην συμπίεση προς τα κάτω των εισοδημάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων.
Δηλαδή, ένα μονοπρόσωπο νοικοκυριό θεωρούνταν το 2010 ότι ήταν στο όριο της φτώχειας με 6.700 ευρώ, γιατί το διαθέσιμο ισοδύναμο εισόδημα ήταν 11.160 ευρώ, ενώ το 2023 το αντίστοιχο ισοδύναμο εισόδημα είναι 9.500 ευρώ, δηλαδή μειωμένο κατά 15%.
Στις συνθήκες αυτές η επιστροφή από την 1/1/2024 στους δημοσιονομικούς περιορισμούς στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει παράταση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, παρά την αποδεδειγμένη κατάρρευση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος και τη συντελούμενη κοινωνικοοικονομική κρίση, με αναμενόμενο αποτέλεσμα την περαιτέρω αύξηση των κοινωνικοοικονομικών αβεβαιοτήτων και τον κίνδυνο επιδείνωσης του επιπέδου διαβίωσης της πλειοψηφίας των πολιτών.
Επιτόκια και οικονομία
Πράγματι, για παράδειγμα στην Ελλάδα τα πλεονάσματα που απαιτούνται να χρηματοδοτήσουν, μεταξύ άλλων, την ετήσια αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων προσεγγίζουν το επίπεδο των 8-10 δισ. ευρώ.
Στη προοπτική αυτή των πολιτικών δημοσιονομικής σύσφιξης στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπτύσσεται ένας σοβαρός προβληματισμός στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης αναφορικά με τον κίνδυνο επιβράδυνσης τους στο μέλλον.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με το Bloomberg Economics (7/8/23), η αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων η οποία αναμένεται να κορυφωθεί το 2024 θα επηρεάσει αρνητικά την οικονομία της ευρωζώνης κατά 3,8%.
Επιπλέον, ο συνδυασμός με την επαναφορά των περιορισμών στις δημόσιες δαπάνες και την άρση των μέτρων στήριξης εκτιμάται ότι η αρνητική επίδραση που θα επιφέρουν θα ανέλθει μέχρι το 5%.
Στις συνθήκες αυτές, κατά το Bloomberg Economics, η ομαλή προσγείωση είναι το ορθότερο σενάριο. Η ύφεση όμως ίσως είναι το πιθανότερο σενάριο και μάλιστα σε περίοδο ευρωεκλογών.
Κι’ αυτό επειδή οι οικονομίες των κρατών-μελών έχουν ήδη κλονιστεί από την ενεργειακή κρίση, τον πληθωρισμό, την αύξηση των επιτοκίων, την μείωση της ζήτησης και των παραγγελιών, την κοινωνική κρίση, την περιπλοκότητα αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, την γήρανση του πληθυσμού και την έλλειψη του εργατικού δυναμικού (Th.Schnee, Alternatives Economiques, 25/7/2023).
Τέλος οι εκλογές, τέλος και οι παροχές…
Για να επιτευχθεί η παντοδυναμία Μητσοτάκη την προηγούμενη τετραετία χρειάστηκαν παροχές, οι οποίες εντάθηκαν στην προεκλογική περίοδο του 2023 και εν πολλοίς οδήγησαν στα αποτελέσματα της κάλπης και του Μαΐου και του Ιουνίου. Όμως, τώρα προσγειωνόμαστε στην σκληρή πραγματικότητα.
Εξάλλου, εδώ και μήνες έχουμε τεθεί σε νέο μηχανισμό εποπτείας από την ΕΕ, καθώς η Κομισιόν ελέγχει τις ενέργειες της κυβέρνησης σε δημοσιονομικό επίπεδο, εντάσσοντας την Ελλάδα στις ανισόρροπες δημοσιονομικά χώρες.
Η Κομισιόν υπενθυμίζει πλέον –σε αυστηρούς τόνους– ότι η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα απενεργοποιηθεί στα τέλη του 2023.
Ζητάει παράλληλα την εφαρμογή δημοσιονομικών πολιτικών κατά την περίοδο 2023-24, οι οποίες θα διασφαλίσουν τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Υπό τα νέα δεδομένα, θα υπάρξει αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις.
Για να επιτευχθεί η τήρηση της τιμής αναφοράς του 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα θα πρέπει να εφαρμοστεί λιτότητα ύψους τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2023.
Ακόμη, θα έχουμε περικοπές στις δαπάνες με βασικά θύματα την δημόσια υγεία και παιδεία και τέλος η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα αναγκαστεί να καταργήσει από το 2024 όλα τα pass, που κατά τη διάρκεια των πολλαπλών κρίσεων (πανδημία, ακρίβεια κτλ) είχαν καταπραΰνει την οργή των πολιτών.
Παρέλκει να αναφερθεί ότι τα 18 δισ. που απομένουν από το Ταμείο Ανάκαμψης θα κατευθυνθούν σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις, αφήνοντας την συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών εταιριών χωρίς χρηματοδότηση.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, το υπουργείο Οικονομικών προχώρησε σε διάψευση, μέσω διαρροών, για έξτρα παροχές για την οικονομική ανακούφιση των Ελλήνων ενόψει Δ.Ε.Θ.
Ειδικότερα, οι κύκλοι του υπουργείου αναφέρουν: «Ενώ δεν έχει ακόμη “στεγνώσει το μελάνι” από την ψήφιση στα τέλη Ιουλίου των μέτρων στήριξης των πολιτών ύψους 4,4 δισ. ευρώ (νομοθέτηση του 50% του οικονομικού προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας), με βάση την λεγόμενη “υπεραπόδοση εσόδων”, υπάρχουν σήμερα δημοσιεύματα και ρεπορτάζ για επικείμενες νέες παροχές.
Τα δημοσιεύματα και τα ρεπορτάζ αυτά δεν εδράζονται στη πραγματικότητα διότι, με βάση και τη χθεσινή ανακοίνωση του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού, τα στοιχεία έχουν ως εξής:
Τα αυξημένα κατά 2.347 εκατ. ευρώ φορολογικά έσοδα την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2023, είναι σε ταμειακή βάση και όχι σε δημοσιονομική βάση, όπως ήταν σαφές στη σχετική ανακοίνωση, και οφείλονται σε έναν βαθμό και στην συλλογή εσόδων που αφορούσαν το προηγούμενο έτος (2022) και συγκεκριμένα:(α) τμήμα της αύξησης αυτής, ποσού 470 εκατ. ευρώ περίπου, αφορά την παράταση της προθεσμίας πληρωμής των τελών κυκλοφορίας μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2023 και προσμετρείται δημοσιονομικά στο έτος 2022,
(β) επίσης ποσό περίπου 367 εκατ. ευρώ αφορά την απόδοση των φόρων εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων του προηγούμενου έτους που εισπράχθηκαν σε δόσεις μέχρι και το τέλος Φεβρουαρίου 2023 και προσμετρείται δημοσιονομικά στο έτος 2022,
(γ) οι επιστροφές εσόδων που μετρούν αρνητικά στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα εμφανίζονται αυξημένες κατά 636 εκατ. ευρώ από τον στόχο.
Συνεπώς, από τα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού προκύπτει πως ναι μεν υπάρχει καλύτερη απόδοση των φορολογικών εσόδων έως τον Ιούλιο, όμως αυτή υπολογίζεται δημοσιονομικά σε 874 εκατ. ευρώ και όχι 2,34 δισ. ευρώ που είναι η ταμειακή υπεραπόδοση.
Τη στιγμή μάλιστα που στο Πρόγραμμα Σταθερότητας έχει ήδη συμπεριληφθεί πρόβλεψη για καλύτερη απόδοση ύψους 1,7 δισ. ευρώ στο σύνολο του έτους σε σχέση με τον Προϋπολογισμό, όπως και αύξηση δαπανών».
Επίσης, σημειώνουν ότι «συνεπώς η εκτέλεση του Προϋπολογισμού δεν εμφανίζει αποκλίσεις σε σχέση με τους στόχους που έχουν τεθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας αλλά θετικές αποκλίσεις σε βάση μόνο ταμειακή» και επισημαίνουν: «Η κυβέρνηση παρακολουθεί πάντοτε τα κοινωνικά προβλήματα χωρίς να παραγνωρίζει όμως την ανάγκη μιας σοβαρής δημοσιονομικής πολιτικής που είναι το θεμέλιο της συνολικής οικονομικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, και με βάση το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ, υιοθετήθηκαν πρόσφατα μια σειρά από μέτρα στήριξης των πολιτών ύψους 4,4 δισ. ευρώ με ορίζοντα 4ετίας.
»Αναφέρονται ενδεικτικά, οι αυξήσεις -για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια- των μισθών και μιας σειράς επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων, η επέκταση του market pass μέχρι τον Οκτώβριο, η θέσπιση του youth pass, η απαλλαγή για 200.000 ευάλωτους συμπολίτες από την συμμετοχή τους στα φάρμακα, η μείωση κατά 10% του ΕΝΦΙΑ για ακίνητα που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές, η επέκταση του αφορολόγητου για εξαρτώμενα μέλη κ.ά.
Η κυβέρνηση θα συνεχίσει στην ίδια γραμμή συνδυάζοντας πάντοτε την κοινωνική ευαισθησία και τη δημοσιονομική σταθερότητα». To συμπέρασμα: Από την απομάκρυνση του ταμείου, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται!
Το πνεύμα του Σόϊμπλε και η Γερμανία δίνουν επείγον «σήμα» σκληρών μέτρων για το υπερβολικό χρέος
Στη Γερμανία προ του κινδύνου πλήρους οικονομικής καταστροφής μετά την πρωτοφανή για τα δεδομένα της χώρα δημοσιονομική επέκταση και την άρση του συνταγματικά προβλεπόμενου «φρένου» στο χρέος για δύο έτη επιστρέφει το πνεύμα του γνωστού στα καθ’ ημάς Wolfgang Schaeuble και η συνειδητοποίηση για την ανάγκη επιστροφής σε έναν ενάρετο οικονομικό κύκλο.
Με βάση τις δηλώσεις της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας οι οποίες… προαναγγέλλουν τις πολιτικές της Ευρωζώνης, δεν πρόκειται να αναβιώσει η οικονομική λογική της δημοσιονομικής επέκτασης – το σοσιαλδημοκρατικό συμβόλαιο για το οποίο έγινε γνωστή η Γερμανία μεταπολεμικά. Θα συμβεί το ακριβώς αντίθετο.
Θα ασκήσει πιέσεις στο πλαίσιο της αναδιαμόρφωσης των όρων του Συμφώνου Σταθερότητας και ανάπτυξης, ώστε η οικονομία της Ευρωζώνης να παραμείνει σε τροχιά αντιμετώπισης του.. βουνού του χρέους που έχει διαμορφωθεί και εξυγίανσης των οικονομιών.
Για την Ελλάδα, το χρέος της οποίας έχει ξεπεράσει τα 404 δισ. ευρώ…, αντιλαμβανόμαστε ότι ξεκινά ένας σημαντικός γύρος δημοσιονομικών περιοριστικών μέτρων και οι όποιες πολιτικές.. υποσχέσεις για ενισχύσεις εκ μέρους της κυβέρνησης απλώς αποτελούν εκδήλωση ενός καταφανούς οικονομικού λαϊκισμού.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο καγκελάριος Olaf Scholz απέρριψε τις εκκλήσεις για υψηλότερες, χρηματοδοτούμενες από το χρέος ομοσπονδιακές δαπάνες για την τόνωση της ανάπτυξης και επισήμανε ότι η Γερμανία βρίσκεται σε καλή θέση, παρά την τρέχουσα αδύναμη κατάσταση της οικονομίας της.
Να μην ξεχνάμε επίσης όπως σημειώνουν διεθνείς αναλυτές ότι το αξιόχρεο της Γερμανίας είναι που κρατάει την καμπύλη των αποδόσεων των ομολόγων του ευρώ σε επίπεδο τέτοιο ώστε να είναι εξυπηρετήσιμο το χρέος των κρατών – μελών.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης έχει «τις καλύτερες προϋποθέσεις προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα συνεχίσουμε είμαστε στην αιχμή των τεχνολογικών εξελίξεων σε 10, 20 και σε 30 χρόνια», είπε ο Scholz στην εφημερίδα Mediengruppe Bayern σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε το Σάββατο 16 Αυγούστου.
Ο ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών επισήμανε ότι η Γερμανία «δεν πρέπει να θεωρείται ένας μη ανταγωνιστικός προορισμός επιχειρηματικών επενδύσεων», αλλά αντίθετα έχει θετικές οικονομικές προοπτικές.
Το υπουργείο Οικονομίας της Γερμανίας ανακοίνωσε πρόσφατα ότι ετοιμάζει ένα πακέτο ενισχύσεων ύψους περίπου 20 δισεκατομμυρίων ευρώ (22 δισεκατομμύρια δολάρια) για να υποστηρίξει την ανάπτυξη της τοπικής παραγωγής ημιαγωγών τα επόμενα χρόνια με πορους από το εκτός προϋπολογισμού Ταμείο για το Κλίμα και τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό.
Τα σχόλια του Scholz ήρθαν μια ημέρα αφότου τα στοιχεία επιχειρηματικής εμπιστοσύνης έδειξαν ότι η Γερμανία δέχτηκε άλλο ένα πλήγμα τον Αύγουστο, παρά το γεγονός ότι η οικονομία κατάφερε να βγει από την ύφεση το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών του ινστιτούτου Ifo μειώθηκε στο 85,7 από το αναθεωρημένο 87,4 τον προηγούμενο μήνα, υπολειπόμενος από τη διάμεση εκτίμηση σε έρευνα του Bloomberg.
Τα οικονομικά στοιχεία από τη Γερμανία – επί δεκαετίες η κινητήρια δύναμη ανάπτυξης της Ευρώπης όσον αφορά την εξωστρέφεια της οικονομίας της και το εξωτερικό εμπόριο – δεν θα κάνουν τίποτα για να καταπνίξουν τη σχεδόν βεβαιότητα ότι είναι πιθανή μια παρατεταμένη περίοδος αδυναμίας. Η Γερμανία είναι η μόνη μεγάλη χώρα της οποίας η οικονομική παραγωγή προβλέπεται να συρρικνωθεί φέτος.
Η τρέχουσα ανάπτυξη είναι «μη ικανοποιητική», επισήμανε ο Scholz στον εκδότη τοπικής εφημερίδας της Βαυαρίας. Πρόσθεσε ότι η Γερμανία αισθάνεται το βάρος μιας αποδυναμωμένης παγκόσμιας οικονομίας λόγω της εξάρτησής της από τις εξαγωγές. Ο Scholz απέρριψε την κριτική που ασκείται από τη σοσιαλδημοκρατική «ορθοδοξία» ότι τα προβλήματα της Γερμανίας έχουν επιδεινωθεί εξαιτίας της απροθυμίας της κυβέρνησής του να ενισχύσει τις δαπάνες που εκτινάσσουν στα ύψη το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας.
«Δεν είμαι σίγουρος ότι η Ένωση πιστεύει στην πραγματικότητα ότι πρέπει να αναλάβουμε περισσότερο χρέος», επισήμανε, προσθέτοντας ότι η Γερμανία ανέλαβε χρέος ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ τα τελευταία χρόνια για να αντιμετωπίσει την πανδημία και να αμβλύνει τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής στο Ουκρανία και την επακόλουθη εκτόξευση των τιμών της ενέργειας.
Απέρριψε επίσης τις εκκλήσεις για επιδότηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος για μεγάλες επιχειρήσεις, ένα βήμα που έχουν ζητήσει ορισμένοι βουλευτές του κόμματός του αλλά και των κομμάτων του τριμερούς κυβερνητικού συνασπισμού.
«Δεν μας λείπουν μόνο τα χρήματα για να επιδοτήσουμε την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας μακροπρόθεσμα, αλλά και η δυνατότητα να νομιμοποιήσουμε αυτές τις επιλογές (σ.σ. με βάση το ισχύον θεσμικό μας σύστημα», είπε ο Scholz.
Την ίδια ώρα ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Christian Lindner και θιάσώτης της ελεύθερης αγοράς, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα απέρριψε τις συζητήσεις ότι η Γερμανία σχεδιάζει να καταφύγει σε φορολογικά μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν για τελευταία φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για την εξυγίανση του προϋπολογισμού, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg την Κυριακή 20 Αυγούστου 2023.
Μιλώντας στην ανοιχτή ημερίδα της κυβέρνησης στο Βερολίνο, ο επικεφαλής των Ελεύθερων Δημοκρατών δήλωσε ότι προτάσεις για αναβίωση μιας πολιτικής που ανάγκαζε τους ιδιοκτήτες ακινήτων και όσους διαθέτουν με σημαντικά περιουσιακά στοιχεία να πληρώνουν εισφορά 50% σε ένα ταμείο για την ίση προστασία όλων (equalization) 30 έτη είναι απολύτως… fake news! Το ταμείο παρείχε οικονομική αποζημίωση σε Γερμανούς που υπέστησαν υλικές ζημιές ή αντιμετώπισαν άλλες σοβαρές δυσκολίες ως αποτέλεσμα του πολέμου.
«Κάτι τέτοιο διαδίδεται από τους κύκλους του AfD», επισήμανε ο Lindner απαντώντας σε ερώτηση του κοινού, αναφερόμενος στο ακροδεξιό πολιτικό κόμμα της Γερμανίας, το οποίο έχει ανέλθει στη δεύτερη θέση στις δημοσκοπήσεις. Tο AfD θεωρεί πλήρως αντιαναπτυξιακό τον τρόπο των κεφαλαικών μεταβιβάσεων όπως γίνεται στην Ευρωπαϊκή ¨Ενωση και θεωρει εγκληματικό αυτή η πολιτική να χρηματοδοτείται με από τον Γερμανό φορολογούμενο.
«Αποκλείω απολύτως μία νομοθεσία εξίσωσης των φορολογικών βαρών (σ.σ. στο πλαίσιο της ίσης προσπασίας όλων έναντι των οικονομιών κινδύνων)». Η Γερμανία μπορεί να φτάσει το επίπεδο του δημόσιου χρέους της πριν από την κρίση, περίπου στο 60% του ΑΕΠ «σε λίγα χρόνια» χωρίς τέτοια μέτρα, πρόσθεσε, χάρη στην καλή δημοσιονομική διαχείριση και τις πολιτικές για την ταχύτερη προώθηση της ανάπτυξης.
Ο ίδιος αστειεύτηκε ότι αυτό θα συνέβαινε κατά τη διάρκεια της θητείας του, «αν και έχω λάβει υπόψη μου την επανεκλογή». Ως ποσοστό του ΑΕΠ, το χρέος της Γερμανίας μειώθηκε στο 66,4% πέρυσι από 69,3% το 2021, σύμφωνα με στοιχεία της Bundesbank.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου