«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ
ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ»ΚΡΑΤΟΣ Ή ΕΤΑΙΡΕΙΑ ;
«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ» ΚΡΑΤΟΣ Ή ΕΤΑΙΡΕΙΑ ;
Της Βενετίας Κάντζια
ΜΕΡΟΣ 2ον
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι είχε φτάσει πλέον η ιστορική στιγμή για να υπογραφεί η με τόση αγωνία αναμενόμενη Συνθήκη Ειρήνης και να δοθεί
15
επιτέλους και το δικαίωμα στο γερμανικό λαό να αποφασίσει ελεύθερα για
το καινούριο του Σύνταγμα. Να επανακτήσει τα κυριαρχικά και εδαφικά
του δικαιώματα αλλά και την πραγματική του ελευθερία. Όμως η ευκαιρία
αυτή δυστυχώς χάθηκε και η οριστική Συνθήκη Ειρήνης ούτε τότε αλλά
ούτε και μέχρι τη σημερινή ημέρα δεν έχει ακόμη υπογραφεί. Είναι, όμως,
η απαραίτητη προϋπόθεση της άρσης της εμπόλεμης κατάστασης στην
οποία βρίσκεται ακόμη η Γερμανία με όλους τους αντιπάλους της κατά τον
2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και της ως εκ τούτου προσωρινής κατάπαυσης
πυρός με όλους αυτούς με τους οποίους είχε βρεθεί τότε σε πολεμική
σύρραξη. Και όπως έχει καθοριστεί ακόμη και από το Γερμανικό
«Συνταγματικό Δικαστήριο» της Καρλσρούης στις 31.7.1973 και όχι το
Αλλά εδώ έχει επίσης παραβιαστεί και το άρθρο 3 της Χάρτας του
Ατλαντικού του 1941 το οποίο εγγυάται τα δικαιώματα των λαών να
αποφασίζουν ελεύθερα τη μορφή του πολιτεύματος κάτω από το οποίο
θέλουν να ζουν, όπως και την επιστροφή του δικαιώματος της
ανεξαρτησίας και αυτοδιοίκησής τους, όταν αυτά τα έχουν με βίαιο τρόπο
αποστερηθεί. Και όπως ανέφερε μεταξύ άλλων και ο καθηγητής Dr. Carlo
Schmidt σε μια ιστορική του ομιλία την 8.9.1948, το «Σύνταγμα είναι η
γενική απόφαση ενός ελεύθερου λαού, για το είδος και το περιεχόμενο
της πολιτικής του ύπαρξης». Αποτελεί δε την ορθή βάση ενός κράτους
που καθορίζει τα δικαιώματα του ατόμου, τα όρια της κρατικής εξουσίας
και είναι η νομική μορφή της αυτοπραγμάτωσης της ελευθερίας ενός λαού
που έχει σαν νόμο ζωής το πάθος για τη δημοκρατία. Την Ομοσπονδιακή
Δημοκρατία της Γερμανίας την έβλεπε ως ένα «κομμάτι μόνο του
Κράτους» και ο Βασικός Νόμος έπρεπε να αντιμετωπιστεί ως προσωρινή
16
πραγματικότητα και όχι ως Σύνταγμα. Όσο για τους θεωρούμενους ως
πρωτεργάτες Γερμανούς ειδικούς, μας λέει ότι σε αυτούς δεν επετράπη
τίποτα παραπάνω από το να βάλουν το κόμμα και την τελεία. Όλο το
κείμενο τους επεβλήθη από τους συμμάχους, αφού δεν υπήρχε κυρίαρχος
λαός στη στρατιωτικά κατεχόμενη πλέον χώρα, ο οποίος με ελεύθερη
βούληση θα αποφάσιζε για την τύχη του με ένα νέο Σύνταγμα. Και αυτό
το Σύνταγμα θα αποτελούσε την οριστική απόφαση του Γερμανικού λαού
ως προς τη μελλοντική κρατική του υπόσταση. Αυτό βέβαια προϋπόθετε
και προϋποθέτει την προηγούμενη «απελευθέρωσή» του τόσο από
εξωτερικούς (δηλ. τους κατακτητές) όσο και από εσωτερικούς παράγοντες.
Και εδώ, ως προς τους τελευταίους, εννοείται η δικτατορία των κομμάτων
που έχει επιβληθεί στη χώρα, με την επέκτασή της σε ολόκληρη την
Ευρώπη, με βασικό κέντρο τις Βρυξέλλες και την τραπεζική μαφία, που
παίρνει στα χέρια της τις τύχες όλης της ηπείρου.
Εκείνη, λοιπόν, τη στιγμή της κατάργησης αυτών των δύο
προσωρινών οντοτήτων αλλά και της παύσης ισχύος της μέχρι τότε
«νόμιμης» πολιτικής εξουσίας, επακόλουθο και της ακύρωσης του άρθρου
23 του Βασικού Νόμου που, όπως ήδη αναφέραμε, είχε περιορισμένη
εφαρμογή στη Δυτική μόνο Γερμανία, όλες οι συμφωνίες και συνθήκες οι
οποίες έχουν υπογραφεί μετά την ημερομηνία αυτή είναι άκυρες, ακόμα
και αυτή η Συμφωνία της «Ένωσης» των δύο Γερμανιών, γιατί στο Διεθνές
Δίκαιο και τη Συμφωνία της Βιέννης, τη σχετική με το Δίκαιο των
Συμβάσεων της 23.5.1969, η οποία είχε επικυρωθεί και από την
Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στις 20.8.1987, αναφέρεται το
άκυρο των Συμβάσεων, όταν αυτές συντάσσονται ενάντια στα δικαιώματα
των λαών και από μη νομιμοποιημένους γι’ αυτό από το λαό πολιτικούς να
τον εκπροσωπήσουν. Έτσι, σύμφωνα με νομικούς κύκλους και κινήματα
17
πολιτών, εντελώς παράνομα συνεχίζει η Γερμανία να χρησιμοποιεί το
πάλαι ποτέ προσωρινό όνομα του Δυτικού Τμήματος (δηλ. Ομοσπονδιακή
Δημοκρατία της Γερμανίας) και με το «έτσι θέλω» να το επιβάλλει χωρίς
να ρωτήσει κανέναν και στην πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και
το Βερολίνο, καθώς και τον προσωρινό Grundgesetz και εν γνώσει ότι έχει
πλέον προ πολλού κλείσει ο κύκλος της προσωρινότητάς τους. Και κάθε
άλλη δε συνέχιση ή χρησιμοποίηση των ονομάτων τους δεν είναι νόμιμη
και προϋποθέτει ότι θα έπρεπε να έχουν ακολουθηθεί τα νομικά βήματα
που έχουμε προαναφέρει.
Και πώς θα μπορούσε ίσως να είναι και διαφορετική η λύση που
δόθηκε τότε, όταν η «ειρηνική επανάσταση» της Λαϊκής Δημοκρατίας της
Γερμανίας με το στόχο της ένωσής της με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία
της Γερμανίας είχε αντιμετωπιστεί με δυσπιστία, σκεπτικισμό, ανασφάλεια
και ανησυχία από τους γείτονές της ως προς τη διαμόρφωση πλέον μιας
καινούριας πολιτικής κατάστασης στο κέντρο της Ευρώπης...
Έτσι έχουμε τον Francois Mitterand να καλεί στις 14 Νοεμβρίου 1989
σε σύνοδο κορυφής τους προέδρους και πρωθυπουργούς των τότε 12
κρατών της Ε.Ε. για να συζητήσουν τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ευρώπη,
αλλά και για να διεκδικήσουν και κάποιο σχετικό έλεγχο στην όλη αυτή
κατάσταση που πλέον είχε δημιουργηθεί. Λίγες μέρες αργότερα, στις 28
Νοεμβρίου 1989, ο ίδιος ο Mitterand δήλωνε σε Γάλλους δημοσιογράφους
(και αφού είχε ήδη ακούσει το σχετικό με την «ένωση» σχέδιο του Helmut
Kohl) ότι θεωρούσε ως απίθανο γεγονός μια γερμανική νομική και
πολιτική ένωση.
Ακόμα και ο ίδιος τότε Υπουργός Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής
Δημοκρατίας της Γερμανίας Hans Dietrich Genscher έφτασε να δηλώνει
18
ότι μια ενωμένη Γερμανία, ως ανεξάρτητη και μη ελεγχόμενη δύναμη, θα
ήταν ανυπόφορη για την Ευρώπη. Με τον δε επί πολλά χρόνια έμπιστο του
Γάλλου Προέδρου Regis Depray να απειλεί κιόλας με αναβίωση της
γαλλο-ρωσικής συμμαχίας σε περίπτωση που μια ενωμένη και πάλι
Γερμανία θα αποκτούσε κυρίαρχο ρόλο, τέτοιον ο οποίος θα μπορούσε για
μια ακόμη φορά να διαταράξει την ειρήνη και την ασφάλεια στην Ευρώπη.
Η πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Margaret Thatcher, αντίθετα,
έβλεπε ως κίνδυνο την οικονομική δύναμη της Γερμανίας που θα μπορούσε
να ισχυροποιηθεί περαιτέρω ως αποτέλεσμα της ένωσης και δεν
επιθυμούσε την επιτάχυνση της απαραίτητης τυπικής διαδικασίας προς το
σκοπό αυτό. Αλλά και ο Ιταλός Πρόεδρος Giulio Andreotti πίστευε ότι η
ένωση των δύο Γερμανιών δεν ήταν επίκαιρη και θα ερχόταν σε λάθος
στιγμή.
Αντίθετα, στις Η.Π.Α. το κλίμα ήταν τελείως θετικό και χαιρετίστηκε
ως επιτυχία και εκπλήρωση - δικαίωση της μακράς πολιτικής των δυτικών.
Ο δε πρόεδρος Bush και ο υπουργός των εξωτερικών Baker υποστήριξαν
την ένωση στα πλαίσια της καλυτέρευσης των αμερικανο-σοβιετικών
σχέσεων. Επιπλέον, η ένωση αυτή των δύο Γερμανιών θα έπρεπε να γίνει
μέσα στα πλαίσια θεσμών όπως το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. και να ληφθούν
σοβαρά υπ’ όψιν τα δικαιώματα και οι ευθύνες των τεσσάρων νικητριών
συμμαχικών δυνάμεων, ώστε να εξαλειφθεί και ο φόβος μια πιθανής
ουδέτερης Γερμανίας. Αυτό ήταν θέμα το οποίο απασχολούσε σοβαρά και
τον Mitterand. Έτσι, απόλυτη προτεραιότητα θα έπρεπε οπωσδήποτε να
δοθεί στην ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της ενωμένης Γερμανίας. Ο Helmut
Kohl, λοιπόν, συμφώνησε και ενέδωσε στις μεγάλες πιέσεις των Παρισίων
για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, τα οποία
19
ετέθησαν από την αρχή ως απόλυτη προϋπόθεση για την περαιτέρω
ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Αυτά τα δύο πολύ βασικά σημεία συμφωνήθηκαν αργότερα στη
Συνθήκη του Maastricht, η οποία υπογράφηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1992,
με βασικούς συντελεστές τη Γερμανία και τη Γαλλία, της οποίας Γαλλίας η
συγκατάθεση διευκόλυνε πλέον τα μέγιστα στην «επανένωση» της
Γερμανίας.
Όμως, στη Μ. Βρετανία η Margaret Thatcher εξακολουθούσε να είναι
σκεπτική με την “επανένωση” και όχι μόνο κρατούσε σοβαρές αποστάσεις,
αλλά πίστευε ότι η σύνδεση της Γερμανίας στα πλαίσια της Συνθήκης του
Maastricht θα μπορούσε να αποδειχθεί το εργαλείο το οποίο θα οδηγούσε
την ενωμένη πλέον χώρα να επιδιώξει να κυριαρχήσει μια μέρα και πάλι
στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Αλλά και ο τότε υπουργός εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης
Schewardnadse ήταν της γνώμης ότι δεν θα υπήρχε χώρα στην Ευρώπη η
οποία δεν θα αντιλαμβανόταν την επανένωση της Γερμανίας σαν κίνδυνο
στη σταθερότητα που είχε επιτευχθεί στα μεταπολεμικά χρόνια που
ακολούθησαν μετά το 1945.
Όμως τα γεγονότα έτρεχαν: η κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση ήταν
εξαιρετικά κρίσιμη, καθώς 60 έως 100 εκατομμύρια πολίτες ζούσαν είτε
στα όρια της φτώχιας είτε ακόμη πιο κάτω. Η ατμόσφαιρα στο στρατό και
τα σώματα ασφαλείας είχε επικίνδυνα χειροτερεύσει, τόσο που μέσα στα
τόσα τραγικά προβλήματα της χώρας η «επανένωση» της Γερμανίας θα
ήταν απλά μια είδηση στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων, όπως άλλωστε
υποστήριζε και ο ίδιος ο Gorbatschow.
20
Και βέβαια στη Δύση κάποιοι έτριβαν κιόλας τα χέρια τους για το
φαγοπότι που έβλεπαν πλέον στον ορίζοντα από την επερχόμενη
κατάρρευση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, αφού το καθεστώς
αδυνατούσε πλέον να επιβληθεί στην όλο και αυξανόμενη δυσαρέσκεια
των πολιτών. Αλλά και η σωτηρία του θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με
μια στρατιωτική παρέμβαση εκ μέρους της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία αν
αποτύγχανε, θα σήμαινε και την απώλεια της Πολωνίας, της Ουγγαρίας,
της Τσεχοσλοβακίας, πράγμα που δεν ήθελε με κανένα τρόπο να
διακινδυνεύσει ο Gorbatschow.
Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό κλίμα, λοιπόν, ξεκίνησαν οι διαδικασίες
της «επανένωσης» της Γερμανίας. Ο Gorbatschow, από τη μεριά του,
έδωσε εντολή στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας να ετοιμάσει ένα χρονικό
πλαίσιο σχετικά με την επιστροφή των γερμανικών εδαφών που
βρίσκονταν κάτω από την «προσωρινή» διοίκηση και διαχείριση της
Πολωνίας και Ρωσίας. Όμως, προς μεγάλη του έκπληξη, η γερμανική
πλευρά, καταπατώντας όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα, επέμεινε να
παραμείνουν ως έχουν τα σύνορα με την Πολωνία, τα οποία είχαν οριστεί
μετά τον πόλεμο κατά τη διαδικασία του διαμελισμού της ηττημένης
Γερμανίας από τους νικητές - συμμάχους. Ο δε Kohl και ο Genscher, στη
συνέχεια, παραπλάνησαν το λαό τους ανακοινώνοντας ότι αυτό υπήρξε
σοβιετικός όρος και απαίτηση για την πραγματοποίηση της «επανένωσης»!
Όπως αυτοί, βέβαια, ψευδώς την παρουσίασαν…
Και εδώ, κατά τους ερευνητές και τα κινήματα πολιτών, ξεκινάει το
έτος 1990 η εποχή του Μεγάλου Ψέματος, της Μεγάλης Απάτης που έχει
συντελεστεί πρωταρχικά σε βάρος του γερμανικού λαού και σε επέκταση
σε βάρος και των άλλων κρατών της Ευρώπης και όχι μόνο.
21
Με λίγα λόγια, το 1990 έπρεπε:
• να αποκατασταθεί η κυριαρχική δομή της Γερμανίας
• να αποκτήσει τη ελευθερία και την ανεξαρτησία της η χώρα
• να έχουν περατώσει όλοι οι σύμμαχοι την μετά τον πόλεμο κατοχή
της
• να συνταχθεί και να επικυρωθεί το καινούριο Σύνταγμα με ίδρυση
πραγματικού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Αυτό που ονομάζεται
έτσι και βρίσκεται στην Καρλσρούη είναι μια «αυταπάτη», αφού δεν
υπάρχει παρά μόνο ο Βασικός νόμος που έχει επιβληθεί από τους
κατακτητές, με προσωρινή διάρκεια εφαρμογής και καμία
επικύρωση απο το γερμανικό λαό, ως όφειλε να είχε γίνει.
Όμως αντί αυτού εξακολουθούν να παραμένουν στο γερμανικό
έδαφος 250.000 Αμερικανοί στρατιώτες, π.χ. στη Φρανκφούρτη, στο
Ράμμσταϊν, με ό,τι αυτό σημαίνει, δηλαδή την κανονική και παράνομη
συνέχιση της στρατιωτικής κατοχής της χώρας και μάλιστα με τη
χρηματική επιβάρυνση των ίδιων των Γερμανών! Το κυριότερο όμως είναι
ότι και μετά το 1990 εξακολουθεί να είναι απαγορευτικό στο γερμανικό
λαό το αυτονόητο δικαίωμα να αποκτήσει με ελεύθερη βούληση το δικό
του Καταστατικό Χάρτη.
Αλλά φαίνεται ότι πολλά είχαν προγραμματιστεί και σχεδιαστεί πολύ
πριν σε βάρος του γερμανικού λαού και των δικαιωμάτων του, αφού ο ίδιος
ο Winston Churchill, σε ραδιοφωνική εκπομπή στις 3.9.1939, είχε τονίσει
ότι «Αυτός ο πόλεμος είναι ο πόλεμος της Αγγλίας. Ο στόχος του είναι η
καταστροφή της Γερμανίας...Εμπρός στρατιώτες του Χριστού!». Κι ακόμη:
«Πρέπει να τους είναι ξεκάθαρο ότι αυτός ο πόλεμος δεν είναι ενάντια
στον Χίτλερ ή τον Εθνοσοσιαλισμό αλλά στη δύναμη του γερμανικού λαού
22
την οποία θα πρέπει να κατακομματιάσουμε, αδιάφορο αν βρίσκεται στα
χέρια του Χίτλερ ή κάποιου Ισουίτη παπά».
Ακόμα, ο James Baker, πρώην υπουργός εξωτερικών των Η.Π.Α., σε
συνέντευξή του προς το περιοδικό der Spiegel (τ. 13, 1992), είχε αναφέρει
τα εξής: «Φτιάξαμε από τον Χίτλερ ένα τέρας, ένα διάβολο. Γι’ αυτό δεν
μπορούμε να απομακρυνθούμε από αυτό μετά τον πόλεμο. Κινήσαμε τις
μάζες εναντίον προσωπικά σε αυτόν τον διάβολο, άρα μετά τον πόλεμο
είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε να παίζουμε αυτό το διαβολικό
σενάριο. Θα μας ήταν αδύνατο να πείσουμε τους ανθρώπους μας ότι ο
πόλεμος ήταν μόνο ένα οικονομικό προληπτικό μέτρο».
Τέλος, ο αιδεσιμώτατος Ludvig A. Fritsch, Ph.D.,D.D. emer. Chicago,
το 1948 είχε πει: «Οι Γερμανοί ή είναι άγγελοι ή άγιοι για να έχουν ξεχάσει
και συγχωρέσει τις αδικίες αλλά και τις αγριότητες τις οποίες υπέστησαν
δύο φορές στα πλαίσια μιας γενιάς, χωρίς καν να έχουν αυτοί προκαλέσει
τους συμμάχους. Αν είχαν συμπεριφερθεί έτσι σε εμάς τους Αμερικανούς,
είναι βέβαιο ότι η εκδίκηση για τα παθήματά μας δεν θα γνώριζε όρια».
Και φτάνουμε έτσι, μετά τις πολλές διαβουλεύσεις με τις τέσσερις
Δυνάμεις, στη Συμφωνία 2+4 της 3ης Οκτωβρίου 1990, της λεγόμενης
«επανένωσης». Η ηγεσία της Ανατολικής Γερμανίας δηλώνει έτοιμη να
δεχτεί τη «ενσωμάτωσή» της στη Δυτική Επικράτεια, την αναφερόμενη
στο άρθρο 23 a.F του Βασικού Νόμου, το οποίο όμως και αυτό είχε ήδη
καταργηθεί από την 18.07.1990, όπως και οι δύο προσωρινές οντότητες.
Ερωτούν οι Γερμανοί πολίτες: Πώς είναι δυνατόν τα «εννέα» κρατίδια
της ήδη από 18.07.1990 καταργημένης Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας
να υιοθετήσουν ένα ήδη καταργημένο άρθρο του Βασικού Νόμου της ήδη
23
καταργημένης Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, όταν επιπλέον
αυτά τα «εννέα» κρατίδια ιδρύθηκαν μόλις στις 14.10.1990 και όταν δεν
υπήρχε «νόμιμη» εκπροσώπηση του Deutsches Reich, η οποία θα είχε την
επίσημη εξουσιοδότηση να διεκδικήσει τα δικαιώματα ολόκληρου του
γερμανικού λαού, των πολιτών της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης δηλαδή και
στα νόμιμα σύνορά της του 1933/1937;
Αυτή, λοιπόν, η ανενεργή και νόμιμα υπάρχουσα Δημοκρατία της
Βαϊμάρης αγνοήθηκε παντελώς και ήταν τελείως απούσα από όλες τις
διαπραγματεύσεις που έλαβαν χώρα προς το σκοπό αυτό. Οι δύο
«εικονικές» και ήδη καταργημένες οντότητες με τις ήδη καταργημένες
κυβερνήσεις τους και μαζί με τις τέσσερις συμμαχικές δυνάμεις (Η.Π.Α.,
Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση) «έκλεισαν» μεταξύ τους
τη γνωστή Συμφωνία που ακολούθησε.
Έτσι, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, «κρατώντας» το
πρώην προσωρινό της όνομα, «προσεταιρίστηκε» με αυτό και την πρώην
Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας δημιουργώντας μια μεγαλύτερη
επικράτεια. Αυτή η καθόλα εμπορική συμφωνία κόστισε δισεκατομμύρια
μάρκα στην Ομοσπονδιακή, η οποία τοιουτοτρόπως «αγόρασε» την
Ανατολική εξ ονόματος των τριών Δυτικών Δυνάμεων και προς χάριν τους,
πληρώνοντας την εξαγορά της στη Σοβιετική Ένωση. Και όπως ήδη
αναφέραμε, οι περιοχές ανατολικά της γραμμής των ποταμών Oder -
Neisse, χωρίς απόφαση νόμιμης εκπροσώπησης της Δημοκρατίας της
Βαϊμάρης, παρέμειναν εκτός των συμφωνιών και ευρίσκονται σε «κατοχή»
από την Πολωνία και τη σημερινή Ρωσία. Βλέπουμε, λοιπόν, εδώ μια
κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων από τους συμμάχους, που βέβαια με αυτόν τον τρόπο
ακυρώνουν και αφαιρούν κάθε στοιχείο νομιμότητας από όλες τις
24
συμβάσεις και συμφωνίες που έχουν υπογραφεί έκτοτε μεταξύ της
Γερμανίας και άλλων χωρών. Πάντα κατά τους ερευνητές, καθηγητές και
κινήματα πολιτών.
Και αφού τοιουτοτρόπως παρακάμθηκε το Διεθνές Δίκαιο και η
Διεθνής Νομιμότητα, δεν ήταν φυσικά δυνατή και η υπογραφή Συνθήκης
Ειρήνης μεταξύ της Γερμανίας και όλων των χωρών με τις οποίες είχε
εμπλακεί σε πολεμικές συρράξεις κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού
απαραίτητη προϋπόθεση θα ήταν η νόμιμη επαναφορά και λειτουργία της
Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αυτή και μόνο αυτή έχει αυτό το δικαίωμα,
μια και η νόμιμη ύπαρξή της συνεχίζεται, ευρισκόμενη φυσικά σε
αδράνεια.
Ας παρακολουθήσουμε τώρα τις διαφορές που δημιουργήθηκαν μετά
τον 2ο Π.Π. στις δύο προσωρινές διοικητικές οντότητες της Γερμανίας, σε
σχέση με Ιδιοκτησία - Λαό - Δικαιώματα και τα οποία ήταν
εξασφαλισμένα παλιότερα με το επίσημο Σύνταγμα της Βαϊμάρης.
25
DEUTCHES REICH
ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ ΛΑΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Τα μέτρα των Δυτικών↓Νικητών του 2ου Π.Π.
ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Κατάσχεση Αποζημιώσεις Υπόλοιπο Ιδιοκτησίας Δικαιώματα Διοίκησης(προσαρμόστηκαν)
↵
↵
Απαλλοτριώσεις Δικαιώματα Ιδιοκτησίας ( κ α τ α ρ γ ή θ η κ α ν)
ΚΥΡΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
=
ΜΕΤΟΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΤΕΣ
⇓ ⇓ ⇓
ΑΝΩΤΑΤΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η.Π.Α .+ Μ ΒΡΕΤΑΝΙΑ .ΕΠΙΤΡΟΠΟΙ
Μετά την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας οι
σχέσεις ιδιοκτησίας και υποχρεώσεων είχαν καθοριστεί επακριβώς. Είχαν
δε απομείνει για το γερμανικό λαό διοικητικά δικαιώματα που όμως
χρειάζονταν την επικύρωση των νικητών.
ΚΥΡΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
=
ΜΕΤΟΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
⇓ ⇓ ⇓
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η.Π.Α. + Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ
ΕΝΩΣΗ
Από 1949 ----- 1990 έχουμε:
Από 1949 ----- 1990 έχουμε:
Ετήσια κατανομή εσόδων:
1. Αύξηση αποθεματικού Εταιρείας
2. Προώθηση εξαγωγικών πλεονασμάτων προς τους ιδιοκτήτες
(Η.Π.Α. + Μ. Βρετανία)
3. Λοιπές προωθήσεις
- Αναπτυξιακή βοήθεια
- Πληρωμές στην Ε.Ε.
- Αποζημιώσεις σε θύματα καταναγκαστικής εργασίας κλπ.
Και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, όπως και η Λαϊκή
Δημοκρατία της Γερμανίας, είχαν ως κύρια υποχρέωση την πληρωμή
τεράστιων ποσών (για αποζημιώσεις) σε ομάδες ξένων συμφερόντων.
ΚΥΡΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
=
ΛΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
⇓ ⇓ ⇓
ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ
ΕΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΝΩΣΗ
Από 1949 ----- 1990 έχουμε:
Ετήσια χρήση βιομηχανικών αποτελεσμάτων:
1. Εξαγωγή των αποδόσεων, μετά από απόφαση του ιδιοκτήτη
(Σοβιετική Ένωση)
2. Κατανάλωση των επενδύσεων
ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΟ 1990:
ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΟ 1990:
ΛΕΗΛΑΣΙΑ - ΑΠΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΣΗ - ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ
Έτσι φτάνουμε στο έτος 1990. Στην πραγματικότητα, όπως και το ίδιο
Έτσι φτάνουμε στο έτος 1990. Στην πραγματικότητα, όπως και το ίδιο
το γερμανικό Υπουργείο Εσωτερικών έχει παραδεχτεί, δεν δημιουργήθηκε
ανεξάρτητο - κυρίαρχο κράτος.
ΚΥΡΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
=
ΛΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
⇓ ⇓ ⇓
ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ
ΕΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΝΩΣΗ
ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΟ 1990:
ΛΕΗΛΑΣΙΑ - ΑΠΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΣΗ - ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ
28
Μέχρι εδώ, λοιπόν, μπορούμε να σημειώσουμε τα εξής σημαντικά:
1. Οι δύο «προσωρινές οντότητες» που δημιούργησαν οι κατακτητές -
σύμμαχοι δεν ήταν «κράτη», ως συνέχεια του Deutsches Reich, αλλά
Παραγωγικές Εταιρείες, η μία κατά το καπιταλιστικό σύστημα και η
άλλη κατά το κομμουνιστικό.
2. Αμέσως μετά τη δημιουργία τους η σχέση «κατακτητού» και
υποχρεώσεων «των υπό κατοχή» είχε καθοριστεί με καθαρότητα και
ακρίβεια.
3. Και η Ομοσπονδιακή και η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας είχαν
την υποχρέωση να πληρώνουν σε διάφορες ομάδες ξένων
συμφερόντων μεγάλα ποσά, π.χ. για επανορθώσεις.
4. Η Λαϊκή Δημοκρατία μέσα στο χώρο των άλλων κομμουνιστικών
καθεστώτων είχε την 3η θέση ως προς την ανάπτυξη της βιομηχανίας
της και την 11η ανάμεσα στις άλλες βιομηχανικές χώρες. Πώς
βρέθηκε όμως το 1990 σε τέλεια κατάρρευση και τι απέγινε η
«λαϊκή» περιουσία της;
5. Όταν ήλθε το 1990 δεν ιδρύθηκε ανεξάρτητο - κυρίαρχο κράτος,
πράγμα που έχει μεταξύ άλλων επιβεβαιωθεί και από το
Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εσωτερικών ως αποτέλεσμα της
«Επανένωσης».
Συνεχίζεται
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου