Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

ΙΔΕ ΑΓΑΘΟΣ ΛΕΥΙΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΛΗΡΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΣ!


ΙΕΡΕΥΣ ΤΙΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΟΣ





Τον είδα αιφνίδια μέσα στον τεράστιο θάλαμο με τα 65-70 κρεβάτια μέσα στο πανδαιμόνιο που κάνουν 70 άνθρωποι όταν μαζευόταν και στριμώχνονταν σε ένα μικρό χώρο. Το φως πολύ. 

Έμπαινε από τα μεγάλα παράθυρα με τα σιδερένια κάγκελα. Ήταν πρωί περίπου 9 ή ώρα, όταν άνοιξε ή βαριά πόρτα, εξωτερική, και ανεβήκαμε ή νέα ομάδα των 1Ο φοιτητών, στο τμήμα αποτοξίνωσης στο Δαφνί. 


Πρόσωπα εκινούντο αέναα μέσα στο φαρδύ διάδρομο που άφηναν τα κρεβάτια τους. Άνθρωποι από όλα τα μέρη της πατρίδας και από πιο πέρα ακόμη. Με τις χαρακτηριστικές προφορές των Λαρισινών ή των Κρητικών και των νησιωτών. Κοντοί, ψηλοί, μελαχρινοί, άσπροι, αδύνατοι παχείς, πάσχοντες, όλος ό κόσμος αναγκασμένος να συμβιώνει.

Και μέσα σε αυτήν την άμπωτη και πλημμυρίδα των ανθρώπων ένας ψηλός ξανθωπός με μαύρα ρούχα και περιλαίμιο λευκό με λίγο υποτυπώδες γένι ξανθό άρχοντας, ατάραχος, γαλήνιος μέσα σ’ αύτη την ταραχή. Κατάλαβα ότι επρόκειτο για ιερέα. Ευτυχώς είπα μέσα μου, ένας καθολικός ιερέας στο τμήμα αποτοξίνωσης. 

Ευτυχώς που δεν είναι ορθόδοξος. Να ξεφτιλιζόμαστε στους γιατρούς και στους συμφοιτητές μας!!! Ευτυχώς. Χωριστήκαμε σε δύο ομάδες, βάλαμε τις ιατρικές μας μπλούζες και με τον υπεύθυνο γιατρό προχωρήσαμε στο κρεβάτι του πρώτου ασθενούς. Τον φώναξε ό υπεύθυνος από την παρέα του, ήρθε ένας μικρός μαγκάκος από την Λάρισα ομιλητικός αλλά μαγκάκος. 

Δεν θυμάμαι τίποτα από το πρώτο αυτό μάθημα ούτε γιατί ήταν μέσα ό ασθενής ούτε τι φάρμακα έπαιρνε απλώς στην ρύμη των λόγων του είπε. «Έχουμε και τον παπά να μας βοηθά και περνάμε καλά και ενώ έπρεπε να φύγουμε σε τρεις μήνες επισπεύσαμε το πρόγραμμα χάρις σ’ αυτόν και θα φύγω σε 1,5 μήνα». 

Τότε με τάραξε ο λογισμός μου ένας καθολικός παπάς με το κουστουμάκι του βοήθησε αυτόν εδώ; Αδύνατον, ένας καθολικός παπάς!!!! Στην πρώτη μας αύτη συνάντηση ουδέν έπραξα παρ’ όλο τον φυσικό μου κοινωνικό χαρακτήρα. Έφυγα όταν τελείωσε ό υποχρεωτικός μου χρόνος της παρουσίας.

Στη δεύτερη επίσκεψη την επόμενη εβδομάδα πάλι τα ίδια, άλλος ασθενής και νέα αποκάλυψη: «ευτυχώς που έχουμε τον παπά και μας βοηθά ειδικά τα βράδια που μένουμε με τους εαυτούς μας, μας παρηγορεί, μας εμψυχώνει. Είναι δικός μας παπάς, ορθόδοξος!»

‘Ένα κρύο ρεύμα με διαπέρασε, γκρεμίστηκαν όλα, ό ευσεβισμός μου δεν μπορούσε να δεχτεί ότι ένας παπάς ορθόδοξος ήταν μέθυσος, είχε ανάγκη αποτοξίνωσης και βρισκόταν πίσω από τα σίδερα με άλλους παρανόμους, μέθυσους και ναρκομανείς. Ούτε καν σε κάποιο ιδιωτικό κέντρο αποτοξίνωσης. 

Ή ιδέα που είχα για άσπιλη εκκλησία και οφειλόταν στη νεότητα μου ξεθώριασε απότομα. Τον πλησίασα, στεκόταν όρθιος και συνομιλούσε με έναν άλλο ασθενή, που έτρεμαν τα χέρια του. 

Συνομιλούσε άπλα για το τίποτα, ο άλλος τον άκουγε, του έλεγε για τα προβλήματα του, του μιλούσε γρήγορα, ό παπάς άκουγε με μία απέραντη στοργή κοιτάζοντας τον. Είχε πρόσωπο καθαρό, μάτια γαλάζια-θάλασσα, ηλικία 55 χρονών περίπου, χέρια άσπρα δάκτυλα μακριά, τέλος πάντων, όλα πάνω του είχαν κάτι το αρχοντικό. Του απάντησε σιγά με μια προφορά με αγγλική ηχώ. Ήταν ξένος. Παπάς ορθόδοξος ξένος.

Μόλις τελείωσε με τον άρρωστο στράφηκε σε μένα και με ρώτησε: «χάου αρ γιου?». Έμαθα ότι ήταν ‘Έλληνας που γεννήθηκε στο εξωτερικό, οι γονείς του είχαν φύγει για την πέρα από τον Ατλαντικό Αμερική. 

Τον έστελναν όμως οι γονείς του στους παππούδες του στην Κατερίνη, έτσι είχε μάθει καλά ελληνικά και είχε ένα σύνδεσμο με την παράδοση της χώρας μας. Ένιωθα ήδη άνετα σαν να τον γνώριζα από χρόνια, είχαν φύγει όλοι οι ενδοιασμοί μου.

-Τι θέλετε από μένα με ρώτησε.
-Θέλω να μάθω γιατί βρίσκεστε σε αυτό το χώρο και θεραπεύεστε, τέλος πάντων να σας γνωρίσω.
-Έλατε στο δωμάτιό μου.

Ναι, μέσα σε αυτό το χάλι υπήρχε ένα μικρό δωματιάκι, στενό δωματιάκι με ένα κρεβάτι, παράθυρο βορινό, τοίχοι πανύψηλοί, 4 μέτρα ύψος, ένα γραφείο, εικόνες ρωσικές, καντήλι, κομποσκοίνι, θυμιατήρι, πετραχήλι, φάρμακα πάνω στο γραφείο και βιβλία. 

Ήταν ένα μικρό καλογερικό κελί μέσα στη ταραχή 70 τροφίμων του ψυχιατρείου. Εκεί άρχισε ή αποκάλυψη της χάρης του Θεού. Το όνομα Νικόλαος, ορθόδοξος ιερέας της αρχιεπισκοπής της Αμερικής. Καθηγητής του Χάρβαρντ στην έδρα των Παλαμικών σπουδών και ποιμαντικής ψυχολογίας. 

Καθηγητής στο Χάρβαρντ στο μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της Αμερικής και τώρα τρόφιμος της ψυχιατρικής πτέρυγας του Δαφνίου στο τμήμα αποτοξινώσεως, η διαφορά είναι ιλιγγιώδης.
Πάτερ; Πώς φτάσατε εδώ;

Ήμασταν μία παρέα φίλοι που τελειώσαμε τη σχολή του τιμίου Σταυρού στην Βοστόνη. Παντρευτήκαμε, κάναμε παιδιά και γίναμε ιερείς. ‘Ο καλύτερος όλων μας πριν περίπου δέκα χρόνια πέθανε αιφνίδια. Τον κηδεύσαμε και γυρίσαμε στα σπίτια μας. Τότε με κατέλαβε ένα πνεύμα λύπης και από τότε άρχισα να πίνω. 

Τέλος πάντων σε λίγο καιρό ήμουν εξαρτημένος από το ποτό, εάν δεν έπινα έτρεμα. Δεν μπορούσα να διευθετήσω τα θέματα μου. Στην αρχή το έκρυβα από την γυναίκα μου και τα παιδιά μου, δε μεθούσα αλλά έπινα, ήμουν με ένα ποτήρι στο χέρι. Πειράχτηκε και το ήπαρ μου.

Όλο το θέμα ήταν μία πρόκληση για την ιατρική μου γνώση, τίποτα από τα παραπάνω δεν συμβάδιζε με την νηφαλιότητα του ανδρός με την αρχοντιά του και την έλλειψη νευρικότητας...

...Ευάγγελε μην ξεχνάς το αρκεί σοι η χάρις μου του Παύλου.
Ξέρετε με σκανδάλισε στην αρχή τουλάχιστον το θέμα σας.
Σε σκανδάλισε ή σε φόβισε για το ευόλισθον της φύσεώς μας; 

Είσαι αυτάρκης στην νομιζόμενη σου καθαρότητα και φοβάσαι μήπως την χάσεις, μήπως κάνεις κάποιο λάθος και χάσεις την καλή γνώμη για τον εαυτό σου και για τους άλλους. Σε νοιάζει τι θα πει ο κόσμος. Αδελφέ μου και φίλε μου η νεότητά σου είναι κακός σύμβουλος όπως και σε μένα κάποτε. 

Η πείρα του βίου και η συναντίληψη της χάριτος με έπεισε ότι όποιος και αν είμαι ότι και αν κάνω είμαι δεμένος με τον Χριστό και φωνάζω ελέησον με ο Θεός, ελέησον με Κύριε ως οίδας και ως θέλεις ελέησον με. Και λέω μέσα μου όλοι σώζονται εγώ κολάζομαι. 

Ελπίζω στον Χριστό και στην Παναγία. Ελπίζω στο έλεος του Θεού που χαρίζει τον παράδεισο σ’ αυτούς που πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι του παραδείσου.
Και πάλι ο αδυσώπητος χρόνος τελείωνε.

Πάτερ θέλετε να σας φέρω κάτι την επόμενη συνάντησή μας;
Ναι θέλω κάτι επειδή έχω τέσσερα παιδάκια στην πατρίδα και τα έχω επιθυμήσει. Φέρε μου σε παρακαλώ ένα μικρό παιδάκι και φώναξέ με να βγω στο παράθυρο από τα κάγκελα να το δω να δω τα ματάκια του να παρηγορηθώ.

Βρήκα τον μικρό μου βαπτισμένο Σωτήριο τον πήρα αγκαλιά, πέρασα την πόρτα και σταθήκαμε κάτω από τα σίδερα.
Π. Νικόλαε, π. Νικόλαε, ήρθαμε. Πρόβαλε η φιγούρα του πίσω από τα σίδερα άπλωσε τα χέρια του από ψηλά μας κοίταζε, μας χαμογελούσε, μιλάγαμε από εκεί. Χάρηκε, θυμήθηκε τα δικά του, απλώθηκε η νοσταλγία. Δεν ήταν πίκρα ήταν μία νοσταλγία για τον παράδεισο μας. Mας ευλόγησε και αποχωρήσαμε. 

Ποιος είναι πλούσιος, Λωξάνδρα μου, εν τω ολίγω αναπαυόμενος, τζόγια μου …

Πάτερ Νικόλαε είδα ότι είσαι άνθρωπος του Θεού. Σε παρακαλώ πες μου ποιά είναι Η μυστική σου εργασία, τι μου κρύβεις;
«Ευάγγελε μου ήλθε η ώρα νομίζω να μάθεις όλα τα κατ’ εμέ σαν μία παρακαταθήκη Διδασκάλου προς μαθητή. 

Δεν είμαι άρρωστος τουλάχιστον δεν πάσχω από αλκοολισμό!!!! Μεταξύ των σπουδών μου είναι και η ψυχολογία του χρήστη. Αφού ήρθα στην Αθήνα και κατέθεσα τα χαρτιά μου και ο καιρός περνούσε, με το σήμερα αύριο, μίλησα με τον διευθυντή της κλινικής που είναι φίλος μου από την Αμερική, του είπα για προγράμματα στην Αμερική όπου ο γιατρός ζει μαζί με τους αρρώστους για όλο τον χρόνο του προγράμματός τους με εξαιρετικά αποτελέσματα. 

Έτσι παρακολουθώ το πρόγραμμα, χωρίς κανείς να το γνωρίζει από τους συναρρώστους μου. Ζω έγκλειστος τρεις μήνες περίπου, επιταχύνθηκε το πρόγραμμα αλλά κυρίως αυτοί που έφυγαν αυτό το διάστημα δεν υποτροπίασαν».

Μα τι μου λέτε, πουλήσατε τον εαυτό σας σαν δούλο εδώ μέσα, δεν βλέπετε ούτε καν παιδιά, υποφέρετε την τρέλα του καθενός.
Ναι αλλά έχω το δωματιάκι μου, την προσευχή μου την πίστη μου, έχω τον καθρέφτη μου όλους τους αδελφούς τους έγκλειστους. 

Εκείνο που με ξεσχίζει τα σπλάχνα ήταν ότι δεν μπορούσα να λειτουργώ. Τώρα τελευταία παίρνω κι εγώ όπως όλοι μία άδεια και πηγαίνω εδώ σε ένα μοναστηράκι να λειτουργώ και επανέρχομαι.
Μα δεν τρελαθήκατε εδώ μέσα φυλακισμένος αναίτια τόσους μήνες; 

Πιέστηκα πιέστηκα ήταν εμπειρία τάφου αλλά όμως γνώρισα όλους αυτούς τους φίλους του Χριστού τους ελάχιστους. Αυτούς που πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι του παραδείσου, τους συμπαραστάθηκα, τους άκουσα, τους έδωσα λίγο νερό, λίγη πίστη και κυρίως επλατύνθηκα κι εγώ και πάλι δούλος αχρείος είμαι. Αναλογίζομαι την ώρα της εξόδου μου και ελπίζω στο έλεος της εκκλησίας Του και στο ιδικό Του.

Πάτερ Νικόλαε, είστε τόσο νέος ούτε 53.
Ήταν Τετάρτη της πρώτης των νηστειών που κάναμε αύτη την κουβέντα της καρδιάς, που μου χάραξε την καρδιά.

Την Παρασκευή θα πάρω άδεια, θα πάω στο μοναστηράκι που σας είπα για τους χαιρετισμούς και για λειτουργία την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ελάτε κι εσείς να σας δούμε. Πάρτε ένα τηλέφωνο το Σάββατο να σας πούμε την ώρα της Λειτουργίας την Κυριακή.

Πράγματι το Σάββατο των Αγίων Θεοδώρων τηλεφώνησα. Ευλογείτε πάτερ ο Κύριος. Σας παρακαλώ θέλω να μιλήσω στον πατέρα Νικόλαο. Δεν γίνεται, μου είπε. Πότε να ξαναπάρω για τον π. Νικόλαο, πότε; Μόλις προ ολίγου τελείωσε την Θεία λειτουργία κατέλυσε και πέθανε μπροστά στην Αγ. Τράπεζα την ώρα που την ασπαζόταν για να βγει από το Ιερό.

 Επειδή αργούσε να βγει μπήκε ο εκκλησάρης και τον βρήκε γονατιστό αλλά χωρίς πνοή. Έχει έρθει η αστυνομία, θα τον πάνε για νεκροτομή, θα τον στείλουν στην Αμερική.

Δεν ξέρω τι λέτε, πάτερ, εγώ προχτές του μίλησα, τέλος πάντων ήμασταν μαζί. Ήταν μια χαρά. Δεν μπορεί, δεν είναι αυτός.
Όχι αυτός είναι. Έτσι το ήθελε ο Θεός.

Έτσι ετελειώθη ο Νικόλαος ο άρχων, ο εργάτης των εντολών του Χριστού, ο κρυφός, ο φίλος μου, ο ολιγοήμερος, ο γνήσιος ποιμένας που άφησε τα 99 για το ένα, που πουλήθηκε δούλος σαν κι αυτόν τον επίσκοπο του γεροντικού, ο ιερέας του 20 αιώνος του απατεώνος που τα μάτια του δεν απατήθηκαν αλλά είδε καθαρά την εικόνα του κόσμου χωρίς φαντασία. Aς έχουμε την ευχή του.

(Από το «Ενθύμιο Χειροτονίας εις Πρεσβύτερο π. Ευαγγέλου εξ ιατρών 14/11/2009»)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου