Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Ο ΛΑΟΣ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑ ΝΑ ΞΑΝΑΚΑΤΗΧΗΘΕΙ ΣΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΤΟΥ ΠΙΣΤΕΥΩ...

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ  


Γράφει ο Νικήτας Αποστόλου

Στην ιστοσελίδα http://www.efsyn.gr/.../431800_kalo-pasha-me-antistasi στις 4 Μαϊου ε.ε. ο Τάσος Τσακίρογλου, αρχισυντάκτης της, ανάρτησε ένα κείμενό του με τίτλο “Καλό Πάσχα με Αντίσταση” στο οποίο αναγράφει και τα εξής: 

“Η Εκκλησία δεν έχει καμία ιδιαίτερη παράδοση στη χριστιανική αγάπη. Αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις είναι πηγή μισαλλοδοξίας, μίσους και διαχωρισμών. 

Άλλωστε, ακόμα και στην Καινή Διαθήκη, στην επιστολή του προς Εφεσίους ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Οι δούλοι να υπακούτε στους κατά σάρκα κυρίους σας με φόβο και τρόμο, με την απλότητα της καρδιάς σας, σαν να υπακούτε στον Χριστό. 

Όχι με υποκριτική εξωτερική υποταγή, που γίνεται έτσι για τα μάτια του κόσμου και εφόσον σας βλέπουν οι κύριοί σας, αλλά να υπακούτε σαν δούλοι του Χριστού, πράττοντας το θέλημα του Θεού με όλη σας την ψυχή» (Προς Εφεσίους 6:5).

Αυτό φυσικά αποτελεί ένα κήρυγμα υποταγής και δουλοφροσύνης.”

 Επειδή το κείμενό αυτό έχει αναρτηθεί σε πολλές ιστοσελίδες και επειδή τα δημοσίως λεγόμενα και πραττόμενα, δημοσίως πρέπει να ελέγχονται” (Ιωαν. Χρυσόστομος, ΕΠΕ 23, 393), θεωρώ χρέος μου έναντι των συμπολιτών μου να αποδείξω δύο σοβαρά λάθη  στις ανωτέρω εκτιμήσεις του κ. Τσακίρογλου. 

Πρώτο λάθος : Όταν λέμε Εκκλησία πρέπει να εννοούμε  όλα τα μέλη της  ( λαϊκούς και κληρικούς), που είναι βαπτισμένα και ζουν συνειδητά και ελεύθερα  μέσα σ’ αυτήν, καθώς επίσης και τα συλλογικά όργανα  και τις συλλογικές οντότητές της, όπως είναι,  οι Ενορίες, οι Μονές, οι σύνοδοι , κ.λ.π. και όχι μόνο τους Επισκόπους, Αρχιεπισκόπους και Πατριάρχες. 

 Στην ενορία του ο όντως Χριστιανός βιώνει ως μέλος ευρύτερης πνευματικής οικογένειας, της Εκκλησίας και τους άλλους πιστούς, ως πνευματικούς του αδελφούς.

 H Εκκλησία συνιστά στα μέλη της, συγκεκριμένο τρόπο ζωής, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, που αναφέρεται στις σχέσεις με τον Θεό, τον «πλησίον», και τον εαυτό τους. 

Ο συγκεκριμένος αυτός τρόπος ζωής,  είναι ουσιώδης και καθοριστικής σημασίας, γιατί, εάν μερικώς παραμεληθεί, έχει ως συνέπεια να θέτει ο “βαπτισθείς εις Χριστόν” τον εαυτόν του εκτός Εκκλησίας, αφού παύει να είναι αγωνιζόμενο «ζωντανό» μέλος της Εκκλησίας.

Δεύτερο λάθος: Το χωρίο της Επιστολής του Αποστόλου Παύλου δεν αποδίδει από μόνο του την θέση του Αποστόλου σχετικά με τον θεσμό της δουλείας. Το σωστό είναι να το δούμε και με όσα ο Απόστολος υποστηρίζει και σε άλλα χωρία και σε ποιο χρόνο και συνθήκες γράφηκε το συγκεκριμένο. Έτσι βλέπουμε ότι:  

α) Στην προς Τιμόθεον Α΄επιστολή κεφ. ΣΤ στ.1 το καθεστώς της δουλείας χαρακτηρίζεται “ζυγός”. 

“Όσοι εισίν υπό ζυγόν δούλοι, τους ίδιους δεσπότας πάσης τιμής αξίους ηγείσθωσαν, ίνα μη το όνομα του Θεού και η διδασκαλία βλασφημήται.” 

β) Στην προς Κολοσσαείς επιστολή του  (Κεφ.Γ στ.11)& (Κεφ. 4 στ.1) διακηρύσσει την ισότητα των ανθρώπων λέγοντας . “Ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος,Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσιν Χριστός” και “Οι κύριοι το δίκαιον και την ισότητα τοις δούλοις παρέχεσθε, ειδότες ότι και υμείς έχετε Κύριον εν ουρανοίς” . 

γ) Στην προς Γαλάτας επιστολή του (Κεφ. Γ στ.28) επαναλαμβάνει “ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην , ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού”. 

δ) Mε ποιο μεγαλύτερη σαφήνεια στην προς Κορινθίους Α΄επιστολή του τονίζει (Κεφ. Ζ . 23-24) Τιμής ηγοράσθητε μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων. 

ε) Τέλος στην επιστολή του προς Φιλήμονα στο στοιχ. 16 του συνιστά τον Ονήσιμο που είχε ως δούλο να τον δεχθεί “ουκέτι ως δούλον , αλλ΄υπέρ δούλον, αδελφόν αγαπητόν,”.  

Η προς Εφεσίους επιστολή γράφτηκε από την Ρώμη το 61-63 μ.Χ. όπου ήταν φυλακισμένος. Λίγο πριν τον διωγμό των Χριστιανών στη Ρώμη από τον Νέρωνα.  


Αυτά που γράφει δεν έχουν την έννοια της αποδοχής του θεσμού της δουλείας, ούτε είναι  “κήρυγμα υποταγής και δουλοφροσύνης”. Είναι πρακτικές οδηγίες συμπεριφοράς στην τότε χρονική περίοδο, ώστε  απαλότερος για τον κάθε συγκεκριμένο δούλο να γίνεται ο ζυγός της δουλείας. 


Επομένως το χωρίο αυτό αναφέρεται στην τρέχουσα συμπεριφορά της στιγμής και όχι στην θεσμική ορθότητα ρυθμίσεως των ανθρωπίνων σχέσεων. 


Έξ άλλου στην ίδια επιστολή  υποσκάπτει εσωτερικά ο Απόστολος το θεσμό της δουλείας όταν στο Κεφ. Δ στ. 28  παραγγέλει στους πιστούς    “ κοπιάτω εργαζόμενος το αγαθόν ταις χερσίν , ίνα έχει μεταδιδόναι τω χρείαν έχοντι.”.

Πέραν όμως από τα κείμενα του Αποστόλου Παύλου δεν είναι ορθό να συνεκτιμώνται και όσα περιέχονται για την ελευθερία που είναι η άρνηση της δουλείας στα άλλα  κείμενα της Καινής Διαθήκης. Εκεί διαβάζουμε ότι:  Όλοι οι άνθρωποι είμαστε αδέλφια γιατί κατά χάριν είμαστε παιδιά του Θεού Πατέρα. (Ματθ. Κεφ. ΣΤ . στ.9 & Κεφ. ΚΓ. στ. 8-9). 

Βέβαια στα Ιερά Ευαγγέλια αναγράφεται πολλές φορές  η λέξη δούλος.  (Κατά Λουκάν Κεφ.12 :37-48,  Κεφ.  14 :17-24, Κεφ. 15 : 22 , Κεφ.17 : 7-10 , Κεφ.19 : 11-26, Κεφ. 20 : 10-12,  Κατά Μάρκον Κεφ.12 : 1-5,  Κατά Ματθαίον Κεφ.10 :24-26, Κεφ.21 :33-37, Κεφ.13 :24-28, Κεφ.18 :23-35, Κεφ.22 :3-14). 


Την λέξη αυτή  χρησιμοποίησε όμως ο Κύριός μας  στις παραβολές  του .  Η παραβολή όμως  είναι  αφήγηση "πλαστών" γεγονότων, τα οποία  συμβαίνουν ή είναι δυνατόν να συμβούν στην υφιστάμενη κοινωνική πραγματικότητα.  

Έτσι η λέξη δούλος στα ανωτέρω χωρία των Ευαγγελίων δεν χρησιμοποιείται ως αποδεκτή θεσμική κατάσταση ανθρωπίνων σχέσεων από τον Χριστό,  αλλά για να καταστήσει κατανοητή την συγκεκριμένη διδασκαλία Του. 

Ο Κύριος χρησιμοποίησε τις παραβολές, προκειμένου να  προκαλέσει την προσοχή και το ενδιαφέρον των ακροατών του και  με πραγματικές, φυσικές και ζωηρές εικόνες να καταστήσει δυνατή την κατανόηση των  αληθειών Του.

Η πίστη της αδελφότητας των ανθρώπων θεμελίωσε στην κοινωνική ζωή των πρώτων χριστιανών των πρώτων κατά τόπους Χριστιανικών Εκκλησιών μια νέα ηθική.  Οι δούλοι γίνονταν δεκτοί στις Χριστιανικές κοινότητες ως αδέλφια.  Επίσης απέρριπταν και θεωρούσαν  αμαρτία, την θεσμοθετημένη στο ρωμαϊκό δίκαιο, εγκατάλειψη ή πώληση παιδιών ως δούλων.  

Τέλος οι Πατέρες της Εκκλησίας θεωρούν  ότι η δουλεία είναι προϊόν της αμαρτίας.

Ο Μέγας Βασίλειος υποστήριξε ότι η δουλεία δεν είναι μια φυσική κατάσταση για τους ανθρώπους και επομένως είναι απαράδεκτη. Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζινός  τόνιζε το “αυτοκρατές” και “αυτεξούσιον” του ανθρώπου και υποστήριξε ότι η δουλεία όπως και η φτώχεια και ο πλούτος δεν προέρχονται από τον Θεό.

Εκείνος που καταδίκασε ανοιχτά την δουλεία ως απαράδεκτη κατάσταση για κάθε άνθρωπο είναι ο Γρηγόριος Νύσσης . Στην ομιλία του “εις τον Εκκλησιαστήν” γράφει: Είπεν ο Θεός : Ας κάνομεν τον άνθρωπον κατ΄εικόνα και ομοίωσή μας (Γεν. Κεφ. 1 εδ. 26). Π

έστε μου λοιπόν ποιός θα αγοράσει και ποιός θα πουλήσει εκείνον που είναι καθ΄ομοίωση του Θεού και κύριος όλης της γης , που έχει κληρονομήσει από τον Θεό εξουσία επάνω σε όλα όσα υπάρχουν στη γη; 

Μόνο ο Θεός μπορεί , ή ακόμα καλύτερα , ούτε καν ο Θεός….. Αν ο Θεός δεν υποδουλώνει την ανθρώπινη φύση, ποιός θα έβαζε την δύναμή του πάνω από εκείνη του Θεού;” 

Αυτά για αποκατάσταση της αληθείας.


Νικήτας Αποστόλου

Συνταξιούχος Δημοσίου

 Τέως Τμηματάρχης Υπ. Γεωργίας

 Πτυχιούχος ΠΑΣΠΕ


 


3 σχόλια:

  1. Η ΑΛΗΘΙΝΗ-ΑΝΟΘΕΥΤΗ κατήχηση μέσα στην Εκκλησία, πρέπει να γίνεται μέσα από την Θεόπνευστη Αγία Γραφή και μέσα από τους Αγίους της Εκκλησίας.

    ΟΛΑ όσα ακούμε και διαβάζουμε, πρέπει υποχρεωτικά να τα ελέγχουμε (για να διαπιστώσουμε ΕΑΝ είναι πραγματικά ΕΓΚΥΡΑ) μέσα από την Αγία Γραφή και τους Αγίους της Εκκλησίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ο διεφθαρμένος λαός και η διεφθαρμένη Εκκλησιαστική ηγεσία.

    Γιατί δὲν ἀντιδροῦν οἱ ἱερεῖς γιὰ τὴν ἄπρεπη ἐμφάνιση; Ἀρχιμανδρίτου Σάββα Ἁγιορείτου.

    https://www.youtube.com/watch?v=z4XqGc4YZxY

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Χριστός Ανέστη αδελφοί μου!!!

    Πρωταρχική μέριμνα του Χριστού, όταν για πρώτη φορά εμφανίζεται σε όλους μαζί τους μαθητές του, είναι να τους πείσει χειροπιαστά για την Ανάστασή του. Τα πρώτα λόγια του είναι πρόσκληση να τον αγγίξουν, να τον πιάσουν με τα χέρια τους, να τον ψηλαφήσουν προσεκτικά. Γιατί το έκανε αυτό;

    Οι μαθητές του μέχρι τη στιγμή εκείνη βιώνουν μια κατάσταση, την οποία αδυνατούν να διαχειρισθούν. Δεν είχαν καμμιά αμφιβολία ότι ο Χριστός επί του σταυρού πέθανε πραγματικά. Με την τελευταία εκπνοή του ο Χριστός συντρίβει όλες τις ελπίδες που είχαν στηρίξει πάνω του οι μαθητές. Ελπίδες για την επί γης εγκαθίδρυση της Βασιλείας του Θεού, στον βαθμό βέβαια που μπορούσαν τότε να κατανοήσουν το νόημα του γεγονότος αυτού, αλλά κυρίως ελπίδες για την απελευθέρωση και την εγκόσμια αποκατάσταση του υπόδουλου Ισραήλ. Ελπίζαμε, «ότι αυτός εστιν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ», θα ομολογήσουν ο Λουκάς και ο Κλεόπας, πορευόμενοι προς Εμμαούς (Λουκ. 24:21).



    Είναι τόσο μεγάλη η απογοήτευσή τους από την ολοσχερή διάψευση των προσδοκιών τους, ώστε αδυνατούν να αξιολογήσουν τις πρώτες μαρτυρίες για την Ανάσταση. Οι Μυροφόρες πρωτοφέρνουν το ανέλπιστο μήνυμα, όμως οι μαθητές αρνούνται να το πιστέψουν. Είχαν δει τον τάφο να καταπίνει τη ζωή. Ήξεραν ότι όσα σκεπάζει ο λίθος του μνήματος δεν έχουν επιστροφή. Δεν περιμένουν καμμιά ανάσταση. Συνεπώς δεν μπορούν να δουν παρά μόνο σαν παραλήρημα τα λόγια των γυναικών. Η καρδιά τους είναι πλημμυρισμένη από τη λύπη (Ιω. 16:6). Δεν τους αφήνει περιθώρια για επικίνδυνα ονειροπολήματα. «Ούτως ήσαν έτι νωθείς οι μαθηταί». Η διάθεσή τους και η σκέψη τους ήταν απολύτως νωθρές και δυσκίνητες στο να δεχτούν γεγονότα έξω από τη λογική.

    Ακόμα και τη στιγμή της πρώτης εμφάνισης του Χριστού συνεχίζουν να απορρίπτουν το γεγονός της Αναστάσεως. Κάτι άλλο συμβαίνει, κάποια άλλη εξήγηση θα υπάρχει. Η λογική τους δεν δέχεται αυτό που βλέπουν τα μάτια τους. Μάλλον έχουν μπροστά τους κάποιο πνεύμα, ένα φάντασμα. Όχι τον πραγματικό Χριστό. Νομίζουν ότι βλέπουν ένα όραμα, μια εικόνα μόνο χωρίς αληθινή υπόσταση. Γι’ αυτό και τρομοκρατούνται. Όπως και κάποια άλλη φορά, όταν νύχτα, μέσα στην αγριεμένη θάλασσα της Τιβεριάδας, είδαν τον Χριστό να έρχεται για βοήθεια προς το πλοίο τους, περπατώντας πάνω στα κύματα. Και τότε τρομοκρατήθηκαν «λέγοντες ότι φάντασμά εστι και από του φόβου έκραξαν» (Ματθ. 14:26).



    Και όπως τότε, έτσι και τώρα ο Χριστός προσπαθεί, όχι απλώς να τους καθησυχάσει, αλλά να τους δείξει μιαν άλλη, απίστευτη, πλην όμως απτή πραγματικότητα. «Γιατί είστε ταραγμένοι;» τους ρωτάει. «Γιατί διαλογισμοί αμφιβολίας κατακλύζουν τις καρδιές σας; Κοιτάξτε με καλά! Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, που είναι σημαδεμένα από τα καρφιά, για να βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος που σταυρώθηκα, ο Χριστός. “Ψηλαφήσατέ με”! Αφήστε στην άκρη τους λογικούς συνειρμούς και ελάτε, πιάστε με με τα χέρια σας. Για να δείτε ότι δεν είμαι πνεύμα, φάντασμα, όπως νομίζετε, γιατί το φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμένα να έχω» (πρβλ. Λουκ. 24:37-40).

    Τους καλεί με την αφή να κάνουν απτή την πραγματικότητα. Με την αδιάψευστη δύναμη της εμπειρίας να αναιρέσουν την απολυτότητα της λογικής τους. Για να μπορέσουν σε λίγο να κηρύξουν την Ανάσταση με απόλυτη βεβαιότητα «εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς…, επί ηγεμόνας και βασιλείς» (Ματθ. 10:16-18). Στηριγμένοι όχι σε συλλογισμούς· όχι σε λογικά επιχειρήματα· «ουκ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις» (Α’ Κορ. 2:2)· αλλά σε μια ατράνταχτη εμπειρία: Γνωρίζουμε, θα λένε, ότι ξεπερνούν τη λογική αυτά που διδάσκουμε. Όμως είμαστε αυτόπτες μάρτυρες και γι’ αυτό, αυτό που είδαμε με τα μάτια μας «και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» (Α’ Ιω. 1:1), αυτό ακριβώς σας κηρύττουμε.

    Εμείς; Θα εμπιστευθούμε την ψηλαφητή αλήθεια των αποστόλων;



    Από το περιοδικό ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 430, Μάιος 2019.

    ΑπάντησηΔιαγραφή