2019, Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑΣ
Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος
Η ανασφάλεια κλιμακώνεται οπότε ανατροφοδοτείται, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η αστάθεια του συστήματος που εμποδίζει την ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την άνιση κατανομή των εισοδημάτων και με την υπερχρέωση – γεγονός που σημαίνει πως μειώνεται ακόμη περισσότερο η δυνατότητα ελέγχου των κοινωνιών και γίνεται πολύ πιο δύσκολη η διακυβέρνηση τους.
Κάθε φορά, όταν τελειώνει ο χρόνος, προσπαθεί κανείς να προβλέψει τι θα συμβεί τον επόμενο, με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεση του.
Ορισμένες από τις προβλέψεις του είναι λάθος, ενώ οι περισσότερες είναι σωστές, αφού συνήθως χρησιμοποιεί την υφιστάμενη εμπειρία, τις στατιστικές και τα διδάγματα της ιστορίας – κάτι που όμως είναι πολύ πιο δύσκολο μετά το 2008, ειδικά όσον αφορά την Οικονομία, επειδή εφαρμόσθηκε έκτοτε μία μη συμβατική, πρωτόγνωρη νομισματική πολιτική, για πρώτη φορά από όλες μαζί τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες.
Υπενθυμίζουμε εδώ πως το αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής αφορά την κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας που για πρώτη φορά ο ισολογισμός της ξεπέρασε το ΑΕΠ της χώρας – καθώς επίσης την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας, ο ισολογισμός της οποίας είναι ακόμη μεγαλύτερος ως προς το ΑΕΠ, ενώ λειτουργεί ταυτόχρονα ως ένα τεράστιο κερδοσκοπικό κεφάλαιο που επενδύει με νέα, τυπωμένα χρήματα σε μετοχές.
Επί πλέον πως η κεντρική τράπεζα των Η.Π.Α., η Fed, ανήκει στις ιδιωτικές που αποτελούν το ισχυρότερο μέλος του αμερικανικού καρτέλ, η αντίστοιχη τράπεζα της Κίνας ελέγχεται πλήρως από το κράτος και η ΕΚΤ σε μεγάλο βαθμό από τη Γερμανία – ενώ η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας κάνει τα πάντα, συνεργαζόμενη κυρίως με την κινεζική, για να ανεξαρτητοποιηθεί από το δολάριο και το δυτικό σύστημα του χρέους.
Παρά το ότι τώρα φαινόταν πως η μη συμβατική πολιτική των κεντρικών τραπεζών δεν βοηθούσε καθόλου στην επίλυση της κρίσης, αλλά μετέθετε στο μέλλον επαυξημένα τα προβλήματα, κανένας δεν ένοιωθε ανασφάλεια από ένα σημείο και μετά – έχοντας συνηθίσει σε αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων.
Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Ευρωζώνη, όπου αντί να γίνουν προσπάθειες καταπολέμησης της κρίσης χρέους (σε άλλες χώρες του ιδιωτικού και σε άλλες του δημοσίου τομέα), των ανισορροπιών και των «εκ γενετής» ελαττωμάτων του κοινού νομίσματος, απλά δόθηκε ολόκληρη η προσοχή στη διάσωση κρατών – χωρίς να ζημιωθούν τα υπόλοιπα, οι υπερχρεωμένες τράπεζες και γενικότερα το «σύστημα».
Όσον αφορά την Ελλάδα, αφού εγκλωβίσθηκε μετά το PSI και της επιβλήθηκαν μνημόνια στο διηνεκές (το αθέατο τέταρτο μνημόνιο είναι ακόμη πιο επώδυνο), χωρίς καμία πιθανότητα εξυγίανσης της οικονομίας της, αφέθηκε να καρκινοβατεί – όπου μπορεί μεν να προβληματιζόμαστε για την προοπτική αλλαγής της ιδιοκτησίας της, με το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και με τους πλειστηριασμούς της ιδιωτικής (μόνο για το 2019 περί τους 30.000!), αλλά σε τελευταία ανάλυση δεν κατανοούμε πώς ακριβώς θα ωφεληθούν οι νέοι ιδιοκτήτες από μία χώρα που έχει καταστραφεί ολοσχερώς.
Στα πλαίσια αυτά, με τις αφελληνισμένες τράπεζες στο σημείο μηδέν, με την αδυναμία εξόδου στις αγορές με βιώσιμα επιτόκια, με την πραγματική οικονομία στο ναδίρ, με τους Πολίτες εξαθλιωμένους, με τα κόκκινα δάνεια στα ύψη, με τη δημογραφική κατάρρευση, με τους κινδύνους αλλοίωσης της κοινωνίας από τις μεταναστευτικές «εισροές και εκροές», με την κλιμάκωση της εγκληματικότητας, με την πολιτική αστάθεια, με την πόλωση των δύο κομμάτων κοκ., οι προβλέψεις είναι ασφαλώς αδύνατες – όσες γνώσεις και αν διαθέτει κανείς.
Από γεωπολιτικής δε πλευράς, ενώ η Ελλάδα βρισκόταν στην καλύτερη στιγμή της ιστορίας της, δεν εκμεταλλεύθηκε απολύτως τίποτα – με αποτέλεσμα να απειλείται πλέον από πολλές γειτονικές χώρες, χωρίς να διαθέτει κανέναν ουσιαστικά σύμμαχο.
Επιγραμματικά, με τη Ρωσία έκανε μεγάλα λάθη, στις Η.Π.Α. δεν μπορεί να στηριχθεί μετά την αποχώρηση τους από τη Συρία (εάν συμβεί), ενώ η συμμαχία της με την Αίγυπτο και το Ισραήλ είναι κάτι περισσότερο από εύθραυστη – όταν στα Βαλκάνια έχουν δημιουργηθεί μεγάλες εστίες πυρκαγιάς.
Όσον αφορά την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας σε έναν σλαβικό λαό που φυσικά δεν έχει σχέση με το Έθνος μας, πρόκειται ασφαλώς για μία εγκληματική ενέργεια – την οποία δυστυχώς θα πληρώσουμε πανάκριβα.
Ο υπόλοιπος πλανήτης
Περαιτέρω, σε ολόκληρο τον πλανήτη έχουν συσσωρευτεί επί πλέον προβλήματα – από το μεταναστευτικό, το BREXIT, την Ιταλία, τη Γαλλία και τη γερμανική κυριαρχίαστην ΕΕ, έως τον εμπορικό πόλεμο των Η.Π.Α., τις τεράστιες φούσκες στα πάγια περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, ακίνητα κλπ.), τις νομισματικές αναταραχές στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, την υπερχρέωση των κινεζικών επιχειρήσεων, την αδυναμία ανάπτυξης της Ιαπωνίας, την κλιμάκωση του παγκοσμίου χρέους κοκ.
Δεν πρέπει δε να υποτιμώνται οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις, όπου προβλέπεται το τέλος της αμερικανικής παγκόσμιας ηγεμονίας και ένας «πολυπολικός πλανήτης», με κύριες δυνάμεις τις Η.Π.Α., την Κίνα, τη Ρωσία και τη Γερμανία ως κυρίαρχου της ΕΕ – ενώ οι πιθανότερες συμμαχίες είναι των Η.Π.Α. με τη Ρωσία και της Κίνας με τη Γερμανία.
Λογικά λοιπόν υποθέτει κανείς πως το 2019 θα είναι η αφετηρία μίας νέας εποχής: της εποχής της αβεβαιότητας, όπου κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί. Το γεγονός αυτό συμπεραίνεται επίσης από το δείκτη της οικονομικής αβεβαιότητας που έχει καταρτισθεί από τρεις αμερικανούς οικονομολόγους – σύμφωνα με τον οποίο ευρίσκεται σε μία σταθερά ανοδική πορεία μετά το 1998, με τις εκάστοτε φυσιολογικές διακυμάνσεις (γράφημα).
Η αβεβαιότητα όμως και η ανασφάλεια που προκαλεί, θεωρούνται ότι χειρότερο – επειδή δεν επιτρέπουν τον προγραμματισμό κανενός, οπότε αποτελούν τεράστιο πρόβλημα για την Οικονομία, για τις κοινωνίες και γενικότερα για όλους τους ανθρώπους.
Όσο δε αυξάνεται, τόσο πιο θολή γίνεται η εικόνα μας για το μέλλον – οπότε, στην περίπτωση της Οικονομίας, κράτη, επιχειρήσεις και νοικοκυριά παύουν να επενδύουν, αφού δεν ξέρουν τι θα τους συμβεί την επόμενη ημέρα και πώς πρέπει να ενεργήσουν.
Πόσο μάλλον όταν λογικά τελειώνει η εποχή της ανάπτυξης που ξεκίνησε το 2009, με τη βοήθεια κυρίως των κεντρικών τραπεζών – σημειώνοντας πως από τη μία πλευρά η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων και από την άλλη η υπερχρέωση κρατών, τραπεζών, επιχειρήσεων, καθώς επίσης νοικοκυριών, δεν επιτρέπουν ελπίδες για ανάπτυξη, ενώ χωρίς ανάπτυξη ο καπιταλισμός δεν επιβιώνει.
Την ίδια στιγμή η πολιτική των κεντρικών τραπεζών βαίνει στο τέλος της – με τη Fed να έχει ήδη προβεί σε διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων και με την ΕΚΤ να δηλώνει το σταμάτημα των πακέτων ρευστότητας (QE), καθώς επίσης αυξήσεις επιτοκίων από τα μέσα του 2019 που φυσικά θα προκαλέσουν τεράστιες δυσκολίες ειδικά στον ευρωπαϊκό Νότο, στον οποίο συμπεριλαμβάνουμε και τη Γαλλία.
Οι συνέπειες
Συνεχίζοντας, όπως αναφέραμε η αβεβαιότητα καθιστά τους ανθρώπους ανασφαλείς, οπότε τους εμποδίζει να σκέφτονται και να αποφασίζουν – κάτι που αποσταθεροποιεί την Οικονομία και αυξάνει ακόμη πιο πολύ την ανασφάλεια. Βέβαια, κανένας δεν γνώριζε ποτέ τι θα συμβεί στο μέλλον – ενώ τα ρίσκα είναι φυσιολογικά στις ανεπτυγμένες οικονομίες.
Εν τούτοις, τα ρίσκα αυτά συνήθως προϋπολογίζονται, η πιθανότητα εμφάνισης τους λαμβάνεται υπ’ όψιν και τα σφάλματα που πάντοτε συνοδεύουν τις προβλέψεις προκαθορίζονται – ενώ φυσικά ασφαλίζονται κάποια από αυτά, με τα παράγωγα στις αγορές, με τα προγράμματα που προσφέρουν οι ασφαλιστικές εταιρείες κοκ.
Η ανασφάλεια όμως είναι κάτι πολύ διαφορετικό από την απλή αβεβαιότητα, αφού ο όρος συμπεριλαμβάνει την πιθανότητα να είναι το μέλλον εντελώς διαφορετικό από το παρόν – χωρίς να μπορεί κανείς να προβλέψει εάν η «αντιστροφή» αυτή θα είναι προς τη μία ή προς την άλλη κατεύθυνση.
Για παράδειγμα, οι προηγούμενες δεκαετίες ήταν σε μεγάλο βαθμό υπολογίσιμες, τουλάχιστον για τις δυτικές κοινωνίες – αφού επικρατούσε μία εκτεταμένη σταθερότητα, χωρίς τρομακτικά μεγάλες διακυμάνσεις. Ακόμη δε και η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 δεν άλλαξε πολλά πράγματα – έχοντας ουσιαστικά διαρκέσει ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα
Επομένως, μπορεί ο καπιταλισμός-καζίνο να «παρήγαγε» συνεχείς ανόδους και καθόδους, φούσκες και κραχ, αλλά οι εθνικοί, οι ευρωπαϊκοί και οι διεθνείς Θεσμοί, όπως οι κεντρικές τράπεζες, οι οργανισμοί και οι κυβερνήσεις, λειτουργούσαν σχετικά καλά – κατορθώνοντας να επεμβαίνουν έστω την τελευταία στιγμή αποτελεσματικά, οπότε να εμποδίζουν τη γενικότερη κατάρρευση του συστήματος.
Σήμερα όμως ακόμη και η Πολιτική έχει μετατραπεί σε έναν συντελεστή αβεβαιότητας και ανασφάλειας – με κριτήριο τις αποφάσεις που λαμβάνονται προκαλώντας έκπληξη, όπως η αποχώρηση των Η.Π.Α. από τη Συρία, η συνεργασία της Τουρκίας με τη Ρωσία ή η στάση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στο Σκοπιανό.
Από την άλλη πλευρά νέα κινήματα που δημιουργούνται από τα κάτω, όπως τα «κίτρινα γιλέκα» στη Γαλλία, χρησιμοποιούν τις δυνατότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για να οδηγήσουν τους ανθρώπους στους δρόμους – ενώ ακόμη και η πολιτικά σταθερή Μ. Βρετανία, αποφάσισε με μία μικρή πλειοψηφία σε ένα δημοψήφισμα που δεν είχε μεγάλη συμμετοχή για την έξοδο της από την ΕΕ, χωρίς όμως να εξασφαλίζει την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο και χωρίς να υπάρχει συμφωνία με την Κομισιόν!
Στη Βραζιλία κατάφερε να εκλεγεί στην προεδρία ένας ακροδεξιός ηγέτης, στηριζόμενος σε μία προεκλογική καμπάνια που βασιζόταν στην εφαρμογή για κινητά WhatsApp – ενώ σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ηγούνται ήδη κυβερνήσεις μειοψηφίας που στηρίζονται σε εναλλασσόμενες λαϊκές πλειοψηφίες, οπότε είναι δύσκολο να προβλεφθούν οι αποφάσεις τους.
Στο Βέλγιο ανατράπηκε η κυβέρνηση λόγω του μεταναστευτικού, στη Γερμανία οι σχέσεις των δύο κομμάτων που συγκυβερνούν είναι πολύ άσχημες και χάνουν συνεχώς μερίδια στις δημοσκοπήσεις, ενώ ακόμη και στη Σουηδία που θεωρείται η μητέρα του ψύχραιμου συμβιβασμού, τα πολιτικά κόμματα δεν μπορούν από πολλούς μήνες τώρα να συμφωνήσουν στη δημιουργία ενός βιώσιμου συνασπισμού.
Τα θεμέλια της σύγχρονης εποχής
Περαιτέρω, ολόκληρη η σύγχρονη εποχή που ξεκίνησε πολλούς αιώνες πριν αποτελεί ένα εγχείρημα εναντίον της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας – μεταξύ άλλων με την εξέλιξη των επιστημών που προσπαθούν να βρουν απαντήσεις για κάθε ερώτημα, αίτια και αιτιατά, έτσι ώστε οι άνθρωποι να γνωρίζουν τι ακριβώς συμβαίνει και να μπορούν να προγραμματίσουν το μέλλον τους.
Οι κρατικοί Θεσμοί, οι σωστά οργανωμένες επιχειρήσεις και οι ρυθμισμένες αγορές (που όμως απορυθμίσθηκαν σταδιακά μετά το 1980) είχαν ως στόχο να περιορίσουν το απρόβλεπτο και να αντισταθμίσουν τους κινδύνους – έτσι ώστε όλοι οι «συντελεστές», κράτη, επιχειρήσεις, νοικοκυριά και άτομα να είναι σε θέση να χειριστούν καλύτερα ή/και ευκολότερα τη «ζωή» τους.
Ειδικά όσον αφορά την Οικονομία και τις κοινωνίες, περί τα τέλη του 19ου αιώνα άρχισαν οι στατιστικοί να μετρούν συστηματικά τα επί μέρους «μεγέθη» τους, για να μπορούν να υπάρχουν συγκρίσεις που διευκολύνουν τις αποφάσεις – ιστορικές εμπειρίες δηλαδή.
Εκτός αυτού όλοι όσοι ασχολούνται επιστημονικά με τις προβλέψεις σημείωσαν μεγάλη πρόοδο – ενώ παράλληλα δημιουργήθηκε το κοινωνικό κράτος, με στόχο την εξασφάλιση των ανθρώπων από απρόβλεπτες καταστάσεις και ατομικά ρίσκα. Ακόμη και ο καιρός ή οι σεισμοί δεν μας ξαφνιάζουν πλέον σε μεγάλο βαθμό – ειδικά ο καιρός, για τον οποίο οι προβλέψεις είναι σχετικά σίγουρες.
Εν τούτοις, σήμερα το κοινωνικό κράτος περιορίζεται συνεχώς, οι ανισορροπίες αυξάνονται, οι αγορές έχουν ήδη απορρυθμιστεί σε μεγάλο βαθμό, ενώ η εμπιστοσύνη των Πολιτών στους κρατικούς Θεσμούς, στις κυβερνήσεις, στα πολιτικά κόμματα, στις τράπεζες και στις μεγάλες επιχειρήσεις έχει υποχωρήσει σε μεγάλο βαθμό – ακόμη δε και στην επιστήμη, ειδικά στην Οικονομία.
Πόσο μάλλον στα ΜΜΕ και στη Δημοσιογραφία, όπου πολλοί θεωρούν ότι, δεν μπορούν πλέον να διαχωρίσουν τις πραγματικές ειδήσεις από τα πλαστά νέα (fake news) ή τις αντικειμενικές απόψεις από τη χειραγώγηση.
Η ίδια η Δημοκρατία λοιπόν κινδυνεύει να καταρρεύσει, χάνοντας την εμπιστοσύνη των πολλών, λόγω ακριβώς της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας που έχουν προκληθεί – με αποτέλεσμα να προωθούνται αυταρχικά καθεστώτα, τα οποία υπόσχονται κυρίως ασφάλεια, παρά το ότι όλοι οι άνθρωποι κατανοούν πως το τίμημα είναι πολύ βαρύ: η απώλεια της ελευθερίας και των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους.
Σε κάθε περίπτωση, η ανασφάλεια στον πλανήτη κλιμακώνεται οπότε ανατροφοδοτείται – ενώ ενοχοποιείται κυρίως η παγκοσμιοποίηση, μαζί με τις μεταναστευτικές ροές και την τρομοκρατία που συχνά τις συνοδεύει.
Έτσι αυξάνεται η αστάθεια του συστήματος, η οποία εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη – οπότε μειώνεται ακόμη περισσότερο η δυνατότητα ελέγχου των κοινωνιών και γίνεται πολύ πιο δύσκολη η διακυβέρνηση τους.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, η χώρα που βιώνει περισσότερο από όλα σχεδόν τα άλλα κράτη στη Δύση τη μεγαλύτερη ανασφάλεια και αβεβαιότητα, είναι η Ελλάδα – ειδικά μετά το 2010, όπου ξεκίνησε η τραγωδία της που ακόμη δεν έχει φτάσει στο ζενίθ.
Εν τούτοις, η χώρα μας ήταν ανέκαθεν συνηθισμένη σε τέτοιου είδους καταστάσεις, όπου κανένας δεν ξέρει τι θα του συμβεί την άλλη ημέρα το πρωί – ούτε καν εάν θα έχουν γάζες τα νοσοκομεία, βενζίνη τα πρατήρια, τι φόρους θα κληθεί να πληρώσει ή τι διώξεις θα του ασκηθούν, από έναν ανάλγητο συχνά δημόσιο μηχανισμό που δεν αντισταθμίζεται από κανένα λειτουργικό Κράτος Δικαίου.
Από την άλλη πλευρά η χώρα που βρίσκεται στο αντίθετο ακριβώς άκρο, αυτή που δεν έχει καθόλου αλλά και δεν μπορεί να αντέξει ούτε κατ’ ελάχιστο την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια, είναι η Γερμανία – η οποία την ίδια στιγμή έθεσε την Ελλάδα υπό την κατοχή της, με οικονομικά όπλα και με το διορισμό τυπικών κυβερνήσεων που ελέγχει απόλυτα από το παρασκήνιο, μεταξύ άλλων εκβιάζοντας τες με διάφορους τρόπους.
Εάν λοιπόν πράγματι το μέλλον εξελιχθεί όπως προβλέπεται, τότε οι συνθήκες θα είναι ασφαλώς καλύτερες για την Ελλάδα και χειρότερες για τη Γερμανία – στην οποία εάν είχε επιβληθεί το 5% των μέτρων που επέβαλλε στην Ελλάδα ή εάν βίωνε το 5% της ασάφειας, της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας που βιώνουμε τόσα χρόνια μετά το 2008 εμείς, θα είχε στην κυριολεξία καεί από τους Πολίτες της.
Κλείνοντας, εύχομαι Καλή Πρωτοχρονιά σε όλους, ένα ευτυχισμένο 2019, με υγεία και αισιοδοξία για το μέλλον – το οποίο μπορεί μεν να διαγράφεται εξαιρετικά δύσκολο, αλλά το Έθνος μας είναι σε θέση να πετυχαίνει θαύματα όταν παραμένει ενωμένο, όπως έχει τεκμηριωθεί δεκάδες φορές στη μακραίωνη ιστορία μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου