ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
Του Δημήτρη Γαρούφα*
Με τις κοσμογονικές αλλαγές που έγιναν μετά το 1989 και την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις γειτονικές μας χώρες έπαυσαν οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή και δόθηκε η δυνατότητα επαφών με τους λαούς τους, αλλά και η δυνατότητα στους λαούς των χωρών αυτών να εκφράσουν και να διεκδικήσουν την εθνική καταγωγή τους.
Έτσι, στα Βαλκάνια, το ρολόι της Ιστορίας έδειξε να γύρισε 100 χρόνια πίσω, με εθνικούς ανταγωνισμούς, δημιουργία κρατιδίων με εθνικά, θρησκευτικά ή φυλετικά κριτήρια και τις αναπόφευκτες συγκρούσεις, που μερικές φορές υποκινήθηκαν ή εξυπηρετούσαν τα σχέδια μεγάλων δυνάμεων.
Αυτή την περίοδο δόθηκε η δυνατότητα και σε πληθυσμούς ελληνικής καταγωγής των βαλκανικών χωρών να εκδηλωθούν, να διεκδικήσουν την ταυτότητά τους και να επιδιώξουν σύνδεση με την πατρίδα Ελλάδα.
Η χώρα μας, ορθά καταρχάς, ξεκαθάρισε ότι επιδιώκει οι ελληνικές μειονότητες να αποτελέσουν όχι σημείο τριβής, αλλά γέφυρα φιλίας ανάμεσα στην Ελλάδα και στις χώρες όπου ζουν. Όμως, δεν ετοίμασε πρόγραμμα στήριξης αυτών των πληθυσμών ώστε να μείνουν στις χώρες όπου ζούσαν, απολαμβάνοντας συγχρόνως τις ελευθερίες που εγγυώνται οι διεθνείς συνθήκες, με ελληνικά σχολεία και δυνατότητες για εκσυγχρονιστικό-πρωταγωνιστικό ρόλο.
Λόγω της έλλειψης αυτού του προγράμματος, αρκετοί ομογενείς ήλθαν στη χώρα μας μαζί με τους οικονομικούς μετανάστες, προσδοκώντας ένα καλύτερο αύριο. Έτσι, ερήμωσε η Βόρεια Ήπειρος, όπου υπήρχε συμπαγής ελληνικός πληθυσμός, ενώ και μεγάλο μέρος των βλαχοφώνων της Αλβανίας εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα.
Αντίθετα, για τους ομογενείς από τη Βουλγαρία, για τους οποίους υπήρξε πρόβλεψη από την αρχή για παροχή διευκολύνσεων στην ενασχόλησή τους με το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών, ήταν καλύτερα τα αποτελέσματα, με την έννοια ότι ένα μέρος των ομογενών (κυρίως οι Σαρακατσάνοι) ασχολούνται με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις.
Δεν υπήρξε πρόγραμμα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στις βαλκανικές χώρες, παρότι υπήρχε διάθεση για εκμάθηση της γλώσσας και από μη ομογενείς πολίτες των γειτονικών χωρών, για τον επιπρόσθετο λόγο ότι έτσι θα μπορούσαν να πετύχουν καλύτερους όρους πρόσληψης σε εταιρίες Ελλήνων επιχειρηματιών που κατέχουν σημαντικό μερίδιο σε Αλβανία, Σκόπια και Βουλγαρία.
Σήμερα, στις γειτονικές βαλκανικές χώρες οι Έλληνες ομογενείς είναι οργανωμένοι σε πολιτιστικούς συλλόγους και σε κάποιες εξ αυτών αναδείχθηκαν σε σημαντικούς κοινωνικούς ή οικονομικούς παράγοντες. Όμως, εξακολουθεί να υπάρχει η φοβία της ελληνικής Πολιτείας για επίσημη αναγνώριση, με τον φόβο ότι ίσως υπάρξουν τριβές στις σχέσεις με τις διπλανές χώρες.
Σήμερα υπάρχουν νέα δεδομένα εν όψει του γεγονότος ότι η Βουλγαρία και η Ρουμανία από τις 1/1/2007 είναι μέλη της Ε.Ε., ενώ και οι άλλες χώρες επιδιώκουν ενταξιακή πορεία, γεγονός που έχει ως προαπαιτούμενο τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Νομίζω ότι μπορούν να υπάρξουν καλύτερες μέρες για τους ομογενείς μας που παρέμειναν στις γειτονικές χώρες, αρκεί η ελληνική Πολιτεία να υλοποιήσει συγκεκριμένο σχέδιο πολιτικής.
Τι πρέπει να γίνει
Α) Καταρχάς, μόνιμος στόχος πρέπει να είναι η διατήρηση των Ελλήνων ομογενών στις γειτονικές χώρες, όπου πρέπει να λειτουργούν ως γέφυρα φιλίας. Χρειάζονται πλαίσιο στήριξης των πόλεων που ζουν με προγράμματα της Ε.Ε., αδελφοποιήσεις με αντίστοιχες ελληνικές πόλεις κ.λπ., ώστε οι τοπικές κοινωνίες να θεωρούν προνόμιο την παρουσία Ελλήνων ομογενών.
Β) Πρέπει να δημιουργηθεί ίδρυμα ή φορέας διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και προβολής του ελληνικού πολιτισμού στις γειτονικές χώρες (ή να δραστηριοποιηθεί σε αυτή την κατεύθυνση το Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού), κάτι αντίστοιχο του Γαλλικού Ινστιτούτου, του Ινστιτούτου Γκαίτε κ.λπ., με παραρτήματα σε όλες τις μεγάλες βαλκανικές πόλεις, για να μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα και οι ομογενείς αλλά και πολλοί πολίτες των χωρών αυτών, με μακροπρόθεσμα άριστα αποτελέσματα για την Ελλάδα.
Γ) Να δοθούν υποτροφίες για προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές παιδιών ομογενών σε ελληνικά ΑΕΙ. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2005 η εξαθλιωμένη Ρουμανία έδωσε 65 υποτροφίες σε παιδιά βλαχοφώνων από τα Σκόπια για σπουδές στη χώρα, αλλά η ευημερούσα Ελλάδα έδωσε μόνο 3 υποτροφίες.
Δ) Να συνειδητοποιήσουμε ότι ομογενείς που εργάζονται 10-20 χρόνια στην Ελλάδα δεν πρόκειται να επιστρέψουν, γιατί τα παιδιά τους μιλούν μόνο την Ελληνική γλώσσα, έχουν ενσωματωθεί πλήρως στην Ελληνική κοινωνία, γι’ αυτό έπειτα από έλεγχο στοιχείων πρέπει να δίνεται η ελληνική υπηκοότητα.
Είναι λάθος να πιστεύουν μερικοί ότι η μη χορήγηση υπηκοότητας θα τους αναγκάσει να επιστρέψουν πίσω, διότι, όπως εξελίχθηκε η ζωή τους, είναι αναγκασμένοι πλέον να ζήσουν στο ελλαδικό κράτος.
Αβίαστα μπορώ να πω ότι δεν υπήρξαν από την ελληνική πλευρά ούτε γνώση του θέματος ούτε χάραξη πολιτικής αποτελεσματικής, που θα διέσωζε και θα ανεδείκνυε τον Ελληνισμό των Βαλκανίων σε σταθεροποιητικό ρόλο στην περιοχή.
Υπήρξαν αναμφίβολα καλές πρωτοβουλίες από φορείς της Ελλάδας, αλλά αυτές δεν εντάσσονταν σε συγκεκριμένο σχέδιο και ήταν αποσπασματικές, οπότε δεν έφεραν τα ανάλογα αποτελέσματα.
Σήμερα χρειάζεται η χάραξη μιας πολιτικής που θα λαμβάνει υπ’ όψιν τις εξελίξεις και το πλαίσιο που διαμορφώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, την ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής, το γεγονός ότι χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στα Βαλκάνια, το όραμα ανάδειξης της Θεσσαλονίκης σε ένα από τα πιο σημαντικά βαλκανικά μητροπολιτικά κέντρα και την επιθυμία πολλών κατοίκων των γειτονικών κρατών να μάθουν την ελληνική γλώσσα.
Πολλά μπορούν να γίνουν πέρα από όσα ενδεικτικά ανέφερα, αλλά χρειάζονται όραμα και στρατηγική, χρειάζεται οι εκάστοτε ασκούντες την εξουσία στην Ελλάδα να έχουν ανοιχτούς ορίζοντες στη σκέψη και τη δράση τους.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου