Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΥΡ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ (ΠΙΟ ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ!)


ΤΙΣ ΗΜΥΝΘΗ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΗΣ;

 






(…) Και τι πταίει η γλαυξ η θρηνούσα επί ερειπίων;

Πταίουν οι πλάσαντες
τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται τής Ελλάδος.

Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί, εκατέστρεψαν το έθνος, ανάθεμά τους.

Κάψιμο θέλουν όλοι τους! Τότε σ' εξεθέωναν οι προεστοί κ' οι "γυφτοχαρατζήδες" τώρα σε "αθεώνουν" οι βουλευταί κ΄οι δήμαρχοι.
 
 
Αυτοί που είχαν το λύειν και το δεσμείν εις τα δύο κόμματα, τους έταζαν "φούρνους με καρβέλια", δώσαντες αυτοίς ουχί πλείονας τών είκοσι δραχμών μετρητά, απέναντι, καθώς τους είπαν, και παρακινήσαντες αυτούς να εξοδεύσουν κι' απ' τη σακκούλα τους όσα θέλουν άφοβα, διότι θα πληρωθούν μέχρι λεπτού, σύμφωνα με τον λογαριασμόν, ον ήθελαν παρουσιάσουν.

Το τέρας το καλούμενον επιφανής τρέφει την φυγοπονίαν, την θεσιθηρίαν, τον τραμπουκισμόν, τον κουτσαβακισμόν, την εις τους νόμους απείθειαν, πλάττει αυλήν εξ αχρήστων ανθρώπων, στοιχείων φθοροποιών τα οποία περιστοιχίζουσι, παρασίτων τα οποία αποζώσιν εξ αυτού.

Μεταξύ δύο αντιπάλων μετερχομένων την αυτήν διαφθορά, θα επιτύχει εκείνος όστις ευπρεπέστερον φορεί το προσωπείον
κ' επιδεξιώτερον τον κόθορνον.

'Αμυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία τών θεσμών, η εθνική αγωγή, η χρηστή διοίκησις, η καταπολέμησις τού ξένου ξένου υλισμού και πιθηκισμού, τού διαφθείροντος το φρόνημα και εκφυλίσαντος σήμερον το έθνος και η πρόληψις τής χρεκοπίας.


Από άρθρο τού Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στην εφημερίδα "ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ" το 1896.



ΣΧΟΛΙΟ ΟΙΜΟΥ ΑΘΗΝΑΣ


Μέχρι το 2011 δήλα δή τα τελευταία 115 χρόνια, είναι άκρως επίκαιρος και ελπίζουμε να μήν συνεχίσει να είναι,
για το καλό της χώρας....
Αλλά και από την λογοτεχνική του πολεμίστρα τα ίδια πυρά εκτόξευε ο μακάριος εκείνος άρχοντας του Λόγου...

ΙΔΟΥ


"Οι Έμποροι τών Εθνών"(1882, Απόσπασμα)



Η Βενετία προσηγόρευεν εαυτήν Πολιτείαν και είχεν υιούς τυρράνους. Τοις έδιδε το χρίσμα της και τους έπεμπεν, ίνα κατακυριεύσωσι τής γης. Η γενεαλογία τής πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησεν την πενίαν. Η πενία έτικε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν.
Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησεν την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή τού τέρατος τούτου. Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή. Τότε δια τής βίας, τώρα δια τού δόλου και δια τής βίας. Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δε ούτω τους λεγομένους πολιτικούς). Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά δια τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία τού αιωνίου εργαστηρίου των.




"Οι Χαλασοχώρηδες" (Απόσπασμα)


(…) Κάθε άλλο, εξ εναντίας, με τούτο εμπνέει δυσπιστίαν και εις τα δύο κόμματα, και ένεκα τούτου δεν αποφασίζουν να δώσουν χρήματα εις ένα άνθρωπον κρυψίνουν, "στριμμένον", όστις θέλει να κάμει τον ανεξάρτητον, χωρίς να ξεύρει καλά καλά τι πράγμα είναι ανεξαρτησία.

(…) Ενώ άλλοι φανατίζονται και «χαλνούν την ζαχαρένια τους» και χολοσκάνουν, αυτοί οι δύο «ζευγαράκι ταιριαστό», παράδειγμα υγιούς εκλογικής φιλοσοφίας εις όλον το χωρίον, ανήκοντες εις δύο αντίπαλα και μέχρι καταστροφής πολεμούντα άλληλα κόμματα, περνούν με γέλια και με χαρές, τρώγοντες, πίνοντες, ευωχούμενοι εις υγείαν όλων τών υποψηφίων, ευλόγως θέτοντες την φιλίαν των υπεράνω κομμάτων. Και με τοιούτον τρόπον "το έχουν δίπορτο". Με όποιον κόμμα νικήσει θα είναι φίλοι και οι δύο, αφού θα είναι ο είς. "Όποιος γάϊδαρος, κι' αυτοί σαμάρι".

(…)

- Έ! Τι έχουμε, Κώστα;…Πώς πάει το κόμμα σας; είπε.
- Ποιό κόμμα μας, κυρ-Λάμπρο; απήντησεν ο Κωνσταντής ο Καλόβολος· το κόμμα μας είναι το κόμμα σας.
-Τί; είμαστε από ένα κόμμα;
-Δεν το ξέρετε;
-Τότε, πώς δεν ξεχωρίζετε από τον Γιάννη τον φίλον σου;
-Η φιλία φιλία και το κόμμα, κόμμα.

(…) Κατά την πρώτην σύνοδον ο Γεροντιάδης εφρόντισε να διορίσει εις μικράς ή μεγάλας θέσεις όλους τους ανεψιούς του, επτά τον αριθμόν, καθώς δύο εξαδέλφους του και τρεις δευτέρους εξαδέλφους, ως και δύο κουμπάρους και τον υιόν τής κουμπάρας του και τον αδελφόν τής υπηρετρίας του και άλλους. Κατά την δευτέραν σύνοδον ο Γεροντιάδης κατώρθωσε ν’ ακυρώσει δικαστικώς όλα τα ενοικιαστήρια τών οικιών των αντιπάλων του ως δημοσίων γραφείων και να ενοικιάσει μίαν οικίαν του ως επαρχείον, την άλλην ως ελληνικόν σχολείον, καθώς και τής τρίτης μεγάλης παραθαλασσίου οικίας του το μεν άνω πάτωμα ως εφορίαν, το δε κάτω πάτωμα ως λιμεναρχείον. Έμενεν ακόμη το ταμείον, το τελωνείον και το ειρηνοδικείον, αλλά δυστυχώς δεν είχεν άλλας οικίας ιδικάς του προς ενοικίασιν. Κατά την τρίτην σύνοδον επρόφθασε κι' έβαλε δύο εκ τών υιών του υποτρόφους δύο διαφόρων κληροδοτημάτων, καθ’ ο ανομοίου κλίσεως και προορισμού. Όσον δια την κόρην του, αυτήν την εισήγαγε τη συναινέσει και τής μητρός της, νομίμου συζύγου του, εις το «Σχολείο τής Αμαλίας», ως ασφαλέστερον, μη ευρών άλλο πρόχειρον παρθεναγωγείον ίνα την εισαγάγει.


-Τ’ ακούς, γειτόνισσα;
-Τι ν’ ακούσω, γειτόνισσα;
-Να, που μαλλώνουν, τ’ ανδρόγυνο.
-Γιατί τάχα;
-Να, από άλλο κόμμα είναι, λέει, ο άνδρας και από άλλο η γυναίκα.
-Μη χειρότερα.
-Καλά τους λένε, κουμπάρε Σπληνογιάννη... χαλασοχώρηδες.
-Όλοι σας, απήντησεν ετοίμως ο ποιμήν, να πούμε την αλήθεια, κουμπάρε, είστε πάρ’ τον ένανε, χτύπα τον άλλονε.
-Το λοιπόν κι' ημείς είμαστε χαλασοχώρηδες σαν αυτούς;
-Δεν είσθε χαλασοχώρηδες, απήντησε σαρκαστική εις το σκότος η φωνή τού Λάμπρου Βατούλα· είσθε ανδρογυνοχωρίστρες!
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου