Η ΘΕΩΡΙΑ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ ΚΑΙ Η ΑΘΩΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΑΙΩΝ ΣΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Εἰς τὰ 1828 εἰς τὴν Αἴγινα ἐπῆγεν ὁ Γεώργιος Μαυρομιχάλης νὰ ἐπισκεφθῆ τὸν Κυβερνήτη. Ἐφόρεσε τὴν λαμπρότερη ἐνδυμασία του, βουτημένη εἰς τὸ μάλαμα· ἐγελοῦσαν τὰ φορέματά του, ἐγελοῦσε ἡ καρδιά του, διατὶ ὁ νέος εἶχε κλίσιν πρὸς τὸν Κυβερνήτην· τὸν ἔδεχθη αὐτὸς ἀλλὰ τοῦ εἶπε:
Δὲν σ’ ἐπαινῶ διὰ τὰ φορέματά σου· καὶ πρὶν πατήσω τὰ χώματα τὰ Ἑλληνικά,καὶ ἀφοῦ ἦλθα καὶ εἶδα τὸ ἐβεβαιώθηκα, εἶναι καιροὶ ποὺ πρέπει νὰ φοροῦμε ὃλοι ζώνη δερματένια, καὶ νὰ τρῶμεν ἀκρίδαις μὲ ἂγριο μέλι·
Δὲν σ’ ἐπαινῶ διὰ τὰ φορέματά σου· καὶ πρὶν πατήσω τὰ χώματα τὰ Ἑλληνικά,καὶ ἀφοῦ ἦλθα καὶ εἶδα τὸ ἐβεβαιώθηκα, εἶναι καιροὶ ποὺ πρέπει νὰ φοροῦμε ὃλοι ζώνη δερματένια, καὶ νὰ τρῶμεν ἀκρίδαις μὲ ἂγριο μέλι·
Εἶδα πολλὰ εἰς τὴν ζωήν μου, ἀλλά σὰν τὸ θέαμα ὅταν ἔφθασα ἐδῶ εἰς τὴν Αἴγινα, δὲν εἶδα τί παρόμοιο ποτέ, καὶ ἄλλος νὰ μὴν τὸ ἰδῆ· προεῖδα μεγάλα δυστυχήματα διὰ τὴν πατρίδα, ἂν ἐσεῖς δὲν θὰ εἶσθε σύμφωνοι μαζί μου καὶ ἐγὼ μὲ ἐσᾶς.
Ζήτω ὁ Κυβερνήτης ὁ σωτήρας μας, ὁ ἐλευθερωτής μας, ἐφώναζαν γυναῖκες ἀναμαλιάραις, ἄνδρες μὲ λαβωματιαῖς πολέμου, ὀρφανὰ γδυτά, κατεβασμένα ἀπὸ ταῖς σπηλιαῖς· δὲν ἦτον τὸ συναπάντημά μου φωνὴ χαρᾶς, ἀλλὰ θρῆνος· ἡ γῆ ἐβρέχετο ἀπὸ δάκρυα, ἐβρέχετο ἡ μερτιὰ καὶ ἡ δάφνη τοῦ στολισμένου δρόμου ἀπὸ τὸν γιαλὸν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν· ἀνατρίχιαζα, μοῦ ἔτρεμαν τὰ γόνατα, ἡ φωνὴ τοῦ λαοῦ ἔσχιζε τὴν καρδίαν μου· μαυροφορεμέναις, γέροντες μοῦ ἐζητοῦσαν νὰ ἀναστήσω τοὺς ἀποθαμένους τους, μανάδες μοῦ ἔδειχναν εἰς τὸ βυζὶ τὰ παιδιά τους, καὶ μοῦ ἔλεγαν νὰ τὰ ζήσω, καὶ ὅτι δὲν τοὺς ἀπέμειναν παρὰ ἐκεῖνα καὶ ἐγώ…
Υἱὲ τοῦ Μαυρομιχάλη, διὰ νὰ μὲ τιμήσης ἦλθες εὐμορφοστολισμένος· τὸ ἐννοῶ καὶ σὲ ἀγαπῶ, ὅθεν καὶ σοῦ ἀνοίγω τὴν καρδίαν μου.
Ἦλθεν εἰς τὴν πατρίδα σας ἕνας ὁμογενὴς περισσότερος, δὲν ἤφερα ξένους ὁπλοφόρους, συνοδίαν μου ἔχω μόνον τὴν πειθώ, τὸ φίλεργον, καὶ τίμια γηρατεῖα· ὄχι ἐσύ, ποῦ εἶσαι νέος, ἀλλὰ οἱ πλέον, πλέον γέροντες δὲν ἔχετε γνῶσιν λευκαμένην ἀπὸ παλαιότητα καιροῦ.
Ὡς ψάρι εἰς τὸ δίκτυ σπαράζει εἰς πολλοὺς κινδύνους ἀκόμη ἡ Ἑλληνικὴ ἐλευθερία. Μοῦ ἐδόσατε τοὺς χαλινοὺς τοῦ κράτους· τίνος κράτους; μετροῦμε εἰς τὰ δάκτυλα τὴν ἐπικράτειάν μας, τ’ Ἀνάπλι, τὴν Αἴγινα, Πόρον, Ὕδραν, Κόρινθον, Μέγαρα, Σαλαμίνα.
Ὁ Ἰβραΐμης κρατεῖ τὰ κάστρα καὶ τὸ μεσόγειον τῆς Πελοπόννησου, ὁ Κιουτάγιας τὴν Ρούμελη, πολλὰ νησιὰ βασανίζονται ἀπὸ αὐτεξούσιον στρατιώτην καὶ ἀπὸ πειρατείαν, τὰ δύο μεγάλα καράβια σας, εἶναι ἁραμμένα ’ξαρμάτωτα εἰς τὸν Πόρο, ἡ Ἀθήνα ἒφαγε πέρυσι τοὺς ἀνδρειοτέρους τῶν Ἑλλήνων.
Ποῦ τὸ θησαυροφυλάκιον τοῦ ἔθνους; Ἀκούω, ἐπουλήσατε καὶ τὴν δεκατιὰ τοῦ φετεινοῦ ἔτους πρὶν ἀκόμη σπαρθῆ τὸ γέννημα· ὁ τόπος εἶναι χέρσος, σπάνιοι οἱ κάτοικοι, σκόρπιοι εἰς τὰ βουνὰ καὶ εἰς τὰ σπήλαια.
Τὸ δημόσιον εἶναι πλακωμένο ἀπὸ δύο ἑκατομμύρια λίραις στερλίναις χρέος, ἄλλα τόσα ζητεῖτε οἱ στρατιωτικοί, ἡ γῆ εἶναι ὑποθηκευμένη εἰς τοὺς Ἄγγλους δανειστάς· ἀνάγκη νὰ τὴν ἐλευθερώσωμεν μὲ τὴν ἰδίαν ἀπόφασιν, ὡς θὰ τὴν ἐλευθερώσωμεν καὶ ἀπὸ τὰ ἂρματα τοῦ Κιουτάγια καὶ τοῦ Αἰγυπτίου.
Τὸ δημόσιον εἶναι πλακωμένο ἀπὸ δύο ἑκατομμύρια λίραις στερλίναις χρέος, ἄλλα τόσα ζητεῖτε οἱ στρατιωτικοί, ἡ γῆ εἶναι ὑποθηκευμένη εἰς τοὺς Ἄγγλους δανειστάς· ἀνάγκη νὰ τὴν ἐλευθερώσωμεν μὲ τὴν ἰδίαν ἀπόφασιν, ὡς θὰ τὴν ἐλευθερώσωμεν καὶ ἀπὸ τὰ ἂρματα τοῦ Κιουτάγια καὶ τοῦ Αἰγυπτίου.
Δὲν λυποῦμαι, δὲν ἀπελπίζομαι· προτιμῶ αὐτὸ τὸ σκῆπτρο τοῦ πόνου καὶ τῶν δακρύων παρὰ ἄλλο· ὁ θεὸς μοῦ τὸ ’δωσε, τὸ πέρνω, θέλει νὰ μὲ δοκιμάση· εἶμαι ἀπὸ τὴν φυλήν σας, εἰς ἕνα μνῆμα μαζὺ μὲ ’σᾶς θὰ θαφτῶ·
Ὅ,τι ἔχω ζωήν, περιουσίαν, φιλίαις εἰς τὴν Εὐρώπην, κεφάλαια γνώσεων ἀποκτημένα ἀπὸ τόσα θεάματα καὶ ἀκροάματα συμβάντων τοῦ κόσμου τῆς ἡμέρας μου, τὰ ἀφιερόνω εἰς τὴν κοινὴν πατρίδα, ἂς ὑψώσωμεν τὸ μεγαλεῖον της, ὥστε ὃποιος θελήσει, δυσκόλως νὰ τὸ ταπεινώση, στερεωμένο εἰς ρίζαις ἀρετῆς εἶναι ἀκαταμάχητον.
Ὅ,τι ἔχω ζωήν, περιουσίαν, φιλίαις εἰς τὴν Εὐρώπην, κεφάλαια γνώσεων ἀποκτημένα ἀπὸ τόσα θεάματα καὶ ἀκροάματα συμβάντων τοῦ κόσμου τῆς ἡμέρας μου, τὰ ἀφιερόνω εἰς τὴν κοινὴν πατρίδα, ἂς ὑψώσωμεν τὸ μεγαλεῖον της, ὥστε ὃποιος θελήσει, δυσκόλως νὰ τὸ ταπεινώση, στερεωμένο εἰς ρίζαις ἀρετῆς εἶναι ἀκαταμάχητον.
Ἐκάματε ἔργα πολεμικὰ ἀθάνατα· Βασιλεῖς καὶ ’Ἔθνη σᾶς ἐπαίνεσαν, ἀλλὰ πίστευσέ μου, διὰ πολυετίαν ἀκόμη ἡ ζώνη τοῦ Προδρόμου πρέπει νὰ ἦναι στολισμός σας, ὂχι χρυσοΰφαντη χλαμύδα.
Ὡς οἱ παλαιοὶ ἥρωες ἢ Βασιλεῖς τῆς Ἑλλάδος πρέπει νὰ φυτεύωμεν δένδρα, νὰ ἀνοίγωμεν δρόμους, νὰ παλεύωμεν μὲ τὰ θηρία τοῦ δάσους, νὰ δέσωμεν τὴν κοινωνίαν μας μὲ νόμους σύμφωνους μὲ τὸ ἔθνος μας· οὔτε ὀπίσω οὔτε ἐμπρός τοῦ καιροῦ μας· μὴ μοῦ ζητεῖτε ζωγραφίαις πολύτιμαις εἰς οἰκοδόμημα ἀκόμη ἀτελείωτον.
Μέτρον μας καὶ ἄστρο: εἰς δεινὰ Ἑλληνικὰ θεραπεία Ἑλληνική. Μὲ τὸ στόμα μας, ὂχι ὡς οἱ χειρουργοί τῆς Εὐρώπης κόφτοντας, ἀλλὰ μὲ τὸ στόμα μας νὰ βυζαίνομεν τὸ ἔμπυο της πατρίδος, διὰ νὰ τὴν γιάνωμεν… ἐπειδὴ κάθε τόπος ἔχει χωριστὰ τὸ μυστήριον τῆς ζωῆς του, τὸν νόμον τῆς εὐτυχίας του, ἂν πλανεθῆ ὁ ἑλληνισμός μας καὶ σηκωθῆ σκοτάδι μεταξὺ μας ὥστε ἐσεῖς νὰ μὴ διαβάζετε εἰς τὴν καρδίαν μου, θολοθοῦν καὶ ’μὲ οἱ ὀφθαλμοί, ποῖος ἠξεύρει… ποῦ θὰ ’πᾶμε, τί θὰ γινοῦμε; …
Κατεβαίνω πολεμιστὴς εἰς τὸ στάδιον, θὰ πολεμήσω ὡς Κυβέρνησις, δὲν λαθεύομαι, τὸν ἔρωτα τῶν προνομίων ποῦ εἶναι φυτευμένος εἰς ψυχαῖς πολλῶν, τὰ ὀνειροπολήματα τῶν λογιωτάτων, ξένων πρακτικῆς ζωῆς, τὸ φιλύποπτο, κυριαρχικὸ καὶ ἀνήμερον ἀλλοεθνῶν ἄνδρων.
Ἡ νίκη θὰ εἶναι δική μας ἂν βασιλεύη τὴν καρδίαν μας, Θεὸς ζηλότυπος, μόνον τὸ αἴσθημα τὸ Ἑλληνικὸ- ὁ φιλὴκοος τῶν ξένων εἶναι προδότης».
Ἡ νίκη θὰ εἶναι δική μας ἂν βασιλεύη τὴν καρδίαν μας, Θεὸς ζηλότυπος, μόνον τὸ αἴσθημα τὸ Ἑλληνικὸ- ὁ φιλὴκοος τῶν ξένων εἶναι προδότης».
Εἴθε οἱ νέοι τῆς Ἑλλάδος νὰ ἦναι βοηθοί μου καὶ πρῶτος ἐσύ· μη φορὴς πολυτελῆ φορέματα ἀτέριαστα μὲ τὴν ἔνδειαν τῶν πολλῶν καὶ κεφάλαιο θαμένο, ἀχρησίμευτο· ἢ ἄφορμη, ἡ ἀπόκτησίς του, κακῶν ὀρέξεων καὶ πράξεων· μὴ θέλεις ἄλλο στολίδι καὶ καύχημα εἰμὴ ὅτι εἶσαι ἀπὸ οἰκογένεια δοξασμένη, ποῦ τόσο ἔχυσε αἷμα ἀνδρειωμένο διὰ τὴν ἀναγέννησιν καὶ τὴν ἐλευθερίαν τῆς Πατρίδος».
Ἀπὸ τὰ Ἀπομνημονεύματα
τοῦ Θεόδωρου Κολολοτρώνη
ΠΗΓΗ
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ
Ο Δ. Κοκκινάκης, ιστορικός ερευνητής, στο βιβλίο του «Ποιοι δολοφόνησαν τον Καποδίστρια;» δηλώνει ότι ασχολήθηκε επί χρόνια με το θέμα της δολοφονίας του κυβερνήτη, μελετώντας όλα τα σχετικά αρχεία της εποχής, τις ιατροδικαστικές εκθέσεις, το πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο των γεγονότων αλλά και τη δικογραφία της δίκης του Γεωργίου Μαυρομιχάλη.
Προσπάθησε να ανασυνθέσει το παζλ των γεγονότων που οδήγησαν στη δολοφονία του Καποδίστρια, καταλήγοντας σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα σχετικά με τους δολοφόνους.
Προσπαθώντας και ο ίδιος να αναπαραστήσει το σκηνικό του φόνου και χρησιμοποιώντας σχετικά σύγχρονες μεθόδους της εγκληματολογίας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τον Καποδίστρια δεν τον σκότωσαν οι Μαυρομιχαλαίοι . Ποιοι ήταν όμως οι δολοφόνοι του;
Ο Κοκκινάκης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για μια συνομωσία στην οποία πρωτοστάτησαν οι Άγγλοι, οι οποίοι και είχαν αποφασίσει τη δολοφονία του κυβερνήτη, αφενός για να τερματίσουν τα όνειρα των Ελλήνων για ένα μονάρχη ελληνικής καταγωγής, αφετέρου για να επιτύχουν τον αφοπλισμό των αξιόμαχων ελληνικών μονάδων που προήλαυναν στη Στερεά Ελλάδα.
Έτσι, άρχισαν να δημιουργούν συνθήκες ενοχοποίησης των Μαυρομιχαλαίων, εμφανίζοντας την οικογένεια να προβαίνει σε ενέργειες τις οποίες όμως προφανώς δεν θα πραγματοποιούσε, αν πράγματι είχε σκοπό να δολοφονήσει τον Καποδίστρια (αγορά πιστολιών, εκτόξευση απειλών, ψευδείς αναφορές για στάση στη Μάνη κλπ.).
Η επίρριψη του φονικού στους Μαυρομιχαλαίους έπρεπε να γίνει με πειστικό τρόπο. Τα σχέδια των Άγγλων δεν θα εξυπηρετούσε η δολοφονία του κυβερνήτη από έναν άγνωστο εκτελεστή, δεδομένου ότι ο δολοφόνος θα έπρεπε να βρεθεί αμέσως, ώστε να εξευμενισθεί κατά κάποιο τρόπο η αντίδραση του ελληνικού λαού.
Ο φρουρός των Μαυρομιχαλαίων, ο στρατιώτης Καραγιάννης, δεν αντικαταστήθηκε ποτέ από την παρακολούθηση και προστασία της οικογένειας, πιθανότατα προκειμένου να μεταφέρει στους συνωμότες όλες τις προσπάθειες προσέγγισης του Καποδίστρια με τον Πετρομπέη.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα έχουν λεχθεί, αλλά και τις καταθέσεις των μαρτύρων, ο Κοκκινάκης περιγράφει τη δολοφονία με βάση τα δικά του στοιχεία.
Το πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ο κυβερνήτης συνοδευόταν από δύο φρουρούς, το στρατιώτη Λεωνίδη και τον μονόχειρα υπηρέτη του Κοζώνη, ο οποίος αντικατέστησε εκείνη την ημέρα τον κανονικό του φρουρό που αρρώστησε ξαφνικά (;).
Καθοδόν, 100-150 μέτρα πριν την εκκλησία, σε ένα ιδιαίτερα σκοτεινό σημείο του δρόμου, κοντά στην πλατεία του Αναβρυτηρίου, συναντήθηκε με τους Μαυρομιχαλαίους, οι οποίοι τον χαιρέτησαν με σεβασμό και τον προσπέρασαν, χωρίς να τον κτυπήσουν εκεί, όπου οι συνθήκες ήταν περισσότερο κατάλληλες.
Οι Μαυρομιχαλαίοι, φθάνοντας πρώτοι στην εκκλησία, στάθηκαν έξω από αυτή (ως υπόδικοι που ήταν): Ο Κωνσταντίνος στο δεξί (ως προς τον εισερχόμενο) τμήμα της θύρας του ναού, ακουμπώντας στον τοίχο, με μέτωπο προς την οικία του υπουργού Ροδίου, δηλαδή αντίθετα από την κατεύθυνση από την οποία ερχόταν ο κυβερνήτης, ο δε Γεώργιος περίπου στο μέσον της στενής θύρας, στο βάθος του εσωτερικού πλατύσκαλου, 1,20-1,50 μ. από τον δρόμο με μέτωπο προς το εσωτερικό του ναού.
Ο κυβερνήτης με τους φρουρούς του πλησίασε την είσοδο της εκκλησίας, αποκαλύφθηκε με το αριστερό χέρι για να κάνει με το δεξί χέρι τον σταυρό του (και όχι βέβαια για να χαιρετήσει τους Μαυρομιχαλαίους, τους οποίους είχε ήδη συναντήσει και χαιρετήσει).
Η δολοφονία του Καποδίστρια
Μπροστά από τον Κωνσταντίνο, σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες, βρισκόταν ένας «ξηρακιανός νέος με μαύρην καππόταν», ενώ ένας άλλος άγνωστος νέος (αναφέρθηκε από τον Γεώργιο, στην κατάθεσή του ως ζητιάνος) στεκόταν στο αριστερό, ως προς τον εισερχόμενο, τμήμα της θύρας του ναού.
Ο Κωνσταντίνος διαπίστωσε κάποια ύποπτη κίνηση (τράβηγμα όπλου;), είτε του Κοζώνη είτε του «ξηρακιανού νέου» που στεκόταν μπροστά του. Η πρώτη του σκέψη ήταν πως κινδύνευε ο ίδιος.
Αντέδρασε πηδώντας στο μέσον του δρόμου και ταυτόχρονα πυροβολώντας εναντίον του υπόπτου. Επειδή όμως βρισκόταν εν κινήσει, αστόχησε και η βολή του εξοστρακίσθηκε στον τοίχο της εκκλησίας, εκεί που στεκόταν προηγουμένως ο ίδιος (το ίχνος υπάρχει ως σήμερα).
Ο Καποδίστριας αιφνιδιάσθηκε από το άλμα του Κωνσταντίνου και το άκουσμα του πρώτου πυροβολισμού, και έστρεψε το κεφάλι του δεξιά και πίσω. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή πυροβολήθηκε εξ επαφής στο πίσω μέρος του ινιακού οστού, λίγο πάνω από το δεξί αυτί, από τον «ξηρακιανό νέο» ή από τον Κοζώνη.
Ο τελευταίος είτε πυροβόλησε είτε όχι, πιθανότατα ήταν μυημένος στη συνομωσία, δεδομένου πως δεν κατονόμασε αυτόν που πυροβόλησε, αφήνοντας να εννοηθεί πως ήταν ο Κωνσταντίνος, τον οποίον δεν είδε να πυροβολεί αλλά τον άκουσε (!).
Ταυτόχρονα, ο ζητιάνος που βρισκόταν στην άλλη πλευρά της θύρας του ναού, τον κτύπησε με ένα μαχαίρι μήκους μεγαλύτερου του ενός ποδός (33 εκ.) και πλάτους 8-9 εκ.
Με βάση το μήκος της πύλης εισόδου του μαχαιριού στο σώμα του κυβερνήτη και το σύνηθες ιχθυοειδές σχήμα των μαχαιριών, υπολογίζεται πως πρόκειται για μάχαιρα μήκους 40-45 εκ. Το όπλο αυτό δε βρέθηκε ποτέ (το αποδιδόμενο στον Γεώργιο μαχαιρίδιο δε θα μπορούσε να προκαλέσει τόσο μεγάλο τραύμα).
Ο στρατιώτης Καραγιάννης πυροβόλησε τον ευρισκόμενο πλέον πολύ κοντά του (στην αρχή του ανηφορικού μονοπατιού) Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη στην κοιλιά, ο οποίος προσπάθησε τραυματισμένος να τρέξει στο ανηφορικό δρομάκι.
Ο υπαξιωματικός Βούλγαρης, ευρισκόμενος συμπτωματικά (;) ένστολος και ένοπλος μέσα στην εκκλησία (η μονάδα του βρισκόταν στον Πλάτανο, 200 μέτρα από την εκκλησία), καταδίωξε τον τραυματισμένο Κωνσταντίνο, (ο οποίος αν και είχε ακόμη μία πιστόλα γεμάτη, δεν αμύνθηκε!), τον πρόφθασε και τον λόγχισε.
Σχεδόν αμέσως κατέφθασαν ακόμη έξι στρατιώτες, υπό τον Μομφεράτο, (πως άραγε κατάφεραν να φθάσουν τόσο γρήγορα από τον Πλάτανο, αν κάποιος δεν τους είχε ειδοποιήσει από πριν;) και συνέχισαν βάναυσα (ανεπίτρεπτα, για έναν δολοφόνο που θα μπορούσε να έχει συλληφθεί) να κτυπούν τον Κωνσταντίνο, ο οποίος τελικά και πυροβολήθηκε στο κεφάλι από τον στρατηγό Φωτομάρα (δήθεν για να τον γλύτωσει από το μαρτύριό του).
Ο Γεώργιος διαπιστώνοντας την εμπλοκή του θείου του στο συμβάν, και χωρίς να έχει καταλάβει στην πραγματικότητα τι συνέβη, διέφυγε τρέχοντας, καταδιωκόμενος από δύο στρατιώτες, προς την κατοικία του Στρατιωτικού Διοικητή Ναυπλίου, στρατηγού Γεράρδου, θεωρώντας ότι εκεί θα ήταν ασφαλής.
Μετά από πολλές απόπειρες να εισέλθει σε κάποιο σπίτι, ανακάλυψε (κατά περίεργο τρόπο, αφού ήταν πολύ νωρίς το πρωί) την πόρτα του σπιτιού του ταγματάρχη Βαλλιάνου ανοικτή, στο οποίο και εισήλθε.
Ακολουθώντας τον Βαλλιάνο, από μια πορτούλα του κήπου πέρασε στην κατοικία του Γάλλου αντιπρέσβη Ρουάν, δηλώνοντας αθώος και ζητώντας να τον παραδώσουν στη νόμιμη κυβέρνηση της Ελλάδας (δεν ζήτησε άσυλο, όπως υποστηρίζουν πολλοί ιστορικοί).
Κατά τη διάρκεια της δίκης και στην προσπάθεια να εφευρεθούν και άλλα ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον των Μαυρομιχαλαίων, εμφανίσθηκε ένα πλαστό ιατρικό ανακοινωθέν (στο οποίο γίνεται προσπάθεια να ανασκευασθεί το μέγεθος των τραυμάτων του κυβερνήτη), αλλά και το γνωστό μαχαιρίδιο που αποδόθηκε στον Γεώργιο.
Δε λήφθηκαν υπόψη οι καταθέσεις των μαρτύρων, τόσο για την παρουσία των δύο αγνώστων μπροστά στην εκκλησία (δεν αναζητήθηκαν από το δικαστήριο) όσο και για την παρουσία δύο ακόμη άγνωστων φουστανελλοφόρων που επέβαιναν σε μια άμαξα και συμμετείχαν στην επιχείρηση κατά του κυβερνήτη, αλλά ούτε και η κατάθεση της Παρασκευούλας (που βρισκόταν στο παράθυρο του σπιτιού της, κοιτάζοντας προς την εκκλησία), η οποία δεν είδε ποτέ τον Κωνσταντίνο να πυροβολεί τον κυβερνήτη.
Η κατάθεση του Γ. Τερζή (Ράπτη) η οποία αθώωνε τους Μαυρομιχαλαίους, εξαφανίσθηκε μυστηριωδώς από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, ενώ εκτός από τον Καραγιάννη, κανείς από τους μάρτυρες δεν κατονόμασε τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη.
Επίσης τα γεγονότα αυτά επιβεβαιώνουν και τα ημερολόγια δύο Ευρωπαίων περιηγητών, ενός Σκώτου και ενός Ουαλλού, τα οποία όμως από το 1979 και μετά, κατά έναν περίεργο τρόπο έχουν εξαφανισθεί (!).
Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης δικάσθηκε από το στρατοδικείο (γεγονός αντισυνταγματικό, διότι είχε διατελέσει πρωθυπουργός της Ελλάδας), κρίθηκε ένοχος και καταδικάσθηκε σε θάνατο.
Ο Καραγιάννης, αν και αρχικά είχε καταδικασθεί σε θάνατο, άλλαξε την κατάθεσή του εναντίον των Μαυρομιχαλαίων, με αποτέλεσμα να απαλλαγεί (!)
Η εκτέλεση του Γεωργίου επισπεύσθηκε, «κλείνοντας» την υπόθεση. Κατά την εντός του Ναυπλίου διαδρομή του προς το σημείο της εκτέλεσης του (Πλάτανος), ο Γεώργιος πέρασε κάτω από το σπίτι όπου κρατείτο ο Πετρόμπεης και ζήτησε να τον δει, αλλά του απαγορεύθηκε από τις Αρχές.
Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι πράγματι είχε μεταφερθεί από τον Καποδίστρια από τον ανεμόμυλο, όπου κρατείτο, στο σπίτι του στο Ναύπλιο και ο Γεώργιος ήδη το γνώριζε. Αρνούμενος κάθε ενοχή, έδωσε ο ίδιος το παράγγελμα προς το εκτελεστικό απόσπασμα, φωνάζοντας προς το συγκεντρωμένο πλήθος «Ομόνοια αδέλφια».
Μετά την εκτέλεση του Γεωργίου, το θέμα της δολοφονίας του Καποδίστρια, σε συνδυασμό και με τις μεγάλες εθνικές εξελίξεις, άρχισε σιγά-σιγά να λησμονείται, ενώ και οι σχετικές δημοσιεύσεις για συνομωσία σταμάτησαν.
Πίνακας του Γεώργιου Μαυρομιχάλη στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Πέρα από τις θεωρίες συνομωσίας που ο καθένας θα μπορούσε να επικαλεσθεί αλλά δύσκολα να αποδείξει, είναι γεγονός ότι στην υπόθεση της δολοφονίας του Καποδίστρια παραμένουν ορισμένα αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με τους δράστες.
Η σχέση του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχαλαίους υπήρξε πράγματι θυελλώδης. Δεν πρέπει να λησμονούμε όμως ότι ο Πετρόμπεης ήταν από τους πρώτους που προσπάθησαν να πείσουν τον Καποδίστρια να εγκαταλείψει την Αυλή του τσάρου και να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, γεγονός που αποδεικνύεται και από την κωδικοποιημένη αλληλογραφία τους από το 1818.
(Σημείωση Οίμου-Αθήνας: Γι αυτό ακριβώς τον λόγο έπρεπε να «τιμωρηθεί» η οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων)
Μια δεύτερη διαπίστωση αφορά τη στάση της αγγλικής κυβέρνησης, η οποία 180 χρόνια μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια συνεχίζει να θεωρεί τον φάκελο της υπόθεσης που υπάρχει στα Βρετανικά Αρχεία «άκρως απόρρητον», μη επιτρέποντας την πρόσβαση σε αυτόν.
Τι έχουν λοιπόν να κρύψουν οι Άγγλοι, οι οποίοι σε άλλες περιπτώσεις δίνουν πολύ εύκολα στη δημοσιότητα απόρρητα αρχεία τους και μάλιστα νεώτερων χρόνων; Εξάλλου ακόμη και οι υποστηρικτές της θεωρίας ότι οι Μαυρομιχαλαίοι ήταν πληρωμένοι δολοφόνοι, πιστοποιούν έμμεσα την ύπαρξη συνομωσίας, αφού κάποιοι θα πρέπει να κίνησαν τα νήματα από το παρασκήνιο πληρώνοντας τους Μαυρομιχαλαίους και στήνοντας το σκηνικό, όπως πραγματικά ήθελαν.
Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια ήταν η πρώτη πολιτική δολοφονία αρχηγού κράτους στη Νεώτερη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδας. Η ανάμιξη της Αγγλίας και της Γαλλίας θεωρείται πλέον δεδομένη.
Το νέο ελληνικό κράτος ξεκινούσε τον ελεύθερο βίο του με μία πράξη που αποτελούσε ταυτόχρονα μήνυμα και προειδοποίηση προς κάθε κατεύθυνση. Αμέσως μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, ακολούθησε χάος και αναρχία.
Ο επικεφαλής της Προσωρινής Διοίκησης, Αυγουστίνος Καποδίστριας, ο οποίος αποτελούσε σκιά του νεκρού αδελφού του, αδυνατούσε να επιβάλει την τάξη. Το χάος αυτό άνοιξε τον δρόμο για την επιβολή της «Ελέω Θεού» βασιλείας του Όθωνα.
Ίσως σ' αυτό να απέβλεπαν οι Μεγάλες Δυνάμεις με τη δολοφονία του Καποδίστρια, του ανθρώπου ο οποίος με απίστευτους διπλωματικούς ελιγμούς, τους «εγκλώβισε» στην αναγκαιότητα της αναγνώρισης του ελληνικού κράτους και ο οποίος δεν ήταν εύκολο να δεχθεί μοναρχίες και απολυταρχικά καθεστώτα τέτοιου τύπου.
Λίγο πριν το τέλος του, είχε αναφέρει στον Γάλλο ιστορικό και περιηγητή Μισό, όταν ρωτήθηκε αν η Ελλάδα έμελλε να γίνει βασίλειο ή δημοκρατία: «Ένα τέτοιο πράγμα δε θα ήτο και τόσο εύκολον! Ανηγέρθη πολλάκις ναός προς τον αληθή Θεόν εκ των στηλών του Διός και της Αθηνάς. Πώς όμως θα ιδρυθή θρόνος επί του εδάφους των αρχαίων δημοκρατιών και εκ της κόνεως αυτών;»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(1) ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Εκδόσεις Καραβία, Αθήνα 1996.
(2) Κ.Μ. Μπαζίλι : ΕΝΑΣ ΡΩΣΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ, Εκδόσεις Καλέντη, Αθήνα 2000.
(3) Δημήτριος Ν. Κοκκινάκης : ΠΟΙΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ; (γ΄ έκδοση), Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα 2007.
(4) Α.Μ. Ιδρωμένος : ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Εκδόσεις Καραβία, Αθήνα 1900.
(5) Νικόλαος Κασομούλης : ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 1821-1833, 3τ., Εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 2005
(6) Ιωάννης Καποδίστριας : ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ – ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΟΥ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ, Εκδόσεις Μπάυρον, Αθήνα 1986.
(7) Ελένη Κούκου : ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ – Ο ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ, Εκδόσεις ΟΕΔΒ, Αθήνα 1989.
(8) Α. Κουτσιλιέρης : ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΑΙΟΙ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1982.
(9) Τάσος Βουρνάς : Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ – ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ, Εκδόσεις Φυτράκη, Αθήνα 1976.
ΠΗΓΗ
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΑΦΕΛΩΣ ΟΤΙ Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΔΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΟΓΑΛΛΩΝ!
Ἀπὸ τὰ Ἀπομνημονεύματα
τοῦ Θεόδωρου Κολολοτρώνη
ΠΗΓΗ
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ
Ο Δ. Κοκκινάκης, ιστορικός ερευνητής, στο βιβλίο του «Ποιοι δολοφόνησαν τον Καποδίστρια;» δηλώνει ότι ασχολήθηκε επί χρόνια με το θέμα της δολοφονίας του κυβερνήτη, μελετώντας όλα τα σχετικά αρχεία της εποχής, τις ιατροδικαστικές εκθέσεις, το πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο των γεγονότων αλλά και τη δικογραφία της δίκης του Γεωργίου Μαυρομιχάλη.
Προσπάθησε να ανασυνθέσει το παζλ των γεγονότων που οδήγησαν στη δολοφονία του Καποδίστρια, καταλήγοντας σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα σχετικά με τους δολοφόνους.
Προσπαθώντας και ο ίδιος να αναπαραστήσει το σκηνικό του φόνου και χρησιμοποιώντας σχετικά σύγχρονες μεθόδους της εγκληματολογίας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τον Καποδίστρια δεν τον σκότωσαν οι Μαυρομιχαλαίοι . Ποιοι ήταν όμως οι δολοφόνοι του;
Ο Κοκκινάκης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για μια συνομωσία στην οποία πρωτοστάτησαν οι Άγγλοι, οι οποίοι και είχαν αποφασίσει τη δολοφονία του κυβερνήτη, αφενός για να τερματίσουν τα όνειρα των Ελλήνων για ένα μονάρχη ελληνικής καταγωγής, αφετέρου για να επιτύχουν τον αφοπλισμό των αξιόμαχων ελληνικών μονάδων που προήλαυναν στη Στερεά Ελλάδα.
Έτσι, άρχισαν να δημιουργούν συνθήκες ενοχοποίησης των Μαυρομιχαλαίων, εμφανίζοντας την οικογένεια να προβαίνει σε ενέργειες τις οποίες όμως προφανώς δεν θα πραγματοποιούσε, αν πράγματι είχε σκοπό να δολοφονήσει τον Καποδίστρια (αγορά πιστολιών, εκτόξευση απειλών, ψευδείς αναφορές για στάση στη Μάνη κλπ.).
Η επίρριψη του φονικού στους Μαυρομιχαλαίους έπρεπε να γίνει με πειστικό τρόπο. Τα σχέδια των Άγγλων δεν θα εξυπηρετούσε η δολοφονία του κυβερνήτη από έναν άγνωστο εκτελεστή, δεδομένου ότι ο δολοφόνος θα έπρεπε να βρεθεί αμέσως, ώστε να εξευμενισθεί κατά κάποιο τρόπο η αντίδραση του ελληνικού λαού.
Ο φρουρός των Μαυρομιχαλαίων, ο στρατιώτης Καραγιάννης, δεν αντικαταστήθηκε ποτέ από την παρακολούθηση και προστασία της οικογένειας, πιθανότατα προκειμένου να μεταφέρει στους συνωμότες όλες τις προσπάθειες προσέγγισης του Καποδίστρια με τον Πετρομπέη.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα έχουν λεχθεί, αλλά και τις καταθέσεις των μαρτύρων, ο Κοκκινάκης περιγράφει τη δολοφονία με βάση τα δικά του στοιχεία.
Το πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ο κυβερνήτης συνοδευόταν από δύο φρουρούς, το στρατιώτη Λεωνίδη και τον μονόχειρα υπηρέτη του Κοζώνη, ο οποίος αντικατέστησε εκείνη την ημέρα τον κανονικό του φρουρό που αρρώστησε ξαφνικά (;).
Καθοδόν, 100-150 μέτρα πριν την εκκλησία, σε ένα ιδιαίτερα σκοτεινό σημείο του δρόμου, κοντά στην πλατεία του Αναβρυτηρίου, συναντήθηκε με τους Μαυρομιχαλαίους, οι οποίοι τον χαιρέτησαν με σεβασμό και τον προσπέρασαν, χωρίς να τον κτυπήσουν εκεί, όπου οι συνθήκες ήταν περισσότερο κατάλληλες.
Οι Μαυρομιχαλαίοι, φθάνοντας πρώτοι στην εκκλησία, στάθηκαν έξω από αυτή (ως υπόδικοι που ήταν): Ο Κωνσταντίνος στο δεξί (ως προς τον εισερχόμενο) τμήμα της θύρας του ναού, ακουμπώντας στον τοίχο, με μέτωπο προς την οικία του υπουργού Ροδίου, δηλαδή αντίθετα από την κατεύθυνση από την οποία ερχόταν ο κυβερνήτης, ο δε Γεώργιος περίπου στο μέσον της στενής θύρας, στο βάθος του εσωτερικού πλατύσκαλου, 1,20-1,50 μ. από τον δρόμο με μέτωπο προς το εσωτερικό του ναού.
Ο κυβερνήτης με τους φρουρούς του πλησίασε την είσοδο της εκκλησίας, αποκαλύφθηκε με το αριστερό χέρι για να κάνει με το δεξί χέρι τον σταυρό του (και όχι βέβαια για να χαιρετήσει τους Μαυρομιχαλαίους, τους οποίους είχε ήδη συναντήσει και χαιρετήσει).
Η δολοφονία του Καποδίστρια
Μπροστά από τον Κωνσταντίνο, σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες, βρισκόταν ένας «ξηρακιανός νέος με μαύρην καππόταν», ενώ ένας άλλος άγνωστος νέος (αναφέρθηκε από τον Γεώργιο, στην κατάθεσή του ως ζητιάνος) στεκόταν στο αριστερό, ως προς τον εισερχόμενο, τμήμα της θύρας του ναού.
Ο Κωνσταντίνος διαπίστωσε κάποια ύποπτη κίνηση (τράβηγμα όπλου;), είτε του Κοζώνη είτε του «ξηρακιανού νέου» που στεκόταν μπροστά του. Η πρώτη του σκέψη ήταν πως κινδύνευε ο ίδιος.
Αντέδρασε πηδώντας στο μέσον του δρόμου και ταυτόχρονα πυροβολώντας εναντίον του υπόπτου. Επειδή όμως βρισκόταν εν κινήσει, αστόχησε και η βολή του εξοστρακίσθηκε στον τοίχο της εκκλησίας, εκεί που στεκόταν προηγουμένως ο ίδιος (το ίχνος υπάρχει ως σήμερα).
Ο Καποδίστριας αιφνιδιάσθηκε από το άλμα του Κωνσταντίνου και το άκουσμα του πρώτου πυροβολισμού, και έστρεψε το κεφάλι του δεξιά και πίσω. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή πυροβολήθηκε εξ επαφής στο πίσω μέρος του ινιακού οστού, λίγο πάνω από το δεξί αυτί, από τον «ξηρακιανό νέο» ή από τον Κοζώνη.
Ο τελευταίος είτε πυροβόλησε είτε όχι, πιθανότατα ήταν μυημένος στη συνομωσία, δεδομένου πως δεν κατονόμασε αυτόν που πυροβόλησε, αφήνοντας να εννοηθεί πως ήταν ο Κωνσταντίνος, τον οποίον δεν είδε να πυροβολεί αλλά τον άκουσε (!).
Ταυτόχρονα, ο ζητιάνος που βρισκόταν στην άλλη πλευρά της θύρας του ναού, τον κτύπησε με ένα μαχαίρι μήκους μεγαλύτερου του ενός ποδός (33 εκ.) και πλάτους 8-9 εκ.
Με βάση το μήκος της πύλης εισόδου του μαχαιριού στο σώμα του κυβερνήτη και το σύνηθες ιχθυοειδές σχήμα των μαχαιριών, υπολογίζεται πως πρόκειται για μάχαιρα μήκους 40-45 εκ. Το όπλο αυτό δε βρέθηκε ποτέ (το αποδιδόμενο στον Γεώργιο μαχαιρίδιο δε θα μπορούσε να προκαλέσει τόσο μεγάλο τραύμα).
Ο στρατιώτης Καραγιάννης πυροβόλησε τον ευρισκόμενο πλέον πολύ κοντά του (στην αρχή του ανηφορικού μονοπατιού) Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη στην κοιλιά, ο οποίος προσπάθησε τραυματισμένος να τρέξει στο ανηφορικό δρομάκι.
Ο υπαξιωματικός Βούλγαρης, ευρισκόμενος συμπτωματικά (;) ένστολος και ένοπλος μέσα στην εκκλησία (η μονάδα του βρισκόταν στον Πλάτανο, 200 μέτρα από την εκκλησία), καταδίωξε τον τραυματισμένο Κωνσταντίνο, (ο οποίος αν και είχε ακόμη μία πιστόλα γεμάτη, δεν αμύνθηκε!), τον πρόφθασε και τον λόγχισε.
Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης
Ο Γεώργιος διαπιστώνοντας την εμπλοκή του θείου του στο συμβάν, και χωρίς να έχει καταλάβει στην πραγματικότητα τι συνέβη, διέφυγε τρέχοντας, καταδιωκόμενος από δύο στρατιώτες, προς την κατοικία του Στρατιωτικού Διοικητή Ναυπλίου, στρατηγού Γεράρδου, θεωρώντας ότι εκεί θα ήταν ασφαλής.
Μετά από πολλές απόπειρες να εισέλθει σε κάποιο σπίτι, ανακάλυψε (κατά περίεργο τρόπο, αφού ήταν πολύ νωρίς το πρωί) την πόρτα του σπιτιού του ταγματάρχη Βαλλιάνου ανοικτή, στο οποίο και εισήλθε.
Ακολουθώντας τον Βαλλιάνο, από μια πορτούλα του κήπου πέρασε στην κατοικία του Γάλλου αντιπρέσβη Ρουάν, δηλώνοντας αθώος και ζητώντας να τον παραδώσουν στη νόμιμη κυβέρνηση της Ελλάδας (δεν ζήτησε άσυλο, όπως υποστηρίζουν πολλοί ιστορικοί).
Κατά τη διάρκεια της δίκης και στην προσπάθεια να εφευρεθούν και άλλα ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον των Μαυρομιχαλαίων, εμφανίσθηκε ένα πλαστό ιατρικό ανακοινωθέν (στο οποίο γίνεται προσπάθεια να ανασκευασθεί το μέγεθος των τραυμάτων του κυβερνήτη), αλλά και το γνωστό μαχαιρίδιο που αποδόθηκε στον Γεώργιο.
Δε λήφθηκαν υπόψη οι καταθέσεις των μαρτύρων, τόσο για την παρουσία των δύο αγνώστων μπροστά στην εκκλησία (δεν αναζητήθηκαν από το δικαστήριο) όσο και για την παρουσία δύο ακόμη άγνωστων φουστανελλοφόρων που επέβαιναν σε μια άμαξα και συμμετείχαν στην επιχείρηση κατά του κυβερνήτη, αλλά ούτε και η κατάθεση της Παρασκευούλας (που βρισκόταν στο παράθυρο του σπιτιού της, κοιτάζοντας προς την εκκλησία), η οποία δεν είδε ποτέ τον Κωνσταντίνο να πυροβολεί τον κυβερνήτη.
Η κατάθεση του Γ. Τερζή (Ράπτη) η οποία αθώωνε τους Μαυρομιχαλαίους, εξαφανίσθηκε μυστηριωδώς από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, ενώ εκτός από τον Καραγιάννη, κανείς από τους μάρτυρες δεν κατονόμασε τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη.
Επίσης τα γεγονότα αυτά επιβεβαιώνουν και τα ημερολόγια δύο Ευρωπαίων περιηγητών, ενός Σκώτου και ενός Ουαλλού, τα οποία όμως από το 1979 και μετά, κατά έναν περίεργο τρόπο έχουν εξαφανισθεί (!).
Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης δικάσθηκε από το στρατοδικείο (γεγονός αντισυνταγματικό, διότι είχε διατελέσει πρωθυπουργός της Ελλάδας), κρίθηκε ένοχος και καταδικάσθηκε σε θάνατο.
Ο Καραγιάννης, αν και αρχικά είχε καταδικασθεί σε θάνατο, άλλαξε την κατάθεσή του εναντίον των Μαυρομιχαλαίων, με αποτέλεσμα να απαλλαγεί (!)
Η εκτέλεση του Γεωργίου επισπεύσθηκε, «κλείνοντας» την υπόθεση. Κατά την εντός του Ναυπλίου διαδρομή του προς το σημείο της εκτέλεσης του (Πλάτανος), ο Γεώργιος πέρασε κάτω από το σπίτι όπου κρατείτο ο Πετρόμπεης και ζήτησε να τον δει, αλλά του απαγορεύθηκε από τις Αρχές.
Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι πράγματι είχε μεταφερθεί από τον Καποδίστρια από τον ανεμόμυλο, όπου κρατείτο, στο σπίτι του στο Ναύπλιο και ο Γεώργιος ήδη το γνώριζε. Αρνούμενος κάθε ενοχή, έδωσε ο ίδιος το παράγγελμα προς το εκτελεστικό απόσπασμα, φωνάζοντας προς το συγκεντρωμένο πλήθος «Ομόνοια αδέλφια».
Μετά την εκτέλεση του Γεωργίου, το θέμα της δολοφονίας του Καποδίστρια, σε συνδυασμό και με τις μεγάλες εθνικές εξελίξεις, άρχισε σιγά-σιγά να λησμονείται, ενώ και οι σχετικές δημοσιεύσεις για συνομωσία σταμάτησαν.
Πίνακας του Γεώργιου Μαυρομιχάλη στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Πέρα από τις θεωρίες συνομωσίας που ο καθένας θα μπορούσε να επικαλεσθεί αλλά δύσκολα να αποδείξει, είναι γεγονός ότι στην υπόθεση της δολοφονίας του Καποδίστρια παραμένουν ορισμένα αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με τους δράστες.
Η σχέση του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχαλαίους υπήρξε πράγματι θυελλώδης. Δεν πρέπει να λησμονούμε όμως ότι ο Πετρόμπεης ήταν από τους πρώτους που προσπάθησαν να πείσουν τον Καποδίστρια να εγκαταλείψει την Αυλή του τσάρου και να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, γεγονός που αποδεικνύεται και από την κωδικοποιημένη αλληλογραφία τους από το 1818.
(Σημείωση Οίμου-Αθήνας: Γι αυτό ακριβώς τον λόγο έπρεπε να «τιμωρηθεί» η οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων)
Μια δεύτερη διαπίστωση αφορά τη στάση της αγγλικής κυβέρνησης, η οποία 180 χρόνια μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια συνεχίζει να θεωρεί τον φάκελο της υπόθεσης που υπάρχει στα Βρετανικά Αρχεία «άκρως απόρρητον», μη επιτρέποντας την πρόσβαση σε αυτόν.
Τι έχουν λοιπόν να κρύψουν οι Άγγλοι, οι οποίοι σε άλλες περιπτώσεις δίνουν πολύ εύκολα στη δημοσιότητα απόρρητα αρχεία τους και μάλιστα νεώτερων χρόνων; Εξάλλου ακόμη και οι υποστηρικτές της θεωρίας ότι οι Μαυρομιχαλαίοι ήταν πληρωμένοι δολοφόνοι, πιστοποιούν έμμεσα την ύπαρξη συνομωσίας, αφού κάποιοι θα πρέπει να κίνησαν τα νήματα από το παρασκήνιο πληρώνοντας τους Μαυρομιχαλαίους και στήνοντας το σκηνικό, όπως πραγματικά ήθελαν.
Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια ήταν η πρώτη πολιτική δολοφονία αρχηγού κράτους στη Νεώτερη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδας. Η ανάμιξη της Αγγλίας και της Γαλλίας θεωρείται πλέον δεδομένη.
Το νέο ελληνικό κράτος ξεκινούσε τον ελεύθερο βίο του με μία πράξη που αποτελούσε ταυτόχρονα μήνυμα και προειδοποίηση προς κάθε κατεύθυνση. Αμέσως μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, ακολούθησε χάος και αναρχία.
Ο επικεφαλής της Προσωρινής Διοίκησης, Αυγουστίνος Καποδίστριας, ο οποίος αποτελούσε σκιά του νεκρού αδελφού του, αδυνατούσε να επιβάλει την τάξη. Το χάος αυτό άνοιξε τον δρόμο για την επιβολή της «Ελέω Θεού» βασιλείας του Όθωνα.
Ίσως σ' αυτό να απέβλεπαν οι Μεγάλες Δυνάμεις με τη δολοφονία του Καποδίστρια, του ανθρώπου ο οποίος με απίστευτους διπλωματικούς ελιγμούς, τους «εγκλώβισε» στην αναγκαιότητα της αναγνώρισης του ελληνικού κράτους και ο οποίος δεν ήταν εύκολο να δεχθεί μοναρχίες και απολυταρχικά καθεστώτα τέτοιου τύπου.
Λίγο πριν το τέλος του, είχε αναφέρει στον Γάλλο ιστορικό και περιηγητή Μισό, όταν ρωτήθηκε αν η Ελλάδα έμελλε να γίνει βασίλειο ή δημοκρατία: «Ένα τέτοιο πράγμα δε θα ήτο και τόσο εύκολον! Ανηγέρθη πολλάκις ναός προς τον αληθή Θεόν εκ των στηλών του Διός και της Αθηνάς. Πώς όμως θα ιδρυθή θρόνος επί του εδάφους των αρχαίων δημοκρατιών και εκ της κόνεως αυτών;»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(1) ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Εκδόσεις Καραβία, Αθήνα 1996.
(2) Κ.Μ. Μπαζίλι : ΕΝΑΣ ΡΩΣΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ, Εκδόσεις Καλέντη, Αθήνα 2000.
(3) Δημήτριος Ν. Κοκκινάκης : ΠΟΙΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ; (γ΄ έκδοση), Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα 2007.
(4) Α.Μ. Ιδρωμένος : ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Εκδόσεις Καραβία, Αθήνα 1900.
(5) Νικόλαος Κασομούλης : ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 1821-1833, 3τ., Εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 2005
(6) Ιωάννης Καποδίστριας : ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ – ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΟΥ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ, Εκδόσεις Μπάυρον, Αθήνα 1986.
(7) Ελένη Κούκου : ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ – Ο ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ, Εκδόσεις ΟΕΔΒ, Αθήνα 1989.
(8) Α. Κουτσιλιέρης : ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΑΙΟΙ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1982.
(9) Τάσος Βουρνάς : Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ – ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ, Εκδόσεις Φυτράκη, Αθήνα 1976.
ΠΗΓΗ
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΑΦΕΛΩΣ ΟΤΙ Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΔΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΟΓΑΛΛΩΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου