ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ

Η οργή για την υπόθεση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη και οι καταγγελίες περί προσπάθειας συγκάλυψης που συνόδευσαν την τραγωδία έχουν φτάσει πλέον σε σημείο έκρηξης.
Στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης βρίσκεται η επερχόμενη δεύτερη επέτειος της τραγωδίας, με τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας να έχει προγραμματιστεί σε πάνω από 200 πόλεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Η εβδομάδα που απομένει έως την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου θεωρείται η πιο κρίσιμη, καθώς οι εξελίξεις αναμένονται ραγδαίες και ενδεχομένως απρόβλεπτες.
Η εύρεση της σορού του Βασίλη Καλογήρου, γιου της εισαγγελέα εφετών Λάρισας, εντείνει το κλίμα. Η ανακάλυψη της σορού του, σε συνδυασμό με τις ενδείξεις περί εγκληματικής ενέργειας και τις καταγγελίες για αργοπορημένη αντίδραση από τις αρχές, έχει προκαλέσει περαιτέρω φόβους και αμφιβολίες.
Αυτές οι εξελίξεις προστίθενται στην ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα και φορτίζουν ακόμη περισσότερο την πολιτική ατζέντα.
Το κλίμα αναμένεται να κορυφωθεί την επόμενη εβδομάδα, καθώς οι διαδηλώσεις της Παρασκευής 28 Φεβρουαρίου θα μπορούσαν να πάρουν τεράστιες διαστάσεις.
Το γεγονός ότι ακόμη και σε δημοσκοπήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, το 36% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας δεν θεωρεί ότι υπήρξε προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης δείχνει την ένταση της δυσαρέσκειας και της απογοήτευσης στην κοινωνία.
Αυτό το ποσοστό, αν και φαίνεται μικρό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς, με βάση την αναγωγή στον πραγματικό πληθυσμό, αντιστοιχεί σε περίπου το 6-7% του συνόλου των ψηφοφόρων.
Η πίεση για την κυβέρνηση εντείνεται, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία, μια κυβέρνηση, παρά τη διατήρηση της κοινοβουλευτικής της πλειοψηφίας, αντιμετωπίζει σοβαρές αντιδράσεις που θέτουν σε κίνδυνο την πολιτική της επιβίωση.
Οι διαδηλώσεις που προγραμματίζονται να λάβουν χώρα την επόμενη εβδομάδα είναι πιθανό να αποκτήσουν τον χαρακτήρα ενός πανδημικού αντικυβερνητικού ξεσηκωμού, κάτι που μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για τη νομιμοποίηση της κυβέρνησης και τις πολιτικές εξελίξεις.
Εάν οι κινητοποιήσεις αποκτήσουν την ένταση και τη διάσταση ενός δημοψηφίσματος κατά της κυβέρνησης, αυτό αναμφίβολα θα επηρεάσει την πολιτική δυναμική και την πορεία της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση φαίνεται να βρίσκεται μπροστά σε έναν εξαιρετικά δύσκολο δρόμο, με τις επιλογές της να είναι περιορισμένες. Η αναβολή των κοινοβουλευτικών διαδικασιών για τον Μάρτιο θα μπορούσε να αποτελεί μια στρατηγική κίνηση για να κερδίσει χρόνο και να προσπαθήσει να «διασώσει» την κατάσταση, χωρίς όμως να υπάρχει σαφή βεβαιότητα ότι αυτή η τακτική θα αποδώσει.
Τα κυβερνητικά τρολ και άλλοι υποστηρικτές της ΝΔ φαίνεται να κλιμακώνουν την κινδυνολογία για να αποτρέψουν την εξάπλωση της πολιτικής αντίδρασης. Παράλληλα, αναζωπυρώνεται το σενάριο ότι, εάν η αντιπολίτευση δεν καταθέσει πρόταση δυσπιστίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Αυτή η κίνηση θα μπορούσε να έχει σκοπό να αναδείξει την «δεδηλωμένη» στήριξη του κυβερνητικού σχηματισμού εντός Βουλής, προκειμένου να αντιπαραβάλει τη «νομιμοποίηση» στο κοινοβούλιο με την απώλεια της έξωθεν καλής μαρτυρίας.
Ωστόσο, αυτή η επιλογή ενέχει και κινδύνους, καθώς θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι οι πολιτικές συνθήκες, παρά την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, έχουν αλλάξει ριζικά. Κάτι τέτοιο, εφόσον συμβεί, ενδεχομένως να οδηγήσει σε εκλογές, γεγονός που δείχνει τη δυσαρμονία μεταξύ λαϊκής θέλησης και κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Ο πρωθυπουργός, πάντως, ενδεχομένως να ελπίζει ότι η ψήφος εμπιστοσύνης θα του εξασφαλίσει τουλάχιστον άλλο ένα εξάμηνο στην εξουσία και θα του επιτρέψει να αντιμετωπίσει την κρίση, ελπίζοντας ότι με την πάροδο του χρόνου η κατάσταση θα «συμμαζευτεί» και οι πολιτικές ισορροπίες θα μπορέσουν να ανακάμψουν. Ωστόσο, αυτό παραμένει αβέβαιο, καθώς η πολιτική πίεση και η κοινωνική δυσαρέσκεια είναι πλέον έντονες και αμείλικτες.
Δικαιολογητικές ελαφρολογίες
Ο πρωθυπουργός, όπως φαίνεται, συνεχίζει να χρησιμοποιεί τις παλιές, δοκιμασμένες τακτικές του, αναπαράγοντας το γνωστό του αφήγημα χωρίς να αναλαμβάνει ουσιαστική ευθύνη για την τραγωδία των Τεμπών.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ενώ είχε δηλώσει ότι έπεσε θύμα αποπλάνησης από υπηρεσίες και συνεργάτες του, και μάλιστα χωρίς να ζητήσει καμία συγγνώμη, κατηγόρησε ως συνωμοσιολόγους όσους αμφισβητούν την επίσημη εκδοχή του δυστυχήματος.
Επιστρέφοντας τώρα, επανέρχεται στο ίδιο μοτίβο, προσπαθώντας για άλλη μια φορά να παραπλανήσει την κοινή γνώμη και να εξωραΐσει τις πολιτικές του επιλογές, χρησιμοποιώντας τους συνηθισμένους αποπροσανατολιστικούς μηχανισμούς.
Έχει πλέον γίνει σαφές πως στην πολιτική του άποψη, η αλήθεια παραμερίζεται όταν δεν εξυπηρετεί το αφήγημά του, και το κενό που δημιουργείται γεμίζεται με δαιμονολογίες, ώστε να στοχοποιηθούν όσοι εκφράζουν αντίθετες απόψεις.
Μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός, στη συνέντευξή του, ανέφερε πως «κάποιοι θέλουν να μας οδηγήσουν σε ζούγκλα». Πρόκειται για μια προσφιλή πολιτική στρατηγική, να κατασκευάζει εχθρούς για να στρέψει την προσοχή μακριά από τις ευθύνες του, και να επικεντρωθεί σε αφορισμούς και προσωπικούς επιθέσεις, προσπαθώντας να χειραγωγήσει τη δημόσια γνώμη.
Η τακτική αυτή βασίζεται στην ιδέα πως η δημιουργία «κακών» και «εχθρών» μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη υποστήριξη από τα μέλη του κόμματός του, αρκεί να εμφανίσει τους επικριτές ως αντιπάλους του συστήματος ή της κοινωνικής τάξης.
Ο πρωθυπουργός, με την ίδια γνωστή ρητορική, θα συνεχίσει να χαρακτηρίζει τις κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες που έχουν προκύψει από την τραγωδία των Τεμπών ως «τυφλή διαμαρτυρία» που «κρύβει έλλειψη θέσεων».
Αυτός ο ισχυρισμός, όμως, είναι βαθιά παραπλανητικός. Το θέμα των διαμαρτυριών δεν αφορά την απουσία θέσεων ή αιτημάτων, αλλά την αναζήτηση της αλήθειας και την επιθυμία να αναδειχθούν οι πραγματικές ευθύνες για την τραγωδία.
Οι πολίτες ζητούν δικαιοσύνη, όχι απλώς μια απάντηση για το τι συνέβη, αλλά και για το ποιοι φέρουν την ευθύνη για τις σοβαρές παραλείψεις που οδήγησαν στην καταστροφή.
Η αναζήτηση της αλήθειας και της απονομής δικαιοσύνης είναι κάτι που υπερβαίνει τις απλές πολιτικές συζητήσεις και πρέπει να αποτελέσει τον πυρήνα της πολιτικής διαδικασίας.
Επιπλέον, ο κ. Μητσοτάκης δεν παραλείπει να κάνει χρήση των γνωστών πολιτικών αφορισμών, μιλώντας για «επικίνδυνη επίθεση στους θεσμούς». Αυτός ο ισχυρισμός, ωστόσο, αποτελεί εύκολη δικαιολογία.
Οι θεσμοί δεν κινδυνεύουν όταν λειτουργούν σωστά και αποδίδουν τα αναγκαία αποτελέσματα για την κοινωνία. Αντίθετα, η απειλή για τους θεσμούς έρχεται όταν αυτοί δεν εκπληρώνουν την κοινωνική τους αποστολή και δεν προάγουν τη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη.
Ο κ. Μητσοτάκης, παραβλέποντας τις πραγματικές αιτίες των διαμαρτυριών, προσπαθεί να αποδώσει την κοινωνική αναταραχή σε μια δήθεν «επίθεση στους θεσμούς», ενώ στην πραγματικότητα οι θεσμοί αμφισβητούνται επειδή απέτυχαν να προασπίσουν τα συμφέροντα της κοινωνίας και να επιβάλλουν το δίκαιο.
Η αναφορά του πρωθυπουργού στο ότι η άγνοια είναι «το έδαφος του λαϊκισμού» και η εμμονική καχυποψία το «πρώτο σπόρο του» αποτελεί μια προσπάθεια να αποδυναμώσει την κριτική και τις αντιδράσεις των πολιτών.
Με αυτή τη ρητορική, προσπαθεί να υπονομεύσει τις έγκυρες ανησυχίες των πολιτών και να τους απομακρύνει από την ουσία των προβλημάτων. Στη συνέχεια, χρησιμοποιεί επιθετικούς χαρακτηρισμούς για να καταδικάσει τις πολιτικές δυνάμεις που, κατά την άποψή του, εκμεταλλεύονται τον πόνο των θυμάτων για να προωθήσουν δικές τους ατζέντες.
Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή αγνοεί τη βασική ανάγκη των πολιτών για αλήθεια και δικαιοσύνη. Όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός, η αλήθεια πρέπει να αναζητηθεί και οι υπεύθυνοι πρέπει να τιμωρηθούν, αλλά επιμένει να διαχωρίζει αυτή την προσπάθεια από τις «θεωρίες συνωμοσίας» και «λαϊκιστικά συνθήματα».
Εδώ, όμως, ο κ. Μητσοτάκης προβάλλει την αλήθεια με όρους που τείνουν να απομακρύνουν τη σοβαρότητα των αιτημάτων και να τα απορρίψουν ως φθηνές πολιτικές κινήσεις.
Η αναφορά στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και τον Πρωταγόρα προσφέρει μια σημαντική παρατήρηση. Ο Πρωταγόρας θεωρούσε την αιδώ και τη δικαιοσύνη ως αναγκαία συστατικά για τη λειτουργία του πολιτεύματος.
Ο κ. Μητσοτάκης και άλλοι πολιτικοί οφείλουν να κατανοήσουν ότι τα ερωτήματα που τίθενται από την κοινωνία δεν πρέπει να παραβλέπονται ή να αγνοούνται, γιατί είναι κρίσιμα για τη διαφάνεια και την αναζήτηση της αλήθειας στην πολιτική λειτουργία.
Ειδικά σε μια εποχή όπου τα πολιτικά λάθη και οι αποτυχίες γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους πολιτικούς για να παραμείνουν στην εξουσία, είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται η ανάγκη για διαρκή λογοδοσία και ειλικρινή απάντηση στα ερωτήματα των πολιτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου