Τρίτη 18 Μαρτίου 2025

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΑΥΤΟΣ ΤΟΥ, ΑΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ

Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


Στην εποχή του μετανθρωπισμού, τι νόημα θα έχει η αθανασία αν απαρνηθούμε το πιο πολύτιμο δώρο της ζωής – το ότι είμαστε άνθρωποι; Θα μπορούσε ποτέι ένα τεχνητό αντίγραφο μας να είναι στην πραγματικότητα εμείς;

Καθώς οδεύουμε προς την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η πρόοδος σε διάφορους τομείς της επιστήμης έχει οδηγήσει ορισμένους θιασώτες του υπερανθρωπισμού στην πεποίθηση ότι ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να γίνει άτρωτος και να επιτύχει τα πάντα, ακόμα και την αθανασία. 

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φαντασιώνονται μια ζωή χωρίς ασθένειες, απαλλαγμένη πλήρως από τον πόνο και όλες τις ταλαιπωρίες που κουβαλούν μαζί τους τα γηρατειά. 

Επιπροσθέτως, οι διαπρύσιοι υποστηρικτές του υπερανθρωπισμού είναι πεπεισμένοι πως η συνεχής «βελτίωση» του ανθρώπου μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, καθώς και η τελική ένωσή του με τη μηχανή θα δώσουν μελλοντικά στον άνθρωπο τη δυνατότητα να επιτύχει την ψηφιακή αθανασία. 

Ο συγγραφέας Χρήστος Γ. Γκουνέλας, στο βιβλίο του «Τεχνητή Νοημοσύνη, Αιωνιότητα και Αθανασία» (εκδ. Γρηγόρη, 2024, σ. 43), αναφέρει τα εξής πολύ σημαντικά:

«Μια άλλη δυνατότητα ανθρώπινης αθανασίας, σε επόμενο στάδιο, είναι η διεπαφή του ανθρώπινου εγκεφάλου με ηλεκτρονικό υπολογιστή και, εν συνεχεία, η δημιουργία ενός τουλάχιστον ψηφιακού αντιγράφου του ανθρώπινου εαυτού.

 Όμως, και σε αυτό το εγχείρημα, όπως είναι φυσικό, εγείρονται πολλά ζητήματα, πρώτιστα ηθικής και οντολογικής τάξεως, εκτός από τα καθαρά τεχνικά. 

Τέτοια ζητήματα είναι αν ο άνθρωπος θα συνεχίσει να είναι ο εαυτός του, αν θα μπορεί να διαγράψει τα αντίγραφά του και αν, τελικά, θα είναι μια ελεύθερη προσωπικότητα».


Ένα τέτοιο παράδειγμα βλέπουμε μέσα από την πρόσφατη γερμανική σειρά επιστημονικής φαντασίας «Cassandra», που προβάλλεται μέσα από την πλατφόρμα Netflix. 

Η ιστορία ξεκινά με μια αστική γερμανική οικογένεια, η οποία, ύστερα από ένα τραγικό συμβάν, αποφασίζει να μετακομίσει στην επαρχία σε ένα παλιό σπίτι, το οποίο θεωρείται το πρώτο «έξυπνο» σπίτι που σχεδιάστηκε τη δεκαετία του ’70. 

Μέσα στο σπίτι έχουν τοποθετηθεί σε κάθε δωμάτιο, ακόμα και στο μπάνιο, μεγάλες οθόνες, και τον ρόλο της σπιτονοικοκυράς παίζει ένα ρομπότ με το όνομα Cassandra. 

Η Cassandra έχει τη δυνατότητα να εμφανίζεται σε κάθε οθόνη του σπιτιού και να παρακολουθεί την προσωπική ζωή της οικογένειας όλο το εικοσιτετράωρο. 

Ενώ στην αρχή η οικογένεια είναι ενθουσιασμένη με τη βοήθεια που τους παρέχει η Cassandra στην καθημερινότητά τους, στη συνέχεια η μητέρα συνειδητοποιεί ότι παρεμβαίνει υπερβολικά στην προσωπική τους ζωή και ότι προσπαθεί να στρέψει τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας εναντίον της.

Καθώς η ιστορία ξετυλίγεται, ο τηλεθεατής καταλαβαίνει ότι το ρομπότ Cassandra διαθέτει την προσωπικότητα και τις αναμνήσεις της προηγούμενης ιδιοκτήτριας του σπιτιού, η οποία, προκειμένου να μην πεθάνει από βαριάς μορφής καρκίνο, εκλιπαρεί τον επιστήμονα σύζυγό της να μεταφέρει τη συνείδησή της μέσα σε μια μηχανή! 

Ο άνδρας της, ως υπεύθυνος για τη σοβαρή κατάσταση της υγείας της, η οποία προκλήθηκε μέσω των πειραματικών μεθόδων του, και μη μπορώντας να της αρνηθεί, αποφάσισε να πραγματοποιήσει την τελευταία της επιθυμία.

 Η Cassandra πίστευε πως με αυτόν τον τρόπο θα ζήσει αιώνια και θα βρίσκεται για πάντα κοντά στην οικογένειά της, αλλά στο τέλος συνειδητοποιεί ότι δεν πρόκειται να ξαναγίνει όπως ήταν πριν. Εγκλωβισμένη με τις αναμνήσεις της μέσα σε ένα φθαρτό, ψυχρό μηχάνημα, αποφασίζει στο τέλος να αυτοκαταστραφεί.

Εκτός όμως από την παραπάνω σειρά, αξίζει να αναφερθούμε και στο ντοκιμαντέρ «Don’t Die: The man who wants to live forever», κεντρικό θέμα του οποίου είναι το ταξίδι αναζήτησης της αθανασίας του εκατομμυριούχου Bryan Johnson. 

Ο Bryan είναι ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας, ο οποίος αποφασίζει κάποια στιγμή στη ζωή του να πουλήσει την κερδοφόρα εταιρία του και να αφοσιωθεί στον στόχο του, δηλαδή να γίνει αθάνατος. 

Προκειμένου να τον πετύχει, ξοδεύει εκατομμύρια δολάρια σε ένα πρωτόκολλο αντιγήρανσης, όπως το ονομάζει, που περιλαμβάνει συγκεκριμένο τρόπο ζωής (ειδική διατροφή, γυμναστική κ.ά.). 

Επίσης, καταναλώνει ημερησίως δεκάδες χάπια συμπληρωμάτων και υπόκειται σε διάφορες αμφιλεγόμενες μεθόδους αντιγήρανσης, ώστε να αντιστρέψει τη διαδικασία του γήρατος. Δεν διστάζει ακόμα να ταξιδέψει μέχρι το νησί Ροατάν στην Ονδούρα, ούτως ώστε να δοκιμάσει μια καινοφανή, ενέσιμη γονιδιακή θεραπεία που υπόσχεται ότι μπορεί να μειώσει τον ρυθμό της γήρανσης. 

Πιστεύει πως, προσφέροντας το σώμα του στην επιστήμη και μετατρέποντας τον εαυτό του σε πειραματόζωο, θα συμβάλει ούτως ώστε κάποια στιγμή στο μέλλον να βρεθεί ο τρόπος που ο άνθρωπος θα πάψει να γερνά και να πεθαίνει από φυσικά αίτια. Ο δοκιμιογράφος και καθηγητής Φρανκ Νταμούρ αναφέρει τα εξής:

«Το “αίσθημα της αθανασίας” (κατά την έκφραση του Paul Yonnet) διαμορφώνει ένα άτομο “δίχως-θάνατο”, το οποίο λησμονεί τη θνητότητά του και μετατρέπει τον θάνατο σε ταμπού, προσπαθώντας να τον διώξει απ’ τη ζωή του, είτε απωθώντας τον είτε καμουφλάροντάς τον» (Φρανκ Νταμούρ, «Μακάριοι οι θνητοί γιατί είναι ακόμη ζωντανοί», μτφ.: Ν. Μάλλιαρης, εκδ. Μάγμα, 2018, σ. 73).

Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις διαπιστώνουμε ότι κάποιοι άνθρωποι, προκειμένου να φτάσουν στον πολυπόθητο στόχο της αθανασίας, δεν διστάζουν ακόμη και να υποβάλουν τον εαυτό τους σε επισφαλή πειράματα που μπορεί μελλοντικά να αποδειχθούν καταστροφικά για τους ίδιους. 

Επιπλέον, η ανασφάλεια και ο φόβος που νιώθει ο άνθρωπος απέναντι στον θάνατο τον οδηγεί πολλές φορές στην έπαρση και την ύβρη απέναντι στον ίδιο του τον Δημιουργό, που θυσιάστηκε για να χαρίσει στην ανθρωπότητα την πραγματική αιωνιότητα και όχι αυτήν που υπόσχεται ο κίβδηλος υλικός κόσμος στον οποίο ζούμε. 

Ο σύγχρονος άνθρωπος, τυφλωμένος από την υπερηφάνεια και την αλαζονεία του, αδυνατεί να καταλάβει πως, προσπαθώντας να κατακτήσει την αθανασία με τεχνητά μέσα, αυτομάτως καταργεί και την ανθρώπινη φύση του, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη μοίρα του θανάτου.

«Ο άνθρωπος επιθυμεί πάντα την αθανασία και την αιωνιότητα. Ωστόσο, η ιδέα του θανάτου εντός του ανθρώπου διαχρονικά οικοδομεί πολιτισμούς, αλλά και άλλες φορές τους καταστρέφει. 

Η ζωή και ο θάνατος είναι οντολογικά δεμένα μεταξύ τους, και νομίζουμε πως αποτελεί δείγμα ανθρώπινης υπερηφάνειας και ουτοπίας η κατάργηση αυτής της οντολογικής σχέσης μέσω της τεχνικής, αφού και η ίδια η τεχνική μετέχει και είναι αποτέλεσμα αυτής της οντολογικής διαλεκτικής σχέσης. 

Ουσιαστικά, ο άνθρωπος που επιθυμεί την κατάργηση του θανάτου με αυτόν τον τρόπο αρνείται αυτοκτονικά τον ίδιο του τον εαυτό» (Γκουνέλας, ό.π., σ. 85).

Τέλος, πρέπει να διερωτηθούμε αν η αθανασία θα έδινε πραγματικό νόημα στη ζωή του ανθρώπου ή απλώς θα τον έβαζε στην κατάσταση μιας αέναης επανάληψης δίχως σκοπό. 

Ως εκ τούτου, αντί να νιώθουμε συνεχώς αγωνία ή φόβο για το πότε θα πέσει η αυλαία της ζωής μας, θα πρέπει να προσπαθούμε να έχουμε μια ζωή με πληρότητα, επιδιώκοντας πρωτίστως τη συναισθηματική και πνευματική μας ανάπτυξη.

Μετανθρωπισμός: Μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε για να κερδίσουμε την αθανασία;

Κάπου στη Silicon Valley, ένας άντρας ξυπνά νωρίς με την ανατολή του ηλίου. Πίνει ένα φλιτζάνι καφέ και τρώει μια μεγάλη κουταλιά φυτικό βούτυρο. Μετά από δυο ώρες διαλογισμού, θα ξοδέψει χιλιάδες δολάρια σε ενέσεις βλαστοκυττάρων. 

Ο γιατρός της κλινικής τον διαβεβαιώνει ότι η αφαίρεση βλαστοκυττάρων από το μυελό των οστών και η έγχυση τους σε άλλους ιστούς, θα τους αναζωογονήσει από την κουρασμένη κατάσταση τους. 

Τον πιστεύει, όπως πιστεύει ότι ο ψεκασμός της νικοτίνης στο στόμα του θα του δώσει τα πλεονεκτήματα ενός τσιγάρου χωρίς τις αρνητικές του παρενέργειες. Τη νύχτα θα πάρει χάπια μελατονίνης και θα φορέσει τα ειδικά μπλε γυαλιά που εμποδίζουν το φως, ώστε να μην διαταραχθεί ο κύκλος του ύπνου του.

Αισθάνεται ικανοποιημένος με τα επιτεύγματα της ημέρας του. Έκανε ένα άλλο μικρό βήμα προς το στόχο του. Μπορεί ο ίδιος να είναι προϊόν του 21ου αιώνα, αλλά κάνει τα πάντα για να ζήσει και στον 23ο. 

Οι άνθρωποι είχαν σχεδόν από πάντα την εμμονή να ζήσουν για πάντα. Όσοι όμως προσπάθησαν ανά τους καιρούς να φτάσουν την αθανασία έχουν κάτι κοινό: απέτυχαν. 

Παρολ’αυτά το όνειρο της αιωνιότητας δεν έχει χαθεί. Αντιθέτως, πολλοί είναι αυτοί που δεν μπορούν παρά να ελπίζουν ότι το κλειδί για την αθανασία τους είναι ήδη κρυμμένο στην ολοένα αυξανόμενη ανθρώπινη γνώση.

Η σύγχρονη επιστήμη έχει αναπτύξει μια σειρά από νέους τρόπους βελτίωσης της ζωής και όσοι έχουν την οικονομική και τεχνολογική δυνατότητα υιοθετούν αυτές τις νέες προσεγγίσεις σε μια προσπάθεια να επεκτείνουν το χρόνο που θα παραμείνουν πάνω σε αυτόν τον κόσμο. 

Κάτι που βέβαια παραμένει στην αφάνεια είναι ότι η σύγχρονη επιστήμη έχει αποκαλύψει επίσης τη σκοτεινότερη πλευρά της επέκτασης της μακροζωίας: τα αναπόφευκτα φυσιολογικά εμπόδια που είναι σαν η φύση να έχει προνοήσει ώστε ο άνθρωπος να μην μπορεί να σπάσει τους κανόνες της.

Μια ουτοπική φαντασίωση

Το 1627, ο Φράνσις Μπέικον έγραφε την «Νέα Ατλαντιδα». Στο ημιτελές μυθιστόρημα του, παρουσιάζει μια κοινωνία όπου η ανθρωπότητα έχει χρησιμοποιήσει την επιστήμη για να πάρει τον έλεγχο του κόσμου της από τη φύση. Για ορισμένους, αυτός ο κόσμος αντιπροσωπεύει μια προοικονομία της επιστημονικής ουτοπίας την οποία επιδιώκουμε στο παρόν. 

Αλλά ο κόσμος μας, σε αντίθεση με αυτόν του Μπέικον, είναι γεμάτος εγωισμό και απληστία, και πάνω σε αυτά τα δύο γνωρίσματα χτίζεται και η επιδίωξη να πολεμήσουμε κατά της γήρανσης.

Οι αποτυχημένες προσπάθειες για την αθανασία έχουν μακρά ιστορία. Στο Έπος του Γκιλγκαμές, μια από τις παλαιότερες ιστορίες της ανθρωπότητας που χρονολογείται από τον 22ο αιώνα π.Χ., ο πρωταγωνιστής έχει αποστολή να πετύχει την αιώνια ζωή. 

Μετά από πολλές δοκιμασίες, κάποιος του λέει ότι ένα λουλούδι στον βυθό του ωκεανού θα αποκαταστήσει τη νεότητά του. 

Και παρά την προειδοποίηση από τους μοναδικούς ανθρώπους που έλαβαν την αθανασία από τους θεούς – ότι η αναζήτησή του θα καταστρέψει τις χαρές της ζωής του – ο Γκιλγκαμές το βρίσκει.

Ο θρίαμβος του όμως δεν θα διαρκέσει για πολύ. Όταν θα χάσει το λουλούδι θα έχει την ίδια μοίρα με όλους τους θνητούς και θα πεθάνει. Η ιστορία του είναι μια παραβολή για τη ματαιότητα της ιδέας του να ξεπεράσουμε το εφήμερο της ύπαρξης μας.

Η ελπίδα για αθανασία ποτέ δεν πεθαίνει

Το κυνήγι της αιώνιας νιότης φαίνεται να είναι αθάνατο ωστόσο, καθώς φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Τη δεκαετία του 1930, οι επιστήμονες ξεκίνησαν πειράματα σε αρουραίους για να υποστηρίξουν ότι ο περιορισμός των θερμίδων που λαμβάνουμε, θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της διάρκειας ζωής. 

Πρόκειται για έναν ισχυρισμό που εξακολουθεί να κατέχει ειδικό βάρος για όσους αναζητούν την αθανασία, ακόμη και σήμερα. Παρά τα ευρήματα των επιστημόνων της εποχής όμως, η έρευνα σχετικά με τις διαδικασίες γήρανσης παρέμεινε στην καλύτερη περίπτωση σε μικρή κλίμακα. Αλλά μια επανάσταση ήταν στον ορίζοντα.

Το έτος 1945 ιδρύθηκε η Γεροντολογική Εταιρεία, η οποία δημιούργησε ένα περιοδικό και καλλιέργησε ερευνητικό ενδιαφέρον για το νεοσύστατο αυτό πεδίο. 

Η δουλειά της θα αποδεικνυόταν χρήσιμη, καθώς στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο σπόρος που είχε σπείρει, άνθισε και άνοιξε την όρεξη για την κατανόηση και τη διερεύνηση του φαινομένου της γήρανσης.

Στη συνέχεια, το 1990, ο Daniel Rudman θα μεταμόρφωνε το πεδίο με τη μελέτη του για την αυξητική ορμόνη. Ο Rudman και η ομάδα του χορήγησαν αυξητική ορμόνη σε 12 υγιείς άντρες ηλικίας 61- 81 χρόνων και τα αποτελέσματα έδειξαν μια χαρακτηριστική βελτίωση της υγείας και την εμφάνισής τους. 

Κατά μέσο όρο υπήρξε αύξηση της μυϊκής μάζας κατά 8,8%, μείωση του λιπώδους ιστού κατά 14,4% και αύξηση της πυκνότητας των σπονδύλων στο κάτω μέρος της ράχης κατά 1,6%. 

Είχε αναστραφεί η γήρανση τουλάχιστον μιας δεκαετίας και δημιουργήθηκε ενθουσιασμός. Κάποιοι τότε είπαν ότι βρέθηκε «το ελιξίριο της νεότητας».

Η τρέλα της αυξητικής ορμόνης έχει από τότε περάσει, αλλά ένας σωρός εναλλακτικών συμπληρωματικών θεραπειών πήρε τη θέση της.

Το 2003 που διαβάστηκε το ανθρώπινο Γονιδίωμα, δεν ήταν λίγοι αυτοί που υποστήριξαν ότι περιέχει απαντήσεις για την επίλυση πολλών ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία, μέσω της χαρτογράφησης των γονιδίων που τις προκαλούν. 

Ωστόσο, η απάντηση στην αποφυγή της φθοράς που έρχεται με την ηλικία παρέμεινε αόριστη.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, πολλοί ερευνητές από διάφορους κλάδους αναζήτησαν απαντήσεις: από ειδικούς της υγείας και γιατρούς μέχρι τους σοφούς της πληροφορικής. 

Το ενδιαφέρον γίνεται όλο και πιο έντονο και πολλοί πλούσιοι «ευεργέτες» έχουν επιδείξει αμέριστη γενναιοδωρία αλλά και επιμονή για να ξεκλειδώσουν την αιωνιότητα.

Μπορεί όμως πραγματικά να γίνει κάτι τέτοιο;

Οι χάκερς του σώματός μας

Υπάρχουν κάποιες «καφετέριες» στο Λος Άντζελες και την Σάντα Μόνικα που διαφέρουν πολύ από τις άλλες και υπόσχονται μια μοναδική εμπειρία… ζωής. Στο εσωτερικό τους θα βρείτε φωτισμό που αλλάζει καθ ‘όλη τη διάρκεια της ημέρας, ηλεκτρομαγνητικές καρέκλες σχεδιασμένες για να αυξάνουν τη ροή αίματος των πελατών και καφέ που σερβίρεται με βούτυρο. 

Πρόκειται για τα καταστήματα του επιχειρηματία Dave Asprey, που βρίσκονται στην καρδιά του αποκαλούμενου κινήματος του biohacking. Ο Asprey είναι μια γνωστή κι αμφιλεγόμενη φιγούρα που συχνά δηλώνει δημοσίως ότι θα ζήσει έως τα 180 του. 

Το blog του Asprey είναι γεμάτο με άρθρα και podcasts που περιγράφουν λεπτομερώς τα οφέλη για την υγεία που μπορεί κανείς να επιτύχει με την υιοθέτηση τέτοιων «hacks».

Χωρίς να είναι επιστήμη, το biohacking είναι ένας όρος – ομπρέλα που περιλαμβάνει έναν σωρό υλικού αυτοβοήθειας, μια δόση επιστημονικής αιτιολόγησης κι ένα πασπάλισμα από φιλοσοφία. Οι biohackers κάνουν χρήση συμπληρωμάτων διατροφής, μέχρι και ναρκωτικών και πιστεύουν ότι στρεσάροντας το σώμα τους θα το διατηρήσουν πιο ζωντανό. 

Σε αντίθεση με πολλές από τις εταιρείες αντι-γήρανσης της Silicon Valley, οι οποίες αποδίδουν σημαντική πίστη στη γενετική ποικιλομορφία που διαδραματίζει βασικό ρόλο στη γήρανση, το biohacking υιοθετεί μια καθαρά επιγενετική προσέγγιση. Κηρύσσει ότι μπορούμε να πετύχουμε μακροζωία απλά αλλάζοντας τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής μας.

Αυτό που ξεχνούν όμως οι θιασώτες του biohacking, είναι η σκοτεινή πλευρά της επέκτασης της ζωής κι ότι ότι κάθε κέρδος έχει το κόστος του. Έρευνες έχουν δείξει ότι μπορούμε να επεκτείνουμε τη ζωή, αλλά το κόστος είναι η αδυναμία να διατηρήσουμε την ικανότητα καταπολέμησης των λοιμώξεων για παράδειγμα.

 Αν επικεντρωθούμε στο κυτταρικό μας σύστημα υπάρχουν αμέτρητοι παράγοντες που βάζουν τέτοιου είδους εμπόδια είτε όταν στα εργαστήρια προσπαθούν κάποιοι να ελέγξουν την Σταχτοπούτα του τομέα κατά της γήρανσης που είναι η πρωτεϊνη mTOR, είτε τα μιτοχόνδρια μας.

Αθανασία βγαλμένη από την επιστημονική φαντασία

Την ίδια στιγμή, στα όρια μεταξύ της επιστημονικής φαντασίας και της πρωτοποριακής επιστήμης ξεδιπλώνονται συναρπαστικές τεχνολογικές ιδέες που θα μπορούσαν ίσως να ξεκλειδώσουν ένα διαφορετικό είδος αθανασίας. Τι θα μπορούσε να συμβεί αν καταφέραμε να παρακάμψουμε εξ ολοκλήρου τα βιολογικά εμπόδια;

Η εταιρεία Neuralink του δισεκατομμυριούχου Elon Musk μπήκε ήδη σε αυτό το μετανθρωπιστικό μονοπάτι. Προβλέπει ένα μέλλον όπου οι άνθρωποι θα είναι πολύ πιο στενά συνδεδεμένοι με τις ηλεκτρονικές τους συσκευές από ό, τι σήμερα. 

Μας καλεί να εργαστούμε για την διεπαφή εγκεφάλου-μηχανής που θα μας ενοποιήσει θεμελιωδώς με την τεχνολογία μας, επιτυγχάνοντας μια πραγματικά συμβιωτική σχέση.

Ο τομέας της διεπαφής εγκεφάλου-μηχανής εξελίσσεται με τη μορφή εμφυτευμάτων αυτιών και ματιών που μπορούν να αποκαταστήσουν τις αισθήσεις μας και εμφυτεύματα εγκεφάλου που επιτρέπουν σε άτομα με ειδικές ανάγκες να ελέγχουν από απόσταση τους υπολογιστές και τα ρομπότ. 

Η Neuralink στοχεύει να κάνει κι ένα βήμα παραπέρα, συνδέοντας μας άψογα με τις ηλεκτρονικές συσκευές, το διαδίκτυο και ακόμη και με άλλους ανθρώπους. Οραματίζεται δηλαδή την τηλεπαθητική επικοινωνία.

Η Neuralink και η τεχνολογία που αναπτύσσει μπορεί να αποτελέσει την πύλη για ένα μετα-ανθρώπινο μέλλον. Οι ερευνητές που τρέχουν αυτά τα πρότζεκτ προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν και να μεταφράσουν με ακρίβεια τις οργανικές και χημικές νευρωνικές οδούς μας σε ηλεκτρονικά δεδομένα που θα μπορούσαν να σωθούν και να ενσωματωθούν. 

Σκοπός τους είναι να περάσουν αυτά τα έμβια δεδομένα μέσα σε έναν υπολογιστή, και να καταφέρουμε έτσι να ζούμε για πάντα ως ψηφιακή μνήμη στην οποία θα υπάρχει πρόσβαση μέσω ενός ειδικού λογισμικού.

Αυτό μπορεί να είναι μια ακραία λύση στο ζήτημα του πώς θα ζήσουμε για πάντα, αλλά ήδη επιστήμονες της Silicon Valley οραματίζονται κι εργάζονται για να πετύχουν κάτι που ξεπερνάει και την επιστημονική φαντασία: ένα τεχνητό μυαλό που στεγάζει μια ανθρώπινη προσωπικότητα κι ελέγχει ένα ολόγραμμα που θα μπορεί να ζει για πάντα.

Τι νόημα όμως θα έχει η αθανασία αν απαρνηθούμε το πιο πολύτιμο δώρο της ζωής – το ότι είμαστε άνθρωποι; Θα μπορούσε ποτέι ένα τεχνητό αντίγραφο μας να είναι στην πραγματικότητα εμείς;



1 σχόλιο:

  1. Μόνο ένας έντονα ψυχοπαθής άνθρωπος, πολύ επικίνδυνος για την ευρύτερη κοινωνία και για τον εαυτό του, μπορεί να πιστεύει ότι θα επιτευχθεί η αθανασία του ανθρώπου, μόνο με καθαρά ανθρώπινους (επιστημονικούς-τεχνολογικούς) τρόπους.
    Αρνούμαι επίμονα να ασχοληθώ περισσότερο με τις ανισόρροπες θεωρίες του μετανθρωπισμού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή