ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ (1943) ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΡΡΑ (2023)
«Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός».
Αυτήν την φράση έγραψε στο ημερολόγιό της η Ιωάννα Τσάτσου μετά την είδηση του θανάτου του Κωστή Παλαμά, ο οποίος κηδεύτηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1943 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Οι ταλαιπωρημένοι Αθηναίοι που συνέρευσαν για το ύστατο χαίρε στον μεγάλο μας ποιητή μετέτρεψαν την νεκρώσιμη ακολουθία σε ηχηρή διαμαρτυρία με αίτημα την απελευθέρωση από τις δυνάμεις κατοχής και τον τερματισμό του χιτλερικού ολοκληρωτισμού.
80 χρόνια αργότερα, οι τηλεδιασωληνωμένοι Νεοέλληνες δεν ακουμπούν στο φέρετρο ενός ποιητή αλλά ενός τραγουδιστή.
Θρηνούν για την απώλεια του καλόκαρδου Βασίλη Καρρά, κλαίγοντας νυχθημερόν μπροστά στην αγαπημένη τους οθόνη, καθώς αναπολούν τα «μεγαλεία» της δεκαετίας του ΄90, όταν συνέρεαν στα μπουζούκια και τραγουδούσαν όλοι μαζί τις επιτυχίες του ειδώλου τους.
Τα μέχρι αηδίας επαναλαμβανόμενα τηλεοπτικά αφιερώματα στην μνήμη του Βασίλη Καρρά μάς έδωσαν μία ακόμη πρώτης τάξεως αφορμή για να συνειδητοποιήσουμε την βαθιά διανοητική και ηθική σήψη του σύγχρονου Έλληνα, ο οποίος έμαθε να λατρεύει τραγουδιστές και ηθοποιούς σαν εθνικούς ήρωες και να πέφτει στα πατώματα όταν τους χάνει, υποτιμώντας από την άλλη πλευρά την απώλεια των ανθρώπων του πνεύματος, ο θάνατος των οποίων καλύπτεται συνήθως από ισχνό φως δημοσιότητας.
Μια μεγάλη μερίδα της συμπαγούς πλειοψηφίας των Νεοελλήνων έχει ξεχάσει ότι όλοι ανεξαιρέτως είμαστε θνητοί (σύμφωνα με την γνωστή σαιξπηρική ρήση, «τα σκουλήκια στο ίδιο μνήμα γευματίζουν») και ότι πρέπει να προετοιμαζόμαστε καθημερινά για την ενδεχομένως αιφνίδια εγκατάλειψη των εγκοσμίων.
Κινούμενοι προς την ανάποδη κατεύθυνση, αρκετοί παραστρατημένοι κάνουν ό,τι μπορούν για να σβήσουν τα σημάδια που αφήνει στο πρόσωπό τους ο πανδαμάτωρ χρόνος, υποβαλλόμενοι σε μπότοξ ή λίφτινγκ, με αποτέλεσμα η ελληνική κοινωνία να μαστίζεται από το δυστοπικό φαινόμενο των ομοιόμορφων, και εν τέλει απρόσωπων, σαμπρελοποιημένων μαζανθρώπων.
Συγκρίνοντας την εποχή του θανάτου του Κωστή Παλαμά με την σημερινή εποχή του θανάτου του Βασίλη Καρρά, οδηγούμαστε στο εξής συμπέρασμα:
Το 1943, εποχή της παγκόσμιας χιτλερικής δικτατορίας, ο ελληνικός λαός έβλεπε τον εχθρό ολοκάθαρα μπροστά του και μετέτρεπε τις νεκρώσιμες ακολουθίες σε ευκαιρίες διαμαρτυρίας ενάντια στο καθεστώς.
Το 2023, εποχή της παγκόσμιας πολυμορφικής δικτατορίας, ο ελληνικός λαός ποδοπατείται από τον εχθρό χωρίς να μπορεί να τον αναγνωρίσει. Ακόμη χειρότερα, περνά τον δυνάστη για σωτήρα του!
Στο πολύ σημαντικό βιβλίο «Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΜΑΤΟΣ»1 που έγραψε το 1967 ο Γάλλος θεωρητικός Γκυ Ντεμπόρ (Guy Louis Debord, 1931-1994), προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει το μολυσμένο DNA των λαών, διαπιστώνεται ο διπλός υποβιβασμός που έχει επιφέρει η κυριαρχία της οικονομίας πάνω στον σύγχρονο άνθρωπο:
Από το ‘είναι’ χαμήλωσε στο ‘έχειν’ και από το ‘έχειν’ κατέβηκε στο ‘φαίνεσθαι’.
Ο Ντεμπόρ μάς χάρισε ένα υπέροχο απόφθεγμα, που βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στην σημερινή, υπνωτισμένη ελληνική κοινωνία του ψευδο-ιερού θεάματος και του ποταπού φυράματος, η οποία εκπαιδεύθηκε από πολλών ετών να λατρεύει τα μπουζούκια και να απαξιώνει τα πνευματικά μπουμπούκια, να προσκυνά την εύθραυστη εξωτερική εικόνα και να απορρίπτει την ανθεκτική εσωτερική ουσία:2
«Το θέαμα είναι ο εφιάλτης της σύγχρονης αλυσοδεμένης κοινωνίας, που δεν εκφράζει τελικά παρά την επιθυμία της να κοιμηθεί. Το θέαμα είναι ο φρουρός αυτού του ύπνου».
Ο μακρόσυρτος επικίνδυνος τηλεπικήδειος που επιμελήθηκαν για τον Βασίλη Καρρά οι ταχυδακτυλουργοί του θεάματος, δηλ. τα δαιμονόπληκτα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης-Ευνουχισμού, και ο εγκλωβισμός των τηλεδιασωληνωμένων στην υπερπαραγωγή της θλίψης για την απώλεια του καλόκαρδου τραγουδιστή, επικύρωσαν την ζοφερή διαπίστωση του Ντεμπόρ:
Η ελληνική κοινωνία είναι αλυσοδεμενένη.
Η ελληνική κοινωνία ζει έναν εφιάλτη.
Η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να δει τις αλυσίδες της και να αντιληφθεί τον εφιάλτη της, γιατί, πολύ απλά, θέλει να κοιμάται και να αυτοεξαπατάται.
Η ελληνική κοινωνία έχει προσλάβει ως φρουρούς του ύπνου της τους αργυρώνητους δημοσιογράφους των εκμαυλιστικών βοθροκάναλων.
Το κατάντημα της ελληνικής κοινωνίας, που, με τους όρους του Γκυ Ντεμπόρ, αποτελείται από αμέτρητους «καταναλωτές ψευδαισθήσεων»3, μοιάζει να μη μπορεί να πιάσει πάτο. Όλες οι παιδαγωγίες των τελευταίων ετών πήγαν στράφι. Αναμένουμε τα πολύ χειρότερα μέσα στο ενδεχομένως ακόμη πιο σατανικό έτος 2024.
Εκτός κι αν συμβεί η μεγάλη ανατροπή, η οποία, βεβαίως, δεν μπορεί να είναι ελληνικής προελεύσεως, αφού η Νέα Δικτατορία του πανάθλιου, εμπαίκτη δικτατορίσκου Κυριάκου Μητσοτάκη και του συνοδευτικού συρφετού του ελέγχει ακόμη απολύτως την κατάσταση, κρατώντας τον ελληνικό λαό όμηρο των αόρατων αλυσίδων του, οι οποίες τόσο σφιχτά δεμένες δεν είναι μάλλον σε κανέναν άλλο λαό. Κι όσο πιο πολύ σφίγγει ο κλοιός τους, τόσο πιο αόρατες γίνονται.
Αυτό το ανάποδο φαινόμενο περιγράφεται ήδη από τον Γκυ Ντεμπόρ:4
«Η ιδεολογική ολοκληρωτική τάξη στην εξουσία είναι η εξουσία ενός αντεστραμμένου κόσμου: όσο πιο ισχυρή είναι τόσο διαβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει, και η δύναμή της χρησιμεύει πρώτα απ’ όλα για να επιβεβαιώνει την ανυπαρξία της».
Πόσο ευνουχιστική μπορεί να καταστεί η κοινωνία του θεάματος, η οποία τροφοδοτεί την αυτοκαταστροφική απάθεια των πολιτών, προκύπτει και από ένα ακόμη απόφθεγμα που θα αλιεύσει ο αναγνώστης του ομότιτλου έργου του Ντεμπόρ:5
«Το θέαμα δεν υμνεί τους άντρες και τα όπλα τους, αλλά τα εμπορεύματα και τα πάθη τους».
Στο χρονογράφημά του «Ο λόγος περί γλωσσών» που είχε δημοσιευθεί την 6η Νοεμβρίου 1915 στην εφημερίδα «Νέα Ημέρα»6, ο Παλαμάς έγραφε:
«δέκα άνθρωποι κάμνουν θόρυβον διά χιλίους. Είκοσι άνθρωποι σκέπτονται εν ονόματι δέκα χιλιάδων, εις τα κεφάλια των οποίων, τα μηδέποτε σκεπτόμενα, καρφώνουν την οποιανδήποτε σκέψιν των».
Εν έτει 2023, εκείνοι που καρφώνουν μέσω της τηλεπροπαγάνδας τις ρυπαρές σκέψεις στα κεφάλια των μηδέποτε σκεπτομένων είναι ο θίασος των θλιβερών δημοσιογραφίσκων, οι οποίοι διαστρέφουν ακόμη και τον θάνατο ενός καλόκαρδου τραγουδιστή σε αποχαυνωτικό θέαμα.
Μτφ.: Π. Τσαχαγέας / Ν. Αλεξίου, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 1986, σελ. 28· το βιβλίο έχει κυκλοφορήσει το 2000 από τις εκδόσεις Διεθνής Βιβλιοθήκη, μτφ.: Σύλβια, και το 2016 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, μτφ.: Γ.-Ι. Μπαμπασάκης.
Ντεμπόρ, ό.π., αριθμ. 21, σελ. 30.
Ντεμπόρ, ό.π., αριθμ. 47, σελ. 44.
Ντεμπόρ, ό.π., αριθμ. 106, σελ. 83.
Ντεμπόρ, ό.π., αριθμ. 65, σελ. 54.
Εις: Άρθρα και χρονογραφήματα Τόμ. Γ΄, Ίδρυμα Κωστή Παλαμά, Αθήνα 2003, σελ. 489.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου