Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΩΣΙΛΟΓΟΥΣ ΣΤΟ ΤΙΜΟΝΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΑΛΩΝΙΖΟΥΝ ΣΤΑ ΝΕΡΑ ΜΑΣ...

Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΞΕΚΙΝΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑ ΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΗΣ «ΓΑΛΑΖΙΑΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ» ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ




Η Άγκυρα, με μια κίνηση που μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί, αποφάσισε να στείλει πλοίο για την πραγματοποίηση «επιστημονικών ερευνών» στο Αιγαίο, εκδίδοντας σχετική Navtex μέσω του σταθμού της Σμύρνης. 

Πρόκειται για μια ενέργεια η οποία, πίσω από τον επιστημονικό της μανδύα, αποτυπώνει με σαφήνεια τον στρατηγικό σχεδιασμό της Τουρκίας, ο οποίος εδώ και χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη και αποσκοπεί στη διαμόρφωση μιας νέας πραγματικότητας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Η περιοχή που δεσμεύει η Τουρκία δεν καλύπτει απλώς περιοχές ελληνικής υφαλοκρηπίδας και αποκλειστικής οικονομικής ζώνης βάσει της αρχής της μέσης γραμμής· περιλαμβάνει ακόμα και τμήματα ελληνικών χωρικών υδάτων, γεγονός που δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας ως προς τις τουρκικές προθέσεις.

Το χρονικό σημείο στο οποίο εκδηλώνεται αυτή η κίνηση έχει επίσης τη σημασία του. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι αδυνατεί πλέον να εμποδίσει την ενεργοποίηση της αμερικανικής εταιρείας Chevron στα ελληνικά θαλάσσια οικόπεδα νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης. 

Ο ενεργειακός αυτός γίγαντας, όπως είναι γνωστό, έχει καταθέσει επίσημη πρόταση για την εκμετάλλευση των συγκεκριμένων περιοχών, γεγονός που από μόνο του συνιστά μια αναμφισβήτητη διπλωματική επιτυχία για την Ελλάδα.

Η Chevron, όπως και κάθε εταιρεία αντίστοιχου μεγέθους και βεληνεκούς, δεν πρόκειται ποτέ να εμπλακεί σε δραστηριότητες σε περιοχές που είναι αμφισβητούμενες από την άποψη του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.

 Αυτό σημαίνει ότι η ίδια η παρουσία της στην περιοχή αποτελεί de facto αναγνώριση της ελληνικής δικαιοδοσίας και ταυτόχρονα ένα σαφές μήνυμα προς τρίτους – και κυρίως προς την Άγκυρα – ότι ο ενεργειακός χάρτης της Ανατολικής Μεσογείου δεν μπορεί να αλλάξει με τετελεσμένα.

Το ίδιο είχε συμβεί στο παρελθόν και στην περίπτωση της Κύπρου, όταν η Τουρκία δεν κατάφερε να αποτρέψει τις έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ από τις αμερικανικές ExxonMobil και Noble Energy, αλλά και τη γαλλική Total.

Οι τουρκικές παρεμβάσεις είχαν σημειωθεί μόνο σε περιπτώσεις συνεργασιών με μικρότερες εταιρείες, όπως η ιταλική ΕΝΙ, ενώ απέναντι στις μεγάλες δυνάμεις της ενέργειας, η Άγκυρα αναγκάστηκε να περιοριστεί σε δηλώσεις και προειδοποιήσεις, χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι το τουρκικό επιθετικό δόγμα έχει όρια, τα οποία σχετίζονται με τον παράγοντα της αποτροπής και της ισχύος.

Ωστόσο, η επιμονή της Τουρκίας δεν μειώνεται. Αντιθέτως, μετατοπίζεται. Το μήνυμα που εκπέμπει σήμερα η Άγκυρα είναι απολύτως σύμφωνο με τη βασική της στρατηγική γραμμή: τίποτα δεν πρέπει να γίνεται στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς τη συναίνεσή της. Αυτό δεν είναι καινούριο. Το βλέπουμε να επαναλαμβάνεται σε διάφορα επίπεδα και με διαφορετικές αφορμές.

Τελευταίο παράδειγμα, η υπόθεση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου μέσω του γνωστού καλωδίου. Η τουρκική στάση υπήρξε ξεκάθαρη: δεν αποδέχεται οποιαδήποτε ενεργειακή ή στρατηγική πρωτοβουλία στην Ανατολική Μεσόγειο στην οποία δεν συμμετέχει ή στην οποία δεν έχει λόγο.

Αυτό το πλαίσιο εντάσσεται στο τουρκικό δόγμα της λεγόμενης «Γαλάζιας Πατρίδας», το οποίο στην πράξη επιχειρεί να περιορίσει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στα απολύτως ελάχιστα, αναγνωρίζοντας μόνο χωρικά ύδατα έξι ναυτικών μιλίων γύρω από τα ελληνικά νησιά, και χαρακτηρίζοντας όλη την υπόλοιπη θαλάσσια περιοχή ως χώρο τουρκικής δικαιοδοσίας.

Αυτός είναι ο πυρήνας της στρατηγικής της Άγκυρας και η επιδίωξη να μετατρέψει την Ανατολική Μεσόγειο, τουλάχιστον μερικώς, σε τουρκική λίμνη δεν αφορά ούτε το Ισραήλ ούτε την Αίγυπτο – αφορά κυρίως την Ελλάδα και την Κύπρο, των οποίων τα δικαιώματα αμφισβητούνται συνεχώς και με αυξανόμενη ένταση.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι ποια θα είναι η ελληνική αντίδραση. Διότι η τουρκική Navtex έχει ήδη εκδοθεί και το επόμενο βήμα θα είναι, εάν δεν έχει ήδη γίνει, η εμφάνιση του τουρκικού ερευνητικού σκάφους στην περιοχή. 

Τι θα συμβεί τότε; Ποια θα είναι η πρακτική αντίδραση της Αθήνας; Θα αρκούμαστε σε διπλωματικές ανακοινώσεις και σε αντι-Navtex; Ή θα υπάρξει αποφασιστική αντίδραση, με την εμπλοκή του Πολεμικού Ναυτικού, όπως επιτάσσουν οι περιστάσεις;

Πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι οι τουρκικές «έρευνες» δεν αφορούν σε αναζητήσεις υδρογονανθράκων. Δεν πρόκειται για έρευνες που σχετίζονται με την πιθανότητα ύπαρξης κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Είναι καθαρά ωκεανογραφικές, χαμηλής τεχνικής σημασίας.

Όμως, αυτό είναι αδιάφορο για την Άγκυρα. Η ουσία δεν βρίσκεται στο περιεχόμενο των ερευνών, αλλά στο γεγονός ότι επιχειρεί να τις πραγματοποιήσει σε περιοχές ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, αναγνωρίζοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι οι περιοχές αυτές είναι «γκρίζες», δηλαδή όχι αποκλειστικά ελληνικές. Με αυτόν τον τρόπο, η Τουρκία προσπαθεί να περάσει το μήνυμα πως το μισό Αιγαίο τής ανήκει.

Και όταν λέμε «μισό Αιγαίο», δεν αναφερόμαστε στις ακτές της Μικράς Ασίας ή στην περιοχή εντός των τουρκικών χωρικών υδάτων. Αναφερόμαστε σε περιοχές δυτικά των ελληνικών νησιών – από τη Σαμοθράκη και τη Λήμνο, μέχρι τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο και τα Δωδεκάνησα.

Αυτές οι περιοχές, δυτικά των ελληνικών νησιών, μέχρι και τη βραχονησίδα Καλόγερος στο κέντρο του Αιγαίου, είναι αυτές που βρίσκονται στο στόχαστρο. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Η συγκεκριμένη βραχονησίδα έχει ιδιαίτερη σημασία για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, καθώς αποτελεί πεδίο βολής και έχει τεράστια γεωστρατηγική σημασία λόγω της τοποθεσίας της.

Η ερώτηση λοιπόν είναι απλή και πιεστική: θα μείνουμε στην αντιπαράθεση με Navtex ή θα υπάρξει αποτροπή; Θα αφεθεί η τουρκική ενέργεια να εξελιχθεί ανενόχλητη, δημιουργώντας ένα ακόμη τετελεσμένο, όπως συνέβη στην περίπτωση της Κάσου και της Κρήτης, όπου η ελληνική πλευρά εμφανίστηκε αιφνιδιασμένη και αμήχανη; Η εμπειρία από τις προηγούμενες περιπτώσεις μάς οδηγεί σε δυσάρεστους συλλογισμούς.

Διότι το βασικό κριτήριο της ελληνικής πλευράς μέχρι σήμερα, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, είναι η αποφυγή οποιασδήποτε σοβαρής κρίσης με την Τουρκία. Και αυτό δεν είναι κατακριτέο καθεαυτό. Ουδείς επιθυμεί ένταση ή – πολύ περισσότερο – πολεμική σύγκρουση. Όμως, όταν μια χώρα επιλέγει συνεχώς τη σιγουριά της μη αντίδρασης, κινδυνεύει να υποσκάψει τα ίδια της τα δικαιώματα.

Διότι έρχεται η στιγμή όπου πρέπει είτε να αποδεχθείς εμπράκτως ότι δεν μπορείς να υπερασπιστείς τα νόμιμα κυριαρχικά σου δικαιώματα, είτε να τα υπερασπιστείς με όλα τα μέσα που διαθέτεις. 

Η διαρκής αναζήτηση της ειρήνης με κάθε κόστος μπορεί τελικά να οδηγήσει στην απώλεια της ειρήνης μέσω της απώλειας της κυριαρχίας. Και εδώ δεν πρόκειται απλώς για ένα πολιτικό ή διπλωματικό ερώτημα – πρόκειται για ένα ζήτημα εθνικής υπόστασης.

Η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, κατηγορείται ότι ακολουθεί μια πολιτική κατευνασμού απέναντι στην Τουρκία. Στην πράξη, όμως, δεν πρόκειται τόσο για κατευνασμό, όσο για στρατηγική επιλογή μη εμπλοκής. Η βασική της επιδίωξη δεν είναι να λύσει τις διαφορές με την Τουρκία, αλλά να μην υπάρξει κρίση κατά τη διάρκεια της θητείας της.

Αυτή η επιλογή, όσο και αν είναι πολιτικά κατανοητή, οδηγεί σε μια αθροιστική απώλεια. Κάθε μικρή υποχώρηση, κάθε φαινομενικά ανώδυνο τετελεσμένο, συσσωρεύεται. Και το τελικό αποτέλεσμα είναι η διαρκής υπονόμευση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων – και, σε ορισμένες περιπτώσεις, της ίδιας της ελληνικής κυριαρχίας.

Διότι η Άγκυρα δεν μιλά πια για γκρίζες ζώνες. Μιλά για τουρκικά εδάφη που, όπως ισχυρίζεται, βρίσκονται υπό ελληνική κατοχή. Το διακύβευμα λοιπόν δεν είναι θεωρητικό. Είναι απολύτως υπαρκτό, απολύτως κρίσιμο, απολύτως εθνικό.



ΠΗΓΗ





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου