ΑΠΟ ΤΙΣ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΣΤΗ ΣΚΛΗΡΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΑΤΙΜΩΣΗΣ

Αν δεχθούμε ως ακριβείς τις πρώτες πληροφορίες που μεταδόθηκαν, η Άγκυρα είπε στους Αθηναίους διπλωμάτες, με μια σχεδόν περιφρονητική ελαφρότητα, «θα σας δούμε στη Νέα Υόρκη, αν βολέψει».
Όταν κανονίστηκε το ραντεβού και εκδόθηκαν προσκλήσεις για τη σύνοδο των μουσουλμανικών και αραβικών χωρών με αντικείμενο τη Γάζα, ήρθε η απάντηση της τελευταίας στιγμής: «κάτι μας έτυχε».
Και το χειρότερο είναι ότι, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι ισχύει αυτή η εκδοχή, το συμπέρασμα παραμένει αμείλικτο: η Τουρκία μιλάει πια από τέτοια θέση ισχύος ώστε να επιτρέπει στον εαυτό της την πολυτέλεια να εξευτελίζει θεσμικά την Ελλάδα.
Όχι τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως πρόσωπο, αλλά το ίδιο το κράτος, την εθνική ηγεσία. Και αυτό συμβαίνει με ευθύνη του πρωθυπουργού, που επέλεξε να οδηγήσει τη χώρα σε μια πολιτική παγίδα από την οποία δεν υπάρχει εύκολη έξοδος.
Διότι η αλήθεια είναι ότι από τη στιγμή που κλείστηκε το ραντεβού Τραμπ–Ερντογάν στον Λευκό Οίκο, το ενδεχόμενο μιας συνάντησης Μητσοτάκη–Ερντογάν είχε ήδη καταδικαστεί.
Η Τουρκία εκμεταλλεύτηκε την Ελλάδα δύο χρόνια, όσο ήταν σε δυσμένεια με την Ουάσιγκτον των Δημοκρατικών, για να παρουσιάσει στον κόσμο ένα ψευδές προφίλ συνεννόησης και μετριοπάθειας.
Εμφανίστηκε ως «καλή» γείτων που μπορεί να συζητήσει ακόμη και με τον ιστορικό της αντίπαλο, ώστε να ξεπλυθεί διεθνώς από την εικόνα του κράτους-ταραξία.
Μόλις όμως η Άγκυρα εξασφάλισε το πολυπόθητο ραντεβού στον Λευκό Οίκο, πέταξε τη μάσκα. Η Ελλάδα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα αναλώσιμο εργαλείο τακτικής. Κι όταν τελείωσε η χρησιμότητά της, πετάχτηκε με απροκάλυπτη περιφρόνηση.
Όπως ειρωνικά επισφράγισε και η ανάρτηση της τουρκικής ομοσπονδίας μπάσκετ μετά τους αγώνες με τις εθνικές μας ομάδες, οι Τούρκοι δηλώνουν πια ότι θα μας φέρονται «χωρίς οίκτο».
Από τη στιγμή που η Άγκυρα πήρε μαζί της την «διαιτησία» Τραμπ, και μάλιστα με τη συνδρομή της ίδιας της ελληνικής κυβέρνησης που έκλεισε όλες τις δικές της πόρτες στον Λευκό Οίκο, δεν έχει κανέναν λόγο να συνεχίζει τον διάλογο μαζί μας.
Τώρα τα ελληνικά ζητήματα θα συζητούνται απευθείας στην Ουάσιγκτον ερήμην μας. Και όταν θα έρθει η ώρα μιας διεθνούς διάσκεψης για την ενέργεια στη Μεσόγειο, η Τουρκία θα θέσει ως προϋπόθεση για να καθίσει στο τραπέζι με την Κυπριακή Δημοκρατία την αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Η πραγματικότητα είναι σκληρή και αποκαλύπτεται μέσα από τρεις στρατηγικές επιλογές που αποδείχθηκαν εγκληματικές για το εθνικό συμφέρον. Η πρώτη ήταν η διακήρυξη των Αθηνών Μητσοτάκη–Ερντογάν.
Εκεί, η Ελλάδα δεσμεύτηκε να αναστείλει την άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στο Αιγαίο για να μην θεωρηθούν «μονομερείς ενέργειες». Και κέρδισε τι;
Δύο χρόνια «ηρεμίας» στο Αιγαίο, ενώ η Τουρκία αξιοποίησε αυτόν τον χρόνο για να παγιώσει το αφήγημα των «νόμιμων συμφερόντων» της, να ξεπλύνει το διεθνές της προφίλ και να θέσει σε ομηρία την Ελλάδα.
Ήταν μια αναβίωση της Συμφωνίας της Μαδρίτης, με την υπογραφή αυτή τη φορά στο Μέγαρο Μαξίμου, που έδωσε στην Τουρκία το δικαίωμα να μιλάει για ζωτικά της συμφέροντα στο Αιγαίο.
Η δεύτερη εγκληματική επιλογή ήταν η αποκοπή της Ελλάδας από τα μεγάλα κέντρα ισχύος: ρήξη με την Αμερική του Τραμπ, ψυχρότητα με την Κίνα του Σι, αποξένωση από τη Ρωσία του Πούτιν.
Ακόμη και οι Ισραηλινοί, όπως διαρρέεται, είναι έξαλλοι διότι αντιλήφθηκαν ότι κανείς άλλος εκτός από αυτούς δεν έκανε λόμπι κατά της Τουρκίας στη Νέα Υόρκη. Η Αθήνα απουσίαζε.
Η τρίτη επιλογή ήταν η πολιτική του «προβλέψιμου συμμάχου» απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες του Μπάιντεν. Μια πολιτική που δέσμευσε την Ελλάδα σε έναν μονοδιάστατο προσανατολισμό, χωρίς αντισταθμίσματα, χωρίς σχέδιο για την επόμενη μέρα.
Μια πολιτική που μετέτρεψε τη χώρα σε δεδομένο εκτελεστή εντολών, με μηδενική δυνατότητα αντίδρασης.
Τώρα, η προσβλητική ακύρωση του ραντεβού στη Νέα Υόρκη λειτουργεί ως σκληρό ξύπνημα. Η προπαγάνδα για θαλάσσια πάρκα, για χωροταξικούς σχεδιασμούς στη θάλασσα, για ενεργειακές συμφωνίες με τη Chevron ή για προγράμματα όπως το SAFE δεν αρκεί για να κρύψει τη νέα πραγματικότητα.
Η Τουρκία έχει αποφασίσει να είναι ο ρυθμιστής του νέου ενεργειακού διαδρόμου που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Μεσόγειο προς την Ευρώπη.
Και ως νέα ναυτική δύναμη της περιοχής θα απαιτήσει συνδιαχείριση στο Αιγαίο. Αν αυτό συμβεί, η Ελλάδα δεν θα μιλάμε απλώς για διπλωματικό φιάσκο, αλλά για μείζον ζήτημα εθνικής ασφάλειας στο ίδιο το κέντρο του Αιγαίου.
Δεν είναι τυχαίο ότι την επόμενη της υπογραφής της διακήρυξης των Αθηνών, πρωτοσέλιδα έκαναν λόγο για «σύμφωνο εγκατάλειψης εθνικών θέσεων». Τότε υπήρξαν διαμαρτυρίες ακόμη και από κορυφαία στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, που θεώρησαν υπερβολική την προειδοποίηση.
Όμως η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: αν ένας δημοσιογράφος κάνει λάθος, καταστρέφει την αξιοπιστία του. Αν όμως κάνει λάθος ένας πρωθυπουργός, τότε το πληρώνει το έθνος. Και αυτή η μέρα, όπως όλα δείχνουν, πλησιάζει.
Υπάρχει, όμως, και μια ακόμη διάσταση: η ίδια η παραμονή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην εξουσία. Η Ελλάδα έχει πια πρωθυπουργό αποκλεισμένο από τα διεθνή τραπέζια, αναξιόπιστο συνομιλητή για τους μεγάλους ηγέτες, πολιτικά απομονωμένο και διπλωματικά ευάλωτο.
Η παράταση της θητείας του δεν είναι απλώς ένα ζήτημα εσωτερικής πολιτικής ομαλότητας. Είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Η χώρα δεν μπορεί να πληρώνει την προσωπική του απομόνωση. Δεν μπορεί να φορτωθεί το κόστος ενός ηγέτη που έχει μετατραπεί από επιλογή σε βαρίδι για τον ελληνισμό.
Η ακύρωση της συνάντησης στη Νέα Υόρκη δεν είναι απλώς ένα διπλωματικό επεισόδιο. Είναι μια στιγμή αλήθειας που αποκαλύπτει με δραματικό τρόπο πως η πολιτική των ψευδαισθήσεων, των αυταπατών και της στρατηγικής αφέλειας οδηγεί την Ελλάδα σε αδιέξοδο. Και το χειρότερο: σε εθνικό κίνδυνο.

τα εργα και οι ημερες του εχουν προσφερει τοσο πλουσιο υλικο που ειλικρινα δεν μπορω να εκτιμησω ποσα ραφια βιβλιοθηκων θα γεμισουν ... οπως λενε και στο χωριο μου ειχε και εμοιαξε!
ΑπάντησηΔιαγραφή