Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

ΑΝΑΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΤΡΟΜΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ ΜΕ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΝΤΑΤΙΚΕΣ


«ΣΚΗΝΕΣ» ΑΠΟ ΕΝΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ




Του Gian Micalessin

“Ξέρεις ποια είναι η πιο δραματική εικόνα; Να βλέπεις τους ασθενείς να πεθαίνουν μόνοι, να τους ακούς καθώς σε ικετεύουν να αποχαιρετήσουν παιδιά και εγγόνια”,. 

Η γιατρός Francesca Cortellaro, διευθύντρια των Επειγόντων του Νοσοκομείου San Carlo Borromeo με κοιτάζει, κατανοεί το σοκ μου.

«Βλέπεις τα Επείγοντα; Οι ασθενείς φορείς του Covid-19 μπαίνουν μέσα μόνοι, δίχως κάποιον συγγενή δίπλα και όταν έρχεται η ώρα να πεθάνουν το προαισθάνονται. Έχουν πλήρη διαύγεια, δεν οδηγούνται σε ναρκοληψία. Είναι σαν να πνίγονταν, αλλά έχοντας όλον τον χρόνο να το νιώσουν. 

Το τελευταίο έγινε απόψε. Εκείνη ήταν μια γιαγιά, ήθελε να δει την εγγονή της. Έβγαλα έξω το κινητό  μου και της την κάλεσα σε βιντεοκλήση. Αποχαιρετήσθηκαν. Μετά από λίγο “έφυγε”. Έχω πλέον έναν μακρύ κατάλογο από βιντεοκλήσεις. Τον ονομάζω Η λίστα των Αντίο. Ελπίζω να μας δώσουνε μικρά iPad, θα αρκούσαν 3 ή 4 για να μην πεθαίνουν μονάχοι τους” .

Η πρώτη γραμμή του πολέμου εναντίον του Covid περνά και  μέσα από τους διαδρόμους αυτού του μεγάλου γκρίζου κτηρίου που έχει την όψη κτηρίου σοβιετικού τύπου, σχεδιασμένου από τον Giò Ponti τη δεκαετία του ‘50. 

Ανάμεσα στους τοίχους του πρόσωπα κρυμμένα σε μάσκες, οι χειραψίες με προσοχή και από μακριά δίνουν την αίσθηση ενός καταστροφολογικού φιλμ της δεκαετίας του ‘70.

 Έπειτα ακούς τις αφηγήσεις της Francesca και των συναδέλφων της και συνειδητοποιείς ότι δεν πρόκειται για κάποια ταινία, ότι η καταστροφή βρίσκεται ήδη εδώ, ότι όλα αυτά τα καλυμμένα πρόσωπα, όλα αυτά τα καλυμμένα με γάντια χέρια αγωνίζονται  απεγνωσμένα για να ανταπεξέλθουν. 

Ο Καθηγητής Stefano Muttini, διευθυντής της Εντατικής το παραδέχεται χωρίς περιστροφές “Έχω την αίσθηση ότι έχω βρεθεί σε ένα τσουνάμι που όσο κι αν παλεύω δεν θα καταφέρω ποτέ να βγω ζωντανός. 

Το βασικό πρόβλημα είναι να δημιουργείς νέες θέσεις. Η Εντατική μου είχε 8 κρεβάτια. Μετά κατάφερα να προσθέσω 7, μετά άλλα 8, και μετά 16 και έχω φτάσει τελικά στα 31 κρεβάτια. Την Κυριακή το πρωί ήμουν πανευτυχής που βρήκα 6 νέες θέσεις αλλά ως το μεσημέρι είχαν όλες πιαστεί.

 Για μια στιγμή ένιωσα ηττημένος και ανεπαρκής”. Η δημιουργία νέων χώρων είναι το άγχος όλων μας. Ο καθηγητής Stefano Carugo, διευθυντής του καρδιοαναπνευστικού τμήματος με πηγαίνει σε αίθουσες καλυμμένες από σκόνη όπου εργάτες τραβούν καλώδια και συνδέουν ηλεκτρικά  τερματικά. 

«Αυτές είναι 12 θέσεις ακόμη για καρδιοπαθείς που έχουν ανάγκη εντατικής θεραπείας. Η μετατροπή προγραμματίστηκε για την Παρασκευή, μα μέσα σε 2 μέρες τα δωμάτια θα είναι  πλήρως λειτουργικά. Σε φυσιολογικές συνθήκες, θα θέλαμε μήνες, αντιθέτως τώρα το φτιάξαμε σε 5 μέρες. 

Αλλά αυτός ο αγώνας ενάντια στο χρόνο προς αναζήτηση θέσεων που ποτέ ωστόσο δεν αρκούν, είναι και μια Σισύφειος κατάρα. Αυτό πρέπει να συμβαίνει σε μια Εντατική, που παρ’όλη την βοήθεια που έχουμε δημιουργείται μια συναισθηματική ένταση όχι αδιάφορη.

 Όταν ρώτησα την ομάδα μου ποιος θα επιθυμούσε να πάει στο τμήμα του Covid – θυμάται ο καθηγητής Mutti – όλοι προσφέρθηκαν να πάνε εθελοντικά. Νιώθω υπερήφανος, αλλά έχω και την πεποίθηση ότι για πολλούς θα είναι πολύ δύσκολες στιγμές. Στο τέλος όλοι από εμάς θα δοκιμαστούμε σκληρά την περίοδο που διανύουμε”.

Ο διευθυντής με συνοδεύει στα χαρακώματα, μου δείχνει τον τοίχο που χτίστηκε την τελευταία εβδομάδα. Είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή ανάμεσα στην υπάρχουσα εντατική και σε εκείνη την εφεδρική για τους νέους πληγέντες. Και στις δύο πεθαίνεις αλλά με διαφορετικό τρόπο. 

Σου το αφηγούνται οι στολές και τα σκάφανδρα όπου βρίσκεται φυλακισμένο το προσωπικό καθώς το συναντάς στην πόρτα για να χαιρετήσει τον διευθυντή του. Σηκώνουν το δάκτυλο, χαμογελούν μέσα από τις μάσκες, αλλά η νίκη είναι ακόμη μακριά. Πολύ μακριά. 

Ο γιατρός Carlo Serini σε αυτό το τμήμα πέρασε όλη τη νύχτα. «Είμαι εντατικολόγος εδώ και χρόνια, μα τώρα είναι διαφορετικό. Απόψε πλησίασα έναν γεράκο. Του φορέσαμε τον αναπνευστήρα. Εκείνος κοιτούσε γύρω του τρομαγμένος. 

Έσκυψα το κεφάλι κι εκείνος ψιθύρισε Είναι αλήθεια τελικά; Είμαι σοβαρά; Το βλέμμα μου έπιασε το δικό του, ήταν σαν δαρμένο σκυλί, και κατάλαβα. Αυτή τη φορά δεν είχα καμία απάντηση”







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου