ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ: ΓΙΑΤΙ ΠΑΡΑΙΤΗΘΗΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ
Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Είρηναῖος: Ἡ Σύνοδος δὲν εἶναι Οἰκουμενική, διότι δὲν μετέχουν οἱ ἄλλες ἐκκλησίες. Μετέχει μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.!!!
Δηλαδή αν καταλάβαμε καλά η «Μια, Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» του Συμβόλου της Πίστεως είναι «Μια από τις πολλές Εκκλησίες;»
Δημοσιεύουμε την επιστολή με την οποία ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ αιτιολογεί την μην συμμετοχή του στην Πανορθόδοξη Σύνοδο που ξεκινάει σήμερα για να καταλάβει ο πολύς κόσμος πόσο έξωεκκλησιαστική, οικουμενισστική και εν τέλει νεοταξική καταντά αυτή η Σύνοδος και ηθελημένα ή όχι εξυπηρετεί τα συμφέροντα των παγκοσμιοποιητών
Πειραιώς Σεραφείμ: Γιατί παραιτήθηκα από τη συμμετοχή στην Πανορθόδοξη
Επειδή κατά τον Θείο Απόστολο Πέτρο οφείλομεν να είμεθα «έτοιμοι δε αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν υμίν ελπίδος μετά πραύτητος και φόβου συνείδησιν έχοντες αγαθήν, ίνα εν ω καταλαλούσιν υμών ως κακοποιών, καταισχυνθώσιν οι επηρεάζοντες υμών την αγαθήν εν Χριστώ αναστροφήν. κρείττον γαρ αγαθοποιούντας, ει θέλοι το θέλημα του Θεού, πάσχειν η κακοποιούντας (Α΄ Πέτρου 3,15-18), δημοσιοποιώ τους λόγους παραιτήσεώς μου από την συμμετοχή μου στην εκπροσώπηση της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος στην συγκληθησομένη Αγία και Μεγάλή Σύνοδο. Η απόφασις της προλαβούσης εκτάκτου Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος μου παρείχε αυτό το δικαίωμα συμμετοχής κατόπιν της παραιτήσεως των προ εμού κατά τα πρεσβεία Σεβασμιωτάτων Αγίων αδελφών.
Παραιτήθην προφορικώς ενώπιον της προλαβούσης Ιεραρχίας για λόγους συνειδήσεως και ειδικώτερα διότι διαφωνώ και διά την θεματολογία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και διά την διαδικασία. Διαφωνώ διά την θεματολογία διότι μετά 93 χρόνια προετοιμασίας μιάς Πανορθοδόξου Συνόδου η ενασχόλησίς της με ουσιωδώς λελυμένα θέματα από την Πατερική και Κανονική μας Παράδοση, όπως της Νηστείας και του Γάμου, μόνον δυστυχώς θυμηδία προκαλεί. Διαφωνώ και με την απαράδεκτη θέση του κειμένου περί των μεικτών γάμων, που προάγει τον λεγόμενο λαικό συγκρητιστικό οικουμενισμό, και διαφωνώ επίσης ριζικά με τα άλλα δύο ψηφισμένα κείμενα των προσυνοδικών διασκέψεων «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» και «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω.» Εάν πράγματι έπεδιώκετο η Πανορθόδοξος αυτή Σύνοδος να είναι Αγία και Μεγάλη και να αποτελεί Ιερά συνέχεια των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων στον 21ο αιώνα και επέκεινα, διακηρύσσουσα ότι «έδοξε τω Αγίω Πνεύματι και ημίν», ώφειλε στοιχούσα στο πνεύμα και το γράμμα των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων να αποφασίση τα ακόλουθα :
α) Να αναγνωρίσει τις θεωρούμενες από όλους τους Ορθοδόξους δύο Συνόδους του ενάτου και δεκάτου τετάρτου αιώνος ως Οικουμενικές, δηλ. την Η´ επί Μ. Φωτίου, του 879-880, και την Θ´ επί Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του 1351, οι οποίες, κατεδίκασαν η μεν πρώτη το Filioque και το πρωτείο του Πάπα ως αιρέσεις, η δε δεύτερη την περί κτιστής Θείας Χάριτος και Ενεργείας αίρεση, διότι δι’ αυτής προσβάλλεται η σχέσις του Θεού προς την κτίσιν Του και οργανικώς ανταλλάσσεται η απουσία του Αγίου Πνεύματος με το αλάθητο και το πρωτείο ενός ανθρώπου, και επομένως και τον Παπισμό ως αίρεση. Να επικαιροποιήσει και επικυρώσει τις αποφάσεις της Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως (1282-1284) διά των οποίων ακυρώθηκε η ψευδοένωσις της Λυών και της Μεγάλης Συνόδου (1484) διά της οποίας ακυρώθηκαν οι αποφάσεις της ληστρικής Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας. Να καταδικάσει το ψευδοπέτρειο δόγμα, που στηρίζεται σε πλαστογραφημένα στοιχεία (ψευδοκωνσταντίνειος δωρεά, ψευδοπιπίνειος δωρεά, ψευδοισιδώρειες διατάξεις, ψευδοκλημέντεια) καθώς και τις διδαχές των ψευδοσυνόδων I και II Βατικανής και να οριοθετήση την θέση του πρώτου στην Εκκλησία, ο οποίος κατά τον 34ον Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, που έχει Οικουμενικήν αναγνώρισιν (9ος Αντιοχείας, 1ος Δ΄, 2ος ΣΤ΄ και 1ος Ζ) είναι Primus inter Pares και όχι Primus sine Paribus.
β) Να εκλέξει, να χειροτονήσει και να ενθρονίσει στο πάλαι ποτέ περίπυστο Πατριαρχείο της Ρώμης και της Δύσεως νέο Ορθόδοξο Πάπα Ρώμης, και Ορθόδοξη Ιεραρχία μη αναγνωρίζουσα τον σημερινό καταληψία του Πατριαρχείου της Δύσεως και αιρεσιάρχη κ. Φραγκίσκο (Horhe Bergolio). Έτσι, θα ελύοντο τα προβλήματα του Παπισμού και της Ουνίας.
γ) Να ανιδρύσει Αυτοκέφαλες Εκκλησίες στην Ευρώπη, Αμερική, Καναδά και Αυστραλία, λύουσα οριστικώς το θέμα της Διασποράς, και το σκάνδαλο των επαλλήλων δικαιοδοσιών που προάγει την αίρεση του εθνοφυλετισμού και που δεν θεραπεύεται με το ημίμετρο των Επισκοπικών Συνελεύσεων. Η απόφασι αυτή θα απεδείκνυε τον φιλοδυτικισμόν της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, η οποία δεν αντιμάχεται πρόσωπα και τόπους αλλά την πλάνη και την κακοδοξία που χωρίζουν από τον Πανάγιον Θεόν. Όταν καταγγέλεται το ειδεχθές κακούργημα της παιδοφιλίας που θεσμοθέτησε το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ολλανδικής πολιτείας αναγνωρίζοντας κομματικό σχηματισμό (PVDF) που έχει αυτό το χυδαίο πρόταγμα, ή όταν καταγγέλεται η απύθμενης κακότητος χυδαιότητα της κτηνοβασίας, που έχει θεσμοθετηθεί στη Γερμανική πολιτεία, ή όταν καταγγέλεται η ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας με την θεσμοθέτηση της ψυχοπαθολογικής εκτροπής της ομοφυλοφιλίας στο λεγόμενο Δυτικό κόσμο, δεν στηλιτεύονται τα πρόσωπα αλλά η θεσμοθέτησις της ανομίας. Ασφαλώς ως πρόσωπα εκτιμώνται βαθύτατα ο Φραγκίσκος της Ασσίζης, η Θηρεσία της Άβιλα, ο Ιωάννης του Σταυρού, η Θηρεσία του βρέφους Ιησού και ο Κάρολος ντε Φουκώ, και άλλοι για τον μυστικισμό τους και την αγάπη τους προς τον Χριστόν. Άγιοι όμως δεν μπορεί να θεωρούνται διότι εάν μετείχαν στην άκτιστη ιδιότητα του Θεού, την Αγιότητα, θα επληροφορούντο δι’ Αγίου Πνεύματος για τις κακοδοξίες και στρεβλώσεις της αποκαλυφθείσης αληθείας και θα κατήγγειλον αυτές και θα εννούντο μετά της Εκκλησίας. Η απόφασι αυτή θα απεδείκνυε το έωλο και ανεπέρειστο των κατηγοριών ότι δήθεν επιδιώκεται ο εγκλωβισμός της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας στον «μικρόκοσμόν της» ενώ αντιθέτως εξαγγέλλεται δι’ αυτής ο αληθής Ευαγγελικός και Πατερικός «οικουμενισμός», που αναλύεται σε έμπονη διακήρυξη της Αποστολικοπαραδότου και Αγιοπατερικής αληθείας με την στηλίτευση των κακοδοξιών και των παντοειδών αιρέσεων.
δ) Να ακολουθήσει την Πατερική οδό μαχίμου επανευαγγελισμού της Οικουμένης, ως προείπομεν, με την δημιουργία δορυφορικής πλατφόρμας για την Ορθόδοξη μαρτυρία σε 100 γλώσσες. Με τον τρόπο αυτό, θα κονιορτοποιούσε τις διαμονικές ψευδοθρησκείες και αιρέσεις με παγκόσμιο λόγο και πατερική παρρησία, θα εδόξαζε τον Θεό και θα διεσφάλιζε τον άνθρωπον και τα πραγματικά δικαιώματά του.
ε) Να λύση το ημερολογιακό και εορτολογικό μείζον θέμα, που διασπά αναποδράστως τη λειτουργική ενότητα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας και που κατά τρόπον αντικανονικόν θεσμοθέτηθηκε στην Εκκλησία αυτή η απαράδεκτη λειτουργική διάσπασις, με το γνωστό Συνέδριον του 1923, επί Μακαριστού Πατριάρχου Κων/πόλεως κυρού Μελετίου Μεταξάκη.
Διαφωνώ και με την διαδικασίαν που προσβάλλει το Επισκοπικόν Υπούργημα και μεταβάλλει την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο σε ουσιαστικά διευρημένη Σύνοδο Προκαθημένων, που προδήλως παραβιάζει το 34ο Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, διότι είναι κανονικώς απαράδεκτον να ακυρώνεται η ψήφος κάθε Επισκόπου και η ελευθέρα έκφρασις της γνώμης του και να «ομογενοποιείται» αντικανονικώς η ψήφος των Επισκόπων της Εκκλησίας.
Επιπροσθέτως η τραγελαφική αυτή διαδικασία χαρακτηρίζεται από παλινωδία και αντιφατικότητα, διότι ενώ στον ψηφισθέντα -εκτός απ’ το Πατριαρχείον Αντιοχείας- κανονισμόν λειτουργίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου προβλέπεται η αρχή της ομοφωνίας διά την λήψιν των αποφάσεων, στηλιτεύεται η αλληλένδετη προς την αρχή της ομοφωνίας αρχή της αρνησικυρίας (veto) από την ερμηνεία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στην Σύναξη των Προκαθημένων (Γενεύη 22-1-2016) κεφ. 2, παρ. δ΄, που ουσιαστικά καταργεί την αρχή της ομοφωνίας και εισάγει την αρχή της πλειοψηφίας. Είναι χαρακτηριστική η θέσις του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου :
«Τέλος, καθίσταται αναγκαίον όπως διευκρινηθή εν ζήτημα, το οποίον προέκυψε, καθ’ ημάς απροσδοκήτως, ήτοι το ερώτημα περί του ακριβούς νοήματος του όρου ομοφωνία (consensus), την οποίαν απεδέχθημεν ως τρόπον λήψεως αποφάσεων τόσον κατά την προετοιμασίαν όσον και κατά τας εργασίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Επί του θέματος τούτου δέον να διευκρινηθώσι τα ακόλουθα ζητήματα :
Πρώτον, η έννοια της ομοφωνίας ως consensus, και όχι ως unanimity, έχει διεθνώς την έννοιαν ότι εάν μία η περισσότεραι αντιπροσωπίαι διαφωνήσουν προς μίαν συγκεκριμένην πρότασιν και διατυπώσουν ιδίαν τοιαύτην, δέον να καταβληθή προσπάθεια αποδοχής της υπό των αντιπροσωπιών τούτων γνώμης η προτάσεως, εις περίπτωσιν όμως κατά την οποίαν δεν επιτευχθή συναίνεσις (consensus) επί της αντιπροτάσεως, τότε η διαφωνία αύτη, εφ’ όσον οι διαφωνούντες επιμένουν, καταγράφεται αλλά δεν ακυρώνει την προς ην υπήρξεν η διαφωνία αρχικήν θέσιν, και οι διαφωνούντες υπογράφουν το αρχικόν κείμενον, καταγράφοντες, εάν θέλουν, την διαφωνίαν των. Εάν υπάρξη άρνησις υπογραφής του κειμένου, τούτο θα εσήμαινεν αρνησικυρίαν (veto), πράγμα το οποίον θα ωδήγει εις αδιέξοδον.
Δεύτερον ζήτημα, το οποίον δέον να διευκρινηθή, είναι εάν η ομοφωνία αναφέρεται εις τους παρόντας κατά τας εργασίας ενός σώματος η απαιτή την φυσικήν παρουσίαν όλων των μελών του σώματος.».
Επομένως εάν ισχύσει η πρόθεσις και η σκέψις του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου, καμμία τροποποίησι των ήδη ψηφισμένων κειμένων δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή και κανένα κείμενο δεν πρόκειται να αποσυρθεί και κατά ταύτα η παρουσία των Μακαριωτάτων και Σεβασμιωτάτων Συνέδρων θα είναι διακοσμητικού χαρακτήρος.
Διαφωνώ πλήρως με το ψηφισθέν από την Ε΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη κείμενο «Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» διότι γέμει από ασάφειες, από «τεχνικούς όρους» και από μεγάλες αντιφάσεις. Ένα κείμενο Πανορθοδόξου Συνόδου θα έπρεπε να είναι Ιερή συνέχεια των Ιερών κειμένων των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων, που παραδίδεται στη Ιστορία προς Αγιασμόν και σωτηρία του ανθρωπίνου Γένους, και όχι ένα φαιδρό συμπίλημα αντιφάσεων και ασαφειών. Διερωτώμαι, κατά την μακράν Ιστορικήν περίοδον των χιλίων διακοσίων χρόνων, εάν αριθμήσωμεν από της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ή των εξακοσίων από της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου, δεν υπήρξαν αιρέσεις και κακοδοξίες στον χριστιανικό κόσμο, που θα έπρεπε η Εκκλησία να καταγνώσει; Ο Αντβεντισμός, η φυλλαδική εταιρεία «Σκοπιά» που αυτοπροσδιορίζεται ως «χριστιανική Εκκλησία μαρτύρων του Ιεχωβά», ο Πεντηκοστιανισμός, η Χριστιανική Επιστήμη, η Θεοσοφία που παρουσιάζει τον Χριστόν ως «χρηστική κατάσταση», ο Τεκτονισμός που παρασιτεί αναισχύντως στις χριστιανικές κοινωνίες ενώ είναι Εωσφορικός παγανιστικός αποκρυφισμός (κατά τα εσωτερικά κείμενα της ιδίας της μασωνίας), οι κατά την δεύτερη χιλιετία κακοδοξίες του Παπισμού (πρωτείο, αλάθητο, καθαρτήριο, αξιομισθίαι, υπέρτακτα έργα, άσπιλη σύλληψη, ενσώματος ανάληψις της Παναγίας, δικανική ικανοποίησις Θ. Δικαιοσύνης κλπ.), οι διάφορες Προτεσταντικές παραφυάδες με το πολυποίκιλο αιρετικό δογματικό περιεχόμενο (Βαπτισταί, Μορμόνοι, Κουάκεροι, Μενονίτες, Συναθροισταί, Μεθοδισταί κλπ.), δεν θα έπρεπε να καταγνωσθούν από την Εκκλησία Συνοδικώς; Είναι εκπληκτικά παράδοξο ότι στο συγκεκριμένο κείμενο δεν υπάρχει η παραμικρή άναφορά σ’ αυτές τις πραγματικότητες, για τις οποίες η Εκκλησία Συνοδικά δεν έχει αρθρώσει επίσημον λόγον, ως να μην ανεφύησαν αιρέσεις και κακοδοξίες κατά την Β΄ χιλιετίαν.
Παρηκολούθησα μία ιδιοφυεστάτη ανάλυσι από τον Σεβ. Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον στο Ρ/Σ της Εκκλησίας της Ελλάδος, της κακοδοξίας της ασπίλου συλλήψεως, που «εδογμάτισε» ο Πάπας Πίος ο Θ΄ το 1854 και που υπήρξε «πρόβα generale» για την θεσμοθέτηση του πρωτείου και του αλαθήτου το 1870, από την I Βατικανή ψευδοσύνοδο. Επί της κακοδοξίας της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου, η οποία ακυρώνει την ένσαρκο οικονομία του Θεού Λόγου, διότι εάν εγεννήθη ασπίλως, η Θεοτόκος θα συνελήφθη και ανηδόνως και κατά ταύτα απομειώνεται η ενανθρώπησις του Θεού Λόγου, θεμελιώθηκε η Λούρδη διά να υπάρξει δήθεν θεόθεν επιβεβαίωσις, διότι η Βερναρδέτη Σουμπιρού που δήθεν «είδε» την Υπεραγίαν Θεοτόκον ως «λευκήν Κυρίαν» το 1858, έλαβε την απάντηση στο ερώτημα ποία ήτο, «Είμαι η ασπίλως συλληφθείσα». Διερωτώμαι η Εκκλησία δεν θα έπρεπε όλες αυτές τις απαράδεκτες νοθεύσεις της αληθείας, Συνοδικώς να τις καταδικάσει;
Στο συγκεκριμένο κείμενο γίνεται συνεχής αναφορά στην αξία του διαλόγου με την Ετεροδοξία και διαβάζοντάς το έχει κανείς την αίσθηση ότι εισέρχεται σε μία «μηχανή του χρόνου» και βρίσκεται στις αρχές του 20ου αιώνος, όταν έπνεε ο άνεμος αισιοδοξίας για την ένωση με την Εκκλησία, των αποσχισθέντων από Αυτήν. Δυστυχώς όμως οι λεγόμενοι θεολογικοί διάλογοι έχουν σχεδόν τελειώσει ή έχουν συμπνιγεί στην σατανική εμμονή και αμετανοησία των κακοδόξων ή στην χειροτονία γυναικών στο ιδιότυπο Ιερατείο τους και στην θεσμοθέτηση της ψυχοπαθολογικής εκτροπής της ομοφυλοφιλίας που ανατρέπει την ανθρώπινη οντολογία και φυσιολογία. Είναι απόλυτος η μαρτυρία επ’ αυτών των Ορθοδόξων συμπροέδρων των διεξαγομένων θεολογικών διαλόγων, ως λόγου χάριν του Σεβ. Σασίμων κ. Γενναδίου (29/8 -3/9/2015, Σύναξις Ιεραρχίας Οικουμενικού Θρόνου). Καμμία αποτίμησις λοιπόν για τους διεξαχθέντας θεολογικούς διαλόγους που δυστυχώς έχουν αποβεί «ανόσια παίγνια» κατά την εξαίρετη δήλωση του επί εικοσαετία συμπροέδρου στον διάλογο μετά των Ρωμαιοκαθολικών Σεβ. Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Στυλιανού.
Στο επίδικο κείμενο γίνεται στις παρ. 16,17,18,19 και 21 αναφορά στις σχέσεις της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας με το Παγκόσμιο Συμβούλιο των «Εκκλησιών» (Π.Σ.Ε.) και είναι εκπληκτικό τα όσα αναφέρονται στην παρ. 21 στην οποία δηλώνεται ότι «Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκτιμά τα εκδοθέντα θεολογικά κείμενα της Επιτροπής Πίστις και Τάξις» (ποία;) και στην συνέχεια η αυτή παράγραφος κατακλείεται με την δήλωση ότι: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία διατηρεί επιφυλάξεις για κεφαλαιώδη ζητήματα Πίστεως και Τάξεως». Η αποθέωσις της αντιφάσεως!!!
Διερωτώμαι με ποία λογική συμμετέχει η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία σ’ ένα Σώμα που απαρτίζεται από τους Μονοφυσίτας Αντιχαλκηδονίους και την πανσπερμίαν των προτεσταντικών Παραφυάδων; Δεν είναι η πίστις όλων αυτών κατεγνωσμένη ως αίρεσις από τις Οικουμενικές Συνόδους; Οι Αντιχαλκηδόνιοι μετά την απαράδεκτη Β΄κοινή δήλωση της 28ης Σεπτεμβρίου 1990 (Σαμπεζύ) κατά την οποίαν διεκήρυξαν ότι «οι φύσεις στο πρόσωπο του Χριστού διακρίνονται τη θεωρία μόνη» - ενώ το αληθές είναι ότι οι δύο φύσεις διακρίνονται σαφώς ως πραγματικαί και διακρίνονται αδιαιρέτως διότι η ένωσις είναι ασύγχυτος και αδιαίρετος - συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν την φράσιν του αιρεσιάρχου Απολιναρίου Λαοδικείας «Μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη» την οποίαν περί το 400 μ.Χ. πλαστογράφησαν οι μαθηταί του ως δήθεν φράσιν του Αγίου και Μεγάλου Αθανασίου (ΘΗΕ τ.2, στ. 1118-1119), όπως απεδείχθη υπό των Λεοντίου Βυζαντίου και Ιωάννου Σκυθοπολίτου (Ιωάννου Ιεροσολυμίτου P.G. 86,1865) κατά την Βυζαντινήν περίοδον και την οποίαν επανέλαβε ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, νομίζων ότι ανήκε εις τον Άγιο Αθανάσιον. Είναι χαρακτηριστική της εμμονής των Αντιχαλκηδονίων η κυκλοφόρησις από τις εκδόσεις Αρμός το 1996, του συγγράμματος του Μακαρίτου Πατριάρχου των Κοπτών της Αιγύπτου Σενούντα Γ΄ «Η Φύσις του Χριστού» όπου στην σελ. 46 και στο κεφ. «Η μία θέληση και η μία ενέργεια» αναφέρεται: «Επειδή πιστεύουμε στην Μία Φύση του Ενσαρκωμένου Λόγου, όπως την ονόμασε ο Άγιος Κύριλλος, πιστεύουμε στην Μία Θέληση και στη Μία Ενέργεια. Φυσικά αφού φρονούμε ότι η Φύση είναι Μία και η Θέληση και η Ενέργεια είναι επίσης Μία». Επομένως οι Αντιχαλκηδόνιοι είναι κατεγνωσμένοι από τις Δ΄ Ε΄ και ΣΤ΄ Άγιες Οικουμενικές Συνόδους, ως Μονοφυσίται, Μονοθελήται και Μονοενεργήται και όσοι παρηκολούθησαν τηλεοπτικώς την ενθρόνισιν του νέου Πατριάρχου των Κοπτών στην Αίγυπτον θα άκουσαν να ψάλλεται ο Θεοπασχητικός Ύμνος «Άγιος Αθάνατος ο δι’ ημάς Σταυρωθείς» και θα κατενόησαν ότι πέραν των άλλων ασπάζονται και την αίρεση του Θεοπασχητισμού. Όσον αφορά στις Προτεσταντικές παραφυάδες του Π.Σ.Ε. διερωτώμαι δεν είναι Εικονομάχοι; Δεν αρνούνται το αειπάρθενον της Θεοτόκου; Δεν αρνούνται τα Μυστήρια της Εκκλησίας και την ουσιαστική μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού; Και επομένως αυτές οι κακοδοξίες τους δεν είναι κατεγνωσμένες από τις Οικουμενικές Συνόδους και ειδικώτερα από την Γ΄ και την Ζ΄; Συνεπώς πως σε ένα αιώνιο Πανορθόδοξο κείμενο παρεισφρύουν σχέσεις με κατεγνωσμένους από την Εκκλησία αιρετικούς;
Το κείμενο αυτό δυστυχώς ακυρώνει τα αίματα, τις θυσίες και τα ανήκουστα μαρτύρια και τα πολυώδυνα βάσανα των Αγίων και Ηρώων της αμωμήτου ημών Πίστεως που κατακρεουργήθησαν και εκάησαν ζώντες από τους Λατίνους και Λατινόφρονες (Ιωάννη Βέκκο, Μιχαήλ Παλαιολόγο) και εγκληματικώς αμνηστεύει την στρέβλωσι του Ευαγγελικού κηρύγματος από τους εκπεσόντας «χριστιανούς» του Παπισμού. Είναι πολυσήμαντος ο πρόλογος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ.κ. Ιερωνύμου του Β΄, ως Μητροπολίτου Θηβών και Λεβαδείας (28-2-2000), στο βιβλίο του Ιταλού Μάρκο Αουρέλιο Ριβέλλι (Εκδόσεις Προσκήνιο - Αγγελος Σιδεράτος, 2000) με τίτλο: «Ο Αρχιεπίσκοπος της Γενοκτονίας», όπου εκφράζει με συγκινητικό τρόπο τον αποτροπιασμό του για την δολοφονία 850.000 Σέρβων Ορθοδόξων με ηθικόν αυτουργόν τον Αρχιεπίσκοπο Ζάγκρεμπ και μετέπειτα Καρδινάλιο Αλουίσιο Στέπινατς, ο οποίος στο ημερολόγιόν του στις 27-3-1941, σελ. 172, Βιβλίο Δ΄ έγγραφε : «Το Πνεύμα του Βυζαντίου είναι κάτι το τόσο τρομερό το οποίο μόνο ο Παντοδύναμος και Παντογνώστης Θεός δύναται να ανέχεται» και στην σελ. 176: «Το Σχίσμα της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι η μεγαλύτερη κατάρα εν Ευρώπη, σχεδόν μεγαλύτερη και από τον Προτεσταντισμό».
Είναι τρομακτική η μαρτυρία του Ιταλού συγγραφέως Κούρτσιο Μαλαπάρτε, ότι είδε ένα μεγάλο καλάθι με 20.000 ανθρώπινα μάτια Ορθοδόξων Σέρβων, που του επέδειξαν με «υπερηφάνεια» ο διαβόητος αρχηγός των Ουστάσι Άντε Πάβελιτς και ο Αρχιεπίσκοπος Αλουίσιος Στέπινατς. Για τα εγκλήματά του αυτά εις βάρος της ανθρωπότητος, κατεδικάσθη από το Διεθνές Δικαστήριο Εγκληματιών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε πολυετή κάθειρξη. Αυτόν όμως τον στυγνό εγκληματία «Αγιοποίησε» ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β΄ (Βοιτύλα) του οποίου τα αποκαλυπτήρια έγιναν προσφάτως με την δημοσιοποίησι των ερωτικών του επιστολών προς την έγγαμη ακαδημαϊκό συμπατριώτισσά του, τον οποίον με την σειρά του «αγίοποίησε» ο νυν Πάπας Φραγκίσκος (Μπεργκόλιο)!!! Σε όλα αυτά τα τραγικά και ανυπόφορα προσφέρει κάλυψη με την σιωπή του αυτό το απαράδεκτο κείμενο γιατί δεν καταγγέλει την ιδεολογική επικαιροποίηση των εγκλημάτων εις βάρος των Αγίων του Θεού.
Ενδεικτικό του «κρυπτοκρατικού» πνεύματος του κειμένου είναι η απόκρυψις στην παρ. 8 της αληθούς ευχής του Κυρίου, ο οποίος δεν ηυχήθη απλώς «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ιωάννου 17,21) αλλά συνέχισε «καθώς συ πάτερ εν εμοί καγώ εν συ, ίνα και αυτοί εν ημίν εν ώσιν» που σημαίνει ότι η Αλήθεια, η Αγιότης και η Δικαιοσύνη είναι προϋποθέσεις της ενότητος.
Διαφωνώ απολύτως και με το κείμενο «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω» διότι στο κεφ. Δ΄ «Η ειρήνη και η αποτροπή του πολέμου» αναφέρεται σε διαθρησκειακές σχέσεις (σελ.6), οι οποίες αφορούν κατά βάσιν στις κακώς λεγόμενες Αβρααμικής προελεύσεως θρησκείες, τον Ιουδαισμό και το Ισλάμ. Διότι και οι δύο αυτές θρησκευτικές παραδοχές καθυβρίζουν διιστορικά και χυδαιότατα το υπερύμνητο πρόσωπο του Δομήτορος της Εκκλησίας μας Κυρίου. Ο Ιουδαισμός έχει αποβάλλει το Θεισμό της Παλαιάς Διαθήκης (Τορά) και του Προφητισμού και έχει εγκολπωθεί τον Ραββινικό Σατανισμό του Ταλμούδ και της Καμπαλά. Στο Σατανικής εμπνεύσεως Ταλμούδ ο Κύριος απομειώνεται με τον χυδαιότερο τρόπο ως «νόθος υιός» του Ρωμαίου εκατοντάρχου Πανδίρα (Ταλμούδ). Η δε Υπεραγία Θεοτόκος και Αειπάρθενος καθυβρίζεται ωσαύτως με χυδαιολογίες αφορήτου εμπαθείας.
Η Καμπαλά που διδάσκεται και στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ αποτελεί την αποθέωση του αποκρυφιστικού περιπαίγματος. Όσον αφορά το Ισλάμ, ο ευτελισμός του Παναγίου Θεού και η διαστροφή του Ευαγγελικού μηνύματος είναι η βάσις της δήθεν αποκαλύψεως του Κορανίου από τον αιμομείκτη και παιδεραστή ψευδοπροφήτη Μωάμεθ ο οποίος στη σούρα «Οι Συνασπισμένες Φιλές» (Αλ Αχζάμπ) και στο στίχο 37, για να δικαιολογήσει την αιμομειξία του με την γυναίκα του γιού του, παρουσίασε δήθεν εντολή του Θεού: «Μωάμεθ, είπες σε αυτόν που ευεργετήθηκε από τον Θεό και γέμισε με τα αγαθά του: «Κράτα τη γυναίκα σου και να φοβάσαι τον Θεό», ενώ εσύ έκρυβες στην καρδιά σου ο,τι ο Θεός μετά από λίγο επρόκειτο να κάνει σε όλους φανερό. Φοβήθηκες τους ανθρώπους ενώ έπρεπε να φοβηθείς περισσότερο τον Θεό. Όταν όμως ο Ζέιδ αποφάσισε να χωρίσει τη γυναίκα του, Εμείς την ενώσαμε μαζί σου με τα δεσμά του γάμου. Για να μάθουν οι πιστοί ότι δεν αμαρτάνουν όταν παντρεύονται τις γυναίκες των γιών τους αν οι γιοί τους τις χωρίσουν».
Στον στίχο 50 παρουσιάζει τον Θεό να του λέει: «Προφήτη σού επιτράπηκε να παντρευτείς με τις γυναίκες στις οποίες έδωσες προίκα, με τις αιχμάλωτες τις οποίες κέρδισες με την δύναμη των χεριών σου, με τις κόρες των θείων σου και όσων σε ακολούθησαν, όπως και με κάθε ευσεβή γυναίκα η οποία αφιέρωσε την ψυχή της σε εσένα... Μη φοβάσαι μήπως ενοχοποιηθείς αν κάνεις χρήση των δικαιωμάτων σου» και στο στίχο 51 συνεχίζει : «Μπορείς να αναβάλεις την επαφή με όποια συζυγό σου θελήσεις και να δεχθείς στο κρεβάτι σου όποιαν θελήσεις ακόμα και όποια στο παρελθόν παραμέλησες αλλά την επεθύμησες και πάλι». Σαν εννάτη συζυγό του παντρεύτηκε την επταετή κορασίδα Αισέ. Αυτός λοιπόν, στο τραγελαφικό του Κοράνιο στην σούρα «Το στρωμένο Τραπέζι» (Αλ-Μάιντα) στο στίχο 17 γράφει : «Άπιστοι είναι όσοι λένε πως ο Μεσσίας ο γιός της Μαρίας είναι Θεός. Πες τους ποιος μπορεί να σταματήσει τον Θεό αν θέλει να καταστρέψει τον Μεσσία και την μητέρα του και όλα τα όντα στη γη;», θέση που επαναλαμβάνει και στο στίχο 72 και στο στίχο 75 ισχυρίζεται ότι: «Ο Μεσσίας ο γιός της Μαρίας απλώς είναι απόστολος».
Στη σούρα «Οι γυναίκες» (Αλ Νισσά) στο στίχο 171 ισχυρίζεται : «Οπαδοί των γραφών μη ξεπερνάτε τα όρια της θρησκείας σας... Να πιστεύετε λοιπόν στο Θεό και στους αποστόλους και να μη λέτε πως υπάρχει αγία τριάδα. Σταματήστε να το λέτε αυτό και θα ωφεληθείτε». Στην προαναφερθείσα σούρα «Το στρωμένο Τραπέζι» (Αλ Μάιντα) στον στίχο 116, παρουσιάζει το Κύριο να συνομιλεί με τον «Θεό» με τα εξής : «Και είπε ο Θεός στον Ιησού τον γιό της Μαρίας : «Είπες ποτέ εσύ στους ανθρώπους θεωρήστε εμένα και την μητέρα μου Θεό στη θέση του μοναδικού Θεού;» «Όχι, στο όνομα της δόξας Σου», απάντησε ο Ιησούς».
Κατόπιν των ανωτέρω διερωτώμαι ποιες διαθρησκειακές σχέσεις μπορεί να υπάρχουν μεταξύ της Εκκλησίας του Χριστού και των υβριστών και απομειωτών του Παναγίου Προσώπου Του, Εβραίων και Μουσουλμάνων που εμμένουν σατανικώς σε αυτές;
Το σύγχρονο στρατήγημα του βυθίου δράκοντος, μετά την οικτρή αποτυγχία του αμέσου πολέμου κατά του Παναχράντου Προσώπου του Κυρίου, με τους διωγμούς, τις αιρέσεις, την δήθεν επιστημονική αθεία, την κρατική επικράτησί της επί εβδομήντα χρόνια, είναι η διαμέσου της λεγομένης συναφειακής και μεταπατερικής «θεολογίας» και του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητισμού παρουσίασις ενός κίβδηλου και ανυπάρκτου Χριστού, μέσα στον οποίον χωρούν τα πάντα, το ψέμμα και η αλήθεια, η Ορθοδοξία και η αίρεσις, η ηθική και η ανηθικότης, ώστε να κατανοεί κανείς ευχερώς τον λόγον του Σωτήρος Κυρίου: «Πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λουκ. 18,8), αλλά και τον τρομερότερο αφορισμό Του: «πολλοί ερούσι μοι εν εκείνη τη ημέρα‧ Κύριε Κύριε, ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν, και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν; και τότε ομολογήσω αυτοίς ότι ουδέποτε έγνων υμάς‧ αποχωρείτε απ’ εμού οι εργασάμενοι την ανομίαν» (Ματθ. 7,22-23).
Διαφωνώ απολύτως και με το ψηφισθέν κείμενο «Το Αυτόνομο και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού» διότι η αυτονομία είναι μέγας πειρασμός και μπορεί να οδηγήσει σε κατακερματισμό κρατών και σε διάσπαση Λαών και στην έξαρση του Εθνοφυλετισμού, ο οποίος έχει Συνοδικώς και Πανορθοδόξως καταδικασθεί ως αίρεση. Θεωρώ δε ως Εθνικό έγκλημα την οποιαδήποτε Εκκλησιαστική αυτονόμηση της Βορείου Ελλάδος, η οποία αναπόδραστα θα οδηγήσει στην «Κοσοβοποίηση» της Δυτικής Θράκης και σε Εθνική Καταστροφή. Νομίζω ταπεινώς ότι η κανονική πρόβλεψι του 17ου Κανόνος της Αγίας Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου είναι η μόνη ορθή λύσι του συγκεκριμένου θέματος.
Εν κατακλείδι παραθέτω ένα μικρό Συναξάριο, όχι κάποιας Μονής «φονταμεταλιστών» αλλά ενός «φιλοπατριαρχικού» Μοναστηριού, της Ι. Μονής Σίμωνος Πέτρας Αγ. Όρους, από το νέο Συναξαριστή του Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου σελ. 62 - 64 (Τόμος Α΄ Σεπτέμβριος, Εκδ. Ίνδικτος 2001), που αναφέρεται στο Άγιο Οσιομάρτυρα Αθανάσιο Ηγούμενο της Ι. Μονής του Οσίου Συμεών του Στυλίτου εις Μπρέστ – Λιτόβσκ, ο οποίος μαρτύρησε στις 5/9/1648: «Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Βίλνα (σημερινή πρωτεύουσα της Λιθουανίας) της Μικρορωσίας το 1596, τον ίδιο χρόνο που έγινε στο Μπρέστ - Λιτόβσκ η ψευδοένωσις μεταξύ της Ρώμης και ωρισμένων Ρώσων επισκόπων. Υιός ευγενούς στην καταγωγή Λιθουανού, αρκετά πτωχού παρά ταύτα, έλαβε ευρεία και σπάνια μόρφωσι για την εποχή του.
Ήταν κάτοχος πολλών ξένων και αρχαίων γλωσσών και βαθύς γνώστης τόσο των Πατέρων της Εκκλησίας, όσο και των φιλοσόφων και θεολόγων της Δύσεως.
Για λίγα χρόνια ο άγιος εργαζόταν ως οικοδιδάσκαλος, ώσπου το 1627 εκάρη μοναχός στην μονή του Χουτίν, κοντά στην Όρσα της Μικρορωσίας (σημερ. Λευκορωσία). Το προπύργιο αυτό της Ορθοδοξίας, που έμεινε απείρακτο από τις πολωνικές δυνάμεις κατοχής, διεδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στο να αντισταθή ο ορθόδοξος λαός κατά της ρωμαιοκαθολικής προπαγάνδας. Εν συνεχεία ο Αθανάσιος συμπλήρωσε την μοναχική του κατάρτισι και σε άλλα ονομαστά μοναστήρια.
Όταν χειροτονήθηκε ιερεύς, ο μητροπολίτης Κιέβου Πέτρος Μογίλας (1596-1647) του ανέθεσε την ανακαίνισι της μονής του Κουπυάτιτσκ. Μετά από θεία αποκάλυψι, έκανε ε να επικίνδυνο ταξίδι στην Μόσχα, διασχίζοντας εδάφη κατεχόμενα από Πολωνούς, με σκοπό να εκθέση στον τσάρο την κακή στάσι των τοπικών αρ χων έναντι των ορθοδόξων στις βορειοδυτικές περιοχές της Ρωσίας και να ζητήση συνδρο μη για την ανακαίνησι της μονής του. Με την βοήθεια της Παναγίας επέτυχε στην αποστολή του και άρχισε τις εργασίες. Δύο χρόνια όμως αργότερα αναγκάσθηκε να τις εγκαταλείψη, διότι εξελέγη ηγούμενος της μονής του οσίου Συμε ων του Στυλίτου στο Μπρέστ-Λιτόβσκ.
Από τότε αποδύθηκε σε νέο και ακαταπόνητο αγώνα εναντίον της Ουνίας, του προσηλυτιστικού αυτού τρόπου των Λατίνων που είναι συγκεκαλυμμένος με ορθόδοξα λειτουργικά τυπικά και συνήθειες. Επί οκτώ χρόνια ο άγιος με την προσευχή, το κήρυγμα και τα συγγράμματά του στηλίτευε και απέρριπτε την ψευδοένωσι της Μπρέστ, επανέφερε δε τους πλανηθέντας στην ποίμνη του Χριστού.
Οι Πολωνοί στρατιώτες και έποικοι βασάνιζαν τους ορθοδόξους πληθυσμούς των κατεχομένων περιοχών με βαρβαρική ωμότητα, αλλά και οι Ιησουίτες ιεραπόστολοι δεν εδίσταζαν να χρησιμοποιήσουν τις πιο απάνθρωπες μεθόδους, προκει μένου να στερεώσουν την δική τους πίστι στην Μικρορωσία. Ο άγιος αποφάσισε να μεταβή στον βασιλέα της Πολωνίας Βλαδίσλαο Δ΄(1632-1648), για να μεσολαβήση, ώστε οι ορθόδοξοι να έχουν πιο ανθρώπινη μεταχείρισι. Ο βασιλεύς κάμφθηκε από την παράκλησί του και με διάταγμα έθετε τέρμα σε αυτές τις καταχρήσεις της εξου σίας, αλλά οι δημόσιοι λειτουργοί του δεν το εφήρμοσαν. Στην Βαρσοβία η κατάστασις των ορθοδόξων ήταν ακόμα χειρότερη. Σε εορτάσιμες ημέρες οι Πο λωνοί και οι ουνίτες έβαζαν φωτιά σε ορθόδοξες εκκλησίες γεμάτες πιστούς, όπως και αλ λοτε κατά την εποχή των μεγάλων διωγμών.
Μόνος στον αγώνα, με μόνη παρηγοριά την Παναγία, ο Αθανάσιος συνέχισε τις προσπάθειές του. Το 1643, ύστερα από μία νέα θεία αποκάλυψι, κατέφυγε για δεύτερη φορά στο Συμβούλιο Επικρατείας της Πολωνίας. Ενώ κέρδισε την προστασία του κράτους υπέρ του ορθοδόξου ποιμνίου του, ωρισμένοι ορθόδοξοι γαιοκτήμονες, φοβούμενοι μήπως ζημιωθούν τα συμφέροντά τους, διέδωσαν ότι ήταν τρελλός και κατόρθωσαν να του αφαιρεθή το αξίωμα, να καθαιρεθή από την ιερωσύνη και να σταλή στο Κίεβο για εξέτασι.
Παρά τις κακόβουλες προσπάθειές τους ο άγιος δικαιώθηκε και επέστρεψε ως ηγούμενος στο μοναστήρι του, αλλά δεν έμεινε ήσυχος για πολύ, σύντομα ξανάρχισαν οι διωγμοί κατά των ορθοδόξων.
Ενώ ετοίμαζε μία αναφορά προς τον βασιλέα της Πολωνίας, συνελήφθη και φυλακίσθηκε προτού την ολοκληρώση. Αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από τρία χρόνια, αλλά το 1648 ο διωγμός συνεχίσθηκε σφοδρότερος. Ήταν τόσο αιματηρός, ώστε ο λαός της Μικρορωσίας εξεγέρθηκε και απαίτησε την αποχώρησι των πολωνολιθουανικών δυνάμεων και την απόδοσι των ρωσικών εδαφών στον τσάρο. Οι πολωνικές αρχές συνέλαβαν αμέσως τους αρχηγούς του κινήματος και τους επιφανεστέρους εκκλησιαστικούς ηγέτες. Ο Αθανάσιος φυλακίσθηκε και, παρά τις παντός είδους σωματικές και ηθικές κακώσεις που υπέστη, τόσο εκ μέρους των δεσμοφυλάκων, όσο και των καθολικών εκκλησιαστικών αρχών, συνέχισε να ελέγχη τους ενωτικούς και να αναθεματίζη την ένωσι. Τον βασάνισαν βάζοντας στο σώμα του αναμμένα κάρβουνα, τον έγδαραν και τον έκαψαν ζωντανό. Επειδή ακόμη ανέπνεε, τον τουφέκισαν, νεκρό τον αποκεφάλισαν και έρριξαν το σώμα του σε ένα βόθρο. Το τίμιο λείψανό του βρέθηκε μετά 17 χρόνια άφθαρτο, ευωδιάζον και μέχρι σήμερα επιτελεί θαύματα».
Ως ο αμαρτωλότερος λοιπόν πάντων, συντάσσομαι με τον Θεό που διετήρησε αδιάφθορο, αδιαλώβητο και ευωδιάζον το σκήνωμα του Αγίου Του μέσα στο βόθρο και όχι με εκείνους που το έρριψαν μέσα.
Επομένως δεν θα συμμετάσχω στο «ανόσιο παίγνιο» της λεγομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου