Σάββατο 20 Μαΐου 2023

ΡΕΤΡΟ 16.0: ΤΟ ΥΠΝΩΤΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΘΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΓΙΚΗΣ «ΑΛΛΑΓΗΣ» (ΑΝΤΙ ΤΟΥ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΥ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ)

1981-2023: ΓΑΛΑΖΟΠΡΑΣΙΝΟΚΟΚΚΙΝΑ ΑΛΛΑΓΟΠΟΥΛΑ ΜΕ ΑΠΑΤΗΛΗ ΑΛΛΑΓΟΓΛΩΣΣΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΤΑ ΦΩΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΠΙ 42 ΧΡΟΝΙΑ!



Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης

«Δεν κάθεται να στρώσει λογισμό ο Έλληνας ψηφοφόρος. Προτιμάει να στρώνει χαλιά για τους «σωτήρες»-παπατζήδες του… Δεν κάθεται να ψάξει για τον κυρίαρχο εαυτό του. Ηδονίζεται να ψάχνει για το κυρίαρχο αφεντικό του».


Θαυμάστε τα αξιοθρήνητα αλλαγόπουλα της ελληνικής πολιτικής σκηνής πόσο ξεδιάντροπα μας κοροϊδεύουν:

ΚΥΡ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ:

«Μεγαλύτερες οι αλλαγές τη δεύτερη 4ετία - Θα ξεριζώσω τις νησίδες αναχρονισμού στο κράτος»

ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ:

«Μητσοτάκης ή αλλαγή; Μητσοτάκης ή δικαιοσύνη;»


«Ζητάμε από τους πολίτες να εγκρίνουν με την ψήφο τους το συμβόλαιο αλλαγής που προτείνουμε» (από την προεκλογική ομιλία στο Σύνταγμα, 18/5/2023).


ΝΙΚ. ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ:

«Ούτε ΝΔ ούτε ΣΥΡΙΖΑ – Στόχος η πραγματική αλλαγή»




Είναι, λοιπόν, προφανές ότι, ειδικά σε αυτές τις εκλογές, το σύνθημα της «αλλαγής» αναμασάται από όλα τα μεγάλα, ανθελληνικά και προδοτικά κόμματα που έχουν κατά το παρελθόν αποπατήσει στο κατάστρωμα του ελληνικού σαπιοκάραβου.

Ωστόσο, το φαινόμενο αυτό δεν είναι πρωτοφανές στην εκλογική ιστορία της κατατυραννισμένης χώρας μας.

Συνθηματικό παραλήρημα υπέρ της στομφώδους «αλλαγής», μια λέξη-κλειδί που φαίνεται πως διαθέτει μαγικές-υπνωτιστικές ιδιότητες, είχε σημειωθεί και στην προεκλογική εκστρατεία του 1981, όταν η «αλλαγή» ταυτίσθηκε αρχικά με το ΠΑ.ΣΟ.Κ.-«Κίνημα Αλλαγής», αλλά σύντομα την μηρύκασαν και πολλά άλλα κόμματα.

Αξίζει να θυμηθούμε τι έγραφε το 1980 ο κορυφαίος Έλληνας Συνταγματολόγος, ο Αριστόβουλος Μάνεσης, στο βιβλίο του «Δίκαιο – Σύνταγμα – Πολιτική» (σελ. 52):





«Στις εκλογές του 1981 η επαγγελία της “αλλαγής” συνυφάνθηκε κατ’ εξοχήν με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. που κατάφερε, με το σύνθημα αυτό, να εκφράσει τον ακαταστάλακτο ριζοσπαστισμό των λαϊκών μαζών και ιδίως των μικροαστικών κοινωνικών στρωμάτων.

 Με την απήχηση όμως που είχε και με τη δυναμική που απέκτησε, το σύνθημα της “αλλαγής” υιοθετήθηκε και από άλλα κόμματα, που έσπευσαν να ευθυγραμμισθούν εντασσόμενα στο ρεύμα. Έτσι η “αλλαγή” έγινε κοινός παρονομαστής των προγραμμάτων τους και αποτέλεσε την κυρίαρχη πολιτική ιδεολογία σ’ ολόκληρο τον χώρο που αντιπολιτευόταν τη Δεξιά. 

Αναγνωρίζοντας σαν κύριο φορέα της αλλαγής το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που είχε προοπτική εξουσίας, οι άλλες πολιτικές δυνάμεις τόσο του Κέντρου (Ε.Δ.Η.Κ. και ΚΟ.ΔΗ.ΣΟ.), όσο και της παραδοσιακής Αριστεράς (Κ.Κ.Ε. και Κ.Κ.Ε. εσωτ.), διεκδικούσαν συμμετοχή στην εφαρμογή της, ώστε αυτή να είναι “πραγματική”, ευρύτερη και αυθεντικότερη, συνεπέστερη και στερεότερη.

Ακόμη και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας επιχείρησε να οικειοποιηθεί το σύνθημα της “αλλαγής”, ισχυριζόμενο ότι αυτό πρώτο την άρχισε, ανέφερε δε σαν παραδείγματα την καθιέρωση της δημοτικής, τη θέσπιση της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας κ.ά.”».


«Πάντως ο αδιαφιλονίκητος πρωτοπόρος και αναγνωρισμένος σημαιοφόρος της “αλλαγής” ήταν το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που διακήρυξε ότι (έτσι αρχίζει η “Διακήρυξη της Κυβερνητικής Πολιτικής”): “Έχει σημάνει για την Πατρίδα μας η ώρα της μεγάλης Αλλαγής”».


«Όμως, τι εστιν “αλλαγή”; Στη συνείδηση των μεγάλων λαϊκών μαζών το σύνθημα της “αλλαγής” συμπύκνωσε μία διάχυτη, ρευστή και ακαθόριστη διάθεση, όχι τόσο έλλογη όσο συναισθηματική, με βασικά αρνητικό περιεχόμενο: την επιθυμία “να φύγει η Δεξιά”. 

Και επειδή το ΠΑ.ΣΟ.Κ., ως ο κατ’ εξοχήν φορέας της αλλαγής, συγκέντρωνε πιθανότητες εκλογικής νίκης, η ενίσχυσή του θεωρήθηκε σαν ο λυσιτελέστερος τρόπος να φύγει η Δεξιά. Εξ ου και η αποτελεσματική λειτουργία της “χαμένης ψήφου”. 

Κατά το πρόγραμμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.: “Η κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και η κοινωνική απελευθέρωση, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, συνθέτουν το όραμα της Αλλαγής”».

«Το σύνθημα της “αλλαγής” φαίνεται μεν να εμπεριέχει την προοπτική του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, αλλά τον τοποθετεί, σε μια χρονική ιεράρχηση, σαν τελευταίο και απώτερο στόχο, σαν “όραμα” που δεν είναι του παρόντος. 

Έτσι όμως το σοσιαλιστικό ιδανικό επικαλύπτεται –αν δεν συγκαλύπτεται– από τον ουδέτερο και άνευρο όρο “αλλαγή” που, άχρους και άοσμος καθώς είναι, με περιεχόμενο ελαστικό και απροσδιόριστο, δεν έχει σαφή και ακριβή ιδεολογικοπολιτική οριοθέτηση και δεν διευκρινίζει σε ποιες (συγκεκριμένες) αλλαγές –στον πληθυντικό– θα συνίσταται η (αφηρημένη) “αλλαγή”, και ειδικότερα αν οι αλλαγές αυτές θα είναι απλώς θεσμικές ή και δομικές (διαρθρωτικές) με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό».

«Το σύνθημα της “αλλαγής”, υποδηλώνοντας, αντίθετα, την απουσία συγκεκριμένης συνεκτικής κοινωνικοπολιτικής ιδεολογίας πέρα από τον “αρνητισμό” απέναντι στη Δεξιά –έστω και πλαισιωμένο από γενικόλογη αντικαπιταλιστική ή αντιιμπεριαλιστική φρασεολογία– δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ισοδυναμεί οπωσδήποτε με στόχευση σοσιαλιστικών λύσεων. 

Αποτελεί όμως ένα πολιτικό μήνυμα που ενδέχεται να εμπεριέχει “δυνάμει”, έστω μακροπρόθεσμα, αυτή την προοπτική, υπό τον όρο ότι θα αρχίσει να αρθρώνεται, τόσο στο κοινωνικοοικονομικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο, με διαδικασίες αντικειμενικά πρόσφορες για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Ωστόσο, ο στόχος αυτός κάθε άλλο παρά προβλήθηκε προεκλογικά».

«Η παρατήρηση ισχύει για το πρόγραμμα και την προεκλογική τακτική τόσο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όσο και των άλλων κομμάτων που αντιπολιτεύονταν τη Δεξιά. Σε όλη την προεκλογική εκστρατεία όλοι βροντοφώναζαν για “αλλαγή”, ενώ απέφευγαν να μιλήσουν –ή απλώς ψιθύριζαν, κάπως δειλά και περίπου ντροπαλά– για σοσιαλισμό... 

Και το ΚΟ.ΔΗ.ΣΟ. (“Η δική μας Αλλαγή”, τιτλοφορούσε το πρόγραμμά του) και η Ε.ΔΗ.Κ., αλλά και τα δύο κομμουνιστικά κόμματα, το “ορθόδοξο” Κ.Κ.Ε. και το “ανανεωτικό” Κ.Κ.Ε.εσ., ήταν πολύ φειδωλά στην προβολή σοσιαλιστικών συνθημάτων. 

Πάντως, και αν ακόμη τα κόμματα αυτά υπήρξαν λιγότερο προσεκτικά, σε σχέση με το ΠΑ.ΣΟ.Κ., στη χρήση σοσιαλιστικού λεξιλογίου, τούτο ίσως οφειλόταν και στο ότι το έκαναν “με το αζημίωτο”, αφού δεν είχαν καμία προοπτική πλειοψηφίας ώστε να το υλοποιήσουν».

Η ανάγνωση των ανωτέρω χωρίων που γράφτηκαν πριν από 43 χρόνια μάς βοηθά να συνειδητοποιήσουμε πόσο δαιμονικά ενεργεί το πολιτικό σύστημα, το οποίο επιζητά πετυχημένα συνθήματα του παρελθόντος για να τα επαναφέρει στο προσκήνιο και να υφαρπάξει την συναίνεση του βρεφοποιημένου πολίτη που καλείται να ρίξει το φακελάκι υπέρ εκείνου του κόμματος το οποίο θα καταφέρει να χρησιμοποιήσει το γλωσσικό δόκανο της «αλλαγής» με τον πιο ελκυστικό τρόπο, σερβίροντας τον μαγικό κωδικό στο κατάλληλο χρωματικό φόντο πίσω από την μουτσούνα του εκάστοτε παγαπόντη υποψηφίου.

Φαίνεται πως οι φωστήρες εκλογομάγειρες έχουν διαπιστώσει ότι η «αλλαγή» είναι κάτι σαν το κουδούνι που χτυπούσε ο πειραματιστής Παβλόφ, ο οποίος έβλεπε εκστασιασμένος να ανταποκρίνεται ο σκύλος στο προσκλητήριο της τροφής, παρότι τροφή δεν υπήρχε
4.

Σε ό,τι αφορά, όμως, τα ελληνικά σκυλάκια, που θα τρέξουν πάλι προς τις κάλπες των κομματόσκυλων μόνο και μόνο με την ανάγνωση ή το άκουσμα της «αλλαγής», ένας σύγχρονος Παβλόφ μπορεί να έμενε άφωνος:

Πώς είναι δυνατόν, να εξακολουθεί ο πολλαπλώς και αδιαλείπτως εξαπατημένος Έλληνας ψηφοφόρος να εμπιστεύεται τους πολιτικούς και κυρίως το πολιτικό σύστημα που ευαγγελίζεται την «αλλαγή», όταν επί περίπου μισόν αιώνα η «αλλαγή» υλοποιείται με βάση τις αρχές του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου;

Μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση, δηλαδή, δεν αλλάζει απολύτως τίποτε, αλλά τα πάντα μένουν στάσιμα και επαναλαμβάνονται σταθερά με την μέθοδο του καρμπόν, το οποίο, μάλιστα, χρησιμοποιείται σήμερα, κατά τραγική ειρωνεία, κυρίως για την συμπλήρωση των πρακτικών ψηφοφορίας εκ μέρους του εξευτελιζόμενου δικαστικού αντιπροσώπου που γράφει και ξαναγράφει τα αποτελέσματα, τάχα για να μην υπάρξει η παραμικρή υπόνοια εκλογικής νοθείας.

Στον μαγικό κωδικό της αλλαγής αναφερόταν και ο Γιάννης Καλλιόρης στο έξοχο βιβλίο του «Η ξύλινη γλώσσα» (εκδ. Αρμός 1997, σελ. 117 επ.), σημειώνοντας ότι επί εποχής πασοκικής αυτοκρατορίας μετά το 1981:





«βαυκαλισμένος [...] από υποσχέσεις προεκλογικής σκοπιμότητος για “ακόμα καλύτερες μέρες” όταν ολοφάνερα πλέον άρχιζε περίοδος ισχνών αγελάδων, ο λαός συνέχιζε να υποτάσσει το μακροπρόθεσμο και κοινωνικό συμφέρον στο βραχυπρόθεσμο και ατομικό, εκλαμβάνοντας τη “σοσιαλιστική Αλλαγή” σαν αδιάκοπή ροή παροχών από τη “σοσιαλιστική κυβέρνηση” προς το λαό σε αντάλλαγμα της ψήφου του. 

Απόδειξη πως το 1985, μόλις κάποιες παροχές του κράτους-προνοίας ανεστάλησαν –ή μάλλον έμειναν στάσιμες– υπό την πίεση των αδήριτων οικονομικών αναγκαιοτήτων, οι αντιδράσεις υπήρξαν βίαιες, ακόμη –και κατ’ εξοχήν– μεταξύ των οπαδών της Αλλαγής που ήταν κι οι πιο απογοητευμένοι».


«Η Αλλαγή», καταλήγει ο Καλλιόρης, για μεν τη μειοψηφία των ακραιφνών ιδεολόγων απέβη έμμονη ιδέα και πίστη παρωπιδοφόρος σε νεοδογματική εκδοχή, και φυσικά βολονταρισμός προορισμένος να εκτονωθεί σε νεοεπαναστατική λογοκοπία και περιθωριοποιημένη κριτική εν ονόματι μιας αδύνατης καθαρότητος αρχών· για δε τους φίλαρχους πολιτικάντηδες, που διαγκωνιζόμενοι μεταξύ τους κατέλαβαν προσκήνιο και παρασκήνιο, έγινε παιχνίδι δοσοληψιών περί την νομή και κατοχή της εξουσίας και όραμα ραγδαίας προσωπικής ανόδου· για τους πολλούς, τέλος, επένδυση ακαριαίας αποδόσεως εν πνεύματι συντεχνιακής λογικής ή βολέματος θεσιθηρικού, υπόθεση δικαιωμάτων αποδεσμευμένων από καθήκοντα και υποχρεώσεις, και κυρίως κάτι το ξέχωρο από τον εαυτό τους, διακεκριμένο από τα μετέχοντα άτομα, τα οποία σχετίστηκαν μαζί της με τον τρόπο του έχειν και όχι του είναι – και έχω σημαίνει κατέχω ή συμμετέχω σε κάτι όντας χωρισμένος απ’ αυτό, χωρίς να ταυτίζομαι μαζί του».

Στις 4-1-1982, με αφορμή ακριβώς το υπνωτιστικό σύνθημα της «αλλαγής», είχε γράψει ένα μικρό άρθρο ο Θέμης Τζίφας, διευθυντής της εφημερίδας «Ευθύνη» της Πελοποννήσου, με τίτλο «Θολούρα»· το κείμενο αυτό επαναδημοσιεύθηκε, μαζί με άλλα, στο βιβλίο του «Απάτες και αυταπάτες. Ο πολιτικός ευνουχισμός ενός λαού» (σελ. 126).

Χρησιμοποιώντας δηκτική γραφή σαν εκείνη των Σουρή και Ροΐδη, ο Τζίφας έκανε λόγο για «παγιδοβάτη πολίτη», για «Ελληνάκο ψωροπολίτη», για «λαό κουτορνίθη», που «θέλει τις λύσεις άνωθεν αλλά όχι έσωθεν», για «σωτήρες-παπατζήδες»
5 κ.λπ.

 Κλείνοντας το σύντομο κείμενό του, ο αρθρογράφος σημείωνε ότι «η θολούρα στην πολιτική είναι προθάλαμος βασάνων για το λαό» και ότι «εκείνο που πιο πολύ μετράει στην πολιτική, δεν είναι ούτε ο ήχος ούτε η σημασία των λέξεων», αλλά «η πρακτική» τους.

 Η ακροτελεύτια φράση του κρούει τον κώδωνα του κινδύνου με άκρως επίκαιρη διάσταση: «Τα φλάμπουρα της Αλλαγής […] να μη γίνουν σάβανα». Λίγες αράδες πιο πάνω ο Τζίφας είχε διατυπώσει ένα ερώτημα που ισχύει απαράλλαχτο μέχρι και σήμερα, μισόν αιώνα αργότερα:

«Τι θα συμβεί τώρα; […] Τα παθήματα έγιναν μαθήματα ή θα φορτωθούμε με κάποιες καινούργιες συφορές;».

Δυστυχώς, κανένα από τα μεγάλα κόμματα δεν έχει δεσμευθεί ότι, μετά τις εκλογές, ΔΕΝ θα ξεπουλήσει ελληνική γη, την ώρα μάλιστα που έχει προ πολλού ξεκινήσει το μασάζ για την αιγαιοπελαγίτικη προδοσία, η οποία διαφημίζεται ωραιοποιημένα, δηλαδή ανάποδα, ως «συνεκμετάλλευση».




Αξίζει, λοιπόν, να θυμηθούμε ολόκληρο το διαχρονικής αξίας κείμενο του Θέμη Τζίφα και να προβληματισθούμε αφ’ ενός για την ανικανότητα των Νεοελλήνων να αξιοποιούν τα τοξικά «δείγματα γραφής» των εναλλασσόμενων στην εξουσία προβατόσχημων κομματόσκυλων αλλά και την απροθυμία τους να εξετάζουν συγκριτικά την άσκηση της απατηλής πολιτικής μελετώντας παλαιότερα βιβλία.

Όποιος θέλει να καταλάβει πώς φθάσαμε ένα βήμα πριν από το χείλος του γκρεμού, θα πρέπει να ακολουθήσει προσεκτικά τις πατημασιές που θα τον οδηγήσουν στο σημείο εκκίνησης και εν συνεχεία να ξανακάνει την ίδια διαδρομή, σταθμεύοντας στα κρίσιμα σημεία της.

Αν το 1981 και το 2023 τα αλαλάζοντα κύμβαλα δεν έχουν να εμπνευσθούν κανένα καλύτερο σύνθημα από εκείνο της «μαγικής αλλαγής», τότε σημαίνει ότι ζούμε αναμφίβολα στην εποχή της αμετάκλητης πολιτικής χρεωκοπίας.

Έγραφε, λοιπόν, ο Τζίφας:

Το χειρότερο δεν είναι να κρύβεις την αλήθεια. Το χειρότερο είναι να την εμπορεύεσαι.

Με κοπίδια μεταξωτά φτιάχνουν τα δόκανα για το λαό. Μεγάλα λόγια που άμα τα στίψεις δεν βγάζεις ούτε μια σταγόνα σιγουριάς για τον παγιδοβάτη πολίτη.

Πιάνουν τους τυχοδιώκτες και τους κάνουν οδηγητές. Τα σαλιγκάρια προχωρούν!... Ψάχνεις να βρεις το δρόμο σου και βρίσκεις το διάβολό σου. Οι φράχτες με τις απόχες σε κυκλώνουν…

Ο κουτορνίθης ο λαός παθιάζεται με τις ζητοκραυγές του. Ακούει Αλλαγή κι ανάβουν τα χέρια του απ’ τα παλαμάκια. Τα παλαμάκια του Ελληνάκου ψωροπολίτη τρέχουν περισσότερο από το μυαλό του. Θέλει τις λύσεις «άνωθεν» και δεν τις θέλει «έσωθεν».

Δεν κάθεται να στρώσει λογισμό ο Έλληνας ψηφοφόρος. Προτιμάει να στρώνει χαλιά για τους «σωτήρες»-παπατζήδες του… Δεν κάθεται να ψάξει για τον κυρίαρχο εαυτό του. Ηδονίζεται να ψάχνει για το κυρίαρχο αφεντικό του.

Ήρθε ο καινούργιος χρόνος μαζί με τις παλιές μας αμαρτίες. Μας εύχονται κι ευχόμαστε κι όλο κοροϊδευόμαστε. «Καλή χρονιά» εύχεται ο ένας στον άλλον. Και την ίδια στιγμή το «ρίξιμο» πάει σύννεφο.

Το Αιγαίο, ένα εθνικό συρίγγιο κι ολόκληρη η Ελλάδα μια σκοτοδίνη για τους πολίτες της. Όπου να κάνεις, σκοντάφτεις πάνω στα τείχη της ομίχλης.

«Αν οι Τούρκοι αποφασίσουν να μπουν στο τρελοκομείο, θα τους ακολουθήσουμε»! Αυτά είχε δηλώσει το 1964 ο Γεροπαπανδρέου στην Ουάσιγκτον όταν είχε κληθεί από τον τότε πρόεδρο Τζόνσον.

Τελικά, η Τουρκία μπήκε στο τρελλοκομείο «Αττίλας» κι έφαγε τη μισή Κύπρο, κι εμείς μπήκαμε βαθύτερα στο νατοϊκό τρελλάδικο για να φάμε τις μεγαλύτερες «κατραπακιές μας»!...

Τι θα συμβεί τώρα; Ποια τρελλάδικα μας περιμένουν πάλι; Τα παθήματα γίναν μαθήματα ή θα φορτωθούμε με κάποιες καινούργιες συφορές;

Η θολούρα στην πολιτική είναι προθάλαμος βασάνων για το λαό. Εκείνο που πιο πολύ μετράει στην πολιτική δεν είναι ούτε ο ήχος ούτε η σημασία των λέξεων αλλά η πρακτική των λέξεων.

Ας προσέξουμε. Τα φλάμπουρα της Αλλαγής του 1981 να μη γίνουν σάβανα.

Συμπέρασμα: Εφόσον οι Μητσοτάκης, Τσίπρας, Ανδρουλάκης και τα λοιπά αλλαγόπουλα παιανίζουν συντονισμένα την σατανική μελωδία της «αλλαγής», συνομολογούν ότι μιλούν την ίδια ανάποδη γλώσσα και ότι στο εσωτερικό των κομμάτων τους τρέχει το ίδιο ακριβώς (μολυσμένο-ανθελληνικό) αίμα:

Τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο, όλα θα γίνουν χειρότερα, αν όχι εφιαλτικά.

Αλίμονο σε όποιους δεν έχουν εμπεδώσει ακόμη την λογική του Θαυμαστού (= Σιχαμερού) Ανάποδου Κόσμου και θα ψηφίσουν κάποιο από αυτά τα αξιοθρήνητα γαλαζοπρασινοκόκκινα αλλαγόπουλα, τα οποία υπόσχονται αλλαγή σε πολίτες που θα έπρεπε να επιδιώκουν πρωτίστως την εσωτερική αλλαγή, ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίσουν ότι όλοι όσοι τους μιλούν για αλλαγή δεν είναι παρά μασκαρεμένα πλοκάμια του ίδιου θηρίου!







Τι ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, τι ΣΥΡΙΖΑ, τι ΠΑ.ΣΟ.Κ., τι Μητσοτάκης, τι Τσίπρας, τι Ανδρουλάκης! Όλοι αλλάζουν τα φώτα των Ελλήνων μιλώντας συντονισμένα την ίδια απατηλή αλλαγογλώσσα, όπως έκαναν και οι προκάτοχοί τους πριν από 42 χρόνια. Άραγε, ώς πότε θα υπάρχει μείζων διανοητική θολούρα;





Όσοι εξακολουθούν να πιστεύουν στην διαφορετικότητα των μεγάλων κομμάτων, αξίζει να ακούσουν την κυνική ομολογία Χρυσοχοΐδη περί του αντιθέτου σε πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στην δημοσιογράφο Σία Κοσιώνη (λεπτό 0.38 επ.):


«Νιώθω ότι τα κόμματα από το 2000 και μετά, και όσο ενσωματωνόμαστε στην Ευρώπη, οι πολιτικές δεν αλλάζουν. Αν εσείς μου βρείτε κάποιες θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ σημερινού ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Νέας Δημοκρατίας, τότε μπορεί να το ξανασυζητήσουμε το θέμα, αλλά δεν υπάρχουν. Στα μεγάλα, τα θεμελιώδη ζητήματα που αφορούν την υπόσταση της χώρας, την ασφάλεια, την άμυνά της, την οικονομία, την συμμετοχή της στην Ευρώπη, σε όλα αυτά τα πράγματα δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφορά».













1 σχόλιο:

  1. ΔΑΣΚΑΛΕ ΣΩΣΤΑ ΤΑ ΛΕΣ ,ΜΑ ΟΥΚ ΕΝ ΤΩ ΠΟΛΛΩ ΤΟ ΕΥ.
    ΚΑΙ ΑΜΑ ΚΑΤΑΛΑΒΗ ΚΑΝΕΙΣ ΤΡΥΠΑ ΜΟΥ ΤΗΝ ΜΥΤΗ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή