«Η ΤΙΜΗ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΩΖΕΙ»
Κοινοποιεί ο Ηλίας Σκουντριάνος
Ρώτησε κάποιος μοναχός τον γερω-Νικήτα από την Σταυρονικητιανή Καλύβη της Παναγίας Καζάνσκας, χάριν ωφελείας και οικοδομής, τι κανόνα κάνει. Απήντησε: «Ο Γέροντάς μου στο κοινόβιο μου είπε να κάνω 6 κομποσχοίνια του Κυρίου και 6 της Παναγίας. Εγώ τα κάνω όλα στην Παναγία.
Η τιμή στην Παναγία σώζει. Ο Κύριος χαίρεται, όταν τιμάμε την μητέρα του. Όποιος τιμά την Παναγία που θήλασε τον Κύριο του σύμπαντος, περισσότερο θα τιμά τον ίδιο τον Κύριο. Η Παναγία είναι μάννα· ξέρεις τι θα πει μάννα;»
Εδώ ο λόγος διακόπηκε από τους λυγμούς του Γέροντα που φαινόταν σαν ένα μικρό παιδάκι με αγάπη ανυπέρβλητη προς την Παναγία-μητέρα του. Αυτή η ευλάβεια και ο παρθενικός πόθος που ανάβει το πυρ το εγκάρδιο στις καρδιές των αγιορειτών μοναχών, ομορφαίνει και αρωματίζει την μοναχική τους ζωή.
Ο γερω-Νικήτας, τετρωμένος και αυτός από Θεομητορικό πόθο κατάκαρδα, ήταν λάτρης και δούλος της Παναγίας της Καζάνσκας. Είχε στο κελλί του θαυματουργή εικόνα, αντίγραφο της Παναγίας του Καζάν. Μπροστά στην εικόνα έκαιγε ακοίμητο πάντα ένα καντήλι με μεγάλη φλόγα και σχεδόν πάντα ένα μεγάλο κερί.
Την είχε τοποθετήσει στην μέση της Εκκλησίας. Γέμιζε όλο τον χώρο. Όταν εργαζόταν στον Παντοκράτορα και έμενε τη νύχτα εκεί, ερχόταν δύο ώρες πεζοπορία και άναβε το καντήλι και ξαναγύριζε. Όλες τις πτωχές οικονομίες του τις πρόσφερε θυσία στην Παναγία για λάδι, κερί και θυμίαμα.
Όταν έλειπε, ποτέ δεν κλείδωνε το Καλύβι του. Κάποτε που είχαν γίνει κλοπές σε κελλιά της περιοχής, τον ρώτησαν πώς δεν φοβάται να μην τον κλέψουν, απήντησε: «Εγώ ήρθα να φυλάξω την Παναγία ή η Παναγία εμένα;» και πράγματι, παρ’ ότι ήταν νύχτα-μέρα ανοιχτό το Κελλί του δεν χάθηκε τίποτε.
Είχε αγάπη και εμπιστοσύνη στην Παναγία και εκείνη σαν παιδί της τον βοηθούσε. «Κάποτε», διηγήθηκε, «αρρώστησα άγνωστο από τι και έμεινα ακίνητος στο κρεββάτι για τέσσερα μερόνυχτα, χωρίς να φάω και να πιώ τίποτε.
Μετά σύρθηκα και πήγα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και με κλάματα και πολλά δάκρυα την παρακάλεσα να με κάνη καλά για να μετανοήσω, διότι αισθανόμουν ότι δεν είμαι έτοιμος.
Η Παναγία δεν με άφησε. Άρχισα να αναλαμβάνω δυνάμεις, και μπόρεσα και έφαγα και ήπια μέχρι που συνήλθα τελείως».
Και όταν μετά από χρόνια αρρώστησε από ημιπληγία και τον πήραν στου Σταυρονικήτα να τον γηροκομήσουν, έδειξε βαθειά μετάνοια που εξέπληξε τους πατέρες.
Παρακαλούσε, όταν πεθάνη, να του φορέσουν τα παλαιά ράσα και να τον πετάξουν στην αυλή για να περάσουν όλοι οι πατέρες από πάνω του να τον τσαλαπατήσουν.
Είχε στο κελλί του την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Ενώπιόν της άφησε την τελευταία πνοή του έχοντας σ’ αυτήν την ελπίδα του. Και ελπίζουμε και ευχόμαστε η ευλάβεια και η τιμή στην Παναγία να έχουν σώσει τον γερω-Νικήτα.
Στη νεκρώσιμη ακολουθία ένα Θεοτοκίο που γράφτηκε για όλους τους μοναχούς που ευλαβούνται την Κυρία Θεοτόκο, όπως και ο γερω-Νικήτας, αναφέρει: «Χριστόν εκδυσώπησον τον σον τόκον, Μητροπάρθενε, την των πταισμάτων συγχώρησιν, δούναι τω δούλω σου, τω σε Θεοτόκον, ευσεβώς κηρύξαντι».
Την αποκαλούσε συχνά ο γερω-Νικήτας την Παναγία, Κυρία Θεοτόκο, και πάντα αδολεσχούσε με το όνομά Της και την χάρι Της. Τώρα τις νύχτες δεν φαίνεται να φωτίζη το καντηλάκι που άναβε ο γερω-Νικήτας μπροστά στην θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Καζάνσκας.
Ίσως συνεχίζει να λάμπη στον ουρανό μπροστά στον θρόνο της Κυρίας των Αγγέλων ένα άλλο ακοίμητο καντήλι που το διατηρεί αναμμένο η αγάπη, ο πόθος και η ευλάβεια του γερω-Νικήτα προς την Παναγία Μητέρα του Θεού.
Από το βιβλίο: Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορειτική παράδοση, Άγιον Όρος 2011, σελ. 383.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου