Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

ΚΡΙΣΗ ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΑ

Τὸ καρναβάλι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία!
(π. Θεόδωρος Ζήσης)
 




 ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ λοιμικὴς νόσου προσλαμβάνει κάθε χρόνο τὸ καρναβάλι, ἀφοῦ πολλοὶ δήμαρχοι καὶ ἄλλοι φορεῖς ἐπιδεικνύουν ἀσυνήθιστο ζῆλο καὶ κοπιώδη δραστηριότητα γιὰ τὸ ποιὸς θὰ ὀργανώσει τὸ ἐντυπωσιακότερο καρναβάλι ξο­δεύοντας τεράστια ποσὰ καὶ ἀπασχολώντας ἑκατοντάδες ἢ χιλιάδες ἀνθρώπων. Καὶ δὲν εἶναι βέβαια μόνο ἡ σπατάλη τόσων χρημάτων, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διατεθοῦν σὲ κά­λυψη ἄλλων σπουδαίων ἀναγκῶν, ὄχι μόνο στὴν ἀνακούφι­ση πτωχῶν καὶ ἐνδεῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ σὲ πολιτιστικοὺς καὶ πνευματικοὺς στόχους, στὴ βελτίωση π.χ. τῶν συνθηκῶν ὑγείας καὶ παιδείας. Τὸ σημαντικώτερο εἶναι ἡ ἠθικὴ ζημία καὶ βλάβη ἀπὸ τὴν ἀναισχυντία τῆς γύμνιας, τὴν ξετσιπωσιὰ τῆς αἰσχρότητας, τὶς βωμολοχίες καὶ τὰ πορνικὰ ἄσματα καὶ θεάματα, τὴν παρότρυνση σὲ σαρκικὰ ἁμαρτήματα κάτω μά­λιστα ἀπὸ τὴν ἐλευθερία κινήσεων ποὺ προσφέρει ἡ μάσκα, ἄσυλο ἀδιαντροπιᾶς καὶ ἀποπροσωποίησης. Κάτω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι πρόσωπο, ποὺ ἔχει ἀπέναντί του καὶ βλέπει τὸν Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους πρὸς + ὄψις ἢ ὢψ καὶ μεταβάλλεται σὲ ἀπρόσωπο ὄν, μέ­λος ἑνὸς ἀνωνύμου πλήθους, ποὺ κινεῖται μόνο ἀπὸ ἐμπα­θεῖς ὀρέξεις καὶ ἐπιθυμίες.


Παλαιότερα τὸ καρναβάλι εἶχε κάποια σεμνότητα στὴν ἐμφάνιση ὅσων ἔπαιρναν μέρος, καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ ἀνε­χόταν, μολονότι κατ' ἀκρίβειαν καταδικάζεται ἀπὸ τοὺς κα­νόνες· πολὺ περισσότερο σήμερα, ποὺ ἔχει ὑποστὴ τελεία ἀλλαγὴ ἐπὶ τὰ χείρω μὲ εἰσαγόμενα πρότυπα καρναβαλιοῦ ἀπὸ μεγαλουπόλεις τοῦ ἐξωτερικοῦ, καὶ πολλὲς φορὲς μὲ περιφερόμενους καὶ ἁδρὰ ἀμειβόμενους ξένους καρναβα­λικοὺς θιάσους, ὅπου κυριαρχοῦν οἱ γυμνὲς γυναῖκες. Δὲν πρέπει νὰ παραβλέψουμε καὶ τὴν διαφαινόμενη σαφῆ τάση τῶν φορέων ποὺ ὀργανώνουν τὸ καρναβάλι ἐπιστροφῆς στὸ παγανιστικὸ εἰδωλολατρικὸ παρελθόν, ἀπ' ὅπου κατάγεται τὸ καρναβάλι, μὲ σύγχρονη ἀδιαφορία καὶ περιφρόνηση τῶν ἀρχῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔβαλε τέρ­μα στὰ παλιά, ξερίζωσε τὶς κακὲς συνήθειες καὶ εἰσήγαγε τὸ νέο ἄνθρωπο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητας. Ὅταν πρόκειται μερικοὶ νὰ ἀντισταθοῦν στὸ Χριστὸ καὶ στὸ Εὐαγγέλιο, ξεχνοῦν τὸν ἐκσυγχρονισμὸ καὶ τὴν πρόοδο καὶ ἐπιστρέφουν αἰῶνες πίσω, στὸ σκοτάδι τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς. Ἡ πόλη τῆς Θεσσαλονίκης καὶ μαζὶ μ' αὐτὴν ὅσες ἄλλες πόλεις δὲν ὀργανώνουν καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις πρέπει νὰ καυχῶνται, γιατί δὲν μολύνουν τὴν ἀτμόσφαιρά τους μὲ τὶς αἰσχρότητες καὶ βωμολοχίες τοῦ καρναβαλιοῦ καὶ δὲν ἀποδιώχνουν ἔτσι τὴν χάρη καὶ προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων πολιούχων τους. Οἱ δημοτικοὶ ἄρχοντες ἐπίσης πρέπει νὰ γνωρίζουν ὅτι οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ λαμβάνουν ὑπ' ὄψιν καὶ κρίνουν θετικὰ ἢ ἀρνητικὰ ὅλες τὶς ἐνέργειές τους, καταδικάζουν δὲ ἀπερίφραστα ὅσα καταδικάζουν οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐπ' αὐτοῦ καμμία ἀμφιβολία καὶ ἀμφιταλάντευση, οὔτε ἐκ μέρους λαϊκῶν πιστῶν, οὔτε πολὺ περισσότερο ἐκ μέρους κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιδεικνύουν ἀδικαιολόγητη ἐλαστικότητα καὶ ἐπιείκεια, παραθέτουμε τὸν 62 κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος καταδικάζει τὶς μεταμφιέσεις καὶ τὶς μάσκες, ὅπως καὶ τοὺς χοροὺς καὶ τοὺς ἀστεϊσμούς, ποὺ ἐλάμβαναν χώρα σὲ παρόμοιες καρναβαλικὲς ἑορτὲς τοῦ παρελθόντος, καὶ ἐπι­βάλλει στοὺς κληρικούς, ποὺ μετέχουν τὴν ποινὴ τῆς καθαιρέσεως, στοὺς δὲ λαϊκοὺς τὴν ποινὴ τοῦ ἀφορισμοῦ: «Τὰς οὔτω λεγομενας Καλανδας, και τα λεγόμενα Βοτα, και τα καλούμενα Βουμαλια, και την εν τη πρώτη του Μαρτιου επιτελουμενην πανηγυριν, καθάπαξ εκτης των πιστων πολιτειας περιαιρεθήναι βουλομεθα. Ἀλλά μη και τας των γυναικων δημοσιας ορχησεις, και πολλήν λυμην και βλαβην εμποιειν δυναμένας. Ἒτιμην και τας ονομα τι των παρ' Ἔλλησι ψευδως ὀνομασθέντων θεων, ἤ εξ ανδρων η γυναικων γινομενας ὀρχήσεις και τελετας, κατά τι έθος παλαιόν και αλλότριον τουτων Χριστιανών βίου, ἀποπεμπόμεθα, ὁρίζοντες μηδενα ἀνδραγυναικείανστοληνενδιδυσκεσθαιηγυναικατην ανδράσιν αρμόδιον αλλά μήτε προσωπεία κωμικά ή σατυρικά ἤ τραγικα υποδυεσθαι·μήτε το του βδελυκτου Διονυσου όνομα την σταφυλήν εκθλίβοντος εν τοις ληνοίς επιβοάν μηδέ τον οίνον εν τοις πίθοις επιχέοντας, γέλωτα επικινειν αγνοίας τρόπω ή ματαιότητος ή τα της δαιμονιώδους πλά­νης, ἐνεργοῦντας. Τους ουν από του νυν τι των προειρημένων επιτελείν εγχειρούντας, ἐν γνώσει του των καθισταμενους, τούτους, εἰ μὲν κληρικοὶ εἶεν, καθαιρεῖσθαι προστάσσομεν, εἰ δὲ λαϊκοί, ἀφορίζεσθαι».
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στὸ ἐπι­χείρημα ὅτι μὲ τὶς καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις διασκεδάζουν καὶ εὐφραίνονται οἱ ἄνθρωποι, ξεφεύγουν ἀπὸ τὴν καθημερινότη­τα, ἀπαντᾶ ὅτι αὐτὸ εἶναι τελείως παράλογο, διότι ἡ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη πρέπει νὰ συμβαδίζουν μὲ τὴν ἠθικὴ καὶ τὴν εὐπρέ­πεια. Ὅταν μεταβάλλεται ἕνα σπίτι σὲ πορνεῖο, εἶναι ἐντροπὴ νὰ ἰσχυρίζεται κανεὶς ὅτι πρόκειται γιὰ ἡδονὴ καὶ εὐχαρίστηση. Πολὺ περισσότερο, ὅταν ὁλόκληρες πόλεις μεταβάλλονται σὲ πορνεία κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἀποκριᾶς. Σὲ λίγο ὅλη ἡ Ἑλλά­δα, ἡ χώρα τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων, θὰ μεταβληθεῖ σὲ ἀπέ­ραντο πορνεῖο. Στατιστικὲς στὴ πόλη τῶν Πατρὼν ἔχουν δείξει ὅτι μετὰ τὶς καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐκτρώ­σεων φθάνει σὲ ἀνησυχητικὸ σημεῖο: «Πορνεῖον γέγονέ σου ἡ οἰκία, μανία καὶ οἶστρος, καὶ οὐκ αἰσχύνη ταῦτα ἡδονὴν καλῶν;». Οἱ τρεῖς πρῶτες ἑβδομάδες τοῦ Τριωδίου ὁρίσθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν σταδιακὴ προετοιμασία τῶν πιστῶν στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ ὄχι γιὰ γλέντια καὶ ξεφαντώματα. Εἶναι περίοδος κατανύξεως, περισυλλογῆς καὶ μετανοίας (προσθήκη "Ἄλ. Ὄψ.": βλέπε καὶ τὸ βιβλίο «Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή» του Ἀλεξάνδρου Σμέμαν). Τὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ, τῆς Δευτέρας Παρουσίας καὶ Κρίσεως, μαζὺ μὲ τοὺς ἐμπνευσμένους ὕμνους, εἶναι ἰσχυρὴ προτροπὴ πρὸς μετάνοια καὶ ἐπιστροφή· ὅλο τὸ ἔτος γλεντοῦν καὶ διασκεδάζουν οἱ ἄνθρωποι. Πότε θὰ συμμαζευθοῦν στὸν ἑαυτό τους, γιὰ νὰ συνέλθουν πνευματικά, νὰ σκε­φθοῦν ὑψηλότερα θέματα, νὰ ὁδηγηθοῦν στὴν αὐτογνωσία καὶ στὴν θεογνωσία; Ό, τί πρόκειται νὰ κερδίσουν ἀπὸ τοὺς πνευμα­τικοὺς ἀγῶνες τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, προλαβαίνει ὁ Δια­βολος καὶ τοὺς τὸ ἀφαιρεῖ μὲ τὸ καρναβάλι, τὸ ὁποῖο οἱ Ἅγιοι ὀνομάζουν «σατανικὴ πομπή». Ὃ Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης στὸ βιβλίο τοῦ «Χρηστοήθεια τῶν Χριστιανῶν», ἀναφερόμενος σὲ ὅσα γίνονται κατὰ τὶς Ἀπόκριες γράφει: «Κατ' ἀλήθειαν ἠμπο­ρεῖ νὰ εἰπῆ τινάς, ὅτι τότε οἱ Χριστιανοὶ δαιμονίζονται ὅλοι· διότι χορεύουν, παίζουν, τραγουδοῦν ἀσυνειδήτως, ἕως καὶ αὐτοὶ οἱ πλέον γέροντες... τότε δὲν ἔχει διαφορὰν ἡ ἡμέρα ἀπὸ τὴν νύκτα· διότι ἐπίσης μὲ τὴν ἡμέραν καὶ ὅλη ἡ νύκτα ἐξοδεύεται εἰς χοροὺς καὶ παίγνια καὶ ἀταξίας καὶ μασκαραλίκια· τότε διὰ νὰ εἰπῶ ἔτσι, πανηγυρίζει ἡ ἀσέλγεια· ἑορτάζει ἡ ἀκολασία· εὐφραί­νεται ἡ μέθη· ἀγάλλεται ἡ τρυφὴ καὶ ἀσωτεία· χορεύει ὁ διαβο­λος μὲ δέκα μανδήλια καὶ συγχορεύει μὲ αὐτὸν ὅλον τὸ πλῆθος τῶν δαιμόνων διότι ὅσον κέρδος κάμνουν εἰς μόνας τὰς ἀποκρέας, δὲν ἠμποροῦν νὰ τὸ κάμουν εἰς ὅλον τὸν χρόνον». Ὅσα σχετικὰ λέγει ὁ Ἅγιος Νικόδημος γιὰ τὶς καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις καὶ τὴν ζημία ποὺ προκαλοῦν τὰ τελειώνει λέγον­τας πὼς εἶναι ἀφροσύνη νὰ καταστρέφουμε προκαταβολικὰ καὶ νὰ ἀχρηστεύουμε τὴν Ἁγία Τεσσαρακοστή· προτρέπει ἐπίσης τοὺς ἀρχιερεῖς, τοὺς πνευματικοὺς καὶ τοὺς διδασκάλους νὰ ἐμποδίσουν τὸ μεγάλο αὐτὸ κακό. Τώρα οἱ μὲν ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πνευματικοὶ σιωποῦν, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ μὴ ἡσυχάζουν μπροστὰ στὴν ἐπέκταση τοῦ κακοῦ, πολλοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς δασκάλους καὶ τοὺς γονεῖς ὀργανώνουν οἱ ἴδιοι γιὰ τὰ παιδιὰ τοὺς καρναβα­λικὲς ἐκδηλώσεις: «Ἀσυγκρίτως γὰρ εἶναι μεγαλυτέρα ἡ βλάβη, ὅπου προσλαμβάνουν εἰς τὰς ἀποκρέας, πάρεξ ἡ ὠφέλεια ὅπου λαμβάνουν ἀπὸ τὴν ἐρχομένην Τεσσαρακοστὴν ἴλεως, ἴλεως, ἴλεως, νὰ γίνη ὁ Θεός! Καὶ αὐτὸς εἴθε νὰ φωτίση τοὺς ἁγίους Ἀρχιερεῖς καὶ πνευματικοὺς καὶ διδασκάλους νὰ ἐμποδίσουν τὰ τοιαῦτα κακά, μὲ ἀφορισμοὺς καὶ ἐπιτίμια, καθὼς προστάζει καὶ ὁ ξβ' κανὼν τῆς ἁγίας καὶ Oικουμενικής στ' Συνόδου».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου