Σάββατο 10 Αυγούστου 2024

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ / ΜΑΘΗΜΑ 34ο

ΤΟ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΙΚΟ ΚΛΑΨΟΥΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΛΙΝΟΥ


Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης


ΑΝΔΡΟΦΟΒΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ζούμε εδώ και καιρό σε μια υποχόνδρια, αρρωστοφοβική, υστερική, θηλυκοποιημένη και εν τέλει ανδροφοβική κοινωνία, η οποία δεν αντέχει την παραμικρή προσβολή, το παραμικρό πείραγμα, τον παραμικρό κίνδυνο μολύνσεως, και γενικώς δεν αντέχει την παραμικρή εκτροπή από δεοντολογίες και κανόνες που υποτίθεται ότι εγγυώνται την ασφάλεια των πολιτών σε σχέση είτε με την σωματική ή την ψυχική τους υγεία είτε με την ζωή τους.

Με άλλα λόγια, η κοινωνία μας δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί της, καθώς ενστερνίζεται απόλυτα το περίφημο αυταρχικό και αφόρητα καταπιεστικό δόγμα της μηδενικής ανοχής, το οποίο αναλύθηκε στο 28ο μάθημα εφαρμοσμένης προπαγάνδας1.

ΑΠΑΤΕΩΝΑΣ ΠΑΡΤΕΝΕΡ

Υπό την επίδραση αυτού του δόγματος, δημιουργήθηκε το σύνθημα «χέρι που απλώνεται θα κόβεται», και συζητήθηκε ευρέως η δυνατότητα τιμώρησης του «βιασμού» με χρήση απατηλών μέσων, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου η γυναίκα ομολογεί ότι απήλαυσε την ερωτική πράξη με τον παρτενέρ της, με τον οποίο, όμως, διαρρηγνύει τα ιμάτιά της –κατόπιν (σεξουαλικής) εορτής– ότι δεν θα δεχόταν να έρθει σε σαρκική επαφή, αν ήξερε ότι φορά περουκίνι!



Όποιος επιθυμεί να εντρυφήσει στην προβληματική του «βιασμού» μέσω παραπλάνησης, μπορεί να παρακολουθήσει την ομιλία του γράφοντος στο 23ο συνέδριο της Ένωσης Ποινικολόγων και Μαχομένων Δικηγόρων (14/11/2022).

Η ΑΕΝΑΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΟΚΤΟΝΟΥ ΜΑΣΚΑΣ

Επίσης, στην αρρωστοφοβική κοινωνία μας, μόλις ένα τηλεδιασωληνωμένο αρσενικό ή θηλυκό, που τρέμει τον ίσκιο του, ακούσει από τα προπαγανδιστικά ΜΜΕ ότι αυξήθηκαν επικίνδυνα τα κρούσματα του κορωνοϊού, βγάζει από το συρτάρι του και πάλι τον πάκο με τις «θαυματουργές» αλλά και προσωποκτόνες μάσκες. 

Προκειμένου, μάλιστα, να αμυνθεί αποτελεσματικότερα έναντι του «φονικού αόρατου εχθρού», φορά και δεύτερη μάσκα, δεχόμενο να εισπνεύσει με μεγαλύτερη σιγουριά το εκπνεόμενο διοξείδιο του άνθρακα.


Ιδού πώς ΜΑ-ΣΚΑτά-ντησαν

ΘΗΛΥΚΟΠΟΙΗΣΗ


Ο κατάλογος των κρουσμάτων της θηλυκοποιημένης και ανδροφοβικής ελληνικής κοινωνίας εμπλουτίσθηκε προσφάτως από την περίπτωση εκείνη όπου ένα διάσημο αρσενικό τόλμησε να σχολιάσει αρνητικά κατά την διάρκεια συνεδριάσεως εντός της Βουλής το απαξιωτικό ύφος που αποτυπώθηκε στο πρόσωπο μιας συνεργάτιδος του υπουργού Υγείας.

Στο πλευρό της τελευταίας τάχθηκε ένα διάσημο θηλυκό, το οποίο, κυριαρχούμενο από συγκινησιακή φόρτιση, ξέσπασε αυθορμήτως (;) σε κλάματα αλληλεγγύης προς το «στοχοποιημένο θύμα».


Ωστόσο, το συμπάσχον αυτό διάσημο θηλυκό, το οποίο φέρει την ιδιότητα της καθηγήτριας Επιδημιολογίας, έδειξε επιλεκτική ευαισθησία, αφού σε άλλες, πραγματικά σοβαρές, περιπτώσεις είχε τηρήσει εντελώς διαφορετική στάση.

 Ειδικότερα, τα δάκρυά της όχι μόνο είχαν στερέψει, αλλά είχαν αντικατασταθεί από ένα σαρδόνιο χαμόγελο, όταν η ανάλγητη κυβέρνηση Κυριάκου Μητστοτάκη, με πρόσχημα την καταπολέμηση της υγειονομικής κρίσης, ποδοπατούσε τα θεμελιώδη δικαιώματα συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού (υγειονομικών και πολιτών ηλικίας άνω των 60 ετών), ασκώντας τους μείζονα ψυχική πίεση μέσω της θεσμοθέτησης του υποχρεωτικού εμβολιασμού.

Ο λόγος, βεβαίως, για την κ. Αθηνά Λινού, η οποία εξαργύρωσε την προπαγανδιστική στάση της υπέρ του πειραματικού εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού και την άφθονη δημοσιότητα που της προσέφεραν τα συστημικά ΜΜΕ με μια θέση στο ελληνικό κοινοβούλιο.

Λαμβάνοντας ενεργά μέρος στην καμπάνια (διάβαζε ορθότερα: προπαγάνδα) προώθησης του εμβολιασμού κατά της COVID-19, είχε απευθυνθεί στον ελληνικό λαό, σαν να μιλούσε σε μικρά παιδιά που μπορούν να κατανοήσουν τον ομιλητή, μόνο όταν αυτός τους μιλά απλά, συναισθηματικά και με παρομοιώσεις (μια ακόμη απόδειξη ότι οι πολιτικοί εφαρμόζουν συστηματικά την προπαγανδιστική μέθοδο της βρεφοποίησης, η οποία διευκολύνει την χειραγώγηση του λαού):


«Φίλοι μου, συμπολίτες, συνεργάτες,


σας στέλνω σήμερα αυτό το μήνυμα για να σας παρακαλέσω να εμβολιαστείτε, όπως εμβολιάστηκα κι εγώ.

Θα πρέπει να σας πω ότι δεν εμβολιάστηκα μόνο γιατί φοβόμουν την αρρώστια, αλλά εμβολιάστηκα πιο πολύ για να προστατεύσω τους αγαπημένους μου από την ταλαιπωρία, τον πόνο και το πένθος στο οποίο θα τους υπέβαλλα, αν νοσούσε, και νοσούσε σοβαρά [Σ.Σ.: Στο σημείο αυτό, η κ. Λινού, χρησιμοποιώντας το ρήμα «νοσούσε», προκαλεί απορία σε σχέση με το νόημα της φράσης της].

Αν με ρωτήσετε πότε εμβολιάστηκα και πόσο σοβαρά το σκέφτηκα, θα ήθελα να σας πω ότι εμβολιάστηκα αμέσως μόλις μου δόθηκε η δυνατότητα να εμβολιαστώ βάσει των νόμων, και το σκέφτηκα τόσο όσο μου χρειάζεται να σκεφτώ, όταν πατάω φρένο για να μην τρακάρω.

Και πρέπει να ομολογήσω ότι έχω τρακάρει μερικές φορές στα τόσα χρόνια που οδηγώ».

Ωστόσο, η ίδια γυναίκα-ειδικός δεν είχε κανέναν ανασχετικό φραγμό να παραδεχθεί στην πρωινή τηλεοπτική εκπομπή «Καλημέρα Ελλάδα» του Γ. Παπαδάκη (Ant1, 19.01.2023) ότι:


«δεν λέμε ποτέ την πλήρη αλήθεια στους ανθρώπους».

Άραγε, όταν, πριν από την ομολογία της περί μερικής αποσιωπήσεως της αλήθειας, δήλωνε στην κάμερα ότι εμβολιάστηκε κατά του κορωνοϊού χωρίς καμία χρονοτριβή και, ειδικότερα, χωρίς να το σκεφθεί καθόλου, μας έλεγε ολόκληρη την αλήθεια;

ΑΡΡΕΝΩΠΟΤΗΤΑ

Αν, μάλιστα, στο προαναφερθέν παράδειγμα θηλυκοποίησης, ο άντρας που επετίμησε την γυναίκα εκείνη η οποία, καθώς εκείνος μιλούσε, «έστριψε την μούρη της» ή «το στόμα της εν είδει απαξίας» τυχαίνει να είναι ο βουλευτής Παύλος Πολάκης, ήταν αναμενόμενο ότι ο Πρόεδρος της Βουλής θα έσπευδε να αντιδράσει ως προστάτης του «ευάλωτου θηλυκού» και τιμωρός καβαλάρης του «προσβλητικού αρσενικού», αποφασίζοντας την μισθολογική περικοπή του δεύτερου.

Το μέτρο αυτό είναι προφανές ότι λειτουργεί σαν τιμωρία επιβαλλόμενη σε ένα «ατίθασο παιδί» που τόλμησε να υπερβεί τα επιτρεπόμενα όρια της εν μέρει φεμινιστικά καθορισμένης «πολιτικής ορθότητας» (political correctness). Τελικώς, βρεφοποιήθηκε μέχρι και η μικροκοινωνία του κοινοβουλίου!




Δεν θα ήταν άστοχη υπερβολή να υποστηριχθεί ότι, εν έτει 2024, ο «άντρας ο πολλά βαρύς», ο οποίος, όμως, είναι μάλλον αυθεντικός και λέει τα πράγματα «χύμα και τσουβαλάτα», ενοχλώντας τις θηλυκές και αρσενικές «αρσακειάδες», επιχειρείται να εγγραφεί στην συνείδηση των πολιτών ως ένα παρωχημένο πρότυπο που ενοχλεί σφόδρα την προπαγανδιζόμενη κυρίαρχη ιδεολογία της θηλυκοποιημένης κοινωνίας, η οποία απεχθάνεται την αρρενωπότητα.

Εν τέλει, η αρρενωπότητα ενοχοποιείται συλλήβδην για την οχληρή ή και βλαπτική συμπεριφορά του αρσενικού έναντι του θηλυκού, που δεν αποκλείεται να φθάσει μέχρι και στην κακοποίηση της γυναίκας ή, ακόμη χειρότερα, στην διάπραξη του σοβαρότερου εγκλήματος κατά της ανθρώπινης ζωής, δηλ. της ανθρωποκτονίας, που, όμως, στην γλώσσα της φεμινιστικής προπαγάνδας, αποκαλείται «γυναικοκτονία», με την προβληματική (λόγω της αφοριστικής γενίκευσής της) εξήγηση ότι ο αρσενικός δράστης σκοτώνει το θηλυκό θύμα, ακριβώς επειδή είναι γυναίκα. 

Γι’ αυτό, άλλωστε, κάποιοι ριζοσπαστικοί φεμινιστικοί κύκλοι ισχυρίζονται ότι η «γυναικοκτονία», η οποία παρομοιάζεται με «σκιώδη πανδημία» (shadow pandemic)2, είναι μια μορφή «γενοκτονίας»!3

ΠΟΙΟΣ ΩΦΕΛΕΙΤΑΙ;

Ποιος ωφελείται, όμως, από μια «μη-μου-άπτου κοινωνία», η οποία πάσχει από δυσανεξία στην παραβατική ή/και απρεπή συμπεριφορά των μελών της;

Μήπως ωφελούμενος δεν είναι άλλος από έναν δεσποτικό κυβερνήτη που θεσπίζει δρακόντειους κανόνες και ζητά παραδειγματικές τιμωρίες, αντιγράφοντας το σενάριο της ταινίας του 1993 “Demolition Man”, σύμφωνα με το οποίο ο δικτάτορας κυβερνήτης τριών συγχωνευμένων αμερικανικών πόλεων Δρ Ρέιμοντ Κοκτώ έχει υλοποιήσει το όραμα μιας «τέλειας κοινωνίας» με μηδενική βία, απόλυτη ασφάλεια αλλά και πολίτες λαπάδες;4

Άραγε, όταν η «συμπαγής πλειοψηφία» των πολιτών μετατρέπεται σε φοβικά νήπια που αδυνατούν να αυτοπροστατευθούν, αποζητώντας για «ψύλλου πήδημα» την ασφάλεια των γονέων τους, κάτω από τις «προστατευτικές φτερούγες» των οποίων επιθυμούν διακαώς να βρουν καταφύγιο, δεν σημαίνει αυτό ότι την εξουσία επί του σώματος και της ζωής των νηπίων κατέχουν οι πανίσχυροι κηδεμόνες τους;

Κατ’ επέκτασιν, ερωτάται:

H προπαγάνδα της ανδροφοβικής και μυγιάγγιχτης κοινωνίας δεν διαμορφώνει άβουλα όντα χωρίς κριτική σκέψη, παράλυτα από το υπερτροφικά ανεπτυγμένο συναισθηματικό κομμάτι τους;

Και, επομένως, τέτοιοι διανοητικά ευνουχισμένοι πολίτες δεν είναι έρμαια του κάθε τυράννου και της αυλής του, που μπορούν να τα χειρίζονται κατά το δοκούν, ανταλλάσσοντας την απατηλή υπόσχεσή τους για ασφαλή καθημερινότητα με την εδραίωσή τους στην κυβερνητική καρέκλα;

Σε ό,τι αφορά, πάντως, τον ρόλο που επιτελούν τα δάκρυα ή, ορθότερα, τα κλαψουρίσματα των πολιτικών, ο κόσμος θα πρέπει να γνωρίζει ότι είναι κι αυτό κομμάτι του επικίνδυνου λαϊκισμού, που με την σειρά του είναι κι αυτός έκφανση της φρικτής προπαγάνδας, στόχος της οποίας είναι η χειραγώγηση του αθώου μυαλού των πολιτών:

Ο πολιτικός που δακρύζει-κλαψουρίζει αγγίζει πανεύκολα τις συναισθηματικές χορδές του λαού, καταφέρνοντας έτσι να αποκτήσει αυτομάτως την συμπάθειά του και να θαμπώσει το πεδίο του ορθού λόγου και της κοινής λογικής. Άλλωστε, τα κλαψουρίσματα είναι σε όλους μας γνωστά σαν ένα αποτελεσματικό κόλπο το οποίο εφαρμόζουν τα μικρά παιδιά, για να προκαλέσουν τύψεις στους γονείς τους που τόλμησαν να τα μαλώσουν ή να τα δείρουν.

ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΑΚΡΥΑ ΩΣ ΔΡΑΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ


Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι, όπως επισημαίνεται σε μια σχετική μελέτη που γράφτηκε με αφορμή το κλάμα του Ερντογάν στην τουρκική τηλεόραση τον Αύγουστο του 20135, τα δημόσια δάκρυα αποτελούν μια μορφή δραματοποίησης η οποία αποκαθιστά το χάσμα ανάμεσα αφ’ ενός στην ελιτίστικη ταυτότητα του πολιτικού που, ταυτοχρόνως, συμπεριφέρεται λαϊκιστικά, και αφ’ ετέρου στην μειονεκτική θέση του λαού.

Στέλνοντας στον απλό πολίτη ένα μήνυμα συναισθηματικής αυθεντικότητας, η δακρύβρεχτη συμπεριφορά ενός πολιτικού είναι ερμηνεύσιμη ως μια προσπάθεια ενίσχυσης της ικανότητας πειθούς του σε μια εποχή όπου ο αυξανόμενος πλούτος και η πολιτική του δύναμη έρχονται σε ολοένα και μεγαλύτερη αντίθεση με την λαϊκιστική ρητορική του.

Επίσης, ο πολιτικός που κλαψουρίζει μπροστά στην κάμερα επιδιώκει να δημιουργήσει μια «συναισθηματική κοινότητα» (emotional community) με τους ψηφοφόρους του, ώστε να εδραιώσει την αλληλεγγύη και να τους συσπειρώσει εναντίον των πολιτικών αντιπάλων του6.



Εν κατακλείδι, όταν οι πολιτικοί κλαψουρίζουν, πρέπει να υποψιαζόμαστε ότι παίζουν μία ακόμη θεατρική παράσταση για ψηφοθηρικούς ή/και για αποπροσανατολιστικούς λόγους.

Ιδίως στην εποχή του 21ου (απατ)αιώνα, ακόμη και το κλάμα είναι προπαγάνδα και το κλαψούρισμα «συνειδησιακό νανούρισμα»!

Γι’ αυτό, με αφορμή το κλάμα που είχε ρίξει στην τελευταία δεκαετία του προηγούμενου αιώνα ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο μετά την δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη από την 17Ν, θα άξιζε κανείς να ερευνήσει σε βάθος αυτήν την πενταβρόμικη υπόθεση, για την οποία οι κακές φήμες οργιάζουν μέχρι και σήμερα.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το ανωτέρω κείμενο αποτελεί εμπλουτισμένη μορφή του άρθρου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 4/8/2024, σελ. 57.







·
30 Ιουν











·
12 Φεβρουαρίου 2023




Senem Aslan, Public Tears: Populism and the Politics of Emotion in AKP’s Turkey, International Journal of Middle East Studies 2021, 53, σελ. 1-17.


Βλ. π.χ. Wahl-Jorgensen, Creating an emotional community: The negotiation of anger and resistance to Donald Trump, εις: Anne Graefer (επιμ. έκδ.), Media and the Politics of Offence, 2019, σελ. 47-63.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου