Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2023

TO ΣHMEΡINΟ ΕΚΤΕΝΕΣ ΣΧΟΛΙΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΥΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

 Η ΧΑΜΑΣ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ…


Η Δυτική Όχθη ήταν και παραμένει μια ανοιχτή φυλακή, λιγότερο πυκνοκατοικημένη μεν από τη Γάζα, όμως μια φυλακή παρόλα αυτά. Οι κάτοικοι της χρειάζονται ειδικές άδειες για να ταξιδέψουν ακόμα και στα (αραβικά) Ανατολικά Ιεροσόλυμα.

 Το Ισραήλ έχει μετατρέψει τα αστικά κέντρα όπως τη Ραμάλλα, τη Ναμπλούς, την Τζενίν, τη Χεβρώνα και την Ιεριχώ σε απομονωμένους θύλακες που μοιάζουν αρκετά με τα «μπαντουστάν» του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ. 

Το Ισραήλ διατηρεί ένα τεράστιο δίκτυο πληροφοριοδοτών – αρκετές φορές μέσω εκβιασμών ευάλωτων ομάδων της κοινωνίας, όπως καρκινοπαθών που χρειάζονται φάρμακα, ομοφυλόφιλων, και άλλων – που συμπληρώνει τον πλήρη έλεγχο του πάνω τις τηλεπικοινωνίες και το ίντερνετ. , η Δυτική Όχθη και τα Α. Ιεροσόλυμα έχουν σήμερα γύρω στους 700,000 εποίκους, των οποίων οι οικισμοί και οι δρόμοι μεταξύ τους «πνίγουν» τα παλαιστινιακά χωριά και πόλεις..

Αν κοιτάξει κανείς την εξάπλωση του αμερικανικού κράτους από τα τέλη του 18ου μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, θα γνωρίσει μια παρόμοια δυναμική. Οι λευκοί εκεί δεν εξάλειψαν με μιας τους ιθαγενείς κατοίκους. 

Χρειάστηκαν δεκαετίες σφαγών, μαζικών μετακινήσεων πληθυσμών προς τα δυτικά, αλλά και «συμφωνιών ειρήνης» με διαφόρους φύλαρχους που δεν άξιζαν το χαρτί πάνω στο οποίο είχαν γραφτεί. Η «λύση δυο κρατών» αποτελεί τη δικαιολογία για την απραξία των δυτικών κρατών και την άρνηση τους να ασκήσουν την όποια πίεση στο Ισραήλ.

 Στην πραγματικότητα η λέξη «κράτος» δεν αναφερόταν ούτε μια φορά μέσα στα συμφωνήμενα του Όσλο..Για όλες ανεξαιρέτως τις ισραηλινές κυβερνήσεις, διαδικασίες «ειρήνευσης» όπως το Όσλο αποτελούσαν τακτικισμούς κατευνασμού τόσο των Παλαιστινίων όσο και της διεθνούς κοινότητας, με σκοπό την ομαλή διεξαγωγή του σιωνιστικού εποικισμού στην «Ιουδαία και τη Σαμαρεία», το εβραϊκό τοπωνύμιο της Δυτικής Όχθης.

Το Ισραήλ από την άλλη είχε εγκαταλείψει τα προσχήματα για μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος και άρχισε να μιλά ανοιχτά για «οικονομική ειρήνη», δηλ. για διαιώνιση της ισραηλινής επικυριαρχίας, με κάποιο καθεστώς περιορισμένης αυτονομίας για τους Παλαιστίνιους.

Άλλωστε, το ρήγμα μεταξύ Δυτικής Όχθης και Γάζας εξυπηρετούσε την πάγια σιωνιστική στρατηγική του διαίρει και βασίλευε απέναντι στους Παλαιστίνιους και την τελική εξάλειψη τους ως πολιτική οντότητα, ως «Άραβες» δηλαδή, που θα πρέπει να τα μαζέψουν και να φύγουν για τις γειτονικές χώρες..

Οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι στήριξαν κριτικά αυτή τη στρατηγική. Από τη μια σιχαίνονταν την δοσίλογη πολιτική της αυταρχικής Παλαιστινιακής Αρχής, που προχωρούσε σε συλλήψεις αγωνιστών για λογαριασμό του Ισραήλ. Από την άλλη, η εύνοια της διεθνούς κοινότητας προς την ΠΑ είχε επιφέρει μια σχετική και πάντοτε περιορισμένη οικονομική άνθηση. 

Η Ραμάλλα είχε γεμίσει νέα καφέ, εστιατόρια και μπαρ. Βέβαια αυτή η «ανάπτυξη» ήταν απατηλή, αφού βασιζόταν στην εξασφάλιση οικονομικής βοήθειας, κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που δινόταν πάντοτε υπό τον όρο της αποφυγής της οποιασδήποτε ανοικτής σύγκρουσης με το Ισραήλ. 

Ταυτόχρονα, το Ισραήλ συνέχιζε ακάθεκτα να κτίζει οικισμούς, να κλέβει γη αλλά και υδάτινους πόρους, να συλλαμβάνει, να βασανίζει, να σκοτώνει, αλλά και να προστατεύει τους βίαιους Εβραίους φανταμενταλιστές εποίκους.

Εδώ και μερικά χρόνια, η Δυτική Όχθη και τα Ιεροσόλυμα βρίσκονται σε αναβρασμό. Η βία των εποίκων έχει αυξηθεί κατακόρυφα, ενώ στελέχη των ισραηλινών κυβερνήσεων μιλούσαν πια ανοιχτά για το ενδεχόμενο νέας εθνοκάθαρσης. Η απελπισία έχει ωθήσει διάφορες μορφές οργανωμένης και ανοργάνωτης αντίστασης.

Μπορεί μεν το επίκεντρο της ισραηλινής γενοκτονικής επίθεσης αυτή τη στιγμή να βρίσκεται στη Γάζα, όμως ο κίνδυνος ολικής εθνοκάθαρσης υπο το «νέφος του πολέμου» στην πιο ζωτικής σημασίας για το Ισραήλ Δ. Οχθή είναι ορατός και δεν πρέπει να αγνοηθεί.

Είναι η λύση δύο κρατών εφικτή σήμερα;

Σήμερα φαντάζει άτοπο να μιλάμε για «λύση δυο κρατών», τόσο για πρακτικούς όσο και για ηθικούς λόγους. Στο πρακτικό επίπεδο, το Ισραήλ έχει προσαρτήσει εδώ και δεκαετίες τα ανατολικά Ιεροσόλυμα, τα οποία στο πλαίσιο των δύο κρατών αποτελούν και την πρωτεύουσα του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους. 

Επιπλέον, η Δυτική Όχθη και τα Α. Ιεροσόλυμα έχουν σήμερα γύρω στους 700,000 εποίκους, των οποίων οι οικισμοί και οι δρόμοι μεταξύ τους «πνίγουν» τα παλαιστινιακά χωριά και πόλεις…

Όσο όμως ο σιωνισμός, ως η ιδεολογία της εβραϊκής επικυριαρχίας στην ιστορική Παλαιστίνη, αποτελεί το ηγεμονικό πλαίσιο εντός της ισραηλινής-εβραϊκής κοινωνίας, η σύγκρουση θα διαιωνίζεται. 

Όχι μόνο γιατί οι Παλαιστίνιοι αρνούνται σθεναρά εδώ και δεκαετίες να γίνουν εξιλαστήρια θύματα των ευρωπαϊκών εγκλημάτων κατά των Εβραίων, αλλά γιατί η σημειολογία της Παλαιστίνης κινητοποιεί ολόκληρο τον αραβικό κόσμο και ειδικά τις εργατικές και αγροτικές μάζες, που θυμούνται πάρα πολύ καλά τον εξευτελισμό στα χέρια της αποικιοκρατίας αλλά και τα πιο «πρόσφατα» εγκλήματα της Δύσης σε Ιράκ, Αφγανιστάν, Υεμένη και αλλού.

Το 1982, το Ισραήλ εισέβαλε στο Λίβανο, βομβαρδίζοντας ανελέητα τη Βηρυττό. Κατάφερε να εκδιώξει τους μαχητές της ΟΑΠ, ενώ μετέπειτα αμόλησε τους Φαλαγγίτες συμμάχους του, επιτρέποντας τους να δολοφονούν επί τρεις ημέρες και νύχτες γυναικόπαιδα στους καταυλισμούς της Σάμπρα και της Σιατίλα. Ο ένοπλος αγώνας βρέθηκε σε αδιέξοδο.

Ο πάγιος στόχος του σιωνιστικού κινήματος ήταν η δημιουργία ενός ομοιογενούς εβραϊκού κράτους σε ολόκληρο το έδαφος της ιστορικής Παλαιστίνης. Η εθνοκάθαρση του 1948, η «Νάγκμπα» μέσα από την οποία ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ – ο εκτοπισμός 750,000 προσφύγων – είχε «λύσει» κάπως το δημογραφικό πρόβλημα.

Η ισραηλινή ηγεσία επέλεξε μια «μέση» λύση. Δεν προσάρτησε επίσημα τη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, επέτρεψε όμως παράλληλα την ανέγερση εβραϊκών οικισμών. Ταυτόχρονα, η παλαιστινιακή εργατική τάξη μετατράπηκε σε φτηνό εργατικό δυναμικό για την ισραηλινή οικονομία.

Η «ενδιάμεση συμφωνία», που έγινε γνωστή ως η συμφωνία του Όσλο, προέβλεπε τη δημιουργία μιας αυτόνομης «παλαιστινιακής αρχής» και την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τα αστικά κέντρα. Ουσιαστικά, το Ισραήλ μετέθετε το ρόλο της αστυνόμευσης των Παλαιστινίων στην ΟΑΠ. 

Υπήρχαν και Παλαιστίνιοι οι οποίοι διάφωνησαν με το Όσλο. Διαφώνησε βέβαια η Χαμάς, η οποία άρχισε την εποχή εκείνη να αναδύεται ως αντίπαλο δέος στην ΟΑΠ. Διάφωνησε όμως και η συντριπτική πλειοψηφία των Παλαιστινίων προσφύγων στο Λίβανο, τη Συρία και αλλού, αφού στα μάτια τους ο Άραφατ ξεπουλούσε το δικαίωμα επιστροφής τους για ένα εικονικό κράτος.

 Για το Ισραήλ από την άλλη, το Όσλο αποδείχθηκε μακροπρόθεσμα μια επιτυχία. Με την υπογραφή της συμφωνίας, η κυβέρνηση του «ειρηνοποιού» Ραμπίν, ανενόχλητη πλέον, επιτάχυνε την ανέγερση οικισμών στα παλαιστινιακά εδάφη. 

Αυτή η συνεχιζόμενη στροφή του Ισραήλ προς τα δεξιά και τα ακροδεξιά από τη μέρα της ίδρυσης του δεν αποτελεί κάποια ιδιαιτερότητα, αλλά χαρακτηριστικό κάθε εποικιστικού κράτους. Η λευκή νοτιοαφρικανική ακροδεξιά γνώρισε τη μεγαλύτερη άνθηση προς τα τέλη του απαρτχάιντ…

Και η Χαμάς; Υπάρχουν διάφοροι που ισχυρίζονται ότι είναι δημιούργημα του Ισραήλ…

Αυτό είναι μόνο εν μέρει σωστό. Και δεν θα την αποκαλούσα ακριβώς δημιούργημα του Ισραήλ. Η Χαμάς προέκυψε από το παλαιστινιακό παρακλάδι της αιγυπτιακής Μουσουλμανικής Αδελφότητας. 

Το προπύργιο της ήταν πάντοτε η Λωρίδα της Γάζας. Όταν οι κύριες δυνάμεις της παλαιστινιακής αντίστασης ήταν οργανώσεις όπως η Φατάχ ή το Λαϊκό Μέτωπο, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στη Γάζα απεφέυγαν την πολιτική δράση... 

Ήταν κάτι το οποίο οι κατοχικές αρχές είχαν καταγράψει. Για αυτό το λόγο έκαναν τα στραβά μάτια στη λειτουργία του Ισλαμικού Κέντρου στη Γάζα, ή όταν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι έβαζαν φωτιά σε σινεμά. «Ευνοούσαν την άνοδο της πρώιμης Χαμάς ως αντίβαρο στην ΟΑΠ», είναι η ορθότερη διατύπωση. 

Ένα παράδειγμα αυτής της στάσης ήταν το γεγονός, ότι ενώ κατά τη διάρκεια της πρώτης Ιντιφάντα, οι Ισραηλινοί θεωρούσαν ακόμα τον Αραφάτ κοινό τρομοκράτη, ο πνευματικός ηγέτης της Χαμάς, Σεϊχης Γιασίν, έδινε συνεντεύξεις στην ισραηλινή κρατική τηλεόραση.

Η Χαμάς αρχίζει να εξελίσσεται σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη τη στιγμή που στα πλαίσια των διπλωματικών ελιγμών του Αραφάτ στις αρχές τις δεκαετίας του 1990, η ΟΑΠ αρχίζει να απομακρύνεται από πάγια αιτήματα του παλαιστινιακού κινήματος, όπως αυτό της αναγνώρισης του δικαιώματος επιστροφής των προσφύγων. 

Η δε μετατροπή της ΟΑΠ σε – έστω και διστακτικό – υπολοχαγό της ισραηλινής κατοχής, εξάντλησε τη χρησιμότητα της Χαμάς για το Ισραήλ. Υπάρχει και ένα άλλο σημαντικό γεγονός. Η Χαμάς, όπως και οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, χρηματοδοτούνταν παραδοσιακά από συντηρητικά καθεστώτα όπως το Κουβέιτ και την Σαουδική Αραβία. 

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος στον Κόλπο το 1990/1991, η Χαμάς αντιτάχθηκε στη στάθμευση δυτικών στρατευμάτων στην περιοχή, προκαλώντας έτσι ένα ρήγμα με αυτά τα αραβικά καθεστώτα, τα οποία άρχισαν να θεωρούν τη Χαμάς μια αποσταθεροποιητική δύναμη.

Το να λέμε ότι η Χαμάς αποτελεί δημιούργημα του Ισραήλ σήμερα είναι σαν να λέμε, ότι πρόκειται για μια άνευ ουσίας σύγκρουση μεταξύ δυο εξτρεμιστών, τα σπασμένα της οποίας τα πληρώνει ο «απλός κόσμος» στις δύο πλευρές. 

Αυτό ως δια μαγείας εξαφανίζει από το προσκήνιο το ευρύτερο πλαίσιο της σύγκρουσης, που δεν είναι ούτε η «ιδεολογία της Χαμάς», ούτε η προσπάθεια «αποπροσανατολισμού από τα σκάνδαλα του Νετανιάχου», αλλά η εδώ και 75 χρόνια συνεχιζόμενη εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων που θα υπήρχε και χωρίς τη Χαμάς και χωρίς τον Νετανιάχου.

Τι εξηγεί τη σημερινή άνοδο της Χαμάς;

Ο συμβιβασμός του Αραφάτ στο Όσλο δημιούργησε ένα κενό στον τομέα της αντίστασης που το κάλυψε η Χαμάς. Αυτό δεν ήταν κάτι το αναπόφευκτο. Θα μπορούσε να το είχε καλύψει και η Αριστερά. Το πρόβλημα όμως ήταν, ότι η Αριστερά – όπως ανέφερα πριν – είχε ενταχθεί μέσα στο πλαίσιο του Όσλο, έστω και διστακτικά.

Η Χαμάς από την άλλη χρησιμοποίησε τις υφιστάμενες της υποδομές μέσα σε τζαμιά και φιλανθρωπικά ιδρύματα για να κερδίσει σημαντικό ποσοστό της κοινωνίας στη βάση ενός προγράμματος που συνδύαζε αντίσταση στην ορατή και ασταμάτητη εξάπλωση των οικισμών, μαζί με ένα μήνυμα κοινωνικής δικαιοσύνης και διαφάνειας.

Για πολλά χρόνια, η Χαμάς μποϋκόταρε τους θεσμούς της Παλαιστινιακής Αρχής. Το 2006, έλαβε την ιστορική απόφαση να διεκδικήσει τις πρώτες εκλογές που είχαν διεξαχθεί στα παλαιστινιακά εδάφη. Οι εκλογές αυτές – κατά ειρωνία της ιστορίας – αποτελούσαν κυρίως απαίτηση των νεοσυντηρητικών κύκλων τότε στον Λευκό Οίκο, που μέτα την αποτυχία του πολέμου στο Ιράκ ήταν απελπισμένοι να επιδείξουν δείγματα «εκδημοκρατισμού» στον αραβικό κόσμο. 

Η σαρωτική νίκη της Χαμάς αντιμετωπίστηκε από τις ΗΠΑ, την ΕΕ, τα περισσότερα αραβικά κράτη και φυσικά το Ισραήλ με τρόμο. Μαζί με τη Φατάχ άρχισαν να υπονομεύουν τη Χαμάς. Έπειτα από ενδείξεις ενός ενδεχόμενου πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης στη Λωρίδα της Γάζας, η Χαμάς κινήθηκε στρατιωτικά εναντίον της Φατάχ εκεί το 2007, ενώ στη Δυτική Όχθη η Φατάχ επανήλθε στην εξουσία.

Πολλά ΜΜΕ ανά το κόσμο, και όλα σχεδόν τα εγχώρια ΜΜΕ, αποκαλούν την Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση.

Ο όρος τρομοκρατική οργάνωση χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται από πολλές κυβερνήσεις με προχειρότητα. Για παράδειγμα, οι Βρετανικές κυβερνήσεις χαρακτήριζαν την ΕΟΚΑ ως τρομοκρατική οργάνωση την πενταετία 1955-59. Το ίδιο έκαναν και για την ένοπλη σιωνιστική οργάνωση του μετέπειτα πρωθυπουργού του Ισραήλ Μεναχέμ Μπεγκίν. 

 Οι Τουρκικές κυβερνήσεις διαχρονικά χαρακτηρίζουν τις Κουρδικές οργανώσεις (και ιδιαίτερα το PKK του Οτσαλάν) ως τρομοκρατικές. Για πολλούς ανθρώπους στη Χιλή ο Αgusto Pinochet ήταν τρομοκράτης. Τι εξυπηρετεί τελικά ο χαρακτηρισμός της Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση; Αν ο όρος «τρομοκρατία» σημαίνει τη βίαιη εργαλειοποίηση του φόβου αθώων ανθρώπων για την επίτευξη πολιτικών στόχων, τότε η «τρομοκρατία» της Χαμάς ωχριά μπροστά στη μαζική τρομοκρατία του Ισραήλ, όπως αυτή εκφράζεται εδώ και 75 χρόνια απέναντι στον παλαιστινιακό λαό. 

Εν πάσει περιπτώσει, η «τρομοκρατία» είναι ένας φορτισμένος όρος που στοχεύει κυρίως στη δαιμονοποίηση ενός πολιτικού αντιπάλου. Μπορούμε να πούμε, ότι η Χαμάς χρησιμοποιεί τρομοκρατικές μεθόδους, αυτό ισχύει. Το ίδιο έκαναν όμως και οργανώσεις όπως το κουρδικό PKK ή ο ΙRA που σήμερα, υπό τη μορφή του Sinn Fein, αναγνωρίζεται (πολύ σωστά) ως οργάνωση αγωνιστών της ιρλανδικής ελευθερίας. 

Η προπαγάνδα του Ισραήλ σήμερα στοχεύει στην εξίσωση της Χαμάς μαζί με το «Ισλαμικό Κράτος», μιας ολοκληρωτικής οργάνωσης με πρωτοφασιστικά χαρακτηριστικά, όπου ο τρόμος είχε όντως αναδειχθεί ως αυτοσκοπός. Όμως αυτό είναι λάθος. Πέραν των σαφών ιδεολογικών διαφορών που υπάρχουν ανάμεσα σε «Ισλαμικό Κράτος» και Χαμάς, η τελευταία είναι πρωτίστως ένα πολιτικό κίνημα.

Ποια είναι η ιδεολογία της Χαμάς; Κάποιοι τη θεωρούν μια φασιστική και αντισημιτική οργάνωση, ενώ την παρουσιάζουν ταυτόχρονα και ως ένα είδος «παλαιστινιακού ΕΛΑΜ». Ισχύει αυτό;

Η Χαμάς είναι μια οργάνωση γαλουχημένη με τις αρχές του σύγχρονου σουνιτικού πολιτικού Ισλάμ, ενός sui generis φαινόμενου, το οποίο είναι κατά βάση λαϊκιστικό. Κινητοποιεί δηλαδή τη βάση της κοινωνίας, εκμεταλλευόμενη τη βαθιά ριζωμένη σημειολογία της θρησκείας του Ισλάμ, στο πλαίσιο δημοφιλών αιτημάτων – εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική δικαιοσύνη, αντι-διαφθορά και διάφανεια – χωρίς όμως να αμφισβητεί το κυρίαρχο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, δηλαδή τον καπιταλισμό. 

Σίγουρα δεν πρόκειται για μια αριστερή ή αμυδρά προοδευτική οργάνωση. Η κατηγοριοποίηση της ως «φασιστική» όμως φανερώνει τρομερή άγνοια για τη φύση του φασισμού. Ο φασισμός είναι ένα αντεπαναστατικό κίνημα μασκαρεμένο ως επανάσταση, που στρέφεται κυρίως κατά των υποτελών τάξεων. Στοχεύει στην εξατομίκευση και την αποπολιτικοποίηση των μαζών. 

Το πολιτικό Ισλάμ αντιθέτως, ως λαϊκιστικό κατά βάση φαινόμενο, έχει ως σκοπό την κινητοποίηση τους για χάρη συγκεκριμένων πολιτικών στόχων. Οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι που στηρίζουν τη Χαμάς το κάνουν επειδή το πολιτικό της πρόγραμμα ένοπλου αγώνα και χρηστής διοίκησης φαντάζει πιο ελκυστικό από το υποτελές και διεφθαρμένο μπαντουστάν του Μαχμούντ Αμπάς στη Δυτική Όχθη.

Όσο αφορά τον αντισημιτισμό, είναι αλήθεια ότι η ιδρυτική διακήρυξη της Χαμάς εμπεριέχει εισαγόμενες αντισημιτικές αναφορές από τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών και άλλα διάφορα. 

Αυτό αποτελεί μια αντιδραστική απάντηση σε μια νεωτερικότητα που έχει απογοητεύσει τους Παλαιστίνιους επί δεκαετίες. Όμως είναι γελοίο να πιστεύει κάποιος ότι η Χαμάς πολεμάει το κράτος του Ισραήλ εξαιτίας κάποιου αντισημιτικού παραλογισμού ναζιστικού τύπου. 

Οι Ναζιστές έστρεφαν την οργή του κόσμου ενάντια σε μια φαντασιακή «εβραϊκή συνωμοσία», μια κατά βάση παράλογη ιδεολογία που άνθησε (και ανθίζει ξανά σήμερα) σε μια περίοδο κρίσης του συστήματος, που με διάφορους τρόπους οδήγησε στη βιομηχανική εξόντωση έξι εκατομμυρίων Εβραίων. 

Μπορεί η Χαμάς να συμμερίζεται ένα κατά βάση αντιδραστικό μίσος προς όλους τους Ισραηλινούς – κάτι το οποίο εκφράστηκε πρόσφατα εν μέρει σε φρικαλεότητες εναντίον αμάχων – όμως ας είμαστε σοβαροί: Δεν βρίσκεται αντιμέτωπη με μια φαντασιακή εβραϊκή συνωμοσία αλλά με τον υπαρκτό στρατό ενός κράτους που αυτοχαρακτηρίζεται ως «εβραϊκό» και που καπηλεύτηκε τα σύμβολα της θρησκείας του Ιουδαϊσμού ως τα δικά του «εθνικά» σύμβολα. 

Και είναι βέβαια ένα κράτος το οποίο και πλέον δηλωμένα αρνείται να αναγνωρίσει την όποια ανθρώπινη υπόσταση τους Παλαιστίνιους, αποκαλώντας τους «ανθρώπινα ζώα». Τα τελευταία χρόνια, η Χαμάς αναθεώρησε το καταστατικό της, αφαιρώντας τα αντισημιτικά στοιχεία και τονίζοντας πώς η σύγκρουση της είναι με το σιωνισμό και όχι με τον Ιουδαϊσμό ή τους Εβραίους.

Πιο ουσιαστικό από τα καταστατικά οργανώσεων, όμως, αποτελεί η πολιτική τους στην πράξη. Εδώ η Χαμάς ακολουθεί το δρόμο που ακολούθησε παλιά η ΟΑΠ, προσφέροντας επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια μια «μακροπρόθεσμη εκειχειρία» στο Ισραήλ, μια έμμεση δηλ. αναγνώριση του Ισραήλ και αποδοχή του πλαισίου των δύο κρατών. 

Από την άλλη το Ισραήλ χρειάζεται ως ένα βαθμό τη Χαμάς, πρώτον επειδή η ύπαρξη δύο αντίπαλων παλαιστινιακών οντοτήτων συμφέρει στην πολιτική του διαίρει και βασίλευε και δεύτερον επειδή η Χαμάς αναλαμβάνει το έργο της αστυνόμευσης του πληθυσμού της Γάζας, ενώ το Ισραήλ ελέγχει κάθε πέρασμα της λωρίδας, τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο.

Τελος, αν αναζητούμε αντίστοιχους νεοναζιστές στη διένεξη, ψάξετε απλά τις δηλώσεις υπουργών όπως του Μπεν-Γκβιρ και τους Σμότριτς…

Όταν όλα τα κόμματα πλην του ΑΚΕΛ σήμερα ταυτίζονται απερίφραστα με το Ισραήλ, δεν το κάνουν από μια μυωπική αντίληψη των «εθνικών μας συμφερόντων». 

Το κάνουν έχοντας πλήρη επίγνωση ότι ταυτίζονται με την προμετωπίδα του ιμπεριαλιστικού προγράμματος, μέσα στο όποιο είναι πλήρως ενταγμένη και η «μικρή Κύπρος», ακριβώς για την εξυπηρέτηση αυτών των «εθνικών συμφερόντων», τα οποία στην τελική ανάλυση δεν είναι παρά τα ταξικά συμφέροντα των ελληνοκυπρίων καπιταλιστών των τραπεζών, των μεγάλων δικηγορικών γραφείων και των ντεβέλοπερ. 

Και βέβαια, όταν οι φασίστες εδώ ταυτίζονται με το Ισραήλ, το κάνουν γιατί βλέπουν το απαρτχάιντ και τη βίαιη εθνοκάθαρση του ως πρότυπο για τα «δικά μας».

Αυτό έχει αναμφίβολα να κάνει με ένα είδος «ναρκισσιστικού ανθρωπισμού». Νιώθουμε δηλαδή περισσότερη ενσυναίσθηση για ανθρώπους που «μοιάζουν» και «ζουν σαν εμάς».

 Βλέπουμε τις φρικιαστικές εικόνες νέων να τρέχουν για τη ζωή τους από ένα μουσικό φεστιβάλ στο Ισραήλ, δε διερωτόμαστε όμως για την αντίφαση να κάνεις φεστιβάλ πέντε χιλιόμετρα από μια ανοικτή φυλακή όπως η Γάζα. 

Αυτός ο ναρκισσισμός βρίσκεται και στον πυρήνα της άρνησης της ανθρώπινης υπόστασης από τους σημερινούς γεωπολιτικούς εχθρούς της Δύσης, είτε πρόκειται για Ρώσους είτε για Παλαιστίνιους.

Βλέποντας τη φρίκη που εκτυλίσσεται στη Γάζα, τι μπορούμε να κάνουμε στην Κύπρο;

Το πιο εύκολο είναι να μποϋκοτάρουμε τα ισραηλινά προϊόντα στις υπεραγορές και να αρνήθουμε να γίνουμε συνένοχοι στο ξέπλυμα της πολιτικής της γενοκτονίας του Ισραήλ. Αυτό σημαίνει επίσης να μην δεχόμαστε την εδώ πρεσβεία ως χορηγό εκδηλώσεων. Αυτό είναι κάτι που κυρίως οι άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, καθώς και της επιστήμης πρέπει να αντιληφθούν. 

Από εκεί και πέρα, κάθε καταδίκη της ισραηλινής σφαγής πρέπει να συνοδεύεται από ρητά αιτήματα στο κυπριακό κράτος – καμία στρατιωτική, ενεργειακή και οικονομική συνεργασία με ένα κράτος που δολοφονεί μαζικά μόλις 300 χιλιόμετρα από τις ακτές μας. Καλό είναι να αντιληφθούμε, ότι η αλληλεγγύη με την Παλαιστίνη αποτελεί σήμερα ένα παγκόσμιο κίνημα ζωτικής σημασίας για την αριστερά. 

Το ιδεολογικό επιχείρημα του σιωνισμού, ότι δηλαδή αντιπροσωπεύει τους απανταχού Εβραίους και αποτελεί καταφύγιο από τον αντισημιτισμό, έχει καταρρεύσει. Στις ΗΠΑ σήμερα, πολλοί Εβραίοι βρίσκονται στην πρωτοπορία της αλληλεγγύης με την Παλαιστίνη. 

Παρόλα αυτά, όλες οι δυτικές κυβερνήσεις, όπως και η δική μας, κάνουν πλάτες στην εξελισσόμενη γενοκτονία. Αυτό μπορεί και πρέπει να οξύνει τις αντιθέσεις. 

Το Παλαιστινιακό σήμερα δεν είναι απλά «ένα άλλο ζήτημα», αλλά είναι αναπόσπαστο κομμάτι του εδώ αγώνα ενάντια στην ταξική επίθεση από τα πάνω καθώς και ενάντια στο ρατσισμό και τους φασίστες.

(σσ αποσπάσματα από Αναδημοσίευση από την Ανατροπή της Κύπρου. Δεν συμφωνούμε με ό,τι λέει όμως έχει πολύ διαφωτιστικές αναφορές.. Ο Λέανδρος Φίσερ είναι Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Άαλμποργκ, Δανία. 

Η διδακτορική του διατριβή είχε ως αντικείμενο τη συζήτηση για το Παλαιστινιακό μέσα στις τάξεις της γερμανικής Αριστεράς. Έζησε μέρος του 2010 ως φοιτητής αραβικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Μπιρζέιτ στη Δυτική Όχθη.)






 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου