Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020

Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΛΤΑΝΙΣΚΟΥ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΙΣΛΑΜ


TOΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΛΑΜΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ: ΔΕΝ ΠΕΙΘΕΙ ΤΟ  ΣΩΟΥ EΡNΤΟΓΑΝ



του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη*

Όταν ο πρόεδρος της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας, ιμάμης Αλή Ερμπάς, ανέβηκε στον άμβωνα της Αγιάς Σοφιάς κρατώντας το ξίφος κατά την οθωμανική παράδοση, όλος ο κόσμος κατάλαβε το πόσο επικίνδυνη γίνεται η τρέλλα του μεγαλείου που έχει καταλάβει την Ερντογανική Τουρκία.


Ο Ερντογάν προσπαθεί απεγνωσμένα, με ενέργειες όπως η απόφαση για τον «βιασμό» της Αγιάς Σοφιάς, να αποδείξει ότι είναι ο συνεχιστής της δύναμης των Σελτζούκων και των Οσμανλήδων, που δημιούργησαν ο Αλπ Αρσλάν (Alp Arslan ή «Ηρωϊκό Λιοντάρι», 1029-1072), δεύτερος Σουλτάνος της Αυτοκρατορίας των Σελτζούκων και δισέγγονος του Σελτζούκ, του ιδρυτή της δυναστείας των Σελτζούκων, ο Κιλίτζ Αρσλάν Α΄ (Kılıç Arslan, 1079 – 1107), Σουλτάνος του Ρουμ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής (1432-1481) και ο Σουλτάνος Σελίμ Α´ (γνωστός ως Γιαβούζ ή Σκληρός, 1470-1520), αυτοί που ενέσκηψαν στην Ανατολία και που «δεν δίστασαν και κατέλαβαν μια θέση στην ιστορία», σύμφωνα με τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Yeni Şafak Ιμπραήμ Καραγκιούλ.

Όμως, τα διθυραμβικά πρωτοσέλιδα της φωνής του Ερντογάν, της Yeni Şafak, απέχουν πολύ από την αλήθεια. Πολλοί Άραβες αλλά και Τούρκοι αναλυτές έχουν επισημάνει τα παραπάνω τις τελευταίες εβδομάδες.

Ο Τούρκος ιστορικός Altuğ Taner Akçam (Αλτούγ Τανέρ Ακσάμ), ο οποίος το 1974 είχε συλληφθεί σε φοιτητικές διαδηλώσεις ενάντια στην επιχείρηση Αττίλας στην Κύπρο, δημοσίευσε στην ανεξάρτητη τουρκική ιστοσελίδα Ahval News ένα καταγγελτικό άρθρο για τις ενέργειες του Ερντογάν.

Όπως σωστά τονίζει ο Τούρκος ακαδημαϊκός, επικαλούμενος τον Ρώσο διανοούμενο του 19ου αιώνα Nikolay Danilevski, υπάρχουν οι κοινωνίες που δημιουργούν πολιτισμό και εκείνες που καταστρέφουν τους πολιτισμούς. 

Δημιουργοί πολιτισμών υπήρξαν οι Αιγύπτιοι, οι Πέρσες, οι Έλληνες, οι Κινέζοι, οι Ρωμαίοι, οι Άραβες, οι Ευρωπαίοι, για παράδειγμα. 

Αντιθέτως, οι Ούννοι, οι Μογγόλοι και οι Τούρκοι συνέβαλαν απλώς στον θάνατο πολιτισμών που βρίσκονταν σε θνησιγενή φάση. Αυτοί οι παράγοντες στην ιστορία λάμπουν για λίγο μετά τη νίκη τους και μετά χάνονται… 

«Το δίδυμο Ερντογάν-Μπαχτσελί», λέει ο Ακσάμ, «είναι οι εκπρόσωποι της καταστροφικής παράδοσης που έκαψε, γκρέμισε την Μικρά Ασία και δεν περιορίστηκε μόνο στον εκτοπισμό και τον αφανισμό ανθρώπων αλλά επεκτάθηκε και στην πολιτιστική κληρονομιά».

Έτσι, λοιπόν, το Οθωμανικό κράτος δημιουργήθηκε πάνω στο έδαφος που είχαν προετοιμάσει οι Σελτζούκοι Τούρκοι, εκμεταλλευόμενο την παρακμιακή πορεία των Βυζαντινών και την φυλλορροή των πληθυσμών της Μικράς Ασίας με μονοφυσιτικό παρελθόν από την Ορθοδοξία. 

Οι Οθωμανοί στήριξαν την στρατηγική τους για δημιουργία Αυτοκρατορίας στην αφαίρεση στοιχείων ταυτότητας άλλων λαών, κάτι που συνεχίζουν μέχρι την σημερινή εποχή.

Από την πρώτη στιγμή που ανήλθε στην εξουσία ο Ερντογάν εκδήλωσε τις φιλοδοξίες του για τον παγκόσμιο ρόλο της Τουρκίας με το επιχείρημα «ο κόσμος είναι μεγαλύτερος των πέντε», εννοώντας τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ…

Λειτουργώντας όπως ακριβώς οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι και εκμεταλλευόμενοι αρχικά την επιρροή στην τουρκική κοινωνία του «στρατού του Ιμάμη», της αδελφότητας δηλαδή του Γκιουλέν, χρησιμοποίησε την θρησκεία ως επιθετικό όπλο για την επίτευξη των σχεδιασμών του.

Αλλά το αφήγημα της τουρκικής αυτοκρατορικής κυριαρχίας στο όνομα του Ισλάμ, δεν είναι καθόλου ιστορικά ακριβές. Η τουρκική ηγεσία του Μουσουλμανικού κόσμου, που δεν υπήρξε ποτέ ένας και μονολιθικός, αμφισβητείτο συνέχεια από πολλές ισλαμικές δυναστείες.

«Ασχέτως του πώς ορισμένοι Τούρκοι φαντάζονται την ιστορία τους, ο πολιτισμός τους είναι σχετικά νέος, όπως της Αμερικής»… έγραψε πρόσφατα ο Hussain Abdul-Hussain, ανταποκριτής στην Ουάσιγκτων της ημερήσιας εφημερίδας Al-Rai του Κουβέϊτ. 

«Ήταν την ίδια εποχή που ο Χριστόφορος Κολόμβος εισέβαλε στην Αμερική, όταν οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Ανατολία και την Κωνσταντινούπολη», είπε χαρακτηριστικά.

 Την εποχή εκείνη, το Ισλαμικό Χαλιφάτο είχε ήδη χάσει το δύο άκρα του, οπότε η ατάκα του Ερντογάν στο διάγγελμά του… που αφιέρωνε την μετατροπή της Αγιάς Σοφιάς σε τζαμί στον Ισλαμικό πολιτισμό, «από την Μπουχάρα μέχρι την Ανδαλουσία», ήταν άνευ νοήματος.

Πριν το Ισλάμ, οι Τούρκοι ήταν πρωτόγονες ειδωλολατρικές φυλές με πολεμικές ικανότητες και πολύ ασήμαντοι για να κινήσουν το ενδιαφέρον των Βυζαντινών ιστορικών της εποχής. Ήταν ακριβώς όπως και άλλες φυλετικές ορδές που ήταν νεόφερτες στον πολιτισμό. 

Κατά συνέπεια, πολλοί ιστορικοί που χρηματοδοτήθηκαν αργότερα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέφυγαν σε θρύλους, έπη, οράματα και όνειρα για να διαμορφώσουν μια ιστορία ειδικά για τους Οθωμανούς και γενικά για τους Τούρκους της Ανατολίας. Γι’ αυτό ο Ερντογάν δίνει βαρύτητα στην σημειολογία, γιατί γνωρίζει ότι οι Τούρκοι έχουν γαλουχηθεί με οράματα και (δήθεν) όνειρα για αιώνες.

Φυσικά, λαοί που είναι ξένοι ως προς τον ανθρώπινο πολιτισμό, που προσπαθούν να αποδείξουν την παρουσία τους στον χάρτη της ανθρώπινης ιστορίας με αυτόν τον τρόπο, θα κατασκευάσουν αναπόφευκτα την δική τους αριστοκρατία, όπως έκαναν οι Οθωμανοί σουλτάνοι. 

Για να κατοχυρώσουν τις κατακτήσεις τους, δημιούργησαν μια αυτοκρατορική ιδεολογία που τους επισημοποιούσε ιστορικά και τους εξύψωνε.

Οι Άραβες στερήθηκαν την ελευθερία τους και την κυριαρχία τους επί τέσσερις αιώνες, όταν βρέθηκαν υπό την επιρροή της Οθωμανικής Τουρκικής κουλτούρας, η οποία τους «στέγνωσε», τους καταδυνάστευσε και τους μετέτρεψε σε κατώτερη φυλή. 

Σε ολόκληρο τον Αραβικό Κόσμο παρήκμασε τόσο η δημόσια ζωή, όσο και οι ιδιωτικές σχέσεις μεταξύ των ίδιων των Αράβων κατά την διάρκεια της Οθωμανικής εποχής. 

Η ανάπτυξη της πατρίδας τους και του λαού τους σταμάτησε, και οι Άραβες εντός του Οθωμανικού κράτους πλήρωσαν πολύ μεγάλο τίμημα, χάνοντας τα αγαθά τους και τις δυνατότητές τους σαν άνθρωποι.

Η συμπεριφορά των Οθωμανών απέναντι στους Άραβες περιλάμβανε σκληρότητα, βασανισμούς και κακομεταχείριση κάθε είδους, ακόμα και από την πρώτη εισβολή του στρατού του σουλτάνου Σελίμ του Α΄ (Γιαβούζ) στο Λεβάντε και την Αίγυπτο. 

Δυνάστευσε τους λαούς και απήγαγε και βίασε γυναίκες, όπως περιέγραψε ο Ibn Iyas στο βιβλίο του «Bada’i Al-Zuhur». Έκαναν σχεδόν τα ίδια πράγματα σε κάθε επικράτεια όπου εισέβαλαν, όπως φανερώνεται από τις ιστορικές πηγές στον Αραβικό Κόσμο. 

Χρειάζεται επίσης να αναφέρουμε τον αναγκαστικό «γενιτσαρισμό» που επέβαλαν στους Άραβες, παίρνοντας νεαρούς Άραβες από τα σπίτια και τις οικογένειές τους για να τους στείλουν στο μέτωπο χωρίς να τους εκπαιδεύσουν και χωρίς να τους πουν για ποιον σκοπό τους υποχρέωναν να πολεμήσουν.

Πολέμησαν επίσης την αραβική γλώσσα, προσπαθώντας να τους τουρκοποιήσουν με την επιβολή της τουρκικής γλώσσας σε όλες τις κρατικές συναλλαγές και στην εκπαίδευση σε όλη την Οθωμανική επικράτεια, ακόμα και στα αραβικά εδάφη. 

Οι Οθωμανοί όχι μόνο δημιούργησαν ένα ελεγχόμενο από το κράτος θρησκευτικό σύστημα, αλλά επίσης επέβλεπαν στενά και μερικές φορές εδίωκαν την πιο δημοφιλή μορφή του Ισλάμ, τον σουφισμό.

Το Οθωμανικό κράτος είχε αρχίσει να δημιουργεί ένα κοσμικό πλαίσιο κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα, αλλά πριν καταργηθεί το Χαλιφάτο το 1924, υπήρχε αυξανόμενος ανταγωνισμός από τους Άραβες υπηκόους απέναντι στην Οθωμανική Τουρκική αρχή. Τελικά, η αραβική εξέγερση του 1916-17 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πτώση των Οθωμανών. 

Με το νεωτερικό τουρκικό κράτος, που προσπάθησε να εγκαθιδρύσει ο Κεμάλ Ατατούρκ, έκλεισε μια μεγάλη ιστορική περίοδος από τότε που η πιο περίεργη και τελικά η πιο ανθεκτική εκ των τεσσάρων τουρκο-μογγολικών δυναστειών, οι Οθωμανοί, εμφανίστηκαν δυναμικά στο ιστορικό προσκήνιο.

Ο τουρκικός πανισλαμισμός που ονειρεύεται να ενσαρκώσει ο Ερντογάν, δεν φαίνεται να του φέρνει το ίδιο εύκολα αποτελέσματα, όπως οι proxy πόλεμοι που έχει εξαπολύσει σε όλη την περιοχή. 

Οι περισσότεροι Μουσουλμάνοι ηγέτες αδιαφόρησαν για την πρόσκληση και δεν πήγαν στην Πόλη για το σώου της Αγιάς Σοφιάς, εκτός από τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, και τον εμίρη του Κατάρ, σεΐχη Ταμίμ μπιν Χαμάντ αλ Θάνι, που είναι και οι δύο συνέταιροί του σε «χοντρές» μπίζνες.

Στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο μέσος πολίτης, όσο καλός Μουσουλμάνος και να είναι, έχει για δεκαετίες εκπαιδευθεί με την λογική του κοσμικού κράτους. Η τουρκική κοινή γνώμη είναι διχασμένη και μουδιασμένη.


Ο Σαουδάραβας ακαδημαϊκός και ειδικός των μέσων ενημέρωσης, καθηγητής Talal Al-Torifi, σε μια σειρά ιστορικών αναλύσεών του τον Ιούλιο στον ιστότοπο arab.news, μετά την απόφαση για την Αγιά Σοφιά, ξεσκέπασε αυτή την παραπλανητική προπαγάνδα. 

Όπως γράφει: «Οι Οθωμανοί Τούρκοι διέπραξαν τα πιο σοβαρά εγκλήματα κατά των Αράβων Μουσουλμάνων και αρέσκονταν να τους καταδυναστεύουν και να τους σκοτώνουν. 

Οι Τούρκοι, γενικά, υιοθετούν τώρα μια παραπλανητική πολιτική, δηλαδή ότι νοιάζονται πολύ για το Ισλάμ και το Σουλτανάτο, αλλά στην πραγματικότητα νοιάζονται για την περηφάνεια και την εξουσία τους. Όλα αυτά που επικαλούνται στο όνομα και την προστασία του Ισλάμ είναι για λόγους προπαγάνδας… \

Εδώ έγκειται η διαφορά μεταξύ εκείνων που επιδιώκουν την αναγέννηση για να υπηρετήσουν το Ισλάμ και τους μουσουλμάνους, και εκείνων που προσπαθούν να εξαπατήσουν την ιστορία και τη λογική επιβάλλοντας ό,τι δεν έχει αξία».

Και καταλήγει ο Al-Torifi: «Οι Τούρκοι και οι Άραβες συμπαθούντες τους, που θέλουν να αναβιώσουν το αυτοκρατορικό όνειρο, πάσχουν από μια ψυχοπάθεια, η οποία αποτελείται από δύο σύνδρομα:

 Το πρώτο είναι το σύνδρομο των αντιθέτων και το δεύτερο είναι το Σύνδρομο της Στοκχόλμης. Οι Άραβες που επηρεάζονται από την τουρκική αυτοκρατορική ιδεολογία πάσχουν από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης».

Η απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να μετατρέψει ξανά την ιστορική Αγιά Σοφιά σε τζαμί βασίστηκε στην «εξουσία και την πολιτική», δήλωσε ο επικεφαλής Ιμάμης του Μιλάνου Yahya Pallavicini.

Ο Ιταλός Μουσουλμάνος κληρικός είπε ότι το ηλικίας 1.500 ετών μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ θα έπρεπε να είχε μείνει όπως είχε αρχικά κτιστεί, ως εκκλησία: «Δεν θα έπρεπε να είναι ούτε μουσείο ούτε τζαμί. 

Η Αγιά Σοφιά έπρεπε να παραμείνει απλώς εκκλησία», είπε ο Pallavicini, ο οποίος είναι επίσης πρόεδρος της ισλαμικής κοινότητας της Ιταλίας.

Στην ίδια κατηγορηματική λογική κινήθηκαν και οι δηλώσεις του Ιρανού ιμάμη Μωχάμεντ Ταουχίντ: «Δεν είναι αίθουσα. Δεν είναι τζαμί. Δεν είναι μουσείο. Δεν είναι τουριστικό αξιοθέατο. Δεν είναι κτίριο πολιτιστικής κληρονομιάς… Είναι χριστιανική Εκκλησία. Τελεία και παύλα».

Στην πραγματικότητα, οι Οθωμανοί κατακτητές, το 1453, μετέτρεψαν την Αγιά Σοφιά σε τζαμί του σουλτάνου για να διακηρύξουν ότι στην πόλη υπήρχε νέος άρχοντας αλλά δεν τόλμησαν ούτε να εξισλαμίσουν το διάσημο χριστιανικό όνομά της.

Κατά την Τουρκοκρατία, οι Έλληνες είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν το Ισλάμ εκ του σύνεγγυς και σήμερα ακόμα πολλές ελληνικές κοινότητες – στην Κωνσταντινούπολη, το Κάϊρο, την Αλεξάνδρεια και αλλού – ζουν μέσα σε μουσουλμανικό περιβάλλον.

 Άλλωστε επί αιώνες, εμείς οι Έλληνες έχουμε ζυμωθεί με τους μουσουλμανικούς λαούς της Μέσης Ανατολής, καθώς και της νοτιοανατολικής Μεσογείου.

Το 1821, η Ελληνική Εθνεγερσία στην Βαλκανική έδωσε το έναυσμα για μια σειρά επαναστάσεις που υπονόμευσαν την δύναμη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και κατ’ επέκταση του Χαλιφάτου, το οποίο ονειρεύεται και πάλι να αποκαταστήσει σήμερα ο Ερντογάν.

Οι Τούρκοι πίστευαν ότι μπορούσαν να εργαλειοποιήσουν την ψευδο-ιστορία σαν όπλο, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι η ιστορία δεν έχει έλεος για εκείνους που δεν την κατανοούν πλήρως και την κακομεταχειρίζονται.

Πάνω απ’ όλα, όλοι πρέπει να καταλάβουμε, όπως έχουν αρχίσει να κάνουν οι ίδιοι οι «Τούρκοι» κρυπτοχριστιανοί της Ανατολίας, ότι ο πολιτισμός που αποδίδουν στους εαυτούς τους -εκτός από τους πολέμους και τις αιματηρές λεπτομέρειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις φάσεις της ισχύος της- είναι ουσιαστικά το προϊόν ενός κράματος λαών που ήλεγχαν, δηλαδή Ελλήνων, Αρμενίων, Αράβων, Κούρδων και άλλων.

Ο Ερντογάν με τις αλλοπρόσαλλες κινήσεις του δοκιμάζει πλέον τα όρια όχι μόνο των Ελλήνων και των άλλων Χριστιανών, αλλά και του ίδιου του μουσουλμανικού, και ιδιαίτερα του Αραβικού, κόσμου. 

Εύκολα κατανοούν οι Μουσουλμάνοι ότι, παρά τις νεοθωμανικές κορόνες του, αποσκοπεί κυρίως σε ένα βραχυπρόθεσμο πολιτικό όφελος και δεν διαθέτει καμμιά αξιοπιστία για έναν ευρύτερο ηγετικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο.

*Από το Hellenic Nexus τ. 158, Σεπτέμβριος 2020




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου