Τρίτη 6 Ιουνίου 2023

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΟΥ ΣΦΡΑΓΙΣΑΝ ΤΗ ΝΕΩΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ


ΟΙ ΚΑΛΠΕΣ ΤΗΣ ΕΚΤΡΟΧΙΑΣΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 



Του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη


«Η τέλεια δικτατορία θα έχει την εμφάνιση της δημοκρατίας. Μια φυλακή χωρίς τοίχους, στην οποία οι κρατούμενοι δεν θα ονειρεύονται να δραπετεύσουν»

Άλντους Χάξλεϋ (1894-1963)

Ευρισκόμενοι σήμερα εν όψει μιας κρίσιμης προεκλογικής περιόδου, εν μέσω κοσμοϊστορικών γεγονότων και της απειλής γενικευμένου πολέμου, αξίζει να θυμηθούμε πόσο ταυτισμένοι είμαστε εμείς οι Έλληνες με την Πολιτική και με τους πολιτικούς και πώς αυτό έχει επηρεάσει τον νεώτερο ελληνισμό.

Η ιστορία μας αυτή ξεκινάει από την αρχαιότητα, όταν στην Πνύκα ακουγόταν ο κήρυξ να λέει: «Τις αγορεύειν, βούλεται;». 

Από τότε μέχρι σήμερα, που ο λαός μας, όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, έχει γυρίσει την πλάτη του στους πολιτικούς και τις ανυπόστατες υποσχέσεις τους, «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα», έχουν περάσει πολλοί αιώνες και ανατροπές που διαμόρφωσαν το τωρινό πολιτικο-πολιτιστικό πρότυπο του Νεοέλληνα.

Η νεώτερη ιστορία της Ελλάδας, από το 1821 και μετά, ουσιαστικά από το 1928, με Κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια, είναι σε άμεση σχέση με όσα συνέβησαν επί Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία κυριάρχησε και μεγαλούργησε στο μεγαλύτερο μέρος του εξελληνισμένου κόσμου -από την ελληνόφωνη Μεσόγειο και Βόρεια Αφρική μέχρι την καθ’ ημάς Ανατολή- της ύστερης Αρχαιότητας. 

Ωστόσο το Βυζάντιο, αν και αρχικά άντεξε το κύμα των Μουσουλμανικών επιδρομών, αποδυναμώθηκε θανάσιμα μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1204, από τους Φράγκους και Λατίνους Σταυροφόρους. 

Η εγκαθίδρυση των Καθολικών, λατινικών, κρατικών μορφωμάτων στα εδάφη της Αυτοκρατορίας υπήρξε το έναυσμα για την ανάδυση της νέας ελληνική εθνικής ιδιοπροσωπίας, μέσα από την αντίσταση των Ορθόδοξων Βυζαντινών Ελλήνων εναντίον τους.

Αυτή η ταυτότητα και η μνήμη ήταν που κράτησε ζωντανό το Γένος στους αιώνες της Οθωμανικής κυριαρχίας. Η οθωμανική διοίκηση ήταν σε μεγάλο βαθμό απούσα σε πολλές ελληνικές περιοχές, ιδιαίτερα στην ορεινή ενδοχώρα της Ελλάδας, όπου μπόρεσαν να ανθίσουν θεσμοί αυτοδιοίκησης και κοινοτισμού, οι οποίοι υπήρχαν και στο Βυζάντιο.

Από το Βυζάντιο, ο κοινοτισμός θα περάσει, με νέα μορφή, στο υπόδουλο Γένος των Ελλήνων, μέσα στους κόλπους των οποίων θα ευδοκιμήσει και θα καρπίσει, συντελώντας στην διατήρηση της εθνικής μνήμης, της εθνικής συνείδησης, στην διαιώνιση των ηθών και εθίμων και στην διαφύλαξη των εθνικών παραδόσεων.

Όλη η σχετική βιβλιογραφία αναγνωρίζει την τεράστια συμβολή του κοινοτισμού, τόσο στην διαχείριση των τοπικών υποθέσεων όσο και στην επιτυχή έκβαση του αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης (1821-1829) και ιδιαίτερα των νησιών στα οποία άνθησε το πνεύμα της οικονομικής συνεργασίας στον τομέα των ναυτικών συνεταιρισμών.

Αυτό το «ιδιοφυές πολίτευμα», όπως το είχε χαρακτηρίσει ο «πατέρας» της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, μελετώντας την λειτουργία αυτών των συνελεύσεων, κατακρεουργήθηκε μετά την Βαυαροκρατία και τον δυτικό «εκσυγχρονισμό» μας καθ’ όλη την διάρκεια του 19ου αιώνα.

Με το άρθρο 38 του σχετικού νόμου των Βαυαρών του 1833 (ΦΕΚ, Ιαν/1834) και τις εντολές των Βρετανών πατρώνων τους, η κοινωνία πετάχτηκε έξω από τον χώρο λήψης αποφάσεων, μετά από 2.500 χρόνια παρουσία της στον χώρο αυτόν: «…Συνελεύσεις δε της ολομελείας περί δημοτικών ή άλλων υποθέσεων δεν επιτρέπονται». Από τότε, την θέση των Συνελεύσεών μας την πήρε και την κατέχει μια εξουσία που αποφασίζει για την κοινωνία, χωρίς την κοινωνία.

Τις πιο πάνω ιστορικές αλήθειες είχε ήδη επισημάνει ο Ν. Δραγούμης, ο οποίος, αγορεύοντας στην βουλή, καυτηρίασε την απομάκρυνση του νεοελληνικού κράτους από τις κοινοτικές του παραδόσεις, λέγοντας: «Από της 10ης Οκτωβρίου 1862 ψάλλομεν ύμνους υπέρ της αποκεντρώσεως, αγνοούντες ό,τι έχομεν και αναζητούντες ό,τι αγνοούμεν».

Μετά από μισό περίπου αιώνα, ένας άλλος Δραγούμης, ο Ίων, ασκώντας δριμύτατη κριτική στους νομοθέτες, οι οποίοι αφυδάτωσαν τον ρόλο των κοινοτήτων, έγραφε: «Ο νομοθέτης, φραγκοφερμένος και αυτός ή τουλάχιστον φραγκομαθημένος, ετσάκισε την κοινοτική ζωή, αντί να την μελετήση και να την καλλιτερέψη και απάνω της να θεμελιώση τον κρατικό μηχανισμό, την κατασύντριψε, γιατί στην Βαυαρία δεν υπάρχουν κοινότητες. 

Η ξενομανία του κράτους έφτασε σε τέτοιο σημείο, που έστειλε στην Ευρώπη και κορίτσια να μάθουν… νοικοκυρικά!».

Με άλλα λόγια, «Καλύτερα, καλύτερα, μεταλλαγμένοι οι Έλληνες», παραφράζοντας τον Κάλβο.

Αυτό το πολίτευμα που έχουμε σήμερα, της δυτικής «ρεπούμπλικα», στην γλώσσα μας λέγεται κοινοβουλευτική ολιγαρχία και όχι Δημοκρατία.

Μια Ολιγαρχία στην οποία ο λαός ψηφίζει κάθε τέσσερα χρόνια προκειμένου να βγει με εκλογικές αλχημείες (μπόνους, όρια εισόδου στην Βουλή κοκ) μια εξουσία με λευκή επιταγή να «νομοθετεί» ακόμα κι εντελώς αντίθετα με το προεκλογικό πρόγραμμα για το οποίο ψηφίστηκε (π.χ. εκλογές και δημοψήφισμα 2015).




Από τα Τέμπη στις Κάλπες

Το σημερινό, νεοφιλελεύθερο, «επιτελικό» κράτος που θάπρεπε να προστατεύει τους πολίτες του από τα τροχαία, τους εκτροχιασμούς, τις πλημμύρες, τις φωτιές και να μεριμνά για την υγεία, την δικαιοσύνη, την ποιότητα της ζωής, ιδιαίτερα για τα νέα παιδιά… το κράτος αυτό έχει γίνει πολέμιο του έθνους και το οδηγεί σε μια μεγάλη υπαρξιακή περιπέτεια από την οποία δύσκολα, με τα σημερινά δεδομένα, θα σωθούμε. 

Οι ολίγοι της οικονομικής ελίτ των «νταβατζήδων» δίνουν εντολή στον εκάστοτε πρωθυπουργό-μονάρχη για να υλοποιήσει μία απόφασή τους κι αυτός με την σειρά του δίνει εντολή δια του υποτακτικού του υπουργού στις βουλευτικές μαριονέττες του στην βουλή να την «νομοθετήσουν»…

Αυτοί και μόνο αυτοί θα αποφασίσουν, αν η κυκλοφορία των τραίνων θα γίνεται με χειροκίνητα ή ηλεκτρονικά μέσα, με μειωμένο ή όχι προσωπικό… Εμείς και το προσωπικό του ΟΣΕ είμαστε άθροισμα αναλώσιμων υπηκόων...

Μια πρωθυπουργική «μοναρχία», μαζί με τις «μαφιόζικες» ιδιωτικές εταιρείες, φτιάχνει νόμους και κανονισμούς για τούς εργαζόμενους στα τραίνα, αυτή αποφασίζει για την ασφάλειά τους και την ασφάλεια των επιβατών… 

Απαγορεύεται στους εργαζόμενους να μετέχουν, να έχουν λόγο στη λήψη των αποφάσεων… Αν οι αποφάσεις της εξουσίας δεν τους βρίσκουν σύμφωνους, ας στείλουν όσα έγγραφα διαμαρτυρίας θέλουν οι συνδικαλιστές, όσα εξώδικα θέλουν. Ποιος τους ακούει, λόγο θεσμικό δεν έχουν…

Όλες αυτές τις ημέρες ακούμε για δυστυχήματα που θα είχαν γίνει, με όλες τις ελλείψεις που υπάρχουν, και αποφεύχθηκαν την τελευταία στιγμή λόγω της επαγρύπνησης προϊσταμένων και μηχανοδηγών στα τραίνα, αλλά και σε όλα τα μέσα συγκοινωνίας -αεροπλάνα, λεωφορεία, μετρό- όπου τα κενά σε ανθρώπους και υλικά είναι τεράστια.

Οι ευθύνες υπάρχουν και βαραίνουν κατά 90% το ίδιο το πολιτικό σύστημα της χώρας, τους «ταλιμπάν» του νεοφιλελευθερισμού που πιστεύανε ότι η Αγορά θα αυτορρυθμίσει τα πάντα, αλλά και την διαπλοκή μεταξύ κρατικών υπαλλήλων, συνδικαλιστών και πολιτικών.

Κανείς, όμως, δεν πιστεύει πια ότι η δικαιοσύνη λειτουργεί στην Ελλάδα και θα ακούσει την κοινωνία, αποδίδοντας σωστά τις ευθύνες.

Έτσι, οδεύουμε προς τις κάλπες ως μια κοινωνία που έχει χάσει την αυτοεκτίμησή της, ένας λαός αναλώσιμος υπηκόων που, μετά το φονικό των Τεμπών, οφείλει να καταλάβει επιτέλους, αν θέλει να έχει μέλλον, ότι αυτό που πραγματικά έχει εκτροχιαστεί στην Ελλάδα είναι η Δημοκρατία… 

Κι αυτό, όσοι από εμάς μελετούν την ελληνική ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων, γνωρίζουν ότι έχει γίνει σταδιακά εδώ και πολλές δεκαετίες.

Από την ώρα που ο πολίτης δεν αποφασίζει άμεσα για τα κοινωνικά ζητήματα ή τα εθνικά θέματα και αυτοί που εκλέγει τις περισσότερες φορές τον εξαπατούν, η Δημοκρατία έχει εκτροχιαστεί. Αν υπήρχε πραγματική Δημοκρατία, η πολιτική ευθύνη ενός δημόσιου λειτουργού θα επέφερε ποινική τιμωρία και δεν θα ήταν κενός λόγος στα ΜΜΕ, η εξαπάτηση του λαού από τους εκπροσώπους του θα τιμωρείτο αυστηρά και δεν θα ήταν χωρίς συνέπειες, όπως γίνεται σήμερα.

Ένα ελπιδοφόρο μήνυμα μετά τα Τέμπη είναι ότι, επιτέλους, ακούστηκε η φωνή της σημερινής νεολαίας (17-25 ετών), η οποία είχε υποστεί μιας τεράστιας έκτασης ανθελληνική προπαγάνδα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά δείχνει θετικά σημάδια ανάδρασης. 

Παρ’ όλο που ο πατριωτισμός έχει στοχοποιηθεί από τους κυβερνώντες που υπέγραψαν τα εθνοκτόνα μνημόνια επί σειρά ετών, παρ’ όλο που η σημασία της θρησκείας και των παρελάσεων μεθοδευμένα μειώνεται και τα νέα σχολικά βιβλία παραποιούν τις εθνικές επετείους, τα ευρήματα αρκετών δημοσκοπήσεων καταγράφουν ότι ένα μεγάλο κομμάτι νέων Ελλήνων δυσπιστεί προς τους θεσμούς τη Ευρω-παγκοσμιοποίησης και μένει πιστό στις παραδόσεις της πατρίδας μας.

Παρά τις άοκνες προσπάθειες του νεοταξίτικου «φιλελευθερισμού» να επιβάλλει το μοντέλο του «οικονομικού ανθρώπου», το άτομο δηλ. που ενδιαφέρεται μόνο για τα συμφέροντά του σε μια «αυτορρυθμιζόμενη» αγορά, ο «πολιτικός άνθρωπος» που αγωνίζεται από την δική του θέση για την συλλογική ευμάρεια, που έχει εθνική και κοινωνική συνείδηση, δεν έχει ηττηθεί ακόμα στην χώρα μας.

Ο Έλληνας καλείται σε αυτές τις κρίσιμες εκλογές να περιορίσει, όσο μπορεί με την ψήφο του σε αυτή τη νόθα δημοκρατία, τις συνέπειες από την ζούγκλα μιας παντελώς ανεξέλεγκτης αγοράς και τους κινδύνους από τους εθνικούς ακροβατισμούς μιας τελείως ενδοτικής εξωτερικής πολιτικής.

Δεξιές κι αριστερές, εκσυγχρονιστικές και εθνομηδενιστικές, ξενόφερτες αντιλήψεις έχουν ως μοναδικό σκοπό να αποκλείσουν την κοινωνία από την δυνατότητα λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο μιας εθνικής και φιλολαϊκής στρατηγικής. Να απαγορέψουν στον Έλληνα να αποκτήσει μια πραγματική ελληνική ταυτότητα …και να πορεύεται με αλλότριες, δυτικόφρονες αντιλήψεις.

Η βούληση των «διαφωτισμένων» κρατούντων είναι η οργή των Τεμπών να εκτονωθεί στις κάλπες με τον πιο ανώδυνο τρόπο για το ξενόφερτο σύστημα και να χειραγωγήσουν ξανά τον λαό σε μια νέα «Πρέσπα», στο Αιγαίο αυτή την φορά.




Γελοιογραφία του Μποστ από τις εκλογές του 1958. Το χαρακτηριστικό εκείνων των εκλογών ήταν η άνοδος της ΕΔΑ στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρ’ όλες τις καλπονοθείες και τις διώξεις που επικρατούσαν στο μετεμφυλιακό κράτος.

Εκλογές και Λαϊκή Αυτοδιοίκηση

Το κοινοτικό πνεύμα, το οποίο είναι ζυμωμένο με την προϊστορία και την ιστορία των Ελλήνων, διαπερνά την εθνική μας πορεία ανά τους αιώνες κα αντέχει, παρά τις αντίξοες συνθήκες. Αυτό μας κράτησε ζωντανούς στις κατά καιρούς ξενοκρατίες και κατοχές και χάρη σε αυτό μεγαλούργησε ο Έλληνας μέσα από συλλογικές, πατριωτικές δράσεις.

Στις ειρηνικές εποχές, μέσα από τις εκλογές κρίθηκαν πολύ σημαντικά θεσμικά και κοινωνικά θέματα, αλλά υπήρξαν και εθνικές περιπλοκές.

«Μια από τις πιο ιδιόμορφες περιόδους που βίωνε η Παλιά Αθήνα ήταν κι αυτή των εκλογών. Ξαφνικά, το τοπίο άλλαζε και μια άλλη ατμόσφαιρα πλανιόταν επάνω από την πόλη. Μια ατμόσφαιρα φορτισμένη, γεμάτη ένταση και φωνές! 

Το καταλαβαίνεις από μακριά ότι ήταν περίοδος εκλογών· μύριζε μπαρούτι! Χωρίς πυροβολισμούς, παλικαράδες, μαγκουροφόρους, μπράβους, θορυβοποιούς, φόνους και τραυματισμούς, χωρίς κρότους και αίμα, ήταν αδύνατον να διεξαχθούν εκλογές!», όπως έγραφε «Ο πλανόδιος» στα Αθηναϊκά Νέα το 1932.

Στα 200 χρόνια της Ανεξαρτησίας μας, μπορούμε να ανιχνεύσουμε πολλές κομβικές εκλογικές ημερομηνίες που άλλες οδήγησαν σε μεγάλες ανατροπές και άλλες σε διχασμούς, βιαιότητες και εμφυλίους.

Το 1910, για παράδειγμα, με την θριαμβευτική εκλογή του Βενιζέλου ξεκίνησε το σπουδαιότερο μεταρρυθμιστικό κίνημα στη νεώτερη Ελλάδα. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, γέννημα-θρέμμα του Αγώνα για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ήταν ήδη γνωστός εντός κι εκτός του Ελληνισμού. 

Στις 28 Νοεμβρίου, με την Β’ Αναθεωρητική Βουλή έγινε ριζική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού και ξεκίνησε η συγκλονιστική πορεία της εθνικής ανόρθωσης με τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας ζωής και την επίλυση φλεγόντων προβλημάτων, όπως το Αγροτικό Ζήτημα.

Τον Νοέμβριο του 1920, εν μέσω πολέμου, η πρώτη μεγάλη ήττα του Βενιζέλου… μετά την διπλωματική επιτυχία της Συμφωνίας των Σεβρών άνοιξε τον δρόμο για την Μικρασιατική Καταστροφή. Οι συνέπειες για τον ελληνισμό ήταν δραματικές με την απώλεια της Ιωνίας και το μόνο καλό αποτέλεσμα που υπήρξε ήταν η οικονομική έκρηξη που ακολούθησε με την άφιξη των προσφύγων.

Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, ως μέσα ψηφοφορίας είχαν χρησιμοποιηθεί το ψηφοδέλτιο και το σφαιρίδιο. Με την έλευση των Βαυαρών, το 1833, εισάγεται το ψηφοδέλτιο, αλλά καταργείται με το Σύνταγμα του 1864 και εισάγεται το σφαιρίδιον ως μέσον ψηφοφορίας ύστερα από εισήγηση των Επτανησίων βουλευτών… με την δικαιολογία ότι ήταν το «καταλληλότερον εις τα αναπυγμένα έθνη».

Δύο γενιές Ελλήνων τράφηκαν πολιτικά με το μολύβδινο σφαιρίδιο. Το έντυπο ψηφοδέλτιο επανήλθε μετά το 1914 γιατί καθιστούσε «περισσότερο ανεπηρέαστον την εκλογήν παρά η δια σφαιριδίου ψηφοφορία», όπως έκρινε ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, μιλώντας στην Βουλή το 1910.

Ο Τίμος Μωραϊτίνης έγραφε χαρακτηριστικά για αυτή την αλλαγή που μείωσε την «μαγεία» των εκλογών: «Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι το ψηφοδέλτιο, που αντικατέστησε το σφαιρίδιο, ωφέλησε σημαντικά, διότι και τον χρόνον που χρειάζεται δια την ψηφοφορίαν εσυντόμευσε και τας καλπονοθεύσεις οπωσδήποτε περιώρισε. Αλλά εσακάτεψε και την… απόλαυσιν του εκλογέως. Το ψηφοδέλτιον δεν ημπορεί να ικανοποιήση τον φανατισμόν του.

»Ο παλαιός ψηφοφόρος επερνούσε εμπρός από την μακράν σειράν των καλπών, έπαιρνε το σφαιρίδιον από τον αντιπρόσωπον του υποψηφίου, εβύθιζε το χέρι του εις το στόμιον της κάλπης και έρριχνε το σφαιρίδιον στο άσπρο ή στο μαύρο, στο ‘’ναι’’ ή στο ‘’όχι’’. Εμαύριζε ή άσπριζε έτσι δια των ιδίων του χειρών και ικανοποιούσε το μίσος του ή εξεδήλωνε τον ενθουσιασμόν του.

»Το μικρόν μολύβδινον σφαιρίδιον που ήταν στο χέρι του ήταν σφαίρα φονική, με την οποίαν εφόνευε τον αντιφρονούντα». (Έθνος, 1933)

Το 1936, οι τελευταίες προπολεμικές εκλογές συνοδεύτηκαν από πολλά παρατράγουδα και σκοτεινά παρασκήνια (όπως η Συμφωνία των Φιλελευθέρων-ΚΚΕ, γνωστή ως Σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα, ο θάνατος του πρωθυπουργού Δεμερτζή κ.ά.), που άνοιξαν τον δρόμο για την πρωθυπουργοποίηση του Ιωάννη Μεταξά από τον βασιλιά Γεώργιο Β’ και στην Δικτατορία της 4ης Αυγούστου.

Κομβικής σημασίας, όμως, γεγονότα ήταν και οι εκλογές που δεν έγιναν ποτέ, όπως το 1944 και το 1967, η ματαίωση των οποίων ήταν πρόδρομος πολιτικής ανωμαλίας με ολέθριες επιπτώσεις στην πορεία της χώρας μας.

Μετά την κήρυξη του πολέμου το ’40 και την εποποιΐα της Πίνδου, έρχεται η ώρα της γερμανικής Κατοχής και της κατάλυσης της ελληνική κυριαρχίας από τους κατακτητές και τους δωσίλογους συνεργάτες τους.

Στις 27 Απριλίου 1941, αφού έχει «αυτοκτονήσει»… με δύο σφαίρες ο πρωθυπουργός Κορυζής, γίνεται η «επίσημη» παράδοση της πόλεως των Αθηνών στους κατακτητές, ενώ την ίδια στιγμή η πολιτειακή και πολιτική εξουσία βρίσκεται καθ’ οδόν για το Κάϊρο προκειμένου να συγκροτηθεί η εξόριστη «Κυβέρνηση του Καΐρου», η οποία θα στηριχθεί στους συμμάχους. 

Όπως γράφει ο Κ. Δεσποτόπουλος, «ο πρωθυπουργός Εμμαν. Τσουδερός ήταν από κάθε άποψη στα χέρια των Άγγλων και κάθε επαφή του με την Ελλάδα περνούσε από τους Άγγλους». 

Σε τρεις ημέρες, δηλαδή στις 30 Απριλίου, ο στρατηγός Γ. Τσολάκογλου, ο οποίος υπέγραψε την συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς, ορκίζεται πρωθυπουργός της Ελλάδας και μια από τις πρώτες ενέργειές του θα είναι η απόλυση των εκλεγμένων εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομαρχών και η αντικατάστασή τους από όσους είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν τη «Νέα Τάξη».

Στην κυβέρνηση αυτή επένδυσαν οι κατακτητές τις ελπίδες τους για την αντιμετώπιση της αντίστασης των Ελλήνων, αλλά διαψεύστηκαν παταγωδώς.




Οι λαϊκοί θεσμοί αυτοδιοίκησης της περιόδου 1941-44 επικυρώθηκαν με την κορυφαία θεσμοθέτηση της υπ’ αριθμ.55 πράξης της 12ης Αυγούστου 1944 της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) της Κυβέρνησης του Βουνού. 

Όμως, τα κορυφαία αυτά νομοθετήματα καταργήθηκαν μετά τα Δεκεμβριανά και τα τραγικά εθνοκτόνα γεγονότα που ακολούθησαν.

Από την αρχή της κατοχής της Ελλάδας από τα γερμανοϊταλικά και βουλγαρικά στρατεύματα δημιουργείται ένα ιδιότυπο ελληνικό «κράτος», το οποίο στην πρωτεύουσα και τα μεγάλα αστικά κέντρα εμφανίζεται με τις κατοχικές κυβερνήσεις των δωσιλόγων, ενώ στην περιφέρεια, και ιδιαίτερα στις ορεινές περιοχές, γίνεται αισθητή η έλλειψη της εξουσίας τους, η οποία συνοδεύεται από την προϊούσα συρρίκνωση των τμημάτων της χωροφυλακής.

«Το βασικό κοινωνικό και πολιτικό στοιχείο των Ραγιάδων», ο θεσμός του κοινοτισμού επί Τουρκοκρατίας έρχεται πάλι να καλύψει «το κενό της κρατικής εξουσίας… στις βουνοκορφές της ελληνικής γης», όπως γράφει στις σελίδες της εμπεριστατωμένης μελέτης του «Η Τοπική Αυτοδιοίκηση Στα Πλαίσια της Εθνικής Αντίστασης» ο συγγραφέας Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου.

 Στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας συντελείται ένα πραγματικό θαύμα: η Αυτοδιοίκηση και η Λαϊκή Δικαιοσύνη αναγνωρίζονται ως θεμελιώδεις θεσμοί του δημοσίου βίου των Ελλήνων.

Ένας πολεμιστής-διανοούμενος, ο καθηγητής των ελληνικών στο Παρίσι, ο υπαρχηγός του ΕΔΕΣ Κομνηνός Πυρομάγλου θα γράψει: «το αντάρτικο σαν αυθόρμητο Λαϊκό δημιούργημα και αφού δεν υπήρχε πια ελεύθερο Ελληνικό Κράτος ήταν και φυσικό και αναπόφευκτο να σπάσει και να διασαλεύσει την μέχρι προ της κατοχής παραδεδεγμένη αξιωματική, κοινωνική και πολιτική ακόμη ιεραρχία… 

Ο στρατιώτης υπερασπίζεται το κράτος που υπάρχει ελεύθερο και λειτουργεί ως έκφρασις ενός Έθνους. Ο αντάρτης εξεγείρεται εναντίον του Κατακτητή και του Δούλου κράτους με σκοπό να δημιουργήσει ένα Κράτος. Έτσι ο Εθνικός Αγωνιστής, γίνεται και πρωτεργάτης του νέου ελεύθερου Κράτους για την δημιουργία του οποίου αγωνίζεται».

Ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς, αναφερόμενος σ’ αυτή τη νομοθεσία, γράφει: «Βάσεις της αυτοδιοίκησης είναι οι θεσμοί άμεσης δημοκρατίας: α) η λαϊκή συνέλευση στις μικρές κοινότητες και το δημοψήφισμα στις μεγάλες και στους δήμους· β) η λαϊκή πρωτοβουλία, το δικαίωμα δηλαδή των πολιτών να παραπέμπουν στην κρίση και απόφαση της συνέλευσης ζητήματα του λαού, που δεν ανήκουν στη νόμιμη αρμοδιότητά της. 

Ο θεσμός έτσι ενσάρκωσε, όσο το δυνατόν τελειότερα, την ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας… Πήρε μορφές απ’ την εθνική μας παράδοση και έγινε ικανός να υπηρετήσει άμεσα τον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα…».

Από τον Όμηρο συναντούμε αυτές τις έννοιες του «Δήμου» και της «Αγοράς», επισημαίνει ο Π. Παπαγαρυφάλλου, δηλαδή του συνερχόμενου λαού, καθώς και τους «Γέροντες» ή Δημογέροντες», οι οποίοι είχαν το αξίωμα του άρχοντος, κατά τον Κ. Παπαρρηγόπουλο.

Επρόκειτο για τις συνελεύσεις, οι οποίες, όπως μας παραδίδει ο Όμηρος, «ηχή θεσπεσίη» είχαν την δυνατότητα «πολλάκις δια βοής μεγάλης να τροπολογούν την γνώμη του βασιλέως και της Βουλής».

Αξίζει να σημειωθεί ότι όπως οι περιγραφόμενες από τον Όμηρο συνελεύσεις ήταν πολιτικά θεσμισμένα όργανα, τα οποία είχαν την αρμοδιότητα να διαχειρίζονται οι ίδιες τις κοινές υποθέσεις, να παίρνουν πολιτικές αποφάσεις και να εκδίδουν δικαστικές ετυμηγορίες, έτσι και οι λαϊκοί θεσμοί της περιόδου 1941-44 επικυρώθηκαν με την κορυφαία θεσμοθέτηση της υπ’ αριθμ.55 πράξης της 12ης Αυγούστου 1944 της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), της Κυβέρνησης του Βουνού. Όμως, τα κορυφαία αυτά νομοθετήματα καταργήθηκαν μετά τα Δεκεμβριανά και τα τραγικά εθνοκτόνα γεγονότα που ακολούθησαν.


Στις κομβικές εκλογές του 1946, το εκλογικό σώμα, κουρασμένο από τα όσα προηγήθηκαν, ήθελε σταδιακή επιστροφή στη νομιμότητα, οι Κεντρώοι-Φιλελεύθεροι κατέβηκαν διασπασμένοι και το ΚΚΕ προχώρησε στην άφρονα απόφαση της Αποχής… Αποτέλεσμα, η Αγγλόφιλη δεξιά επικράτησε, ο δωσολογισμός βρυκολάκιασε και η πόρτα προς τον Εμφύλιο άνοιξε διάπλατα.

Οι εκλογές που δεν έγιναν το 1967 και η 7χρονη δικτατορία που ακολούθησε στιγμάτισαν καθοριστικά την σύγχρονη ιστορία μας. Η απώλεια του 40% της Κύπρου, που έγινε με στρατιωτικά μέσα, είναι μια ντε φάκτο κατάσταση, η οποία ανατρέπεται μόνο με αίμα και καμμία διπλωματική ή εκλογική «λύση» δεν υπάρχει. Δεν είναι το ίδιο άμεσα τραγικά τα αποτελέσματα ίσως, μακροπρόθεσμα όμως θα φανούν, αλλά εξίσου καθοριστικά έδρασαν οι εκλογές του 1996 και του 2009, που δρομολόγησαν την απώλεια της εθνική μας κυριαρχίας.

Από το 1996, με την εκλογή Σημίτη και το ξεκίνημα του 8χρονου «εκσυγχρονισμού» του, διαμορφώθηκαν πολύ συγκεκριμένα συμφέροντα, τα οποία πλούτισαν από την λεηλασία του δημόσιου πλούτο χωρίς έλεγχο. Κάτι ανάλογο με τους Ολιγάρχες που έδρασαν μετά την πτώση της ΕΣΣΔ στην Ρωσία. Άρχισε το τεμάχισμα του Δημοσίου (ΔΕΔΔΗΕ, ΑΔΜΗΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ κ.λπ.) γιατί δεν μπορούσε να πουληθεί αλλιώς, επειδή τα μεγέθη ΔΕΝ επέτρεπαν σε κανέναν ολιγάρχη να αγοράσει. Το αποτέλεσμα των ιδιωτικοποιήσεων, οι οποίες απέτυχαν παταγωδώς, και του σκανδάλου του Χρηματιστηρίου, όπου εισήγαγαν τις κρατικές εταιρείες δήθεν για να βρουν κεφάλαια, ήταν η χρεωκοπία και τα Μνημόνια.

Απρίλιος του 2023 και λίγο πριν από τις εκλογές αυτές, όμως, τα πράγματα αγρίεψαν, ο αέρας γέμισε φαντάσματα και οι νεκροί φοιτητές των Τεμπών συναντήθηκαν με τους νεκρούς του Πολυτεχνείου… από κοντά και οι νεκροί από τις πυρκαγιές στην Ηλεία, όταν ο ξένος «παράγων» είχε ενοχληθεί με την ελληνορωσική συμφωνία για τους αγωγούς… έρχονται να συναντηθούν με τους νεκρούς από το Μάτι. Και από δίπλα, φάνηκαν να ξυπνάνε οι νεκροί από το Σάμινα και οι νεκροί από την Μάνδρα. Και ζητούν δικαίωση.

Το σύστημα του ολιγαρχικού ενδοτισμού ελπίζει να εκτονωθεί η αγανάκτηση και να επανέλθει στα πράγματα με λίγες απώλειες. Το παρελθόν τού δίνει τα στηρίγματα για να κοιμάται ακόμα σχετικά ήσυχο, φρονώντας ότι θα επαναληφθεί.

Θα γίνει έτσι, όμως; Ό,τι και να γίνει, πάντως, στην «μεταλλαγμένη δημοκρατία μας»… ό,τι και να κάνει η Singular... «το δάσος του Μπέρναμ φαίνεται να κινείται», όπως θάλεγε ο Σαίξπηρ!

Κι αυτό μετά τις εκλογές θα φανεί.


Δημοσιεύθηκε στο Hellenic Nexus τ.189 – Απρίλιος 2023





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου