ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΗΘΙΚΟΙ ΑΥΤΟΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΤΡΑΜΠ
ΒΙΝΤΕΟ
Δυστυχώς, ο αμερικανικός λαός έχει παραδώσει την ελευθερία του στο “βαθύ κράτος” και στα διαπλεκόμενα ΜΜΕ που δεν λογοδοτούν, δεν ελέγχονται, αλλά έχουν τεράστιες εξουσίες για να καταστρέψουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες
Ντόναλντ Τραμπ: Tα τελευταία χρόνια η Αμερικανική Δημοκρατία γνώρισε τις πιο ωμές παρεμβάσεις του “βαθέος κράτους” (στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών).
Αυτή η περίοδος είναι η πιο επικίνδυνη στην ιστορία των ΗΠΑ, γιατί το “βαθύ κράτος” μαζί με τους πολιτικούς υπαλλήλους του και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ δαιμονοποίησαν τον πρώην Πρόεδρο, αδιαφορώντας ότι έτσι δίχαζαν την αμερικανική κοινωνία και καλλιεργούσαν το κλίμα για την απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ.
Μεγάλο ποσοστό Αμερικανών εθίστηκαν να μισούν θανάσιμα τον Τραμπ, αφού καθημερινά τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ –συνήθως μέσω διαρροών από τους γραφειοκράτες των μυστικών υπηρεσιών– προπαγάνδιζαν ότι ο πρώην Πρόεδρος ήταν ένας “βρωμερός προδότης”, ένας “Χίτλερ”, ένας ”ψυχοπαθής τύραννος”.
Όταν τα ΜΜΕ τον κατηγορούν σαν “Χίτλερ”, αυτόματα πρόσφεραν ηθική κάλυψη για την απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ. Την ίδια ηθική κάλυψη και δόξα που η Ιστορία θα είχε προσφέρει σε όποιον θα είχε καταφέρει να δολοφονήσει τον πραγματικό Χίτλερ.
Οι πολιτικοί οφείλουν να γνωρίζουν ότι κάποιοι πολίτες θα εκλάβουν τη ρητορική μίσους ως δικαιολογία για βίαιη συμπεριφορά.
Π.χ. πριν δύο χρόνια ο δημοκρατικός επικεφαλής της Γερουσίας Τσακ Σούμερ μπροστά στο ωρυόμενο πλήθος απείλησε ανοιχτά τους Ανώτατου Δικαστές που έβγαλαν απόφαση που δεν του ήταν αρεστή: «Δικαστές Γκόρσουτς και Κάβανο θα πληρώσετε το τίμημα, δεν θα ξέρετε τι σας χτύπησε» (Washington Times).
Λίγες μέρες αργότερα ο ακτιβιστής Νίκολας Ρόσκε πήγε στο σπίτι του Κάβανο για να τον δολοφονήσει αλλά συνελήφθη.
Φυσιολογική κατάληξη όλων των παραπάνω είναι η σημερινή απόπειρα δολοφονίας κατά του Τραμπ. Η αρχή έγινε με τη διαβόητη RussiaGate συνωμοσία που στήθηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα μαζί με το “βαθύ κράτος“.
Ακολούθησαν συντονισμένες ενέργειες από τους συνωμότες: Ο διευθυντής του FBI Τζέιμς Κόμυ πλήρωσε τον πρώην πράκτορα της αγγλικής ΜΙ6, Κρίστοφερ Στηλ, 1.000.000 δολάρια για ένα φάκελο με ψεύτικα στοιχεία ότι ο Τραμπ ήταν πράκτορας της Ρωσίας (Washington Examiner).
Όταν κλήθηκε να καταθέσει ενόρκως στο Κογκρέσσο, ο Κόμυ είπε 245 φορές «δεν θυμάμαι», «δεν ξέρω» και «δεν μου θυμίζει τίποτα». Είναι γνωστό ότι αν ένας οποιοσδήποτε Αμερικανός κάνει το ίδιο όταν του κάνει ερωτήσεις, π.χ., η αμερικανική εφορία, θα του απαγγελθούν αμέσως βαριές κατηγορίες.
Συντονισμένα δημοσιεύματα
Τα δημοσιεύματα των διαπλεκόμενων ΜΜΕ ήταν απόλυτα συντονισμένα:“Τραμπ: έτσι μοιάζει ο αμερικανικός φασισμός” (The New Republic).
“Μπορείς να συγκρίνεις τον Τραμπ με τον Χίτλερ” (The Washington Post).
“Τραμπ ο προδότης” (BostonGlobe).
“O Tραμπ επικαλείται θεωρίες που υποστήριζαν οι Ναζί“ (Los Angeles Times).
“O Τραμπ θα εξαφανίσει ομοφυλόφιλους και δημοσιογράφους αν κερδίσει” (Advocate).
“Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι πράκτορας της Ρωσίας, μιας εχθρικής δύναμης” (Chicago SunTimes).
“Γνωστή ηθοποιός καλεί τον Μπάιντεν να δολοφονήσει τον Τραμπ” (The Hollywood Reporter).
Σε μια αποθέωση του συνδυασμού φανατισμού και γελοιότητας ο καθηγητής Χενκ ντε Μπέργκ σε βιβλίο του συγκρίνει «το μουστάκι σε σχήμα οδοντόβουρτσας του Χίτλερ και το χτένισμα του Τραμπ».
Η δημοκρατική Πρόεδρος της Βουλής, Νάνσυ Πελόζι, διέθεσε 40 εκατ δολάρια για τις έρευνες του Ειδικού Εισαγγελέα, Ρόμπερτ Μίλλερ (συνταξιούχου στελέχους των υπηρεσιών ασφαλείας) με τη συμφωνημένη ατζέντα: Ενοχοποιείστε τον Τραμπ!
Δεν υπήρχε τεκμήριο αθωότητας, μόνο ενοχής. Ο Μίλλερ, 22 μήνες αργότερα, αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι δεν υπήρξε RussiaGate συνωμοσία με συμμετοχή του Τραμπ.
Όμως, φρόντισε να μην αποκαλυφθούν οι αντιδημοκρατικοί μηχανισμοί πίσω από τη πλεκτάνη του RussiaGate, προσφέροντας έτσι κάλυψη σε παράγοντες που υπονομεύουν την ακεραιότητα των δημοκρατικών διαδικασιών στις ΗΠΑ.
Oι πράκτορες του FBI Πίτερ Στροκ και Λίζα Πέιτζ ομολόγησαν ότι χρησιμοποίησαν τα αξιώματά τους για να σαμποτάρουν την προεδρία Τραμπ.
Ο Τζον Μπρέναν, διευθυντής της CIA επί Ομπάμα, ήταν από τους βασικούς συνωμότες του RussiaGate, κατηγορώντας τον Τραμπ σαν πράκτορα της Ρωσίας.
Όμως, όταν στη συνέχεια του ζητήθηκε να επαναλάβει τις κατηγορίες του ενόρκως ενώπιον Επιτροπής του Κογκρέσου, αρνήθηκε να το κάνει λέγοντας: «Δεν γνωρίζω αν υπήρξε ή όχι τέτοια συμπαιγνία μεταξύ Τράμπ και Ρωσίας» (C-SPAN3).
Ο Μπρέναν είναι ο ίδιος άνθρωπος, για τον οποίο ο Guardian είχε γράψει σχετικά με την ανάμειξή του σε βασανισμούς και δολοφονίες: «O Μπρέναν είναι ο τύπος του κατασκόπου που ζητάει συγγνώμη αν και δεν λυπάται, που λέει ψέματα επειδή δεν του αρέσει να λέει την αλήθεια».
Αυτός ήταν ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας της RussiaGate συνωμοσίας. Επειδή στόχος του “βαθέος κράτους”, μαζί με τους πολιτικούς υπαλλήλους του και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, ήταν να εμποδίσουν τον Τραμπ να κυβερνήσει, στόχευσαν αμέσως μέλη της κυβέρνησής του.
Ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας στρατηγός Μάικλ Φλιν και ο Υπουργός Δικαιοσύνης Τζεφ Σέσσιονς κατηγορήθηκαν ψευδώς στο πλαίσιο του RussiaGate ότι συνωμότησαν με Ρώσους αξιωματούχους.
Εκπρόσωποι του «βαθέως κράτους»
Εκπρόσωποι του “βαθέος κράτους” στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο στράτευμα (μετέπειτα σύμβουλοι του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος) συγχρονισμένα έβαλλαν κατά ριπάς εναντίον του Τραμπ: Ο στρατηγός ΜαΚάφρυ έγραψε: «O Ντόναλντ Τραμπ είναι Μουσολίνι», ενώ ο ναύαρχος ΜαKρέιβεν αξίωσε: «Ο Ντόναλντ Τραμπ πρέπει να εγκαταλείψει το αξίωμα του Προέδρου».
Η “αμαρτία” του Τραμπ μάλλον ήταν ότι τους απομάκρυνε από τις υψηλές κρατικές θέσεις που τους επέτρεπαν να δικαιολογούν τις υψηλές αμοιβές τους στο στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα.
Η Ρόσα Μπρουκς, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Πενταγώνου επί Ομπάμα έγραψε ότι «ο Τραμπ πρέπει να απομακρυνθεί από την Προεδρία με στρατιωτικό πραξικόπημα» (Foreign Policy).
Με άλλα λόγια, οι υπερόπτες εκπρόσωποι του “βαθέος κράτους” ισχυρίζονταν ότι λόγω της “ανώτερης ηθικής” και “άπειρης σοφίας” τους σε σύγκριση με τους υπόλοιπους πληβείους πολίτες, έχουν το δικαίωμα να καταπατούν το Σύνταγμα και να απομακρύνουν έναν εκλεγμένο πρόεδρο.
Τοπικοί εισαγγελείς (όλοι τους μέλη του Δημοκρατικού κόμματος) κατασκεύασαν σωρεία κατηγοριών κατά του Τραμπ (κάποιες για υποθέσεις πριν από 20 χρόνια).
Παράλληλα, το Υπουργείο Δικαιοσύνης τον κατηγορεί ότι έχει στην κατοχή του απόρρητα έγγραφα, τη στιγμή που αυτό είναι μια συνηθισμένη τακτική σχεδόν όλων των Προέδρων. Το ίδιο είχε κάνει και ο Μπάϊντεν ως Αντιπρόεδρος, αλλά γι’ αυτόν ισχύουν άλλα μέτρα και άλλα σταθμά.
«Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάϊντεν κρίθηκε από τον ειδικό εισαγγελέα ότι με πρόθεση διατήρησε απόρρητα έγγραφα και αποκάλυψε διαβαθμισμένο υλικό, αλλά δεν θα αντιμετωπίσει κατηγορίες γιατί θα είναι δύσκολο να καταδικαστεί καθώς είναι γέρος με κακή μνήμη” (ΒΒC).
Σύμφωνα με το “βαθύ κράτος”, ο “θείος Τζο” είναι νοητικά ανίκανος να αντιμετωπίσει ένα δικαστήριο, αλλά είναι ικανός να ηγείται της παγκόσμιας υπερδύναμης!
Η προστασία από απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ
Είναι αξιοσημείωτο ότι «Ο Υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Μαγιόρκας αρνήθηκε επανειλημμένα αιτήματα για περισσότερη προστασία των Μυστικών Υπηρεσιών για τον Τραμπ» τη στιγμή που υπήρχαν αυξημένες απειλές κατά της ζωής του (FoxNews).
Επειδή περιμένουν ο Δημοκρατικός δικαστής της Νέας Υόρκης, Χουάν Μερτσάν, να φυλακίσει τον Τραμπ, «ο δημοκρατικός βουλευτής Μπένι Τόμσον εισήγαγε νομοσχέδιο που αφαιρεί την προστασία της υπηρεσίας ασφαλείας από τον Πρόεδρο Τραμπ» (The Hill).
Για να αποφύγουν πιθανή ηρωοποίηση του Τραμπ, κάποια διαπλεκόμενα ΜΜΕ ήδη έχουν σπεύσει να αποδομήσουν το γεγονός της απόπειρας πολιτικής δολοφονίας από κάθε οπτική γωνία.
Με τακτική παραπληροφόρησης διασπείρουν φήμες ότι ο παρ’ ολίγον δολοφόνος δεν είχε πολιτική δραστηριότητα ή ακραία ιδεολογία, αλλά απλά είχε ψυχολογικά προβλήματα και “έτυχε να βρεθεί μπροστά του” ο Τραμπ!
Δυστυχώς, ο αμερικανικός λαός έχει παραδώσει την ελευθερία του στο “βαθύ κράτος” και στα διαπλεκόμενα ΜΜΕ που δεν λογοδοτούν, δεν ελέγχονται, αλλά έχουν τεράστιες εξουσίες για να καταστρέψουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του αμερικανικού λαού, όπως ορίζονται από το Σύνταγμα.
Το “βαθύ κράτος”, μαζί με τους πολιτικούς υπαλλήλους του και τα ΜΜΕ, είναι υπεύθυνοι για τη σημερινή εμφυλιοπολεμική κατάσταση στις ΗΠΑ, αποτέλεσμα της οποίας είναι η απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ.
Θα επιστρατευτεί ο Κλούνεϊ για να αντιμετωπίσει την επέλαση Τραμπ;
Ήταν κοινό μυστικό ότι ο Τραμπ είχε πάρει σημαντικό προβάδισμα έναντι του Μπάιντεν. Η μεταξύ τους τηλεμαχία απεδείχθη καταστροφική για την υποψηφιότητα του σημερινού Προέδρου. Το ίδιο και οι αλλεπάλληλες φραστικές γκάφες του, οι οποίες –σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις– είναι έκπτωση των διανοητικών ικανοτήτων του παρά γκάφες.
Ακόμα και οι φανατικοί Δημοκρατικοί έχουν πλέον συνειδητοποιήσει ότι ο Πρόεδρός τους δεν είναι σε θέση να ηγηθεί των ΗΠΑ για μία ακόμα τετραετία. Αυτός είναι ο λόγος που στο παρασκήνιο έχουν ενταθεί οι φιλικές πιέσεις προς τον Μπάιντεν να μην επιμείνει στην υποψηφιότητά του, αφού κατ’ αυτόν τον τρόπο διευκολύνει την εκλογή του Τραμπ.
Κι αν αυτά ίσχυαν πριν την απόπειρα δολοφονίας του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου, μετά από αυτήν ισχύουν στον κύβο. Μία απόπειρα δολοφονίας, ειδικά μετά την ακραία δαιμονοποίησή του, αναπόφευκτα φορτίζει την πολιτική ατμόσφαιρα κατά τρόπο που ευνοεί το θύμα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι μόνο αυτή καθ’ αυτή η απόπειρα δολοφονίας. Είναι και ο τρόπος αντίδρασης του Τραμπ.
Οι Αμερικανοί είδαν live τον πρώην Πρόεδρο και εκ νέου υποψήφιο για την Προεδρία όχι μόνο να μην είναι φοβισμένος, όπως κανονικά θα συνέβαινε με άλλους στη θέση του, αλλά και με θυμό να υψώνει τη γροθιά του, αρνούμενος να αποκολληθεί από τη “συνομιλία” του με τους συγκεντρωμένους οπαδούς του.
Ήταν αναμφίβολα μία σπάνια εικόνα, η οποία “έγραψε” πολύ δυνατά στη συνείδησή τους. Κάθε λαός θέλει ο ηγέτης του να έχει σε μία τόσο κρίσιμη στιγμή τέτοια αντίδραση.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να δούμε δημοσκοπήσεις για να συμπεράνουμε ότι η εν λόγω απόπειρα δολοφονίας εκτίναξε τις πιθανότητες εκλογής του.
Μετά από την αναπόφευκτη συγκινησιακή φόρτιση των απλών πολιτών, όσοι είχαν ποντάρει στις δικαστικές διώξεις εναντίον του Τραμπ δύσκολα θα επιμείνουν στην επιδίωξή τους να τον καταδικάσουν.
Αν και μας χωρίζουν σχεδόν τέσσερεις μήνες μέχρι τις προεδρικές εκλογές, δεν είναι υπερβολή να εκτιμήσουμε ότι η μάχη Μπάιντεν-Τραμπ έχει πλέον λήξει.
Τί θα κάνει ο Μπάιντεν;
Οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι αναπόφευκτα έχουν συσπειρωθεί όσο ποτέ πριν, ενώ οι Δημοκρατικοί δεν έχουν πλέον ηθικά περιθώρια να συνεχίσουν και πολύ περισσότερο να κλιμακώσουν την επιχείρηση δαιμονοποίησης του αντιπάλους τους.
Εάν συνεχίσουν την ίδια επιθετική ρητορική το μόνο που θα επιτύχουν είναι να καταστήσουν τον Τραμπ συμπαθή και να του στείλουν στις κάλπες ενδιάμεσους ψηφοφόρους, οι οποίοι σε άλλες συνθήκες δεν θα τον ψήφιζαν.
Το πρόβλημα, λοιπόν, το έχουν οι Δημοκρατικοί, οι οποίοι και πρέπει να το λύσουν άμεσα εάν θέλουν να έχουν μία ελπίδα. Το συνέδριό τους, το οποίο και θα αναδείξει τον επίσημο υποψήφιο για την Προεδρία θα συγκληθεί τον Αύγουστο, άρα μέχρι τότε πρέπει το πρόβλημα να έχει λυθεί.
Μέχρι την απόπειρα δολοφονίας ο Μπάιντεν αρνείτο επιμόνως να εγκαταλείψει, παρά τις “φιλικές” πιέσεις που του ασκήθηκαν. Τα πράγματα, όμως, τώρα έχουν αλλάξει.
Συνειδητοποιώντας και το περιβάλλον του ότι ο σημερινός Πρόεδρος δεν έχει πλέον καμία ελπίδα εκλογής, ίσως υποχωρήσει. Πολύ περισσότερο που πλέον και οι πιέσεις θα καταστούν ασφυκτικές, έως και απειλητικές.
Το ένστικτο αυτοσυντήρησης του Δημοκρατικού Κόμματος και ευρύτερα της αντι-Τραμπ παράταξης έχει ενεργοποιηθεί, όσοι κινούν τα νήματα δεν θέλουν να πάνε στις κάλπες “σαν πρόβατα επί σφαγή”.
Ακόμα κι αν ο Μπάιντεν τελικώς αποδεχθεί να κάνει πίσω, εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν. Η Αντιπρόεδρος είναι κατά γενική ομολογία συνταγή ήττας.
Αλλά και άλλα ηγετικά στελέχη των Δημοκρατικών δεν κατάφεραν να δείξουν στις δημοσκοπήσεις ότι μπορούν να κερδίσουν τον Τραμπ. Αυτό ισχύει και για τον δικαιωματιστή κυβερνήτη της Καλιφόρνιας και πρώην δήμαρχο του Σαν Φρανσίσκο.
Κάθε επαγγελματίας πολιτικός που έχει προεδρικές φιλοδοξίες, άλλωστε, θα σκεφτόταν πολύ πριν αποδεχθεί το χρίσμα στις τωρινές ακραία δυσμενείς συνθήκες για τους Δημοκρατικούς. Ο χρόνος, άλλωστε, μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου είναι ελάχιστος για ένα νέο υποψήφιο ένοικο του Λευκού Οίκου.
Η Μισέλ Ομπάμα, που θεωρείται “χρυσή εφεδρεία” για τους Δημοκρατικούς δεν έχει συμφέρον να μπει τώρα στη μάχη, διακινδυνεύοντας να “καεί”.
Την συμφέρει να περιμένει το τέλος της επόμενης τετραετίας, που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα είναι τετραετία Τραμπ, και να διεκδικήσει την Προεδρία το 2028.
Επιστράτευση του Τζορτζ Κλούνεϊ
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι Δημοκρατικοί πρέπει να βρουν λύση out of the box. Σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένοι κύκλοι του Δημοκρατικού Κόμματος θεωρούν πως η μόνη λύση και για να υποχρεωθεί να κάνει πίσω ο Μπάιντεν και για να υπάρχουν ελπίδες στις προεδρικές εκλογές είναι να επιστρατευτεί ο 63χρονος Τζορτζ Κλούνεϊ.
Ο διάσημος ηθοποιός έχει στενούς δεσμούς με τους Δημοκρατικούς, από την εποχή που ο πατέρας του ήταν επικεφαλής του πολιτικού ρεπορτάζ στους New York Times.
Ο Κλούνεϊ, μάλιστα, που αρθρογραφεί τακτικά στην ίδια εφημερίδα, εκφράζοντας τις απόψεις του για τρέχοντα καυτά ζητήματα εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής, ακούστηκε το αμέσως προηγούμενο διάστημα, επειδή κι αυτός παρότρυνε φιλικά τον Μπάιντεν να αποσυρθεί.
Ο ηθοποιός είναι έντονα πολιτικοποιημένος, αλλά δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός και είναι άγνωστο εάν θα δεχόταν να μπει στη μάχη εναντίον του Τραμπ.
Έχει, ωστόσο, το πλεονέκτημα ότι είναι γνωστός και στην τελευταία αμερικανική πόλη, άρα δεν έχει ανάγκη μία μεγάλης χρονικής διάρκειας προεκλογική εκστρατεία.
Εκτός αυτού, λόγω των δεδηλωμένων αριστερόστροφων απόψεών του, είναι πιθανόν να προσελκύσει νέους ψηφοφόρους από την αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος, οι οποίοι έχουν απομακρυνθεί από αυτό, λόγω του πολέμου στη Γάζα.
Αναμφίβολα, ο Κλούνεϊ δεν είναι ο υποψήφιος που θα ήθελε το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος και κυρίως το “βαθύ κράτος”. Είναι πολύ αριστερός για τα μέτρα τους, αλλά είναι σαφώς προτιμότερος από τον Τραμπ και γι’ αυτό πιθανότατα θα αναγκαστούν να τον υποστηρίξουν, έστω και “κλείνοντας τη μύτη τους”.
Υπενθυμίζουμε ότι η σύζυγός του, η γνωστή δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα Αμάλ, κατάγεται από τον Λίβανο και το ζεύγος έχει κριτική στάση για την ισραηλινή πολιτική στο Παλαιστινιακό. Αλλά και για το Ουκρανικό, ο Κλούνεϊ διαφοροποιείται από την πολιτική Μπάιντεν, που ταυτίζεται με τον Ζελένσκι.
Το εάν θα προταθεί τελικώς το χρίσμα στον Κλούνεϊ και εάν αυτός θα το αποδεχθεί ή όχι θα φανεί το επόμενο διάστημα.
Προφανώς, με υποψήφιο τον διάσημο ηθοποιό οι Δημοκρατικοί θα ανακάμψουν πολιτικά-εκλογικά από τη σημερινή δραματική θέση τους. Δεν είναι, ωστόσο, σίγουρο ότι η ανάκαμψή τους θα είναι αρκετή για να κερδίσουν τον Λευκό Οίκο.
Ο Τραμπ είχε σοβαρά προβάδισμα, το οποίο με την απόπειρα δολοφονίας του μεγάλωσε ποιοτικά και παγιώθηκε. Με τον Κλούνεϊ απέναντί του, όμως, δεν θα κάνει περίπατο.
Για μια φορά ακόμα αποδείχτηκε ξεκάθαρα, ότι οι διεθνείς σατανιστές ΑΔΥΝΑΤΟΥΝ να πετύχουν τα σατανικά σχέδια τους, εάν ΔΕΝ το ΕΠΙΤΡΕΨΕΙ ο αληθινός Θεός.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤους ΑΝΕΧΕΤΑΙ ακόμα ο αληθινός Θεός τους διεθνείς σατανιστές, (δεν θα τους ανέχεται για πάντα), για να καταλάβουν οι λαοί ότι ζουν ΛΑΘΟΣ ζωή, αποστατημένη από τον αληθινό Θεό.